Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2019

Μια δολοφονία τους σώζει;


Στην αρχή, με την υποκριτική και δειλή της στάση όταν ξέσπασε στις αρχές του ’90 το Μακεδονικό, η ΝΔ έδωσε τη δυνατότητα στην ακροδεξιά να βγει από τα λαγούμια που ήταν κρυμμένη για χρόνια. Στην εξαιρετική πρόσφατη παρέμβαση του, ο Κωστής Παπαιωάννου θύμισε ακριβώς αυτό: «Έγινε (το Mακεδονικό) κολυμπήθρα του Σιλωάμ. Λίγοι θυμούνται ότι στο συλλαλητήριο της 10ης Δεκεμβρίου 1992 μια ομάδα ροπαλοφόρων έκανε οργανωμένες επιθέσεις στο κέντρο της Αθήνας αφήνοντας πίσω της αντιπάλους – ανθρώπους που επέλεγε με κριτήριο την εμφάνιση - βαριά τραυματίες στα πεζοδρόμια. Ήταν η Χρυσή Αυγή που αποφάσισε να ξεπλύνει το ναζιστικό στίγμα και να ανοιχτεί στα πελάγη του αναδυόμενου εθνικισμού».

Όταν πριν από ένα χρόνο περίπου ξεκίνησε η επίλυση του προβλήματος, που είχε οδηγήσει τη χώρα σε αλλεπάλληλες διπλωματικές ήττες και την έριξε σε ένα βαλκανικό επαρχιωτισμό - υπεύθυνο σε σημαντικό βαθμό και για την οικονομική χρεοκοπία του 2010 καθώς η καθοδική πορεία της χώρας τότε ξεκίνησε - ο κ. Μητσοτάκης επέλεξε και πάλι να καιροσκοπήσει. Στην αρχή ήταν η προσπάθεια του ήταν κρατήσει ενωμένο το κόμμα του από τους ακροδεξιούς της ΝΔ που τον απειλούσαν ή τουλάχιστον αυτή είναι ακόμη και σήμερα η δικαιολογία που χρησιμοποιεί όταν οι Ευρωπαίοι ηγέτες του θυμίζουν ότι η αντιπολιτευτική τακτική έχει και κάποια όρια.

Αλλά επειδή ο κατήφορος οδηγεί αναπόφευκτα στον πάτο, ο πρόεδρος της ΝΔ πίστεψε στην συνέχεια ότι θα μπορούσε να ψαρέψει στα θολά νερά των συλλαλητηρίων με τα μουλάρια - Βουκεφάλες ή και να ρίξει την κυβέρνηση. Έτσι ανέχθηκε τα πρώτα καλέσματα στελεχών του εναντίον των «προδοτών» για να καταλήξει στην απαράδεκτη υποστήριξη στελέχους της ΝΔ που έδωσε στη δημοσιότητα τα τηλέφωνα βουλευτών των ΑΝΕΛ. Των οποίων «αγανακτισμένοι πολίτες» απειλούν τη ζωή, όπως γίνεται αυτές τις μέρες και με τον Σπύρο Δανέλλη και την Κατερίνα Παπακώστα

Οποιος φοβάται κατασκευάζει τείχη, όποιος έχει εμπιστοσύνη κατασκευάζει γέφυρες


Πριν από τριάντα χρόνια, η πτώση ενός Τείχους έδωσε τέλος στον Ψυχρό Πόλεμο. Σήμερα, η Αμερική κατεβάζει ρολά και αναστέλλει τη λειτουργία της κυβέρνησης προκειμένου να κατασκευάσει ένα Τείχος. Μέχρι το 1989, η Δύση ήθελε να γκρεμίσει τα φράγματα για να απελευθερώσει όσους ήθελαν να βγουν. Το 2019, θέλει να υψώσει ξανά φράγματα για να κρατήσει έξω όσους θέλουν να μπουν. Δεν υπάρχει τίποτα πιο συμβολικό από έναν τσιμεντένιο φράχτη για να καταλάβει κανείς πόσο έχει αλλάξει η ιστορία του κόσμου μέσα σε τρεις μόλις δεκαετίες. Με το Τείχος του Βερολίνου έσβησε η μεγάλη ψευδαίσθηση του κομμουνισμού. Σήμερα σβήνει η ψευδαίσθηση μιας νέας φιλελεύθερης τάξης.

Ανταλλάξαμε την παγκοσμιοποίηση με τον κοσμοπολιτισμό και πληρώνουμε το τίμημα με την εκδίκηση των εθνών. Η ιστορία, που ο καθηγητής Φουκουγιάμα είχε κηρύξει λήξασα, τέθηκε ξανά σε κίνηση, αλλά από την ανάποδη. Οταν απελευθερώθηκαν οι Βερολινέζοι, τα τείχη στον κόσμο ήταν 16. Τριάντα χρόνια αργότερα έχουν φτάσει τα 63. Ηδη έχει κατασκευαστεί ένας φράχτης για να κρατά μακριά τους Μεξικανούς, που έχει ηλεκτρονικούς ανιχνευτές και νυχτερινές διόπτρες και εκτείνεται πάνω από χίλια χιλιόμετρα, αλλά στον Ντόναλντ Τραμπ δεν αρκεί. Τείχος έχουν κατασκευάσει και οι Μεξικανοί για να κρατούν μακριά τους Γουατεμαλτέκους. Η Ουγγαρία, η χώρα που αχρήστεψε το Τείχος του Βερολίνου καταστρέφοντας τα ηλεκτροφόρα σύρματα που εμπόδιζαν την έξοδο προς την Αυστρία και προσφέροντας έτσι στους ανατολικογερμανούς φυγάδες μια έξοδο προς τη Δύση, έχει κατασκευάσει τώρα τα δικά της ηλεκτροφόρα σύρματα, μήκους 175 χιλιομέτρων και ύψους τριάμιση μέτρων, για να σταματήσει τους μετανάστες.

Οι λαοί που ζούσαν περιορισμένοι πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα τώρα έχουν το μεγαλύτερο άγχος να κατασκευάσουν ένα νέο. Και όπου υπάρχει θάλασσα, και δεν μπορεί να κατασκευαστούν τείχη, κλείνουν τα σύνορα, όπως με το Brexit, ή τα λιμάνια, όπως με τον Σαλβίνι. Από τότε που υπάρχει ο κόσμος, οι ανθρώπινοι πολιτισμοί χρησιμοποιούν την τοιχοποιία ως πολιτικό κώδικα, ένα πολιτισμικό πρόγραμμα, χτίζοντας ή γκρεμίζοντας. Ο αυτοκράτορας Τσιν Σι Χουανγκ ενοποίησε την Κίνα κατασκευάζοντας το Σινικό Τείχος. Οι ιταλικές κοινότητες έχτισαν καθεδρικούς ναούς και πύργους. Οποιος φοβάται κατασκευάζει τείχη, όποιος έχει εμπιστοσύνη κατασκευάζει γέφυρες. Στα τέλη του 19ου αιώνα, το τσίρκο Barnum έφερε στη γέφυρα του Μπρούκλιν 21 ελέφαντες για να πείσει τους Νεοϋορκέζους ότι η γέφυρα ήταν ασφαλής και στέρεη.

Η κραυγή της Ρόζας απαιτεί Δικαιοσύνη!


«Μια μέρα την είχα δει σε μια μικρή γερμανική πολιτεία, πάνου σε ένα τραπέζι, να μιλάει σε χιλιάδες εργάτες και πεινασμένους. Ήταν αδύναμη, σα ραχητική, φορούσε ένα παλιό σάλι, έτρεμε από το κρύο κι έβηχε. Μα ποτέ δεν θα ξεχάσω την κραυγή που τινάχτηκε από το ανεμικό της στόμα κι ανέβηκε στον ουρανό: "Ελευτερία, φως, δικαιοσύνη. Να χαθούμε, όλοι αδέλφια, για να σώσουμε τη γης!"». Νίκος Καζαντζάκης (Η Κραυγή της Ρόζας Λούξενμπουργκ)

