Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2019

«Έφυγε» ο ποιητής του αναρχισμού Ντούσαν Μακαβέγιεφ


Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Ο Ντούσαν Μακαβέγιεφ, ένας από τους πραγματικά αληθινούς αναρχικούς του σύγχρονου κινηματογράφου, ο πιο σημαντικός ίσως σκηνοθέτης του νέου γιουγκοσλάβικου κινηματογράφου, πριν τον Εμίρ Κουστουρίτσα, που ξάφνιασε την Ευρώπη, κάνοντας μια εντυπωσιακή εμφάνιση στη δεκαετία του ’60, και που είχα τη μεγάλη τύχη να γνωρίσω από κοντά στην επίσκεψή του στην Αθήνα για να πάρει μέρος ως πρόεδρος της διεθνούς κριτικής επιτροπής (και να τιμηθεί) στο 7ο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, πέθανε, χτες Παρασκευή σε ηλικία 88 χρονών, στο Βελιγράδι.

Η πολιτική, ο μαρξισμός, η σεξουαλικότητα, ο φροϋδισμός και γενικότερα η ανθρώπινη συμπεριφορά, αλλά και οι θεωρίες του Βίλχελμ Ράιχ (όπως τις ανέπτυξε ιδιαίτερα στην αριστουργηματική ταινία του «Τα μυστήρια του οργανισμού»), είναι θέματα που επανεμφανίζονται στις ταινίες του, με ένα στιλ που αναμιγνύει με δεξιοτεχνία και φαντασία το μαύρο χιούμορ με το σαρκασμό, τα επίκαιρα με το χάπενινγκ, το ντοκιμαντέρ με τη μυθοπλασία (όπως κάνει και στην ταινία του «Απροστάτευτη αθωότητα» – 1968 – που με αφορμή την πρώτη ομιλούσα γιουγκοσλάβικη ταινία κάνει μια σειρά συλλογισμών (στο στιλ του Προυστ, θα έλεγα) γύρω από το παρελθόν και το παρόν της χώρας του.

Αυτοί που δε γύρισαν. Οι (Σλαβο)Μακεδόνες πολιτικοί πρόσφυγες του Εμφυλίου


Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία αλλά δεν μπορώ να κάνω το ταξίδι σας/ Είμαι επισκέπτης/ Το κάθε τι που αγγίζω με πονάει πραγματικά κι έπειτα δεν μου ανήκει/ Όλο και κάποιος βρίσκεται να πει «δικό μου είναι»/ Εγώ δεν έχω τίποτε δικό μου είχα πει κάποτε με υπεροψία/ Τώρα καταλαβαίνω πως το τίποτε είναι τίποτε/ Ότι δεν έχω καν όνομα Και πρέπει να γυρεύω ένα κάθε τόσο/ Δώστε μου ένα μέρος να κοιτάω/ Ξεχάστε με στη θάλασσα/ Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία.

Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος έγραψε αυτό το ποίημα το 1982. Στη συνέχεια το ενέταξε στο φιλμικό κείμενο της ταινίας «Το μετέωρο βήμα του πελαργού» (φωτογραφία εξωφύλλου). Γιατί μάλλον για εκεί ήταν γραμμένο, για μια εικονοποιητική ελεγεία του προσφυγικού πόνου, για τις χαραγμένες γραμμές στο χάρτη που βάζουν όρια στην ύπαρξη, για τα ανεκπλήρωτα τάματα που κουβαλάνε τα ποτάμια, για τις ρίζες που τραβήχτηκαν μανιασμένα από το χώμα, για τις ιστορίες που σβήστηκαν με μια μικρόψυχη σφραγίδα, για τους ανθρώπους που πέρασαν όλη τους τη ζωή σε τόπους – αίθουσες αναμονής και ποτέ δε φτάσανε στον προορισμό τους. Από παλιά διωγμένοι, μόνιμα επισκέπτες, παντού ξένοι και εμφατικά ανεπιθύμητοι. Αυτοί που, σε καιρό ειρήνης, δε μπόρεσαν να επιστρέψουν στα χωριά που γεννήθηκαν και πέθαναν μ’ αυτό το μαράζι.