Από τον Παραμυθά, Νίκο Πιλάβιο
Όταν ο Θεός δημιουργούσε τη γυναίκα, δούλευε ως αργά το βράδυ της έκτης μέρας της Δημιουργίας.
Κάποια στιγμή, πέρασε ένας άγγελος και ρώτησε: «Γιατί ξοδεύεις τόσο χρόνο σʼ αυτό το δημιούργημά σου; »
Και ο Θεός, απάντησε : «Έχεις δει όλες τις προδιαγραφές που πρέπει να καλύψω σʼ αυτή τη μορφή; Θα πρέπει να είναι φτιαγμένη από εύπλαστο υλικό και να έχει πάνω από 200 κινούμενα μέρη, να θρέφεται με όλα τα είδη τροφίμων, να μπορεί να αγκαλιάζει κάμποσα παιδιά ταυτόχρονα και την ίδια στιγμή να δίνει ένα χάδι που να μπορεί να θεραπεύσει οτιδήποτε: από ένα τραυματισμένο γόνατο μέχρι μια ραγισμένη καρδιά. Και θα πρέπει να μπορεί να τα κάνει όλα αυτά με δύο χέρια μόνο».
Ο άγγελος εντυπωσιάστηκε: «Μόνο με δύο χέρια; Αδύνατον! Πολύ δουλειά για μια μέρα… Περίμενε Κύριε μέχρι αύριο, και τότε τέλειωσε την».
«Α, όχι», είπε ο Θεός. Είμαι τόσο κοντά στο να ολοκληρώσω αυτό το δημιούργημα, που το ʽχω μέσα στην καρδιά μου, ώστε δεν μπορώ να σταματήσω. Θα το ονομάσω, “γυναίκα”. Θα γιατρεύει τον εαυτό της όταν αρρωσταίνει, και θα μπορεί να εργάζεται 18 ώρες την ημέρα».
Ο άγγελος πλησίασε κοντύτερα και άγγιξε την γυναίκα. «Μα την έχεις κάνει πολύ τρυφερή, Κύριε».
«Είναι τρυφερή», είπε ο Θεός, «αλλά την έχω κάνει και πολύ ανθεκτική. Δεν μπορείς να φανταστείς τι μπορεί να αντέξει και να ξεπεράσει»;
«Μπορεί να σκέφτεται;» ρώτησε ο άγγελος.
Ο Θεός απάντησε : «Όχι μόνο μπορεί να σκέφτεται, αλλά μπορεί να σκέφτεται πρακτικά και λογικά, να διαχειρίζεται πολλά διαφορετικά πράγματα».
Ο άγγελος άγγιξε το μάγουλο της γυναίκας. «Κύριε, μοιάζει σαν αυτό το δημιούργημά σου να στάζει κάτι»!
«Δεν στάζει… είναι ένα δάκρυ», διόρθωσε ο Θεός τον άγγελο.
«Και σε τί χρειάζεται », ρώτησε ο άγγελος .