Μετά την πτώση της Ακρόπολης στις 24 Μαΐου 1827 η Ελληνική Επανάσταση έπνεε τα λοίσθια. Στην Ηπειρωτική Ελλάδα είχε κατασταλεί και μόνο στο ανατολικό τμήμα της Πελοποννήσου παρέμενε ζωντανή αλλά και εκεί απειλείτο από τον Ιμπραήμ, που σκόπευε να εκστρατεύσει κατά του Ναύπλιου και της Ύδρας.
Σε αυτή τη δύσκολη στιγμή για τους επαναστημένους Ελληνες, η ευρωπαϊκή διπλωματία άλλαξε στάση και άρχισε να διάκειται ευμενώς προς την Επανάσταση. Συνέβαλε σε αυτό και ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας Γεώργιος Κάνινγκ, που έδωσε μια πιο φιλελεύθερη τροπή στην εξωτερική πολιτική της Γηραιάς Αλβιόνας.
Στις 24 Ιουνίου του 1827, σ’ ένα διπλωματικό παιχνίδι για τον έλεγχο του περάσματος για την Ανατολή , οι τρεις μεγάλες δυνάμεις της εποχής, Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, υπογράφουν στο Λονδίνο την τριμερή Ιουλιανή σύμβαση του Λονδίνου («Τριπλή Συμμαχία»), η οποία προέβλεπε τη διακοπή των εχθροπραξιών στην Ελλάδα και τη δημιουργία ενιαίου ελληνικού κράτους, υποτελούς στο Σουλτάνο. Κατόπιν επιμονής της Ρωσίας, η οποία είχε έρθει επανειλημμένα σε αντιπαράθεση και σύγκρουση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, στη Σύμβαση του Λονδίνου ενσωματώθηκε μυστικό άρθρο το οποίο προέβλεπε ότι σε περίπτωση που ένα από τα δύο μέρη δεν συμμορφωθεί με τους όρους της ανακωχής, «οι Μεγάλες Δυνάμεις θα εφαρμόσουν από κοινού μέτρα για την εκπλήρωση της Σύμβασης».
Ο αγγλικός στόλος υπό τον αντιναύαρχο Κόδριγκτον, ο γαλλικός υπό τον υποναύαρχο Δεριγνύ και ο ρωσικός υπό τον υποναύαρχο Χέυδεν, κατέπλευσαν στην Πελοπόννησο για να επιβάλουν την κατάπαυση των εχθροπραξιών. Η ελληνική πλευρά δέχθηκε με προθυμία την πρόταση των τριών Συμμάχων, ενώ ο Σουλτάνος δυσανασχέτησε και απέκρουσε οποιαδήποτε επέμβαση στην επικράτειά του.
Ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος, υπό τους Ταχίρ Πασά, Μουχαρέμ Μπέη και Μουσταφά Μπέη, πρόλαβε να προσορμισθεί στη λιμνοθάλασσα του Ναυαρίνου (σημερινή Πύλος), προτού προλάβει ο Δεριγνύ να τον εμποδίσει. Στόχος, τώρα, των τριών ναυάρχων ήταν να παρεμποδίσουν τη μεταφορά αιγυπτιακών στρατευμάτων σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου. Ο Κόδριγκτον, που είχε το γενικό πρόσταγμα, διαμήνυσε στον Ιμπραήμ (7 Σεπτεμβρίου 1827) ότι ο στόλος του βρισκόταν εκεί για να επιβάλει ανακωχή και τον προειδοποίησε ότι τυχόν άρνησή του θα τον υποχρέωνε να την επιβάλει δια της βίας.
Ο Ιμπραήμ, που συνέχιζε με αμείωτη ένταση τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του στην Πελοπόννησο, πήρε μάλλον αψήφιστα την απειλή του Κόδριγκτον και τις επόμενες μέρες δύο μοίρες του τουρκοαιγυπτιακού στόλου εξήλθαν από το Ναβαρίνο με κατεύθυνση την Ύδρα και την Πάτρα. Εμποδίστηκαν, όμως, από τον συμμαχικό στόλο και αναγκάσθηκαν να προσορμιστούν και πάλι στο Ναυαρίνο.
Οι παρασπονδίες του Ιμπραήμ ανάγκασαν τους τρεις ναυάρχους να αλλάξουν γραμμή πλεύσης. Αποφάσισαν τα πλοία τους να εισπλεύσουν στον κόλπο του Ναυαρίνου για να επιτηρούν αποτελεσματικότερα τις κινήσεις του τουρκοαιγυπτιακού στόλου που υπερτερούσε κατά πολύ, διαθέτοντας 89 σκάφη με 2.240 πυροβόλα, τη στιγμή που ο συμμαχικός δεν αποτελείτο παρά από 27 πλοία (12 αγγλικά, 8 ρωσικά και 7 γαλλικά, με 1.324 πυροβόλα).
Το μεσημέρι της 8ης Οκτωβρίου οι στόλοι της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας άρχισαν να εισπλέουν στον κόλπο του Ναυαρίνου, με επικεφαλής τη ναυαρχίδα «Ασία». Ο Κόδριγκτον ήλπιζε ότι έστω και την τελευταία στιγμή ο Ιμπραήμ θα έσπευδε να συμφωνήσει με την προτεινόμενη ανακωχή. Αντί απάντησης, οι Αιγύπτιοι πέρασαν στη δράση και άρχισαν τους πυροβολισμούς κατά της αγγλικής λέμβου, την οποία είχε στείλει με λευκή σημαία ο Κόδριγκτον προς συνεννόηση, με αποτέλεσμα να φονευθεί ο Έλληνας πηδαλιούχος της Πέτρος Μικέλης. Ταυτόχρονα, εκανονιοβολούντο η αγγλική και γαλλική ναυαρχίδα.
Στη σύγκρουση που ακολούθησε, διάρκειας τεσσάρων ωρών η υπεροχή του ευρωπαϊκού στόλου ήταν ξεκάθαρη: από τα 89 πλοία του τουρκοαιγυπτιακού στόλου τα 60 καταστράφηκαν εντελώς και βυθίστηκαν, ενώ τα υπόλοιπα ρίχτηκαν στα αβαθή και οι ανθρώπινες απώλειες ανήλθαν σε 6.000 νεκρούς και 4.000 τραυματίες. Οι σύμμαχοι από την άλλη δεν έχασαν κανένα πλοίο, ενώ είχαν μόλις 174 νεκρούς και 475 τραυματίες.
Τον Ιούνιο του 1928 οι τρεις Δυνάμεις συμφώνησαν για την αποστολή γαλλικών στρατευμάτων στην Πελοπόννησο, τα οποία θα επέβλεπαν την ολοκλήρωση της αποχώρησης του Ιμπραήμ. Η Ναυμαχία του Ναυαρίνου σήμανε την ελευθερία της Ελλάδας, παρά τη συνεχιζόμενη σφοδρή άρνηση του Σουλτάνου. Οι τρεις δυνάμεις επέβαλαν τελικά τη θέλησή τους και μέχρι τις 12 Σεπτεμβρίου 1829 που δόθηκε η τελευταία μάχη του Αγώνα στην Πέτρα της Βοιωτίας, το ελληνικό κράτος είχε σχηματισθεί με βόρεια σύνορα τη γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού.
Από το αρχείο του «ΒΗΜΑΤΟΣ»:
Η Ελλάς με ευγνωμοσύνην εορτάζει σήμερον την μνήμην των επισφραγησάντων την ανεξαρτησίαν της προ 100 ετών εις Ναυαρίνον (20-10-1927)
Ο αντίκτυπος της ναυμαχίας μέσα από τις στήλες μιας αγγλικής επαρχιακής εφημερίδας του 1827 (23-3-1969)
Ετσι εφτάσαμε στο Ναυαρίνο (η μαρτυρία ενός γάλλου για τις ωμότητες του Ιμπραήμ) (17-10-1976)
Σε αυτή τη δύσκολη στιγμή για τους επαναστημένους Ελληνες, η ευρωπαϊκή διπλωματία άλλαξε στάση και άρχισε να διάκειται ευμενώς προς την Επανάσταση. Συνέβαλε σε αυτό και ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας Γεώργιος Κάνινγκ, που έδωσε μια πιο φιλελεύθερη τροπή στην εξωτερική πολιτική της Γηραιάς Αλβιόνας.
Στις 24 Ιουνίου του 1827, σ’ ένα διπλωματικό παιχνίδι για τον έλεγχο του περάσματος για την Ανατολή , οι τρεις μεγάλες δυνάμεις της εποχής, Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, υπογράφουν στο Λονδίνο την τριμερή Ιουλιανή σύμβαση του Λονδίνου («Τριπλή Συμμαχία»), η οποία προέβλεπε τη διακοπή των εχθροπραξιών στην Ελλάδα και τη δημιουργία ενιαίου ελληνικού κράτους, υποτελούς στο Σουλτάνο. Κατόπιν επιμονής της Ρωσίας, η οποία είχε έρθει επανειλημμένα σε αντιπαράθεση και σύγκρουση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, στη Σύμβαση του Λονδίνου ενσωματώθηκε μυστικό άρθρο το οποίο προέβλεπε ότι σε περίπτωση που ένα από τα δύο μέρη δεν συμμορφωθεί με τους όρους της ανακωχής, «οι Μεγάλες Δυνάμεις θα εφαρμόσουν από κοινού μέτρα για την εκπλήρωση της Σύμβασης».
Ο αγγλικός στόλος υπό τον αντιναύαρχο Κόδριγκτον, ο γαλλικός υπό τον υποναύαρχο Δεριγνύ και ο ρωσικός υπό τον υποναύαρχο Χέυδεν, κατέπλευσαν στην Πελοπόννησο για να επιβάλουν την κατάπαυση των εχθροπραξιών. Η ελληνική πλευρά δέχθηκε με προθυμία την πρόταση των τριών Συμμάχων, ενώ ο Σουλτάνος δυσανασχέτησε και απέκρουσε οποιαδήποτε επέμβαση στην επικράτειά του.
Ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος, υπό τους Ταχίρ Πασά, Μουχαρέμ Μπέη και Μουσταφά Μπέη, πρόλαβε να προσορμισθεί στη λιμνοθάλασσα του Ναυαρίνου (σημερινή Πύλος), προτού προλάβει ο Δεριγνύ να τον εμποδίσει. Στόχος, τώρα, των τριών ναυάρχων ήταν να παρεμποδίσουν τη μεταφορά αιγυπτιακών στρατευμάτων σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου. Ο Κόδριγκτον, που είχε το γενικό πρόσταγμα, διαμήνυσε στον Ιμπραήμ (7 Σεπτεμβρίου 1827) ότι ο στόλος του βρισκόταν εκεί για να επιβάλει ανακωχή και τον προειδοποίησε ότι τυχόν άρνησή του θα τον υποχρέωνε να την επιβάλει δια της βίας.
Ο Ιμπραήμ, που συνέχιζε με αμείωτη ένταση τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του στην Πελοπόννησο, πήρε μάλλον αψήφιστα την απειλή του Κόδριγκτον και τις επόμενες μέρες δύο μοίρες του τουρκοαιγυπτιακού στόλου εξήλθαν από το Ναβαρίνο με κατεύθυνση την Ύδρα και την Πάτρα. Εμποδίστηκαν, όμως, από τον συμμαχικό στόλο και αναγκάσθηκαν να προσορμιστούν και πάλι στο Ναυαρίνο.
