Μιχάλης Ραγκούσης
Από την πρώτη στιγμή που ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να θέσει το δίλημμα «Ελιά ή πτώση της κυβέρνησης» τα σχόλια περιορίστηκαν είτε σε χλευασμό εκείνου και του κόμματός του είτε σε ευχολόγια για την απαλλαγή από το ακροδεξιό-νεοφιλελεύθερο καθεστώς Σαμαρά. Λίγο αργότερα, μια ανάλυση έφτασε στο συμπέρασμα ότι ο Βενιζέλος οδηγείται σε πολιτική αυτοκτονία. Όμως, οι προσεγγίσεις αυτές δεν φαίνεται ούτε να λαμβάνουν στα σοβαρά την ικανότητα του Βενιζέλου για πολιτική επιβίωση ούτε να εξηγούν με επάρκεια τον λόγο για τον οποίο εκείνος αρχικά και άλλα στελέχη του ΠΑΣΟΚ αμέσως μετά φαίνεται να θέτουν αυτό το δίλημμα. Ταυτόχρονα δεν συζητείται η ηθική του διλήμματος και ποιους κινδύνους ενέχει η λαθεμένη ερμηνεία του για συγκεκριμένα στρώματα της κοινωνίας.
Όπως είναι γνωστό, ο Βενιζέλος σε περίπτωση εξόδου από την κυβέρνηση θα αντιμετώπιζε τουλάχιστον θέμα εσωκομματικό (αν όχι ποινικό, σύμφωνα με δηλώσεις της αντιπολίτευσης) με άμεσο κίνδυνο τον πολιτικό του αφανισμό. Η φασαρία που προκάλεσαν οι δηλώσεις του Παπανδρέου δεν έχει ακόμα ξεχαστεί ενώ τριγύρω υπάρχουν κι άλλοι που προς το παρόν στηρίζουν τον Βενιζέλο αλλά καλοβλέπουν και την ευκαιρία διαδοχής του. Η παρουσία του Λοβέρδου στις διεργασίες της Ελιάς μπορεί στην αρχή να μεταφράστηκε ως ένα ακόμα ευκαιριακό καταφύγιο μετά από το ναυάγιο με τη ΔΗΜΑΡ αλλά πολύ σύντομα ο ίδιος εξελίχθηκε στο νούμερο δύο της νέας παράταξης. Παρά την αναγκαστική ανακωχή και συνεργασία σίγουρα ο Βενιζέλος δεν έχει ξεχάσει όλες εκείνες τις περιπτώσεις που οι δυο τους έχουν συγκρουστεί με ιδιαίτερη οργή, με τον Λοβέρδο να θέτει στο πρόσφατο παρελθόν και θέμα ηγεσίας.
Πριν διατυπώσει το εκλογικό δίλημμα λοιπόν, το δίλημμα που αντιμετώπισε ο ίδιος ο Βενιζέλος ήταν ή να συνεχίσει να μένει σιωπηλός (κάτι που θα του έδινε το δικαίωμα να μεταφράσει όπως θέλει το εκλογικό αποτέλεσμα) ή να κάνει μια τελευταία προσπάθεια εκλογικής συσπείρωσης ώστε, αν επιτύχει, να μείνει ενισχυμένος στην κυβέρνηση και να τελειώσει με την εσωκομματική αμφισβήτηση. Διάλεξε το δεύτερο καταφεύγοντας στην επιτυχημένη στρατηγική της καταστροφολογίας του Ιουνίου του 2012.
Όμως, πολλοί είναι αυτοί που δυσκολεύονται να βγάλουν το συμπέρασμα ότι ο Βενιζέλος ανέβασε τον πήχη τόσο ψηλά ρισκάροντας τη δική του πολιτική επιβίωση στην περίπτωση (της διαφαινόμενης) εκλογικής αποτυχίας. Δεν είναι δυνατόν να παραβλεφθεί το γεγονός ότι παρά την απαξίωση του ΠΑΣΟΚ γενικά και του Βενιζέλου ειδικά, εκείνος ανέλαβε πολύ υψηλά πόστα όλα αυτά τα χρόνια κατορθώνοντας να ανακηρυχθεί και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Φαίνεται λοιπόν ότι δεν άλλαξε τυχαία ή άτσαλα τη στρατηγική τού μη-σχολιασμού των επιθυμητών εκλογικών ποσοστών σε στρατηγική ενισχυμένων ποσοστών ή κατάρρευση της κυβέρνησης. Αντίθετα, αυτή του η κίνηση μοιάζει να είναι μία απόπειρα συσπείρωσης που ακόμα και να αποτύχει δεν θα απειλήσει τον ίδιο και την κυβέρνηση.
