Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

ΣΥΡΙΖΑ και Αυτοδιοίκηση: Από τα προεκλογικά προγράμματα στην κατασκευή αντιπαραδειγμάτων,


Τα βασικά πολιτικά συμπεράσματα των τριπλών εκλογών της 18ης και της 25ης Μαΐου έχουν πλέον καταγραφεί και αναλυθεί επαρκώς: ξεκάθαρη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές, αναμέτρηση που, παρά τη μετεκλογική αλλαγή στρατηγικής του κυβερνητικού στρατοπέδου, είχε λάβει απ” όλες τις πλευρές χαρακτηριστικά κεντρικής πολιτικής αντιπαράθεσης, ανθεκτικότητα του πάλαι ποτέ δικομματισμού στο αυτοδιοικητικό πεδίο και απροκάλυπτη, αυτοπρόσωπη εμφάνιση ιδιωτικών, επιχειρηματικών συμφερόντων με ισχυρές δόσεις lifestyle (Πειραιάς, Βόλος, Φιλαδέλφεια, Μαραθώνας).

Αν τα παραπάνω είναι λίγο πολύ γνωστά, χρήσιμη για την επόμενη, εξαιρετικά κρίσιμη, περίοδο είναι η μελέτη του προγραμματικού λόγου που εκπέμφθηκε από τις παρατάξεις του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτή την προεκλογική περίοδο.

Θα πρέπει κατ’αρχάς να επισημανθεί ότι το κυβερνητικό μπλοκ επιχείρησε να υποβαθμίσει ή ακόμα και να απέχει από την προγραμματική αντιπαράθεση, περιοριζόμενο στην επικοινωνιακή προβολή των πεπραγμένων των απερχόμενων περιφερειαρχών/δημάρχων και την εργαλειακή εκμετάλλευση της μακρόχρονης διαχείρισης της αυτοδιοίκησης (πελατειακά δίκτυα κ.λπ.). Εξίσου εμφανής ήταν η προσπάθεια του πάλαι ποτέ δικομματισμού να διεξαγάγει την προεκλογική μάχη με όρους «ατζέντας» και όχι με όρους προγράμματος, για να μπορέσει έτσι να ψαρέψει και στα θολά νερά της Ακροδεξιάς.

Ο αρχιμανδρίτης Βαρβέλης γράφει για τις καθαρίστριες

Η μάνα μου καθαρίστρια, εγώ παιδί και ανίψι καθαριστριών.

Έλαμπαν τα σπίτια που δούλευε 6 μέρες την εβδομάδα και την έβδομη, την Κυριακή, (στην "αργία" της), να καθαρίσει και το δικό μας το σπίτι κ εμάς, να μαγειρέψει ενα πιάτο ζεστο φαγητο, να πλεινει, ν απλώσει, να σιδερώσει, να μας αγκαλιάσει και να... ξεκουραστεί.

Αυτή η μάνα μου!

Αυτές οι Περιστεριώτισες οι μανάδες των φίλων μας, που ξεκινούσαν χαράματα νηστικιές, αφήνοντας τα παιδια στους δρόμους, για να φτάσουν στην Εκάλη, στη Φιλοθέη, στο Ψυχικό, με κρύο, με βροχή, με χιόνι, με ζέστη και να γίνουν "παραδουλεύτρες" όπως τις έλεγαν οι "Κυρίες", για να μας μεγαλώσουν, με το μεροκάματο τους, να μας μορφώσουν, να γίνουμε άνθρωποι. Και οι περισσότεροι γίναμε!

Κ οταν επέστρεφε η μάνα απ τη δουλεία, έχοντας μεσα στην τσάντα της την βρεγμένη της ρόμπα που φορούσε οταν σφουγγάριζε με τα γόνατα τα πατώματα, μικρός εγώ, πολύ μικρός, την ρώταγα με αγωνία:

- Μαμά τι μου έφερες?

