του Ηλία Γιαννακόπουλου
«Από την αρχαία ελληνική αγορά ως τα πανεπιστήμια και τις πλατείες, η δημοκρατία ευδοκιμεί στους ανοιχτούς χώρους. Σε χώρους όπου οι άνθρωποι μπορούν να συζητήσουν, να διαφωνήσουν,
να έρθουν σε αντιπαράθεση και σε συμβιβασμό. Αυτό ίσχυε ανέκαθεν και ισχύει και σήμερα.
Μόνο οι χώροι έχουν αλλάξει. Εκεί που παλιότερα συναντιόμασταν ανάμεσα σε τοίχους, σήμερα έχουμε μεταφερθεί πίσω από τις οθόνες μας»Άλλοι μιλούν για μία κατάκτηση και για ένα βάθεμα της Δημοκρατίας μας και κάποιοι άλλοι μιλούν για μία «δημοκρατία του πληκτρολογίου», των ψηφιακών κουμπιών, των hi–tec χειριστών και των αλγόριθμων. Οι γκρίνιες και οι προβληματισμοί για την Επιστολική Ψήφο δεν εστιάζονται τόσο στην χρησιμότητά της (αυτή θεωρείται αυτονόητη) όσο στην πρακτική της διάσταση. έχουμε μεταφερθεί πίσω από τις οθόνες μας»
(Μαργκρέιτε Βέστεϊγιερ, Εκτελεστική Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής).
Η ανακοίνωση από τον Πρωθυπουργό για τη θεσμοθέτηση της Επιστολικής Ψήφου στις Ευρωεκλογές σε άλλους προκάλεσε φρενίτιδα ενθουσιασμού και σε άλλους -στους συνήθως καχύποπτους- πυροδότησε πλήθος προβληματισμών που φθάνουν μέχρι τον σκεπτικισμό για τη χρησιμότητά της.
Το σχετικά περίπλοκο της Επιστολικής Ψήφου συνοδεύεται και από τους φόβους για τη μυστικότητά της. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που διατείνονται ότι σε ένα βαθμό παραβιάζεται τόσο η μυστικότητα της ψήφου όσο και η αυτοπρόσωπη άσκηση του εκλογικού δικαιώματος.