Αυτή η τελευταία άποψη ενισχύθηκε την Τρίτη, τη μέρα που ο (ανεξάρτητος βουλετής) Λοβέρδος δήλωσε στον «Αθήνα 984» ότι όχι μόνο η νέα στρατηγική είναι προϊόν συνεργασίας του ίδιου με τον Βενιζέλο αλλά και ότι οι δυο τους έχουν συζητήσει το ενδεχόμενο στήριξης του ΠΑΣΟΚ στη Βουλή και από άλλους ανεξάρτητους βουλευτές. Αν και ο Λοβέρδος ισχυρίζεται ότι και οι δύο έχουν συμφωνήσει να μην αρχίσουν τις επαφές με τους ανεξάρτητους βουλευτές πριν δουν τα αποτελέσματα της 25ης Μαΐου, κάθε άλλο παρά μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα ο Βενιζέλος να στηρίζεται καλά σε αυτό το γεγονός και να (ξανα)χρησιμοποιήσει μετεκλογικά το χαρτί της υπεύθυνης στάσης. Πιθανές λοιπόν εκλογικές απώλειες θα υπερκεραστούν από τις εφεδρείες της βουλής. Τα πρώτα δείγματα εξάλλου δόθηκαν στο πρόσφατο πολυνομοσχέδιο.
Για ακόμα μία φορά φαίνεται πως κοινό χαρακτηριστικό όσων θέτουν τέτοια διλήμματα είναι ότι όχι μόνο οι ίδιοι κρατάνε κάθε λογής εφεδρείες αλλά και ότι στο παρελθόν έχουν ξεπεράσει με μια απλή πολιτική μεταστροφή και πρόχειρη επιχειρηματολογία τα διλήμματα που έχουν θέσει και τους έχουν επιστραφεί. Ενδεικτικά μπορεί να αναφερθούν τα «Ζάππεια» αλλά και η μεταστροφή της στάσης του Βενιζέλου στο θέμα της ΕΡΤ. Τότε που ενώ απειλούσε με αποχώρηση από την κυβέρνηση αν δεν περνούσαν οι θέσεις του, τελικά -κι ενώ αυτές ηττήθηκαν- ο ίδιος ανακήρυξε ως πράξη πολιτικής ευθύνης την παραμονή του και μάλιστα πίεσε και πέτυχε προαγωγή.
Η ανηθικότητα του διλήμματος που προσπαθεί να θέσει το ευρύτερο ΠΑΣΟΚ δεν έχει να κάνει τόσο με τον εκφοβισμό που επιχειρεί. Η συγκεκριμένη κυβέρνηση δεν εξυπηρετεί έτσι κι αλλιώς τα κοινωνικά συμφέροντα εκείνων στους οποίους απευθύνεται ο Βενιζέλος. Ούτε η ανηθικότητα βρίσκεται αποκλειστικά στη χρήση των ευρωεκλογών σαν μέσο για εγχώρια πολιτικά και κομματικά παιχνίδια. Βρίσκεται κυρίως στο γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ απαλλάσσεται με αυτόν τον τρόπο από τη συζήτηση για τις δικές του ευθύνες στην εισβολή του νεοφιλελευθερισμού. Την ώρα που με πρώτους συγγραφείς νομοσχεδίων τους Χατζηδάκη και Στουρνάρα η κυβέρνηση επιτίθεται, προεκλογικά, με σφοδρότητα κατά των συμφερόντων των εργαζόμενων, των ανέργων και μεγάλων τμημάτων της μεσαίας τάξης και παραδίδει ελεύθερους, δημόσιους, φυσικούς χώρους και παραλίες στα νύχια των υπεύθυνων της χρεοκοπίας, οι παλιοί σοσιαλιστές και τελευταία αυτοαποκαλούμενοι εκπρόσωποι της μεσαίας τάξης από τη μία συνυπογράφουν και συνδιαμορφώνουν νεοφιλελεύθερες πολιτικές κι από την άλλη μετατοπίζουν τη συζήτηση στην ανάγκη για σταθερότητα και για αγώνα κατά του λαϊκισμού. Είναι οι ίδιοι αυτοί που μιλάνε για ξεβόλεμα και ανανέωση πολιτικού προσωπικού οι οποίοι συμπληρώνουν τα ψηφοδέλτιά τους με πολιτικούς γυρολόγους, εφοπλιστές, μέλη του ΠΑΣΟΚ και κρατικοδίαιτους συνεργάτες στελεχών του.