Δείρτε τις καθαρίστριες για να 'ρθουν επενδύσεις

Του Γιώργου Ανανδρανιστάκη

Το ψάξανε, το ζύγισαν, το μέτρησαν, το μύρισαν εκεί στην κυβέρνηση το αποτέλεσμα των εκλογών και κατέληξαν στο εξής επιστημονικό συμπέρασμα: Χάσαμε επειδή δεν δείραμε αρκετά τις καθαρίστριες. Αμ έπος, αμ έργον. Τις έβαλαν κάτω τις ρουφιάνες και τις ποδοπάτησαν, τιςέφτυσαν, τις ψέκασαν, τις χτύπησαν με σιδερογροθιές στο κεφάλι, το ξερό τους το κεφάλι που τις κρατάει οκτώ μήνες στους δρόμους. Δείρανε και τους συμπαραστάτες τους, δείρανε και τους φωτορεπόρτερ, δείρανε και τους δημοσιογράφους, να μη μείνει ούτε κουνούπι άδαρτο, να λάβουν όλοι το μπερντάχι που τους αναλογεί.
Να τις πατάμε κάτω τις καθαρίστριες σε δημόσια θέα, να τις βλέπουν οι παγκόσμιοι επενδυτές, οι σεΐχηδες, οι εμίρηδες, οι Κινέζοι κομμουνιστές και οι Ρώσοι ολιγάρχες και να πλακώνονται για το ποιος θα πρωτοφέρει τα λεφτά του στην Ελλάδα του Σαμαρά και του Βενιζέλου. Αυτή δεν είναι χώρα, είναι επενδυτικός παράδεισος. Οι κυβερνήτες που δεν ντρέπονται να δείρουν και να ψεκάσουν εξηντάχρονες γυναίκες είναι ικανοί για όλα, θα μας τα φέρουν όλα στο πιάτο, σκλάβους, δάση, παραλίες, βουνά, θα γίνουν ο στρατός που θα προστατεύσει τις επενδύσεις μας. Τύφλα να 'χουν οι Μπανανίες της Λατινικής Αμερικής και οι δικτατορίσκοι με τις στολές και τα μαύρα γυαλιά.
Βρίσκουνε και τα κάνουνε τα καθάρματα. Βιαιοπραγούν πάνω σε ανήμπορες γυναίκες διότι ξέρουν ότι το μιντιακό σύστημα που τους στηρίζει και τους υποθάλπει θα βγάλει τον σκασμό. Έπεσε άγριο ξύλο στο κέντρο της Αθήνας και οι δύο μεγαλύτερες εφημερίδες, η "Καθημερινή" και "Τα Νέα", δεν έγραψαν ούτε λέξη στην πρώτη τους σελίδα. Το "Έθνος" έβαλε μια μικρή φωτογραφία, κάνοντας λόγο για «επεισόδια έξω από το ΥΠΟΙΚ» έτσι ουδέτερα, λες και πλακώθηκαν οι γαύροι με τους βάζελους έξω από το Καραϊσκάκη.

Ο ένας στους δέκα

Σχέδιο του Φιλίπ Γκυστόν, 1961
του Δημήτρη Ιωάννου

Πριν από λίγες μέρες παρακολούθησα μια παράσταση στο νηπιαγωγείο του μικρού μου γιου: βασιζόταν στο βιβλίο Ένας γάτος μια φορά του Κ. Μάγου και της Γ. Γκανιάτσου, ένα έργο ευαίσθητο, με βασικό του μήνυμα την αποδοχή της διαφορετικότητας και τη συνύπαρξη με τον «άλλο». Η νηπιαγωγός, προλογίζοντάς το, πρόταξε την επικαιρότητα του μηνύματος αλλά, προσπαθώντας να τη δικαιολογήσει, κόμπιασε: «…γιατί γύρω μας όλοι βλέπουμε… ακόμα και πολλοί από μας αυτόν τον καιρό μπορεί να αισθανόμαστε περιθωριοποιημένοι, γιατί ίσως να περνάμε δύσκολα».

Είναι γεγονός πως τη διαφορετικότητα ως πηγή διακρίσεων μπορούν τα παιδιά να την ανακαλύψουν σχεδόν οπουδήποτε, οπότε ερεθίσματα όπως το εν λόγω έργο είναι πάντα απαραίτητα στο σχολικό περιβάλλον, ασχέτως συγκυρίας. Εντούτοις, η ειδική αναφορά της νηπιαγωγού στην επικαιρότητα του μηνύματος, το κόμπιασμά της και η αποσιώπηση του προφανούς αντιρατσιστικού περιεχομένου του έργου (ο γάτος του τίτλου έρχεται από μακριά, μιλάει άλλη γλώσσα και έχει κόκκινη γούνα), μου άφησαν την αίσθηση ότι έγινα μάρτυρας μιας ανεπαίσθητης διαταραχής στην επιφάνεια του νοήματος, ενός συμβάντος ασήμαντου ίσως αφ’ εαυτού, αλλά που αποτελούσε ένδειξη ή σύμπτωμα μιας διαδικασίας ευρύτερης.

Η επιστολή κόρης καθαρίστριας προς τον “ηρωικό” αστυνομικό! Λόγια που συγκλονίζουν…

Τα φώτα της δημοσιότητας βλέπει η επιστολή κόρης καθαρίστριας προς”αστυνομικό”. Προς το συγκεκριμένο ” Όργανο της Τάξης” που θεωρεί ηρωισμό να ξυλοκοπάει μία καθαρίστρια που διεκδικεί το δίκιο της.

Θέλω να σου αφηγηθώ μία ιστορία. Ήταν αρχές της δεκαετίας του 80. Τότε η Ελλάδα δεν ζούσε την κρίση των θεσμών και των αγορών, αλλά οι περισσότεροι ζούσαν τον αγώνα της καθημερινής επιβίωσης. Κάπου στα Βόρεια προάστια των Αθηνών υπήρχε μία μεγάλη υφαντουργία, που τα αφεντικά της θεωρούντο μέλη της οικονομικής ελίτ.

Απασχολούσαν περισσότερες από 700 εργαζόμενες. Και μία νύχτα αποφάσισαν να μεταφέρουν αιφνιδιαστικά τα κεφάλαιά τους στην Ελβετία και να εξαφανιστούν.

Είχαν προηγηθεί τρεις μήνες καθυστέρησης πληρωμών του προσωπικού. Η “Μπαρκό” -έτσι λεγόταν η υφαντουργία τους- έμεινε ακέφαλη, με 700 οικογένειες μέσα σ’ έναν άγριο χειμώνα να περιμένουν τα χρήματα που είχαν ήδη δουλέψει. Το Κράτος άρχισε να .. σφυρίζει αδιάφορα κι όταν το συνδικάτο των εργαζομένων (τότε τα συνδικάτα ήταν ακόμη ισχυρά) κήρυξε την πρώτη λευκή απεργία εν Ελλάδι, η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως έβαλε τα ΜΑΤ απέναντι στις υφάντριες.

Και η εργοδοσία έπλασε την ευελιξία…

της Ντανιέλ Λινάρ

Η εξατομίκευση της εργασίας δεν εμφανίστηκε μόνο κατ’ αναλογία προς τον πρόσφατο εκσυγχρονισμό, συνδεδεμένη δηλαδή με την ανοιχτή κρίση μέσα από νέες μορφές ανταγωνιστικότητας και την εξέλιξη της αγοράς. Ξεκίνησε στη δεκαετία του ’70, ως αντίδραση στα γεγονότα του 1968, και λειτουργώντας σε μεγάλο βαθμό αποσταθεροποιητικά για τη γαλλική εργοδοσία της εποχής: η βιαιότητα με την οποία αμφισβητήθηκαν το ταιηλορικό μοντέλο της εργασίας και ο αυταρχισμός, η αποσαφήνιση μιας άρνησης της εκμετάλλευσης και των ανισοτήτων εν ονόματι του δικαιώματος στην ανάπτυξη της προσωπικότητας [1], όλα αυτά έπεισαν την εργοδοσία να προχωρήσει σε ευρείες μεταρρυθμίσεις για να αντιμετωπίσει αυτό το παλιρροϊκό κύμα. Το σχέδιό της ήταν, εν τοιαύτη περιπτώσει, απλό: να κινητοποιήσει όλα τα επιδεκτικά μέσα για να περιοριστούν στο ελάχιστο οι πηγές της δυσαρέσκειας και, κυρίως, η έκφρασή της.

Η συνέλευση του εθνικού συμβουλίου της γαλλικής εργοδοσίας (CNPF), στη Μασσαλία το 1972, θέτει το ζήτημα του εξανθρωπισμού και της αναπροσαρμογής της εργασίας. Την ίδια εποχή, η κυβέρνηση αναζητά, από την πλευρά της, λύσεις. Ιδρύει το εθνικό γραφείο για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας (Anact) και ένα υφυπουργείο …για την αναπροσαρμογή της χειρωνακτικής εργασίας. Ο επίσημος στόχος είναι να καταστήσουν την οργάνωση της εργασίας πιο ελκυστική: εμπνεόμενοι από τις εμπειρίες των σκανδιναβικών χωρών, οι διευθύνοντες των επιχειρήσεων εισάγουν την εναλλαγή των καθηκόντων, τη διεύρυνσή τους, τον εμπλουτισμό τους και, σε ορισμένες περιπτώσεις, εγκαθιδρύουν ημιαυτόνομες ομάδες παραγωγής.