Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2015

Αχ Συρία......

Η Συρία έγινε σπίτι για τους πρόσφυγες που διέφυγαν απ’ τις στρατιές του Ιμπραήμ Πασά το 1839.
Η Συρία έγινε σπίτι για τους Κιρκασιανούς πρόσφυγες το 1860.
Η Συρία έγινε σπίτι για τους Αρμένιους πρόσφυγες το 1914.
Η Συρία έγινε σπίτι για τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες το 1948.
Η Συρία έγινε σπίτι ακόμα μια φορά για τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες το 1967.
Η Συρία έγινε σπίτι για τους πρόσφυγες απ το Κουβέιτ το 1990.
Η Συρία έγινε σπίτι για τους πρόσφυγες απ τον Λίβανο το 1996.
Η Συρία έγινε σπίτι για τους πρόσφυγες απ το Ιράκ το 2003.
Η Συρία έγινε σπίτι για τους πρόσφυγες απ τον Λίβανο το 2006.

Θα γραφτεί στα βιβλία της ιστορίας και οι γενιές θα θυμούνται, ότι η Συρία ποτέ δεν έκλεισε τα σύνορα της για αυτούς που εγκατέλειψαν τα σπίτια τους αναζητώντας ασφάλεια και καταφύγιο.

Η Συρία δεν ζήτησε ποτέ από κανέναν Άραβα βίζα για να εισέλθει στα εδάφη της, ακόμα κι αν ήταν μια απλή επίσκεψη ή μόνιμη διαμονή.

Στη Συρία, στα σύνορα, δεν είχε στηθεί ούτε μια σκηνή για να φιλοξενήσει πρόσφυγες, τα σπίτια ήταν ανοιχτά, οι δρόμοι εκκενώθηκαν και πόλεις μετονομάστηκαν, ώστε να επιτρέψουν στους πρόσφυγες να νιώσουν σαν στο σπίτι τους.

Ο μεγάλος αδελφός λέγεται ΤΤΙΡ και είναι εδώ


Το Σάββατο 10 Οκτώβρη είναι άλλη μια παγκόσμια ημέρα δράσης[1] κατά των μυστικών εμπορικών συμφωνιών που ετοιμάζεται να συνάψει η Ευρώπη και άλλες περιοχές του πλανήτη με ΗΠΑ και Καναδά. Πρόκειται για τις συμφωνίες με τα ακρωνύμια TTIP, CETA, ΤPP & TΙSA. Ο όρος «εμπορικές» μοιάζει σχετικά ανώδυνος. Στην πραγματικότητα όμως δεν πρόκειται για συμφωνίες που ρυθμίζουν τις σχέσεις μεταξύ εταιρειών, αλλά τις σχέσεις ανάμεσα στις μεγάλες πολυεθνικές από τη μια πλευρά, τα κράτη και τους πολίτες από την άλλη. Είναι συμφωνίες που ξεκίνησαν οι ΗΠΑ, παρακάμπτοντας τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, όταν οι BRICS αύξησαν την επιρροή τους. 

Οι συνομιλίες για αυτές τις συμφωνίες διέπονται από άκρα μυστικότητα, γεγονός που από μόνο του εγείρει μείζον δεοντολογικό ζήτημα για ένα πλαίσιο που μοιάζει με εφιάλτη για τη δημοκρατία και την ελευθερία των λαών. Για λογαριασμό της Ε.Ε., τις διαπραγματεύσεις διεξάγει η Κομισιόν. Το εξωφρενικό είναι ότι ενώ οι ευρωβουλευτές, οι κυβερνήσεις και τα εθνικά κοινοβούλια έχουν εξαιρετικά περιορισμένη πρόσβαση στην ενημέρωση, οι πολυεθνικές συμμετέχουν άμεσα στην διαπραγμάτευση. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η Κομισιόν αρνήθηκε την έναρξη πρωτοβουλίας πολιτών ενάντια σε αυτές τις συνθήκες, ένα θεσμικό όπλο που παρέχεται στους πολίτες της Ε.Ε. Η πρωτοβουλία προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και ξεκίνησε εξωσθεσμικά, τηρώντας ωστόσο τους κανόνες που ισχύουν για τις θεσμικές πρωτοβουλίες, αναμένεται δε να συγκεντρώσει πάνω από 3 εκατ. υπογραφές [2] μέχρι την ολοκλήρωσή της, στις 6 Οκτώβρη.