Τρίτη 13 Αυγούστου 2019

137 χρόνια από τη γέννηση του Δημήτρη Γληνού

Δημήτρης Γληνός: ο ριζοσπάστης παιδαγωγός
Κώστας Θεριανός – Μαριάνθη Μπέλλα

Τα πρώτα χρόνια

Ο Δημήτρης Γληνός γεννήθηκε στη Σμύρνη στις 22 Αυγούστου του 1882 (παλαιό ημερολόγιο). Ήταν ο πρωτότοκος από τα δώδεκα παιδιά της οικογένειας του. Ο πατέρας του ήταν έμπορος κρασιών και κατάγονταν από την Άνδρο. Εκτός από το εμπόριο κρασιών, ο πατέρας του διατηρούσε και μια μικρή ταβέρνα, στην οποία ο Δημήτρης εργαζόταν προκειμένου να βοηθήσει την οικογένεια του. Οι οικονομικοί πόροι της οικογένειας του ήταν περιορισμένοι. Όμως, ο Γληνός είχε την τύχη να τον συμπαθήσει ο γιατρός Δημήτριος Χρόνης και να τον βοηθήσει οικονομικά ώστε να εγγραφεί στην Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης.
Φοιτητής στην ΑθήναΤο 1899, αριστούχος της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης ήρθε στην Αθήνα «κουβαλώντας» τη «Μεγάλη Ιδέα», την καθαρεύουσα και τον ιδεαλισμό για να σπουδάσει Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η πολιτική ατμόσφαιρα της εποχής είχε κυριαρχηθεί από την ήττα του 1897. Στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών κυριαρχούσαν οι οπαδοί της αρχαΐζουσας (Μιστριώτης, Κόντος). Ο Γληνός νοίκιασε ένα σπίτι στην οδό Μασσαλίας 18 και έπιασε φιλία με τον Κ. Γούναρη, δημοτικιστή και ποιητή, τεταρτοετή φοιτητή της φιλολογίας που σκοτώθηκε στους Βαλκανικούς πολέμους. 
Η επίδραση του Μιστριώτη επηρέασε αρχικά το Γληνό. Συμμετείχε στα «Ευαγγελικά» το 1901 εναντίον των δημοτικιστών. Αργότερα ο ίδιος θα γράψει: «όλη μου η ζωή είναι μια πορεία προς τα αριστερά. Από το Μιστριώτη στο Λένιν». Την ίδια περίοδο γράφει το πρώτο του άρθρο για τις ξένες λέξεις στην ελληνική γλώσσα στο περιοδικό του Γεράσιμου Βώκου «Το Περιοδικό μας». Αργότερα, στο ίδιο περιοδικό δημοσιεύει μια επιστολή με τίτλο «Ένας εθνικός». 

Εντυπωσιασμένοι από τον τρόπο οδήγησης των Ελλήνων αδειούχων ηγετικά στελέχη του ISIS


«Είναι σαν να έχετε κυρήξει τζιχάντ στον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας» λέει ηγετικό στέλεχος της οργάνωσης
Πολύ εντυπωσιασμένοι από τον τρόπο που οδηγούν οι Έλληνες στους αυτοκινητόδρομους της χώρας δηλώνουν ηγετικά στελέχη του ISIS, μετά από βίντεο έφθασε στα χέρια της οργάνωσης από την έξοδο των εκδρομέων του Δεκαπενταύγουστου.

«Μα τον Αλλάχ τον Μεγαλοδύναμο, αυτοί είναι πιο τρελοί από μας», φέρεται να είπε με θαυμασμό υψηλόβαθμο στέλεχος της οργάνωσης μετά την παρακολούθηση του βίντεο, στο οποίο εμφανίζονται Έλληνες οδηγοί να εγκαταλείπουν τις μεγάλες πόλεις της χώρας.

«Δηλαδή, τι να πρωτοθαυμάσουμε. Τις σφήνες που κάνετε με ιλιγγιώδη ταχύτητα αγνοώντας κάθε κανόνα κυλκοφορίας; Το θάρρος σας όταν προσπερνάτε χωρίς φλας νταλίκα που προσπερνάει άλλη νταλίκα; Την τόλμη σας να χρησιμοποιείτε τις λωρίδες έκτακτης ανάγκης σαν κανονική λωρίδα κυκλοφορίας για να περνάτε από δεξιά;»

«Είναι σαν να έχετε κυρήξει τζιχάντ στον ΚΟΚ» πρόσθεσε.

Όπως παραδέχεται, ούτε οι κομάντο αυτοκτονίας της οργάνωσης δεν θα τολμούσαν να κάνουν αυτά που γίνονται στους ελληνικούς αυτοκινητόδρομους.