Οι παρασπονδίες του Ιμπραήμ ανάγκασαν τους τρεις ναυάρχους να αλλάξουν γραμμή πλεύσης. Αποφάσισαν τα πλοία τους να εισπλεύσουν στον κόλπο του Ναυαρίνου για να επιτηρούν αποτελεσματικότερα τις κινήσεις του τουρκοαιγυπτιακού στόλου που υπερτερούσε κατά πολύ, διαθέτοντας 89 σκάφη με 2.240 πυροβόλα, τη στιγμή που ο συμμαχικός δεν αποτελείτο παρά από 27 πλοία (12 αγγλικά, 8 ρωσικά και 7 γαλλικά, με 1.324 πυροβόλα).
Το μεσημέρι της 8ης Οκτωβρίου οι στόλοι της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας άρχισαν να εισπλέουν στον κόλπο του Ναυαρίνου, με επικεφαλής τη ναυαρχίδα «Ασία». Ο Κόδριγκτον ήλπιζε ότι έστω και την τελευταία στιγμή ο Ιμπραήμ θα έσπευδε να συμφωνήσει με την προτεινόμενη ανακωχή. Αντί απάντησης, οι Αιγύπτιοι πέρασαν στη δράση και άρχισαν τους πυροβολισμούς κατά της αγγλικής λέμβου, την οποία είχε στείλει με λευκή σημαία ο Κόδριγκτον προς συνεννόηση, με αποτέλεσμα να φονευθεί ο Έλληνας πηδαλιούχος της Πέτρος Μικέλης. Ταυτόχρονα, εκανονιοβολούντο η αγγλική και γαλλική ναυαρχίδα.
Στη σύγκρουση που ακολούθησε, διάρκειας τεσσάρων ωρών η υπεροχή του ευρωπαϊκού στόλου ήταν ξεκάθαρη: από τα 89 πλοία του τουρκοαιγυπτιακού στόλου τα 60 καταστράφηκαν εντελώς και βυθίστηκαν, ενώ τα υπόλοιπα ρίχτηκαν στα αβαθή και οι ανθρώπινες απώλειες ανήλθαν σε 6.000 νεκρούς και 4.000 τραυματίες. Οι σύμμαχοι από την άλλη δεν έχασαν κανένα πλοίο, ενώ είχαν μόλις 174 νεκρούς και 475 τραυματίες.
Τον Ιούνιο του 1928 οι τρεις Δυνάμεις συμφώνησαν για την αποστολή γαλλικών στρατευμάτων στην Πελοπόννησο, τα οποία θα επέβλεπαν την ολοκλήρωση της αποχώρησης του Ιμπραήμ. Η Ναυμαχία του Ναυαρίνου σήμανε την ελευθερία της Ελλάδας, παρά τη συνεχιζόμενη σφοδρή άρνηση του Σουλτάνου. Οι τρεις δυνάμεις επέβαλαν τελικά τη θέλησή τους και μέχρι τις 12 Σεπτεμβρίου 1829 που δόθηκε η τελευταία μάχη του Αγώνα στην Πέτρα της Βοιωτίας, το ελληνικό κράτος είχε σχηματισθεί με βόρεια σύνορα τη γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού.
Από το αρχείο του «ΒΗΜΑΤΟΣ»:
Η Ελλάς με ευγνωμοσύνην εορτάζει σήμερον την μνήμην των επισφραγησάντων την ανεξαρτησίαν της προ 100 ετών εις Ναυαρίνον (20-10-1927)
Ο αντίκτυπος της ναυμαχίας μέσα από τις στήλες μιας αγγλικής επαρχιακής εφημερίδας του 1827 (23-3-1969)
Ετσι εφτάσαμε στο Ναυαρίνο (η μαρτυρία ενός γάλλου για τις ωμότητες του Ιμπραήμ) (17-10-1976)