Κυριακή 13 Αυγούστου 2017

Ημέρα Μνήμης Αλέξανδρου Παναγούλη. Όταν ο ήρωας προσπάθησε να σκοτώσει τον τύραννο


Το καλοκαίρι του 1968, ενάμιση σχεδόν χρόνο μετά την επικράτηση της 21ης Απριλίου, κι ενώ οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις της χώρας παρέμεναν εγκλωβισμένες ανάμεσα στην πολιτική σύγχυση και την προσωπική ανεπάρκεια, κάποιος αποφάσισε να δράσει με παράτολμο τρόπο…

Ο Αλέξανδρος Παναγούλης με μια απονενοημένη ενέργεια επιχειρεί να δολοφονήσει το δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο και να αλλάξει έτσι τη ροή της πορείας της χούντας και του τόπου. 

Ο Αλέξανδρος Παναγούλης, προδικτατορικό μέλος της νεολαίας της Ένωσης Κέντρου, από τις πρώτες ημέρες της χούντας χαράζει ένα μοναχικό δρόμο έμπρακτης αντίθεσης στο καθεστώς. Λιποτακτεί από το Στρατό όπου υπηρετούσε τη θητεία του και καταφεύγει στην Κύπρο με το διαβατήριο Κύπριου φίλου του, με στόχο τη δημιουργία αντιστασιακού κινήματος στη Μεγαλόνησο. Εκεί, κρύβεται από σπίτι σε σπίτι ως καταζητούμενος από τη δικτατορία και ως «σεσημασμένος τρομοκράτης» από την κυπριακή Αστυνομία. 

Κι ενώ αρχίζει να αισθάνεται εγκλωβισμένος και παροπλισμένος, αποκτά απρόσμενο σύμμαχο το μέχρι τότε διώκτη του στην Κύπρο, Πολύκαρπο Γιωρκάτζη. Ο τότε υπουργός Εσωτερικών της Κύπρου παίζει περίεργο αλλά και καθοριστικό ρόλο στην απόπειρα εναντίον του Παπαδόπουλου. Παρότι δηλωμένος αντικομμουνιστής, άνθρωπος του παρασκηνίου, των «ειδικών αποστολών» αλλά και φίλος του δικτάτορα Παπαδόπουλου, προστατεύει διπλωματικά τον Παναγούλη, ενώ τον εκπαιδεύει στρατιωτικά χωρίς να είναι απόλυτα σαφείς οι προθέσεις του. Ο Γιωρκάτζης προμηθεύει τον Παναγούλη με πυρομαχικά μέσα στο διπλωματικό σάκο της κυπριακής πρεσβείας στην Αθήνα και συναντιέται μαζί του σε Κύπρο, Αθήνα και εξωτερικό, σχεδιάζοντας την απόπειρα κατά του δικτάτορα. 

Ποιός κρατάει τη σημαία;

Μεγάλη συζήτηση άνοιξε για τη σημαία, με αφορμή την απόφαση του υπουργείου Παιδείας να ορίζονται με κλήρωση οι σημαιοφόροι των δημοτικών σχολείων στις παρελάσεις. 

Μια πρώτη παρατήρηση. Η συζήτηση αυτή είναι τουλάχιστον αποπροσανατολιστική. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση, αφού δεν διαφωνούν σε καμιά από τις βασικές πολιτικές, αποφάσισαν να κονταροχτυπηθούν για τη σημαία. Σ΄ αυτή την αντιπαράθεση, η κάθε πλευρά χρησιμοποιεί τα δικά της «όπλα». Η Νέα Δημοκρατία διαμαρτύρεται για την κατάργηση της αριστείας και την προσβολή των ιερών, εθνικών, συμβόλων. Η κυβέρνηση, απ΄την άλλη, προβάλλει τις δικές της, δήθεν «αριστερές», θέσεις, έχοντας υποστείλει τη σημαία των προεκλογικών συνθημάτων περί κατάργησης των παρελάσεων. 

Και οι δύο πλευρές δίνουν εξετάσεις στο πολιτικό τους ακροατήριο, προβάλλοντας, είτε την αξία των «εθνικών αξιών» και της «παράδοσης», είτε τη σημασία της ήπιας προσαρμογής στον κοσμοπολιτισμό της εποχής μας. Ούτε σκέψη, φυσικά, για αντιπαράθεση επί των βασανιστικών, καθημερινών, προβλημάτων του ελληνικού λαού. Η σημαία τους μάρανε… 

Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για τη σημαία.