Απολείπειν ὁ θεὸς Ἀντώνιον – Από την «εισβολή» της Ανατολής στην υποταγή στη Δύση

του Μελέτη Μελετιάδη*

Η ιστορία της τρέχουσας οικονομικής, πολιτικής πανωλεθρίας της Ελλάδος και η ψυχική αναταραχή των μεμονωμένων και του έθνους, μεταξύ απελπισίας και αγωνίας, μας ταλανίζει σαν εφιάλτης στον ύπνο και στον ξύπνιο. Πραγματώθηκε εκείνο που ήδη το 1999 περιέγραψε με εκπληκτική προφητική σαφήνεια ο Ρωμάνο Μάδερα: ένα κράτος κυρίαρχο, μέλος της ΕΕ, μίας ισχυρότατης οικονομικής-τεχνικής και πολιτισμικής οντότητος, «αρπάχθηκε, και κρατείται με σκοπό να εργάζεται για λογαριασμό των μεγάλων χρηματοπιστωτικών κέντρων και των μεγάλων επιχειρήσεων»** οι οποίες βρήκαν με απίστευτη ευκολία μία τάξη, συχνά πλήρης «ψυχοπαθών της εξουσίας», τοπικών πολιτικών, προθυμότατων να εκτελέσουν τις επιθυμίες τους (Ο θάνατος του πλησίον, σ.35 Λουίτζι Ζώγια, εκδ. Ίταμος, 2011, Αθήνα).

Συνάμα ζούμε στην εποχή του κυβερνήτη πατέρα-δεσπότη που περιέγραψε ο Αλέξις Ντε Τοκβίλ: ενός πατέρα «διεστραμμένου» που ανατρέφει τα τέκνα-υπηκόους του στον καταναλωτισμό, προσπαθώντας να «τοὺς κρατά στάσιμους στὴν παιδικότητά τους, ωθώντας τους να διασκεδάζουν παρά να σκέπτονται». («Η δημοκρατία στην Αμερική» Αλέξις ντε Τοκβίλ).

Και τούτο με περισσή ευκολία στην εποχή μας, της τεχνικής, που πραγματώνει κάθε πρόσκαιρη και ειδωλολατρική επιθυμία. Παράλληλα παρατηρείται και η βαθμιαία, κατάρρευση της συλλογικής συνείδησης και ιδεώδους που χαρακτήρισε τους τελευταίους αιώνες το πνεύμα των Ελλήνων.

«Στου Βιδάλη τα βήματα»…


Αύγουστος 1946. Ο κομμουνιστής δημοσιογράφος, Κώστας Βιδάλης, δολοφονήθηκε από τις συμμορίες του Σούρλα.
Στη Θεσσαλία οι αγωνιστές δολοφονούνται καθημερινά. 

Ο Βιδάλης, στη σύσκεψη του «Ριζοσπάστη», δηλώνει αποφασισμένος: «Πρέπει να κάμω τη δουλειά μου, να καταγγείλω όλο αυτό το όργιο και να αποκαλύψω τους δράστες». Θα ήταν το τελευταίο ρεπορτάζ του Κώστα Βιδάλη.

Έφυγε από την Αθήνα στις 11 Αυγούστου. Στις 13 Αυγούστου ταξίδευε από τη Λάρισα για το Βόλο. Τότε φτάνει το μήνυμα του στο «Ριζοσπάστη»: «Λογαριάζω – γράφει – να είμαι αυτού Παρασκευή βράδυ, 16 του μηνός. Μάζεψα φοβερό υλικό. Θα τα πούμε». 

Το τραίνο που ταξιδεύει ο Βιδάλης το σταμάτησαν, στον Πλατύκαμπο, οι συμμορίες του Σούρα. Ο Βιδάλης συλλαμβάνεται και βασανίζεται για ώρες. Εκτελέστηκε με πέντε σφαίρες και το σώμα του το πετάξανε στα χωράφια.
Αναδημοσιεύουμε από τον «Ριζοσπάστη» ένα κείμενο του αλησμόνητου δασκάλου μας, Νίκου Καραντηνού, για τον Κώστα Βιδάλη. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στις 29 Αυγούστου 2004. 
ΜΝΗΜΕΣ Κ. ΒΙΔΑΛΗ
(Κάλεσμα χρέους)
ΚΑΘΕ χρόνο οι αυγουστιάτικες τούτες μέρες φέρνουν πάντα στο νου και στην καρδιά τον αξέχαστο δημοσιογράφο Κώστα Βιδάλη , το σύντροφο και δάσκαλό μας στης αγωνιστικής δημοσιογραφίας τα πρώτα εκείνα δύσκολα βήματα.
ΕΙΧΕ ολοκληρώσει μια επική διαδρομή στα χρόνια της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης και δούλεψε με φλόγα για να στηθούν στην κατοχική Αθήνα οι μηχανισμοί προκειμένου να εξασφαλιστούν τα τυπογραφεία για τη σίγουρη έκδοση του «Ριζοσπάστη», της «Ελεύθερης Ελλάδας», αλλά και σειράς επίσης εφημερίδων στα βουνά.

