Μέσα σ’ ένα επιβλητικό κτήριο από γυαλί και ατσάλι, στην καρδιά μιας ευρωπαϊκής πρωτεύουσας, αντηχούν σαν μια πνοή οι φωνές των ιερέων, που προσεύχονται: «Ορκίζομαι ότι θα κάνω ό,τι είναι δυνατό για να διατηρήσω και να ενισχύσω την εμπιστοσύνη στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Θεέ μου, βοήθα με».
Μόλις παύει η προσευχή, επικρατεί σιωπή λίγων λεπτών. Όλοι μένουν όρθιοι και σοβαροί. Το παράγγελμα δίνεται και η εκκωφαντική σιωπή παύει. Τηλέφωνα χτυπούν, φωνές ακούγονται, γραβάτες διορθώνονται. Οι ρυθμοί ανεβαίνουν όπως το θερμόμετρο στα κινούμενα σχέδια, κατακόρυφα. Η δουλειά, σκληρή και αμείλικτη, ξεκινά.Οι τραπεζίτες έδωσαν τον όρκο τους και τώρα το μόνο που μένει είναι να τον τηρήσουν πιστά. Δεν υπάρχει περιθώριο να κάνουν πίσω ούτε λεπτό. Ο όρκος γρήγορα καθιερώνεται σε όλες τις τράπεζες. Οι πιστοί των τραπεζών θα πρέπει να κοιμούνται ήσυχοι, οι ιερείς του χρήματος πήραν όρκο, πως δε θ’ αφήσουν δεκάρα τσακιστή να πάει χαμένη. In Gold we trust.
Σε μια ανοιχτή πλατεία, στην καρδιά μιας ανατολικής πρωτεύουσας, επικρατεί μια άλλη παγερή σιωπή. Το πλήθος συγκεντρωμένο είναι έτοιμο να παρακολουθήσει μια ειδεχθή εκτέλεση. Ο δικαστής της θεοκρατικής εξουσίας διαβάζει τις κατηγορίες. Η τελευταία φράση που ακούγεται από το στόμα του είναι: «επειδή συμμετείχε σε πόλεμο κατά του θεού». Επικρατεί τώρα απόλυτη σιωπή. Ο δήμιος ξεκινάει την απάνθρωπη δουλειά του. Τα σώματα του ποιητή και ακτιβιστή Hashem Shaaban, του συντρόφου του Hadi Rashedi μαζί με άλλων δεκαπέντε ανθρώπων, που πριν λίγο ήταν νέοι, γέροι, μεσήλικες, μιας κάποιας ηλικίας τελοσπάντων, παύουν να αναπνέουν. Παύουν να υπομένουν άλλα βασανιστήρια. Η εντολή εξετελέσθη στο όνομα ενός θεού. Οι ένοχοι απαγχονίστηκαν εξ άπαντος.
Στην Ολλανδία αποφάσισαν να δώσουν, χωρίς πια περιστροφές και συγκαλύψεις, τον όρκο του χρήματος. Δεν έχουν άδικο. Η οικονομία έχει τη δική της μεταφυσική διάσταση. Όχι τόσο επειδή πολλοί εδώ και αιώνες λατρεύουν το χρήμα σαν θεό, αλλά επειδή η ίδια η οικονομία έχει καταφέρει να δημιουργήσει μέσα στις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης ένα παγκόσμιο πλέγμα σχέσεων, που θα ζήλευε και ο θεός. Η οικονομία ως σύστημα οργάνωσης της ζωής κατόρθωσε να εμπλέξει φαινομενικά άσχετους ανθρώπους σε όλο τον πλανήτη σε μια κοινή μοίρα. Μια πτώση ή άνοδος στο χρηματιστήριο μπορεί να οδηγήσει σε πόλεμο ή λιμοκτονία ολόκληρους λαούς. Κάθε μας κίνηση πλέον υπόκειται στη θεϊκή μοίρα του χρήματος.
Οι οικονομικές κρίσεις, που προκαλούνται τεχνηέντως σε πολλά μέρη του πλανήτη, όπως και στα καθ’ ημάς, αναγκάζουν χιλιάδες ανθρώπους να ασχοληθούν με λέξεις που μετά βίας μπορούν να φανταστούν το νόημά τους (psi, spreads, «κούρεμα» του χρέους κλπ.).