«Το πουλί πέταξε» – Ο Σεβάν Νισανιάν απέδρασε από τις τουρκικές φυλακές

Συνέντευξη στον Ερρίκο Φινάλη

Λίγους μήνες μετά τη συμμετοχή του στο Resistance Festival του 2013, ο Τούρκος ακαδημαϊκός Σαΐτ Τσετίνογλου μας έστειλε για να δημοσιεύσουμε στον Δρόμο ένα κείμενό του, στο οποίο στηλίτευε τη φυλάκιση του αρμενικής καταγωγής διανοούμενου Σεβάν Νισανιάν*. Ήταν η πρώτη φορά που ακούγαμε αυτό το όνομα. Πέρασαν πάνω από τρεισήμισι χρόνια μέχρι να το ξανακούσουμε, αλλά αυτή τη φορά τα νέα ήταν χαρμόσυνα: ο Σεβάν δραπέτευσε στις 14 Ιουλίου από τις τουρκικές φυλακές της Φώκαιας και ζήτησε πολιτικό άσυλο στην Ελλάδα! Με την ευγενική βοήθεια της καθηγήτριας και δημοσιογράφου Ήρας Τζούρου, επίσης αρμενικής καταγωγής, συναντηθήκαμε και συζητήσαμε μαζί του. Σε μια σελίδα δεν μπορεί να χωρέσει η ζωντάνια, το χιούμορ, η πολυμάθεια αλλά και η… ξεροκεφαλιά αυτού του υπερδραστήριου ανθρώπου, που ποτέ δεν έκατσε στ’ αβγά του παρόλο που έφερε το «στίγμα» του Αρμένη σε μια διαχρονικά δυσανεκτική Τουρκία. Ίσως δεν πειράζει – το σημαντικότερο είναι ότι «το πουλί πέταξε», όπως έγραψε στο πρώτο μήνυμά του στο τουίτερ ο Σεβάν μετά την απόδρασή του! 

Κύριε Νισανιάν, καταρχήν χαιρόμαστε ειλικρινά που σας βλέπουμε επιτέλους ελεύθερο! 

Πράγματι, το κλίμα εδώ είναι πολύ καλύτερο. Απέναντι, ξέρετε, επικρατούν εδώ και χρόνια πολύ δυσμενείς καιρικές συνθήκες για τα πουλιά του είδους μου [γέλια] 

Πείτε μας, πότε αρχίσατε να… απασχολείτε τις τουρκικές αρχές; 

Ο εξισλαμισμός της τουρκικής κοινωνίας προς κάθε κατεύθυνση και με κάθε τρόπο

Ο εθνικισμός κι ο ισλαμισμός αποτελούν σήμερα τα δύο μεγαλύτερα όπλα του Ερντογάν για να διατηρήσει ή και για να ενισχύσει τη δύναμή του. Οι νέοι κι οι γυναίκες είναι τα πρώτα θύματα του εξισλαμισμού. Ο εθνικισμός και το αντιδραστικό Ισλάμ συνιστούν δύο προσόντα του, που ο πρόεδρος Ερντογάν χρησιμοποιεί για να εδραιώσει τη λαϊκή του βάση και να υλοποιήσει, φυσικά, το σχέδιο του.
Από την ίδρυση του κοσμικού κράτους το 1923, οι Τούρκοι ισλαμιστές παρουσιάζουν εαυτούς ως θύματα: Το τέλος για το Σουλτανάτο, του οποίου ο επικεφαλής ήταν και ο ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης, υπήρξε ένα σοκ για τους υποστηρικτές του ισλαμικού πολιτικού κέντρου της εποχής. Οι ισλαμικός κλήρος έχασε την εξουσία του, όταν όλες οι αιρέσεις και οι θρησκευτικές εστίες του απαγορεύτηκαν από το νόμο. Η νομοθεσία για την εκπαίδευση ήταν ένα ακόμη σοβαρό πλήγμα εναντίον των ισλαμιστών, οι οποίοι ήθελαν να μεγαλώσουν τους νέους, σύμφωνα με την Σαρία (ο κορανικός νόμος). Οι νόμοι της κεμαλικής «Ρεπουμπλικανικής Επανάστασης», που στόχο είχαν να δημιουργήσουν ένα κοσμικό σύστημα αλά γαλλικά, του οποίου οι αρχές προσομοίαζαν με αυτές της Λέσχης των Ιακωβίνων, επικρίθηκε από την αριστερά.