Είναι λοιπόν τουλάχιστον άστοχο να θεωρείται ότι το τελευταίο χαρτί του Βενιζέλου είναι οι ευρωεκλογές κι ότι ο ίδιος τα παίζει όλα με κίνδυνο να μείνουν, αυτός και η κυβέρνηση, με το τίποτα. Κυρίως όμως, είναι άστοχο να θεωρούνται αυτές οι εκλογές ως το μοναδικό πεδίο με δυνατότητα σύγκρουσης με την κυβέρνηση και τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της. Για την αποκλειστική συγκέντρωση της προσοχής του συνόλου της κοινωνίας σε ένα τέτοιο πεδίο και τον κίνδυνο που ένα τέτοιο γεγονός ενέχει την επόμενη μέρα των εκλογών ευθύνεται και η ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η τελευταία, ολοένα και περισσότερο αποκομμένη από τις ριζοσπαστικές και κινηματικές καταβολές της εναποθέτει τις ελπίδες για κοινωνική αντίδραση αποκλειστικά στο βράδυ της 25ης Μαΐου. Όμως, το «ψηφίζουμε και φεύγουν αυτοί και οι πολιτικές τους» υποτιμά όχι μόνο τη νοημοσύνη, τις αγωνίες και τους αγώνες των αδικημένων αλλά και τα σχέδια του ίδιου του Βενιζέλου και των ακροδεξιών-φιλελεύθερων συμμάχων του.
Από την πρώτη στιγμή που ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να θέσει το δίλημμα «Ελιά ή πτώση της κυβέρνησης» τα σχόλια περιορίστηκαν είτε σε χλευασμό εκείνου και του κόμματός του είτε σε ευχολόγια για την απαλλαγή από το ακροδεξιό-νεοφιλελεύθερο καθεστώς Σαμαρά. Λίγο αργότερα, μια ανάλυση έφτασε στο συμπέρασμα ότι ο Βενιζέλος οδηγείται σε πολιτική αυτοκτονία. Όμως, οι προσεγγίσεις αυτές δεν φαίνεται ούτε να λαμβάνουν στα σοβαρά την ικανότητα του Βενιζέλου για πολιτική επιβίωση ούτε να εξηγούν με επάρκεια τον λόγο για τον οποίο εκείνος αρχικά και άλλα στελέχη του ΠΑΣΟΚ αμέσως μετά φαίνεται να θέτουν αυτό το δίλημμα. Ταυτόχρονα δεν συζητείται η ηθική του διλήμματος και ποιους κινδύνους ενέχει η λαθεμένη ερμηνεία του για συγκεκριμένα στρώματα της κοινωνίας.
Όπως είναι γνωστό, ο Βενιζέλος σε περίπτωση εξόδου από την κυβέρνηση θα αντιμετώπιζε τουλάχιστον θέμα εσωκομματικό (αν όχι ποινικό, σύμφωνα με δηλώσεις της αντιπολίτευσης) με άμεσο κίνδυνο τον πολιτικό του αφανισμό. Η φασαρία που προκάλεσαν οι δηλώσεις του Παπανδρέου δεν έχει ακόμα ξεχαστεί ενώ τριγύρω υπάρχουν κι άλλοι που προς το παρόν στηρίζουν τον Βενιζέλο αλλά καλοβλέπουν και την ευκαιρία διαδοχής του. Η παρουσία του Λοβέρδου στις διεργασίες της Ελιάς μπορεί στην αρχή να μεταφράστηκε ως ένα ακόμα ευκαιριακό καταφύγιο μετά από το ναυάγιο με τη ΔΗΜΑΡ αλλά πολύ σύντομα ο ίδιος εξελίχθηκε στο νούμερο δύο της νέας παράταξης. Παρά την αναγκαστική ανακωχή και συνεργασία σίγουρα ο Βενιζέλος δεν έχει ξεχάσει όλες εκείνες τις περιπτώσεις που οι δυο τους έχουν συγκρουστεί με ιδιαίτερη οργή, με τον Λοβέρδο να θέτει στο πρόσφατο παρελθόν και θέμα ηγεσίας.
Πριν διατυπώσει το εκλογικό δίλημμα λοιπόν, το δίλημμα που αντιμετώπισε ο ίδιος ο Βενιζέλος ήταν ή να συνεχίσει να μένει σιωπηλός (κάτι που θα του έδινε το δικαίωμα να μεταφράσει όπως θέλει το εκλογικό αποτέλεσμα) ή να κάνει μια τελευταία προσπάθεια εκλογικής συσπείρωσης ώστε, αν επιτύχει, να μείνει ενισχυμένος στην κυβέρνηση και να τελειώσει με την εσωκομματική αμφισβήτηση. Διάλεξε το δεύτερο καταφεύγοντας στην επιτυχημένη στρατηγική της καταστροφολογίας του Ιουνίου του 2012.
Όμως, πολλοί είναι αυτοί που δυσκολεύονται να βγάλουν το συμπέρασμα ότι ο Βενιζέλος ανέβασε τον πήχη τόσο ψηλά ρισκάροντας τη δική του πολιτική επιβίωση στην περίπτωση (της διαφαινόμενης) εκλογικής αποτυχίας. Δεν είναι δυνατόν να παραβλεφθεί το γεγονός ότι παρά την απαξίωση του ΠΑΣΟΚ γενικά και του Βενιζέλου ειδικά, εκείνος ανέλαβε πολύ υψηλά πόστα όλα αυτά τα χρόνια κατορθώνοντας να ανακηρυχθεί και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Φαίνεται λοιπόν ότι δεν άλλαξε τυχαία ή άτσαλα τη στρατηγική τού μη-σχολιασμού των επιθυμητών εκλογικών ποσοστών σε στρατηγική ενισχυμένων ποσοστών ή κατάρρευση της κυβέρνησης. Αντίθετα, αυτή του η κίνηση μοιάζει να είναι μία απόπειρα συσπείρωσης που ακόμα και να αποτύχει δεν θα απειλήσει τον ίδιο και την κυβέρνηση.
Αυτή η τελευταία άποψη ενισχύθηκε την Τρίτη, τη μέρα που ο (ανεξάρτητος βουλετής) Λοβέρδος δήλωσε στον «Αθήνα 984» ότι όχι μόνο η νέα στρατηγική είναι προϊόν συνεργασίας του ίδιου με τον Βενιζέλο αλλά και ότι οι δυο τους έχουν συζητήσει το ενδεχόμενο στήριξης του ΠΑΣΟΚ στη Βουλή και από άλλους ανεξάρτητους βουλευτές. Αν και ο Λοβέρδος ισχυρίζεται ότι και οι δύο έχουν συμφωνήσει να μην αρχίσουν τις επαφές με τους ανεξάρτητους βουλευτές πριν δουν τα αποτελέσματα της 25ης Μαΐου, κάθε άλλο παρά μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα ο Βενιζέλος να στηρίζεται καλά σε αυτό το γεγονός και να (ξανα)χρησιμοποιήσει μετεκλογικά το χαρτί της υπεύθυνης στάσης. Πιθανές λοιπόν εκλογικές απώλειες θα υπερκεραστούν από τις εφεδρείες της βουλής. Τα πρώτα δείγματα εξάλλου δόθηκαν στο πρόσφατο πολυνομοσχέδιο.
Για ακόμα μία φορά φαίνεται πως κοινό χαρακτηριστικό όσων θέτουν τέτοια διλήμματα είναι ότι όχι μόνο οι ίδιοι κρατάνε κάθε λογής εφεδρείες αλλά και ότι στο παρελθόν έχουν ξεπεράσει με μια απλή πολιτική μεταστροφή και πρόχειρη επιχειρηματολογία τα διλήμματα που έχουν θέσει και τους έχουν επιστραφεί. Ενδεικτικά μπορεί να αναφερθούν τα «Ζάππεια» αλλά και η μεταστροφή της στάσης του Βενιζέλου στο θέμα της ΕΡΤ. Τότε που ενώ απειλούσε με αποχώρηση από την κυβέρνηση αν δεν περνούσαν οι θέσεις του, τελικά -κι ενώ αυτές ηττήθηκαν- ο ίδιος ανακήρυξε ως πράξη πολιτικής ευθύνης την παραμονή του και μάλιστα πίεσε και πέτυχε προαγωγή.
Η ανηθικότητα του διλήμματος που προσπαθεί να θέσει το ευρύτερο ΠΑΣΟΚ δεν έχει να κάνει τόσο με τον εκφοβισμό που επιχειρεί. Η συγκεκριμένη κυβέρνηση δεν εξυπηρετεί έτσι κι αλλιώς τα κοινωνικά συμφέροντα εκείνων στους οποίους απευθύνεται ο Βενιζέλος. Ούτε η ανηθικότητα βρίσκεται αποκλειστικά στη χρήση των ευρωεκλογών σαν μέσο για εγχώρια πολιτικά και κομματικά παιχνίδια. Βρίσκεται κυρίως στο γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ απαλλάσσεται με αυτόν τον τρόπο από τη συζήτηση για τις δικές του ευθύνες στην εισβολή του νεοφιλελευθερισμού. Την ώρα που με πρώτους συγγραφείς νομοσχεδίων τους Χατζηδάκη και Στουρνάρα η κυβέρνηση επιτίθεται, προεκλογικά, με σφοδρότητα κατά των συμφερόντων των εργαζόμενων, των ανέργων και μεγάλων τμημάτων της μεσαίας τάξης και παραδίδει ελεύθερους, δημόσιους, φυσικούς χώρους και παραλίες στα νύχια των υπεύθυνων της χρεοκοπίας, οι παλιοί σοσιαλιστές και τελευταία αυτοαποκαλούμενοι εκπρόσωποι της μεσαίας τάξης από τη μία συνυπογράφουν και συνδιαμορφώνουν νεοφιλελεύθερες πολιτικές κι από την άλλη μετατοπίζουν τη συζήτηση στην ανάγκη για σταθερότητα και για αγώνα κατά του λαϊκισμού. Είναι οι ίδιοι αυτοί που μιλάνε για ξεβόλεμα και ανανέωση πολιτικού προσωπικού οι οποίοι συμπληρώνουν τα ψηφοδέλτιά τους με πολιτικούς γυρολόγους, εφοπλιστές, μέλη του ΠΑΣΟΚ και κρατικοδίαιτους συνεργάτες στελεχών του.
Είναι λοιπόν τουλάχιστον άστοχο να θεωρείται ότι το τελευταίο χαρτί του Βενιζέλου είναι οι ευρωεκλογές κι ότι ο ίδιος τα παίζει όλα με κίνδυνο να μείνουν, αυτός και η κυβέρνηση, με το τίποτα. Κυρίως όμως, είναι άστοχο να θεωρούνται αυτές οι εκλογές ως το μοναδικό πεδίο με δυνατότητα σύγκρουσης με την κυβέρνηση και τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της. Για την αποκλειστική συγκέντρωση της προσοχής του συνόλου της κοινωνίας σε ένα τέτοιο πεδίο και τον κίνδυνο που ένα τέτοιο γεγονός ενέχει την επόμενη μέρα των εκλογών ευθύνεται και η ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η τελευταία, ολοένα και περισσότερο αποκομμένη από τις ριζοσπαστικές και κινηματικές καταβολές της εναποθέτει τις ελπίδες για κοινωνική αντίδραση αποκλειστικά στο βράδυ της 25ης Μαΐου. Όμως, το «ψηφίζουμε και φεύγουν αυτοί και οι πολιτικές τους» υποτιμά όχι μόνο τη νοημοσύνη, τις αγωνίες και τους αγώνες των αδικημένων αλλά και τα σχέδια του ίδιου του Βενιζέλου και των ακροδεξιών-φιλελεύθερων συμμάχων του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου