Στα μέσα του 1954 η κυβέρνηση του Συναγερμού, στην Ελλάδα, βρισκόταν στη δίνη μιας παρατεταμένης κρίσης, βουλιαγμένη στα σκάνδαλα και σε οξύτατες εσωτερικές διαμάχες. Τα κοινωνικά προβλήματα συσσωρεύονταν, ενώ το μόνο κομμάτι του κράτους που λειτουργούσε αποτελεσματικά ήταν ο διωκτικός μηχανισμός εναντίον της παράνομης αλλά και τις νόμιμης Αριστεράς.
|
Την περίοδο εκείνη το Κυπριακό είχε έρθει δυναμικά στο διεθνές προσκήνιο. Το αίτημα των Ελληνοκυπρίων για άρση της βρετανικής κυριαρχίας, αυτοδιάθεση και ένωση με την Ελλάδα είχε υιοθετηθεί από όλες τις ελληνικές πολιτικές δυνάμεις άσχετα από τις οξύτατες μεταξύ τους αλληλοκατηγορίες για υποκρισία: Η Αριστερά το προσέγγιζε ως ζήτημα εθνικής απελευθέρωσης από την ιμπεριαλιστική αποικιοκρατία. Το Κέντρο και τη Δεξιά το θεωρούσαν εθνικό θέμα με βάση την ιδεολογία της αστικής τάξης.
Η Αγγλία δεν δεχόταν την παραμικρή συζήτηση. Υποστήριζε ότι η αποχώρησή της από το νησί ήταν αντίθετη τόσο στα δικά της συμφέροντα όσο και στα συμφέροντα του ΝΑΤΟ, ενώ ισχυριζόταν ότι πίσω από το κίνημα της Ένωσης βρίσκονταν η Εκκλησία της Κύπρου και οι κομμουνιστές.
Βλέποντας ότι οι διμερείς επαφές με τη Μ. Βρετανία δεν επρόκειτο να αποδώσουν, η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε, υπό την πίεση και της κοινής γνώμης, να προσφύγει στον ΟΗΕ. Η κίνηση αυτή προκαλούσε τον εκνευρισμό των ΗΠΑ, που φοβόντουσαν σοβαρές περιπλοκές και αποσταθεροποίηση στο ΝΑΤΟ εξ αιτίας της σύγκρουσης συμφερόντων ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Βρετανία. Πολύ περισσότερο που η ελληνική προσφυγή στα Ηνωμένα Έθνη είχε δεδομένη τη στήριξη της Σοβιετικής Ένωσης και των χωρών του ανατολικού μπλοκ.
Τα «Αστυνομικά Νέα»
Τον Απρίλιο του 1954, ενώ η κυβέρνηση προετοιμαζόταν για την προσφυγή, μια πολύ περίεργη υπόθεση έσκασε σαν βόμβα. Οι Έλληνες και ξένοι ανταποκριτές, που ήταν διαπιστευμένοι στο υπουργείο Εξωτερικών, βρήκαν ένα πρωί στο τραπέζι της αίθουσας τύπου του υπουργείου καμιά εικοσαριά αντίτυπα της εφημερίδας "Αστυνομικά Νέα". Την άκουγαν για πρώτη φορά.
Στο εσωτερικό της εφημερίδας, υπήρχε ένα άρθρο - λίβελος κατά της προσφυγής στον ΟΗΕ. Το άρθρο υποστήριζε ότι η ελληνική προσφυγή θα έβαζε οριστική ταφόπλακα στο Κυπριακό και ότι, με την επιλογή της αυτή, η κυβέρνηση Παπάγου έπαιζε το παιχνίδι των εχθρών της πατρίδας. Ότι πίσω από το σύνθημα της Ένωσης και τις κινητοποιήσεις για το Κυπριακό ήταν οι κομμουνιστές. Εξίσου βαριές κουβέντες υπήρχαν και για τον Μακάριο, τον οποίο το άρθρο κατηγορούσε ότι κάνει πολυτελή ζωή ανά τον κόσμο παριστάνοντας ότι αγωνίζεται για την ελευθερία του κυπριακού λαού.
Η υπόθεση προκάλεσε σεισμό, και όχι άδικα. Στην εποχή κυριαρχίας του βαθέος κράτους, ένα άρθρο που αμφισβητούσε και αποδομούσε την εθνική γραμμή για το Κυπριακό δημοσιευόταν σε μια εφημερίδα για αστυνομικούς. Το φύλλο των "Αστυνομικών Νέων" κατασχέθηκε.
Ο υφυπουργός Εσωτερικών στρατηγός Β. Βραχνός, παλιός χίτης, κομμουνιστοφάγος και πολιτικός προϊστάμενος των Σωμάτων Ασφαλείας, δήλωσε ότι το συγκεκριμένο άρθρο απηχεί τη γνώμη του εκδότη και δεν έχει καμία σχέση με το αστυνομικό σώμα. Παράλληλα διέταξε ανακρίσεις.
Από την πλευρά του ο αρχηγός της Αστυνομίας Άγγελος Έβερτ -πρώην αστυνομικός διευθυντής Αθηνών επί Κατοχής- "αποκήρυξε" το άρθρο λέγοντας ότι "απηχεί τις απόψεις του γράφοντος και αντίκειται εις την υπό της κυβερνήσεως χαραχθείσαν γραμμήν", ενώ σημείωνε ότι σε κάθε περίπτωση τα "Αστυνομικά Νέα" ήταν "μια ανεπίσημος αστυνομική εφημερίδα".
Κανένας το 1954 στην Ελλάδα δεν θα μπορούσε να πιστέψει ότι ήταν δυνατόν να εκδίδεται και να διακινείται στους αστυνομικούς μια ανεπίσημη εφημερίδα, που να απηχεί προσωπικές απόψεις του εκδότη της, χωρίς την έγκριση της ηγεσίας των αστυνομικών σωμάτων. Είχε δώσει ο Έβερτ έγκριση να δημοσιευτεί άρθρο αντίθετο με τη γραμμή της κυβέρνησης Παπάγου; Και με ποιο κίνητρο;
«Δείχνουν» την Ιντέλιτζενς Σέρβις
Ενώ η κυβέρνηση δεν είχε βγάλει επίσημη ανακοίνωση για το ζήτημα, στην υπόθεση παρενέβη ο Μακάριος. Η ανακοίνωση της Εθναρχίας, επικαλούμενη "κυπριακούς κύκλους", δήλωνε ότι το συγκεκριμένο άρθρο συνδέεται με πληροφορίες για επικείμενη εκστρατεία των Άγγλων, σημείωνε ότι πίσω από το άρθρο βρίσκεται προσπάθεια της Ιντέλιτζενς Σέρβις να διασπείρει την ηττοπάθεια και καλούσε τον ελληνικό λαό να προσέχει οτιδήποτε διαβάζει.
Εξέφραζε ικανοποίηση για την κυβερνητική αντίδραση, όπως διατυπώθηκε από τον Βραχνό, αλλά ταυτόχρονα εκδήλωνε δυσαρέσκεια για τη χλιαρή αντίδραση της Αστυνομίας. Αυτή διαφοροποίηση έδειχνε έμμεσα ότι οι κύκλοι του Μακαρίου έστρεφαν την κατηγορία για διασυνδέσεις με την Ιντέλιτζενς Σέρβις στον Άγγελο Έβερτ. Ο Παπάγος ζητούσε το πόρισμα των ανακρίσεων.
Οι απόψεις για άμεση εμπλοκή του Έβερτ ενισχύθηκαν όταν άρχισε να αποκαλύπτεται τι ακριβώς ήταν τα "Αστυνομικά Νέα". Επρόκειτο για μια ανεπίσημη εφημερίδα που στελνόταν σε αστυνομικούς. Λειτουργούσε μέσα στο κτήριο της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών, χρηματοδοτούνταν από τον Έβερτ και η συνδρομή από τους υπηρετούντες στο Σώμα ήταν σχεδόν υποχρεωτική, αφού το αντίτιμο παρεκρατείτο από τη μισθοδοσία τους.
Σύμφωνα με την "Ακρόπολη", ο εκδότης της Α. Χατζηαναστασίου είχε χαρακτηριστεί από το Γενικό Επιτελείο Στρατού ως "πληροφοριοδότης - απατεών", άνθρωπος δηλαδή που διοχέτευε κατασκευασμένες πληροφορίες στις αρχές, υποχρεώνοντάς τις, με θεμιτά και αθέμιτα μέσα, να τις αγοράσουν. Στις ανακρίσεις ο Χατζηαναστασίου παραδέχτηκε ότι ήταν ο συγγραφέας του άρθρου σε συνεργασία με έναν άλλον δημοσιογράφο, τον Δημητρέα.
Είπε επίσης ότι πριν δημοσιευτεί το άρθρο είχε τεθεί υπό την έγκριση του βετεράνου αρχηγού του ΕΔΕΣ Ναπολέοντα Ζέρβα και του υπουργού Ασφαλείας του Μεταξά Κωνσταντίνου Μανιαδάκη, που είχαν περάσει στην πολιτική, αλλά βρίσκονταν τότε εκτός Βουλής. Αυτό είχε πρόσθετη σημασία, καθώς και οι δύο πολιτικοί ήταν ιστορικά συνδεδεμένοι με τον βρετανικό παράγοντα στην χώρα. Ο Ζέρβας πάντως δήλωσε ότι δεν ξέρει τίποτα.
Παράλληλα οι εκτιμήσεις συμφωνούσαν ότι το άρθρο ήταν προφανώς "φυτευτό", γραμμένο από τρίτο χέρι. Κανείς από τους δύο φερόμενους ως συντάκτες του δεν εθεωρείτο επαρκής για να διαχειριστεί αυτό το ζήτημα. Επιπλέον κάποιες φραστικές αστοχίες (ο Μακάριος π.χ. αναφερόταν ως "πρωθιερέας" και όχι ως αρχιεπίσκοπος) επέτειναν την εντύπωση ότι είχε μεταφραστεί από άλλη γλώσσα.
Όσο για το κίνητρο, αυτό φάνηκε όταν μια βρετανική εφημερίδα υιοθέτησε το δημοσίευμα. Οι Βρετανοί είχαν ανάγκη από τέτοια αρθρογραφία προκειμένου να δείξουν στον ΟΗΕ ότι η κοινή γνώμη στην Ελλάδα είναι διχασμένη γύρω από το Κυπριακό.
Γιατί όμως η Ιντέλιτζενς Σέρβις να επιλέξει τα "Αστυνομικά Νέα" γι' αυτήν τη δημοσίευση; Μια προφανής εξήγηση είναι ότι, με τη νομοθεσία περί Τύπου που ίσχυε τότε, καμία άλλη εφημερίδα δεν θα τολμούσε το δημοσιεύσει, καθώς εκφραζόταν αντίθετα προς την εθνική γραμμή.
Έτσι οι Βρετανοί το προώθησαν στα "Αστυνομικά Νέα". Η εμπλοκή του Άγγελου Έβερτ ήταν προφανής, καθώς φαινόταν αδιανόητο να έχει δημοσιευτεί τέτοιο άρθρο πίσω από την πλάτη του. Κοντολογίς ο αρχηγός της Αστυνομίας ήταν ανακατεμένος σε σχέδιο των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών για την υπονόμευση της ελληνικής προσφυγής στον ΟΗΕ. Η εθνικοφροσύνη αυτοκτονούσε.
Η δίκη
Οι αποκαλύψεις όξυναν ακόμα περισσότερο την κρίση μέσα στο συναγερμικό στρατόπεδο. Τα σχόλια, ακόμα και από τον Τύπο της Δεξιάς, ήταν δριμύτατα. Στο τέλος οι Χατζηαναστασίου και Δημητρέας αλληλομηνύθηκαν με τον εκδότη της "Εστίας" Άδωνι Κύρου. Και η δίκη, που έγινε τέσσερις μήνες αργότερα, έκανε τα πράγματα ακόμα πιο εξωφρενικά.
Στο ακροατήριο ξεσκεπάστηκαν πλήρως τα χάλια της εθνικοφροσύνης, αλλά και τα αδιέξοδα και η ανικανότητα της μετεμφυλιακής Δεξιάς. Ο υπουργός Εξωτερικών Στέφανος Στεφανόπουλος κατέθεσε υπέρ του εκδότη της "Εστίας", λέγοντας ότι στο Κυπριακό είναι απολύτως σαφής η κυβερνητική γραμμή, την οποία υποστηρίζει και η αντιπολίτευση. Συνεπώς, κάθε αντίθεση προς τη γραμμή αυτή είναι το λιγότερο αντεθνική.
Ο εκπρόσωπος του Μακάριου, Σ. Λοϊζίδης, υποστήριξε ξανά την εκδοχή της βρετανικής ανάμειξης, ενώ ο εκδότης μιας επαρχιακής εφημερίδας κατέθεσε ότι είχε δεχτεί πιέσεις να μην δημοσιεύει άρθρα υπέρ της Ένωσης, γιατί αυτά τα έλεγαν οι κομμουνιστές.
Η άλλη πλευρά, που κατηγορούνταν για αντεθνική στάση, πλειοδότησε σε αντικομμουνισμό και εθνικοφροσύνη. Ο Δημητρέας, που προσπάθησε να πει ότι κάποιοι βρίσκονται πίσω του, αλλά το δικαστήριο δεν του επέτρεψε να εξηγήσει ποιοι ακριβώς, υποστήριξε ότι οι διαδηλώσεις στην Ελλάδα υποκινούνται από την ΕΠΟΝ και ότι η ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα είναι κομμουνιστικό σύνθημα. Στην ερώτηση αν είναι πράκτορας της Ιντέλιτζενς Σέρβις απάντησε ότι υπήρξε στην Ελλάδα εποχή που το να είσαι κάτι τέτοιο εθεωρείτο τιμή.
Από την πλευρά του ο Χατζηαναστασίου επικαλέστηκε τις υπηρεσίες που είχε προσφέρει στη δίωξη του κομμουνισμού. Υπέρ τους κατέθεσε ο Μανιαδάκης, που είπε ότι οι κομμουνιστές χρησιμοποιούν το Κυπριακό για να φέρουν την κυβέρνηση Παπάγου σε σύγκρουση με τη Βρετανία. Οι συνήγοροι του Χατζηαναστασίου και του Δημητρέα δεν έχαναν ευκαιρία να υπενθυμίζουν με νόημα ότι το ανατολικό μπλοκ υποστήριζε την ελληνική προσφυγή.
Φυσικά η σχέση των "Αστυνομικών Νέων" με τον Έβερτ και οι συνθήκες υπό τις οποίες κυκλοφορούσε η εφημερίδα επανήλθαν στην επιφάνεια. Όμως την καινούρια διάσταση στο θέμα την έβαλε ο φρούραρχος Αθηνών ταξίαρχος Μπενιψάλτης: κατέθεσε ότι είχε διαταχθεί να κάνει απόρρητη μυστική έρευνα για το δίκτυο πρακτόρων της Ιντέλιτζενς Σέρβις στην Ελλάδα. Το πόρισμα, που δεν του επιτράπηκε να πει σε ποια χέρια είχε παραδοθεί, υποδείκνυε ως αρχηγό του κλιμακίου της βρετανικής κατασκοπείας στη χώρα τον Άγγελο Έβερτ. Και όλα αυτά λεγόντουσαν σε δημόσια δίκη μεταξύ ιδιωτών.
Ο Χατζηαναγνώστου και ο Δημητρέας καταδικάστηκαν σε 4,5 μήνες φυλακή ο καθένας. Την επόμενη ημέρα τέθηκε σε διαθεσιμότητα ο επικεφαλής της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών και μετατέθηκε ο αντίστοιχος του Πειραιά. Ο Παπάγος διέταξε τον Βραχνό να προχωρήσει περαιτέρω την έρευνα. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1954 τέθηκε σε διαθεσιμότητα ο Άγγελος Έβερτ.
Όλα αυτά συνέβησαν μόλις λίγα χρόνια μετά τη λήξη του Εμφυλίου, σε μια εποχή που το μετεμφυλιακό κράτος ήταν πανίσχυρο. Αν ο Χατζηαναστασίου και ο Δημητρέας είχαν κατηγορηθεί για διάδοση "αντεθνικών θέσεων" κομμουνιστικής απόκλισης, θα είχαν καταδικαστεί σε θάνατο. Πιθανότατα θα είχαν καταδικαστεί και με μόνη την υποψία.
Δύο χρόνια μετά την εκτέλεση του Μπελογιάννη, χιλιάδες αριστεροί γέμιζαν τις φυλακές και τις εξορίες. Η νόμιμη Αριστερά βρισκόταν διαρκώς στο στόχαστρο ως εθνικώς ύποπτη και τα έντυπά της κυκλοφορούσαν υπό την πίεση ενός δρακόντειου νόμου περί Τύπου. Η παράνομη κομμουνιστική δραστηριότητα αντιμετωπιζόταν ως κατασκοπεία και επέσυρε την ποινή του θανάτου. Άνθρωποι στήνονταν στον τοίχο με την κατηγορία αυτήν.
Την ίδια στιγμή αποδεικνυόταν ότι η πραγματική κατασκοπεία, η πραγματική υπονόμευση των "εθνικών θέσεων", η πραγματική "αντεθνική δράση" εκδηλωνόταν στον σκληρό πυρήνα του μετεμφυλιακού κράτους. Η εθνικοφροσύνη, πέρα από τον λούμπεν χαρακτήρα της, επιβεβαίωνε για μια ακόμα φορά ότι το μόνο που τη συγκροτούσε ήταν ο αντικομμουνισμός. Τον πατριωτισμό τον ερμήνευε υποκειμενικά και αναλόγως με το ποιο ήταν το αφεντικό της.
Πηγή: Αυγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου