Εγώ θα μείνω. Μεγαλώσαμε εδώ, είναι ωραία εδώ, τι ωραία; Μαγικά είναι, έχει ήλιο, έχει θάλασσα, έχει αλάτι στα μαλλιά, άμμο κρυμμένη στα πιο παράξενα σημεία μιας τσάντας που δεν τινάξαμε…
εδώ φοράμε σκούφους μονάχα επειδή έτσι γουστάρουμε, εδώ είναι νοέμβρης και δεν χρειάζεσαι μπουφάν, εδώ τρώμε σουβλάκια στο όρθιο, πίνουμε τσίπουρα και γελάμε, εδώ κλαίγαμε για αγόρια που δεν μας ήθελαν, μετά πετούσες μια μαλακία και σκάγαμε στα γέλια, εδώ έκλαψαν επειδή δεν τους θέλαμε, εδώ χαράξαμε τα ονόματα μας σε δέντρα -αυτά τα λίγα που υπάρχουν- εδώ κάναμε κοπάνες, εδώ μεθύσαμε και ξερνούσαμε στο μπάνιο κάποιου φίλου, εδώ – στο δωμάτιο μου – μας είχε βρεί η μάνα μου λιωμένες με ένα μπουκάλι τεκίλα και κάτι φλούδες από λεμόνια, θυμάσαι; Eδώ ξεκινήσαμε να ονειρευόμαστε, μετά ακούσαμε για «επανάσταση», μετά τα όνειρα άλλαξαν, εδώ φάγαμε χημικά , εδώ τρέξαμε, εδώ σε πήρα τηλέφωνο κλαίγοντας τότε που πέρασαν τα μέτρα και ψέκασαν εναν παππου μπροστα μου και φώναζε από το τηλέφωνο η μάνα σου να ρθεις με το αυτοκίνητο (!) στο αποκλεισμένο Σύνταγμα να με μαζέψεις γιατί ειμαι “βλαμμένο”, εδώ είδαμε το δίκιο εδώ και το άδικο, εδώ ανατριχιάσαμε με ένα σύνθημα και γελάσαμε με το “μωρο μου εισαι όμορφη σαν τράπεζα που καίγεται”… Τώρα φεύγεις… Ούτε η πρώτη είσαι ούτε η τελευταία… Εγώ θα μείνω.