Το «μπλόκο της Καλαμαριάς», 13 Αυγούστου 1944

Το «μπλόκο της Καλαμαριάς», ονομάστηκε η σφαγή 13 αθώων πολιτών της Καλαμαριάς, στις 13 Αυγούστου 1944, από τους Γερμανούς κατακτητές και τους γερμανοντυμένους των Ταγμάτων Ασφαλείας.

Το 1944, τελευταίο έτος της Κατοχής , η Θεσσαλονίκη και ολόκληρη η Ελλάδα, πλην των ορεινών περιοχών που έχουν απελευθερωθεί, βιώνουν άγρια τρομοκρατία από τους φασίστες Γερμανούς κατακτητές και τους ντόπιους συνεργάτες και δωσίλογους των Ταγμάτων Ασφαλείας.

Επιδρομές σε συνοικίες της πόλης και μπλόκα στις γειτονιές είναι η φοβερή καθημερινή πραγματικότητα και οι εκτελέσεις Ελλήνων αγωνιστών της Ελευθερίας αλλά και αθώων πολιτών διαδέχονται η μία την άλλη . Ιδιαίτερα μετά την απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ στη Γερμανία στις 20.7.1944 οι Γερμανοί κατακτητές και οι εδώ συνεργάτες τους ταγματασφαλίτες γίνονται περισσότερο βάρβαροι κατά των κατοίκων της Θεσσαλονίκης όπου η Εθνική Αντίσταση είχε φουντώσει . Και επειδή δεν μπορούσαν να πλήξουν τα ένοπλα αντάρτικα τμήματα άρχισαν να χτυπούν αδιακρίτως φύλου και ηλικίας άοπλους και αδύναμους πολίτες.

Στις 13 Αυγούστου 1944, ημέρα Κυριακή το πρωί , οι κατακτητές συνοδευόμενοι απο άνδρες του τάγματος του Δάγκουλα κάνουν μπλόκο στην Καλαμαριά, συλλαμβάνουν 13 αθώους πολίτες και τους εκτελούν με τη "δικαιολογία" ότι ήταν μέλη αντιστασιακών οργανώσεων ...

“12 του Αυγούστου του 1944 σκοτώσανε τον Σταύρο…”: Όταν οι Ναζί ακρωτηρίαζαν τους ήρωες της Κρήτης


Του έβγαλαν ένα – ένα τα δόντια. Δεν μίλησε!
Του έκοψαν ένα – ένα τα δάκτυλα. Δεν μίλησε!

Άρχισαν να του πετσοκόβουν πόδια και χέρια. Δεν μίλησε!
Κι όταν βρέθηκε κάτω από τα γερμανικά τανκς είχε ακόμη τη δύναμη να περιφρονήσει τους δημίους του!
Μια απίστευτη ιστορία πόνου και αντίστασης από τα χρόνια της Κατοχής
Ήταν παιδί, στα δεκαοχτώ του, γεμάτος όνειρα. Προτίμησε να πεθάνει ελεύθερος παρά να ζει με το στίγμα του κιοτή. Τον έλεγαν Σταύρο Ανδρεαδάκη. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Σοκαρά της Κρήτης.
Την ιστορία του Σταύρου Ανδρεαδάκη δεν την ήξερα. Τη διάβασα φέτος τον Σεπτέμβρη σε ένα φωτοτυπημένο, αλλά επαρκώς τεκμηριωμένο, φυλλάδιο γραμμένο από τον φιλίστορα δικηγόρο κ. Γιώργο Καρτσωνάκη. Το επόμενο πρωί βρισκόμουν στο Σοκαρά, ένα μικρό χωριό κοντά στο Ασήμι. Δεν είχα ξεκαθαρίσει τι ακριβώς αναζητούσα. Θεώρησα την επίσκεψη σαν ένα ταπεινό προσκύνημα στη μνήμη του ήρωα που δεν γνώρισα. Κατέληξα να γράφω ένα, επίσης ταπεινό, κείμενο – σπονδή. Ο Σταύρος, ετών δεκαοχτώ. Να λοιπόν που μερικές φορές ένα άγουρο παλικαράκι μπορεί να σηκώσει την ιστορία στους ώμους του και να γίνει ώριμος ήρωας!
Μόνον ένας από τους αδερφούς του βρίσκεται ακόμη στη ζωή. Ο Λευτέρης, κοντά στα ογδόντα πέντε του, καλοστεκούμενος ακόμη.