Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018

Για να ξεβρομίσει ο τόπος θέλει δουλειά πολύ ...

 
Πριν από κάποιους μήνες ένα γνωστό μέλος αναρχικής ομάδας, ο Γιώργος Καλαϊτζίδης, από τον "Ρουβίκωνα", σε μια μάλλον φραμπαλετζίδικη ανάρτησή του, στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook, είχε γράψει: «Τον ΣΚΑΙ θα τον κάψουμε. Σήμερα αύριο σε δέκα χρόνια δεν ξέρω... Αλλά θα τον κάψουμε. Και θα χορεύουμε σαν ινδιάνοι γύρω από τα αποκαϊδια του».

Επακολούθησε ψιλοχαμός. Μια ατάκα -απ' τις χιλιάδες που γράφονται καθημερινά στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, πετυχημένη ή ατυχή δεν το συζητάμε εδώ- αποτέλεσε απ' τα κεντρικά θέματα των τηλεοπτικών ειδήσεων.
Μπάτσοι επιστρατεύτηκαν για να συλλάβουν τον αναρχικό, ανακριτές ξέθαψαν ένα μετεμφυλιακό άρθρο του Ποινικού Κώδικα για να του προσάψουν κατηγορία, δικαστές κλήθηκαν να τον δικάσουν. Τελικά το δικαστήριο και παρά την αντίθετη πρόταση του εισαγγελέα απέφυγε να λειτουργήσει σαν έκτακτο στρατοδικείο και ο αναρχικός αθωώθηκε. (Ο εισαγγελέας άσκησε έφεση κατά της αθωωτικής απόφασης και περιμένουμε την συνέχεια).

Ο τύπος λέγεται Σάκης Μουμτζής. Εκανε τα πρώτα του πολιτικά βήματα στην "ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος" και στο ¨λεγόμενο "ΚΚΕ Εσωτερικού", για να καταντήσει σήμερα ένας σφοδρός αντικομμουνιστής.

Ανδρέας Λυκουρίνος – Το ασύγκριτο παλικάρι των δεκατεσσάρων χρόνων (Εκτελέστηκε στις 5 Σεπτέμβρη 1944)

«Με τους 50, που εκτελέστηκαν πέντε – πέντε στην Καισαριανή, στις 5-9-44, ήταν και το 12χρονο παιδάκι ο Σουλδίνος. Καθώς στάθηκε ανάμεσα στους τέσσαρες άνδρες, ο Γερμανός, που το είχε αναλάβει, κατάλαβε πως ήταν πολύ μικρό στο μπόι και τα βόλια δε θα το παίρνανε. Κατέβασε λοιπόν προς τα κάτω την κάννη του πολυβόλου του. Και τότε, κείνο το ηρωικό παιδάκι, σηκώθηκε στις μύτες των ποδιών του για να φθάσει εις το ύψος της κάννης του δημίου του! Για να μη αργήσει στο ραντεβού του με το χάρο…».

Στην Αθήνα στο σκοπευτήριο της Καισαριανής, οι Γερμανοί εκτελούν 50. Ανάμεσά τους ο Αντρέας Λυκουρίνος, 13 χρονών, που σηκώνεται στις μύτες των ποδιών του για να τον πάρει η ριπή

Ο Αντρέας Λυκουρίνος γεννήθηκε στα 1931. Κι ο κατακλυσμός της σκλαβιάς τον βρίσκει έντεκα χρονών.

Πήρε ενεργό μέρος στην πρώτη φάση του αγώνα: Στην επίθεση πείνας. Το ελληνικό φρούριο κράτησε άμυνα γερή ένα χρόνο. Σύνθημα ήτανε, η επιβίωση
του Λαού. Η ζωή κι η υγεία μας θα χρειάζονταν στη φάση της εθνικής εξόρμησης που σίμωνε.Ο Αντρέας Λυκουρίνος έπρεπε να διαλέξει μεταξύ του σχολικού βαθμολογίου και του ανοιχτού αγώνα της Πατρίδας του. Ητανε ο πρώτος μαθητής.

Ο Εληνας που δολοφόνησε το Aπαρτχάιντ

Να σκοτώσεις μέσα στην Βουλή της Νότιας Αφρικής με τέσσερις μαχαιριές τον πρωθυπουργό - οραματιστή του απαρτχάιντ Εντρικ Φερβούρτ και, όταν πεθάνεις, έγκλειστος σε ψυχιατρείο, να μη βάλουν στον τάφο σου ούτε καν μια πλάκα με τ' όνομά σου, μόνο μία πέτρα ανάμεσα σε δύο «κανονικούς» τάφους για να δηλώνει ότι κι εκεί υπάρχει θαμμένος κάποιος, υπερβαίνει και τον σουρεαλισμό, και την έννοια της αχαριστίας.

Αλλά μάλλον θα έκανε τον εκτελεστή του ρατσιστή πρωθυπουργού να χαμογελάσει ειρωνικά. Τριάντα περίπου χρόνια μετά τη δολοφονία, ασπρομάλλης πια ο Δημήτρης Τσαφέντας, αυτός είναι ο μετέπειτα νεκρός κάτω απ' την πέτρα, φοράει τη ριγέ ρόμπα των τροφίμων στα ψυχιατρεία της Νότιας Αφρικής, φοράει καμπόικο πράσινο καπέλο, κάθεται σε αναπηρικό καροτσάκι, είναι ροδομάγουλος και καλοξυρισμένος, μιλάει άνετα, δείχνει χαρούμενος και με αυτοπεποίθηση και λέει έχοντας σταυρωμένα τα χέρια: «(Ο Φερβούρτ) ήταν ένας ανήθικος άνθρωπος και αποφάσισα να τον μαχαιρώσω. Και τον σκότωσα». Στα τελευταία λόγια ξεσταυρώνει τα χέρια και αναπαριστά τη μαχαιριά που έδωσε στο στήθος του Φερβούρτ, που καθόταν στην πρωθυπουργική καρέκλα.

Ήταν 6 Σεπτεμβρίου 1966, ο Μίμης Τσαφέντας, γεννημένος το 1918 στη Μοζαμβίκη από τον Μανώλη Τσαφεντάκη και τη Μοζαμβικιανή Αμίλια Βίλιανς, εργαζόταν στη Βουλή ως κλητήρας και είχε εύκολη πρόσβαση. Ηταν η κατάληξη μιας οδύσσειας που άρχισε από τη γέννησή του.