Εκατό χρόνια συμπληρώθηκαν σήμερα από τη δολοφονία του Καρλ Λίμπκνεχτ και της Ρόζας Λούξενμπουργκ. Στις 15 Γενάρη του 1919 οι ηγέτες του κινήματος του «Σπάρτακου» συνελήφθησαν και, λίγο πριν οδηγηθούν στη φυλακή, δολοφονήθηκαν άνανδρα, βάρβαρα και παράνομα από τα Freikorps, που λειτούργησαν ως πολιορκητικός κριός και προλείαναν το έδαφος για την επικράτηση των ναζί. Είχε μεσολαβήσει η αποτυχημένη εξέγερση του Γενάρη του 1919, παρά τις οδηγίες της Ρόζας. Η Ρόζα, σπουδαία διανοούμενη και αγωνίστρια, απετέλεσε εμβληματική φυσιογνωμία του πολιτικού και κοινωνικού αγώνα για μία άλλη, σοσιαλιστική, κοινωνία με ελευθερία, δημοκρατία και ισότητα. Όπως η ίδια έγραφε: «ελευθερία χωρίς ισότητα είναι εκμετάλλευση. Ισότητα χωρίς ελευθερία είναι καταπίεση. Η αλληλεγγύη είναι η κοινή ρίζα της ελευθερίας και της ισότητας».

Από μια άποψη η Ρόζα ήταν τυχερή: αυτός ο γλυκός άνθρωπος, η σπάνιας ποιότητας διανοούμενη, η ασυμβίβαστη υπέρμαχος του σοσιαλισμού με δημοκρατ
Από μια άποψη η Ρόζα ήταν τυχερή: αυτός ο γλυκός άνθρωπος, η σπάνιας ποιότητας διανοούμενη, η ασυμβίβαστη υπέρμαχος του σοσιαλισμού με δημοκρατία και η ανιδιοτελής μαχήτρια των πανανθρώπινων αξιών δεν πρόλαβε να ζήσει την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία και, μαζί του, την επικράτηση των πιο σκοταδιστικών, βίαιων, απάνθρωπων και εφιαλτικών ιδεών και πρακτικών που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Ίσως, βέβαια, αν ζούσε, τα πράγματα να είχαν πάρει άλλη τροπή (τόσο σπουδαία ήταν!) αλλά σε κάθε περίπτωση ο θάνατός της ήταν ένας προάγγελος της κατεύθυνσης που είχε ήδη πάρει η Γερμανία: όπως γράφει ο Σεμπάστιαν Χάφνερ[1], όσο μεγάλωνε η επιρροή των ναζί ο αέρας γινόταν όλο και πιο αποπνικτικός, η χαρά της ζωής, η κατανόηση, η καλή προαίρεση, η γενναιοψυχία, ο διάλογος, έδιναν τη θέση τους στην προπαγάνδα, την αντισημιτική και αντικομουνιστική υστερία, το διάχυτο φόβο, την αδίστακτη βία, την απειλητική μυρωδιά του αίματος.

Τι είναι αυτό όμως που συνδέει τη Ρόζα με το Ολοκαύτωμα της Βιάννου και τη Θυσία της Ελλάδας; Στις 17 Γενάρη 1919, 48 ώρες μετά την άνανδρη, βάρβαρη και εν ψυχρώ δολοφονία της Ρόζας Λούξενμπουργκ και του Καρλ Λίμπκνεχτ, οι εφημερίδες του Βερολίνου φιλοξενούσαν την επίσημη εκδοχή του γερμανικού κράτους σύμφωνα με την οποία οι δύο επαναστάτες «πυροβολήθηκαν ενώ προσπαθούσαν να διαφύγουν». Όπως σημειώνει ο Χάφνερ, η μέθοδος αυτή αποτελούσε συνήθη πρακτική για την εκκαθάριση πολιτικών αντιπάλων «ανατολικά του Ρήνου».

Η παρατήρηση αυτή του Χάφνερ έφερε στο μυαλό μου το τηλεγράφημα της Βέρμαχτ, το οποίο απεστάλη στις 4.00 τα χαράματα της 15ης Σεπτεμβρίου 1943, αμέσως μετά την πρώτη ημέρα της σφαγής της Βιάννου και μας το εμπιστεύθηκε ο σπουδαίος ιστορικός και συναγωνιστής από τη Γερμανία Δρ Μάρτιν Ζέκεντορφ. Ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι οι 401 αθώοι συγγενείς, συγχωριανοί και συνεπαρχιώτες μας εκτελέστηκαν εν ψυχρώ και με σαδιστική μεθοδικότητα ανά ομάδες, «εν πλήρη τάξη», η επίσημη γερμανική αναφορά ισχυρίζεται ότι «πυροβολήθηκαν ενώ προσπαθούσαν να διαφύγουν»! Η μεθόδευση αυτή αποκαλύπτει την πάγια πρακτική των ναζί να αποστέλλουν ψευδείς, χαλκευμένες αναφορές, προκειμένου να αποκτήσουν άλλοθι ή ελαφρυντικά για τα αποτρόπαια εγκλήματά τους ενώπιον των δικαστηρίων ή της Ιστορίας. Μία πρακτική όμως που έρχεται από το 1919…

Η χώρα μας πλήρωσε βαρύτατο τίμημα από τη γερμανική κατοχή: η Βιάννος και όλη η χώρα βυθίστηκαν στο πένθος, ορφάνεψαν, ρήμαξαν. Κατά τον Μανώλη Γλέζο «όλη η Ελλάδα έγινε Ολοκαύτωμα». Δικαίως πολλοί έγκριτοι οικονομολόγοι και ιστορικοί θεωρούν ότι η ρίζα του σημερινού δράματος που βιώνει η χώρα μας βρίσκονται στην Κατοχή. Όμως ο λαός μας δεν τρέφει μίσος για τους Γερμανούς. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Γκερντ Χέλερ, ανταποκριτή της εφημερίδας Frankfurter Rundschau στην Αθήνα: «λίγοι λαοί της Ευρώπης υπέφεραν από τη Γερμανική Κατοχή όσο οι Έλληνες. Όμως οι Έλληνες ήταν οι πρώτοι που, μετά το τέλος της ναζιστικής βαρβαρότητας, έτειναν χείρα φιλίας προς τους Γερμανούς». Αντί όμως για αναγνώριση και ανταπόδοση της φιλίας μας, για μία ακόμη φορά το γερμανικό κράτος μας αντιμετώπισε με περιφρόνηση, σκληρότητα και αδιαλλαξία.

Το «τραύμα της Βιάννου»[2], το τραύμα της Ελλάδας, δεν θα κλείσει αν δεν υπάρξει δικαιοσύνη και αποζημίωση. Οι συναγωνιστές μας από τη Γερμανία, ο Μάρτιν Κρίγκνελ, η Γκάμπι Χάινεκε, ο Λαρς Ράισμαν και οι άλλοι φίλοι της ομάδας «ΑΚ Δίστομο από το Αμβούργο», οι καθηγητές Κριστόφ Σμινκ Γουσταύους, Μάρτιν Ζέκεντορφ, Νόρμαν Πεχ και Καρλ Χάιντς Ροτ, οι ιστορικοί Στέφανε Στράκε και Ραλφ Κλάιν από το Βούπερταλ, οι φίλοι μας από τις πρωτοβουλίες υπέρ των ελληνικών αξιώσεων σε αρκετές πόλεις της Γερμανίας, οι συναγωνιστές μας από το κόμμα της Αριστεράς, από άλλα κόμματα και συνδικάτα και πολλοί ακόμη δημοκράτες και ενεργοί πολίτες, δεν θα σταματήσουν να αγωνίζονται μαζί μας, πιέζοντας για την καταβολή των γερμανικών οφειλών στην Ελλάδα. Διότι, ακριβώς επειδή αγαπούν την πατρίδα τους, θέλουν να εκκαθαρίσει τις υποχρεώσεις της, να απαλλαγεί οριστικά από το ναζισμό, να λυτρωθεί από το παρελθόν της. Αλήθεια, έχουμε το δικαίωμα να ζητάμε κάτι λιγότερο απ’ αυτό;

Και για μας, και για τους Γερμανούς δημοκράτες, είναι κοινός ο αγώνας για την συντριβή του ναζισμού και την καταβολή των αποζημιώσεων: αγώνας εθνικός, ευρωπαϊκός, οικουμενικός! Όπως θα έλεγε και η Ρόζα: «σπίτι μου είναι όλος ο κόσμος, όπου υπάρχουν σύννεφα και πουλιά και δάκρυα ανθρώπων».

* Ο Δρ. Αριστομένης Ι. Συγγελάκης είναι Συγγραμματέας της Συντονιστικής Επιτροπής του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα και μέλος της Ένωσης Θυμάτων Ολοκαυτώματος Δήμου Βιάννου / aristomenis.syngelakis@gmail.com

[1] Το υπέροχο βιβλίο του «αψηφώντας τον Χίτλερ» περιγράφει με την οπτική ενός νέου Γερμανού την αλληλουχία των γεγονότων που οδήγησαν το Χίτλερ στην εξουσία, πώς δηλαδή ο ναζισμός έγινε κυρίαρχη ιδεολογία στη Γερμανία και πώς κατέλυσε το Σύνταγμα, κάθε έννοια δημοκρατίας και κράτους δικαίου, αλλοτριώνοντας παράλληλα τους ανθρώπους.
[2] Σύμφωνα με την γλαφυρή έκφραση της Καθηγήτριας Πέπης Ρηγοπούλου κατά την ομιλία της στο πρόσφατο εξαιρετικά επιτυχημένο συνέδριο της Βιάννου (13-15.9.2013).

https://tvxs.gr/news/blogarontas/i-kraygi-tis-rozas-apaitei-dikaiosyni
ία και η ανιδιοτελής μαχήτρια των πανανθρώπινων αξιών δεν πρόλαβε να ζήσει την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία και, μαζί του, την επικράτηση των πιο σκοταδιστικών, βίαιων, απάνθρωπων και εφιαλτικών ιδεών και πρακτικών που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Ίσως, βέβαια, αν ζούσε, τα πράγματα να είχαν πάρει άλλη τροπή (τόσο σπουδαία ήταν!) αλλά σε κάθε περίπτωση ο θάνατός της ήταν ένας προάγγελος της κατεύθυνσης που είχε ήδη πάρει η Γερμανία: όπως γράφει ο Σεμπάστιαν Χάφνερ[1], όσο μεγάλωνε η επιρροή των ναζί ο αέρας γινόταν όλο και πιο αποπνικτικός, η χαρά της ζωής, η κατανόηση, η καλή προαίρεση, η γενναιοψυχία, ο διάλογος, έδιναν τη θέση τους στην προπαγάνδα, την αντισημιτική και αντικομουνιστική υστερία, το διάχυτο φόβο, την αδίστακτη βία, την απειλητική μυρωδιά του αίματος.

Καλλιρρόη Παρρέν, η πρώτη Ελληνίδα φεμινίστρια

Σαν σήμερα, στις 15 Ιανουαρίου 1940, άφησε την τελευταία της πνοή μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του ελληνικού φεμινισμού και η πρωτοπόρος του γυναικείου κινήματος στην Ελλάδα, Καλλιρόη Παρρέν. Η Παρρέν διεκδικεί παράλληλα και τον τίτλο της πρώτης Ελληνίδας δημοσιογράφου και εκδότριας, εκδίδοντας το 1888 την εβδομαδιαία εφημερίδα «Εφημερίς των Κυριών», με συντάκτες και παραλήπτες αποκλειστικά τις γυναίκες.

Γεννημένη το 1861 στα Πλατάνια Αμαρίου στο Ρέθυμνο της Κρήτης, έφυγε έξι χρόνια μετά, το 1867, και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ο πατέρας της, Στυλιανός Σιγανός, ήταν πρόεδρος της Επιτροπής Κρητών Προσφύγων. Αφού πέρασε τα σχολικά της χρόνια στη Σχολή Σουρμελή στον Πειραιά και ύστερα στην γαλλική Σχολή Καλογραιών, αποφοίτησε τελικά το 1878 από το Αρσάκειο με βαθμό «άριστα». Αμέσως μετά την αποφοίτησή της, για δύο χρόνια έγινε διευθύντρια του παρθεναγωγείου της ελληνικής κοινότητας στην Οδησσό.

Μόλις γύρισε στην Αθήναπαντρεύτηκε τον γαλλοαγγλικής καταγωγής δημοσιογράφο από την Κωνσταντινούπολη και ιδρυτή του Αθηναϊκού Πρακτορείου, Ιωάννη Παρρέν. Η γνωριμία της με σπουδαίες προσωπικότητες της εποχής και το πάθος της για ενημέρωση πάνω σε πνευματικά, πολιτικά και κοινωνικά θέματα, τη στιγμάτισε. «Παρακολουθούσα τας συζητήσεις των δημοσιογράφων και σιγά σιγά εξύπνησε μέσα μου και πάλιν ο πόθος να γράψω, όπως αυτοί, όχι μόνον για τον εαυτόν μου αλλά και για τους άλλους», δήλωσε κάποτε.