Τα κορίτσια στον πλανήτη μου ζουν, και κυρίως πεθαίνουν, κάπως διαφορετικά από ό,τι θα έπρεπε. Τα κορίτσια στον πλανήτη μου, τα λένε Ελένη κι Αγγελική. Καν τα ονόματά τους δε διαλέγουν. Μεγαλώνουν και τα φέρουν ως υπενθύμιση κάποιας Ελένης και κάποιας Αγγελικής που πέρασαν νωρίτερα και σίγουρα, λιγότερο ή περισσότερο, έζησαν με φόβους και λόγους όμοιους που κι εκείνες δεν τις άφηναν να γελάνε πάντα.
Τα κορίτσια στον πλανήτη μου τα βιάζουν για τον τρόπο που ντύνονται, για τομάκρος της φούστας τους, γιατί πίνουν μόνες ποτό σε ένα μπαρ, γιατί αφήνουν ένα σεξουαλικό υπονοούμενο σε μια κουβέντα. Είναι τα τσουλάκια των πάρτυ, οι πουτάνες της παρέας, οι ντροπές της οικογένειας. Έχουν «ναι» ξεκάθαρα και «όχι» ανύπαρκτα. Κι αν κάποια στιγμή αρθρώσουν μερικά «όχι» δεν είναι άλλο από «ναι» σε αναμονή, από «ναι» που δε βρήκαν τον κατάλληλο άντρα ή την κατάλληλη στιγμή να ειπωθούν. Κι όταν λέγονται όμως, ακόμη κι αν είναι δυνατά, κρυστάλλινα «όχι» χρησιμοποιούνται καταπώς κρίνονται απ’ τις περιστάσεις κι εν τέλει αγνοούνται καταπώς τους πρέπει.
Τα κορίτσια στον πλανήτη μου δολοφονούνται γιατί κανείς δεν ασχολείται με τις καταγγελίες τους για βιασμό. Δολοφονούνται γιατί εκβιάζονται με βίντεο του βιασμού τους που ολόκληρη μια κοινωνία, πονηρά κλείνοντας το μάτι, τα αποκαλεί «ροζ». Δολοφονούνται σε ραντεβού που παν με τη θέλησή τους γιατί νομίζουν είναι με φίλους κι όταν στην πρώτη άρνησή τους ζητήσουν να φύγουν, συνειδητοποιούν πως φίλους μια γυναίκα σε αυτές τις κοινωνίες δύσκολα μπορεί να έχει. Δολοφονούνται αφού βιαστούν, αφού χτυπηθούν, αφού δεθούν, αφού εγκαταλειφτούν, αφού τις πνίξουν. Τα κορίτσια στον πλανήτη μου έχουν δύσκολη ζωή και φριχτούς θανάτους.