Οι λέξεις επαναλαμβάνονται σαν βουδιστικά μάντρας. Οι πιστοί επαναλαμβάνουν λέξεις που αγνοούν την πραγματική σημασία τους. Κι αν κάτι καταλαβαίνουν μέσα από τη διαρκή επανάληψη το νόημα ξαναχάνεται. Κουρασμένοι παραδίδονται στους καρδινάλιους που ξέρουν να κάνουν εξορκισμούς και να ξορκίζουν τη φτώχεια. Οι λέξεις όμως σκοτώνουν, όπως παλιά. Με μια λέξη του καρδινάλιου άνθρωποι κατέληγαν στην πυρά. Έτσι και σήμερα· μία αξιολόγηση από έναν οικονομικό οίκο μπορεί να προκαλέσει όχι μόνο οικονομική εξαθλίωση σε ένα κράτος, αλλά και να καταστρέψει τη ζωή των εξουσιαζόμενων, καθιστώντας την περιοχή τους αβίωτη από τις περιβαλλοντικές καταστροφές της ανάπτυξης.
Στο Ιράν, πάλι, ο θεός έχει το παλιό του πρόσωπο, δεν εκσυγχρονίστηκε. Γι’ αυτό κι ακόμη χρησιμοποιεί τις παλιές ανατριχιαστικές μεθόδους του. Όλοι έχουμε διαβάσει στα βιβλία ιστορίας για απαγχονισμούς και κυνήγια μαγισσών. Σε κάποια κράτη του πλανήτη όμως η ιστορία δεν διαβάζεται, αλλά βιώνεται ακόμη, γιατί απλούστατα δεν είναι ιστορία· είναι ένα σκοτεινό παρόν. Στο όνομα του θεού τους εκτελούν ανθρώπους και κρατούν τους υπόλοιπους στον σκοταδισμό. Φυλακίζουν και κακοποιούν τις γυναίκες. Ούτε λόγος για ανοχή στην διαφορετικότητα. Απ’ την άλλη, τα κράτη αυτά είναι άριστα εξοπλισμένα με τα πιο σύγχρονα όπλα, ίσως και με όπλα που έρχονται απ’ το μέλλον.
Παρ’ όλο που μας αρέσει η λογοτεχνία και οι λογοτεχνικές αναφορές, εδώ δεν εκθέσαμε ένα λογοτεχνικό μας πόνημα, αλλά πραγματικά γεγονότα. Ωστόσο, αφιερώνουμε το κείμενο αυτό στη φωνή ενός ποιητή που σιώπησε για πάντα, όπως και στην ποίηση που σιωπά κάθε μέρα, όσο η φωνή ενός θεού δυναμώνει. Γι’ αυτό θα κλείσουμε με τους στίχους ενός ποιητή, που γνώρισε κι αυτός το χέρι του δήμιου, όταν τον εκτέλεσαν οι φασίστες· του Φρεντερίκο Γκαρθία Λόρκα:
Ο ποιητής λέει την αλήθεια
Θέλω να κλάψω τον πόνο μου και στο λέω
για να μ’ αγαπήσεις και να με κλάψεις
κάποιο απόβραδο αηδονιών
μ’ ένα στιλέτο, με φιλιά και με σένα.
Θέλω ν’ αφανίσω το μοναδικό τεκμήριο
για τη δολοφονία των λουλουδιών μου
και να μετατρέψω το θρήνο μου και τους ιδρώτες μου
σ’ αιώνιο σωρό σκληρού σταριού.
Να μη σωθεί ποτέ το κουβάρι
του σ’ αγαπώ μ’ αγαπάς, παντοτινά φλογερό
με υπέργηρο ήλιο κι αρχαία σελήνη·
Κι αυτό που δε μου δίνεις και δε σου ζητώ
να ’ναι του θανάτου, να μην αφήσει
μήτε έναν ίσκιο για την τρικυμισμένη σάρκα.
(μτφρ. Μάγια-Μαρία Ρούσσου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου