Τρέχουν στις τηλεοθόνες οι εικόνες του παγκοσμίου πρωταθλήματος στίβου. Αδύνατον να μην δω την τελειότητα των χειρονομιών, την ένταση των κορμιών, την ολοκληρωτική αυτοσυγκέντρωση αυτού που υπέφερε χρόνια προπονήσεων και παραιτήσεων γι αυτή την στιγμή.
Γυναίκες και άνδρες στο αποκορύφωμα της φυσικής φόρμας, που αγκαλιάζονται δίχως προβλήματα αντιπαλότητας, δίχως να δίνουν σημασία στις διαφορές του χρώματος στο δέρμα (στην Αϊτή, την περίοδο της εξέγερσης του 1803, απαριθμούνταν επίσημα 64, όλες αυστηρότατα ρατσιστικές οι μεν προς τις δε….), σε σημείο να αντηχεί χαστούκι στο πρόσωπο η εισβολή των τηλεειδήσεων που μας δείχνουν πνιγμένα κορμιά ή να ασφυκτιούν στα καμιόνια, σε πολλές αποχρώσεις του χρώματος (λευκών συμπεριλαμβανομένων, διότι ιρακινοί, κούρδοι, σύριοι, κλπ, κατά βάθος είναι ινδοευρωπαίοι όπως εμείς »αυτόχθονες» ιταλοβλάκες… ή ελληνοβλάκες, θα έλεγα εγώ ο μεταφράζων).
Ο πραγματικός κόσμος όπου κατοικούμε είναι πολύ λιγότερο πολιτισμένος. O »συναγωνισμός» πολύ λιγότερο ευγενής, διότι το διακύβευμα δεν είναι ένα μετάλλιο (και μια οικονομική ηρεμία που μπορεί να φτάσει μέχρι τον αληθινό πλουτισμό), όμως το mors tua, vita mea, ο θάνατός σου η ζωή μου. Φτιαγμένος από χώρους, πεποιθήσεις, σύνορα, που θα ήθελαν να διαιωνιστούν.
Ζούμε σε κόσμο όπου εμπορεύματα και κεφάλαιο »πρέπει» να κυκλοφορούν ελεύθερα, υπό την προϋπόθεση πως δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο τα ανθρώπινα όντα. Εκτός εάν έχουν ένα πορτοφόλι αρκετά γεμάτο. Η παγκόσμια αδελφοσύνη των σπορ συχνά είναι αυθεντική και ως εκ τούτου πανέμορφη; όμως σκεπάζει μια παγκόσμια πραγματικότητα αντίθετη. Που πρέπει να ξεπεραστεί δια συγκρούσεων.