Σπύρος Γεωργάτος
Καθώς καθιζάνει ο μετεκλογικός κονιορτός, το πολιτικό τοπίο εμφανίζεται πιο σύνθετο και πιο αινιγματικό από το προεκλογικό. «Σεισμικές αναταράξεις» στη ΔΗΜΑΡ, διαλυτικά φαινόμενα στους ΑΝ.ΕΛΛ., συζήτηση περί αλλαγής ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ, οι πρώτες αντιρρήσεις και αντιπαραθέσεις στο «Ποτάμι» κι ένα ΚΚΕ που ... φεύγει «κατά την εφαπτομένη» από την ομάδα της Ευρωαστεράς. Δεν είναι και λίγα για ένα 26.5% που πήρε –παραμένοντας στάσιμος- ο ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ ισχύει το γνωστό από την «Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων»: πρέπει να τρέχει κανείς με όλη του τη δύναμη για να μπορεί να παραμένει στην ίδια θέση!
Νίκησε ο ΣΥΡΙΖΑ; Μα τί ερώτηση είναι αυτή; Είπαμε, η Νίκη είναι κάτι πολύ παραπάνω από ένα εκλογικό ποσοστό και κρίνεται από το ισοζύγιο των ευνοικών και των αρνητικών συσχετισμών πριν και μετά τις εκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν προώθησε αποφασιστικά τις θέσεις του, άλλαξε σε κάποιο βαθμό τους πολιτικούς δείκτες και, κυρίως, αύξησε τη ρευστότητα του πολιτικού τοπίου. Εν τούτοις, η κυβέρνηση κέρδισε κάποιο χρόνο ζωής και έχει πλέον τη δυνατότητα να οργανώσει τις αντιστάσεις και την αντεπίθεσή της, με στόχο τη ματαίωση των βουλευτικών εκλογών την άνοιξη του 2015 που θα μπορούσαν να γίνουν με αφορμή την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας.
Από ό,τι φαίνεται, η Ν.Δ. σκοπεύει να εκμεταλλευτεί στο έπακρο ένα πλεονέκτημα που πράγματι διαθέτει: τις εφεδρείες στα δεξιά της. Και όταν λέω να εκμεταλλευθεί τις εφεδρείες της, το εννοώ με δύο διαφορετικούς τρόπους: πρώτον, να εντάξει –λειτουργικά- στην «παράταξή» της κόμματα, κομματίδια και θραύσματά που εκτείνονται ως τις παρυφές της Χ.Α.. και δεύτερον, να συμπαρασύρει τον ΣΥΡΙΖΑ σε έναν –ανάλογο- αγώνα δρόμου για την αναζήτηση συμμάχων στη λεγόμενη κεντροαριστερά, δηλαδή σε μια «οριζόντια» διεύρυνση του που εστιάζεται σε παράγοντες, προσωπικότητες -ως και κόμματα- του «μεσαίου χώρου» που θα συναινούσαν υπό την πίεση των πραγμάτων σε μια πιθανή συνεργασία με την Αριστερά. Ας μη κρυβόμαστε. Αν αυτό συμβεί, θα πρόκειται για τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε «Δημοκρατικό Κόμμα», όπως εκείνο που υπάρχει στην Ιταλία. Και αυτή η προοπτική, η οποία προσωπικά δεν με ενθουσιάζει, είναι ένα ενδεχόμενο που ευνοείται από τα δεδομένα και τους γενικότερους συσχετισμούς που υπάρχουν αυτή τη στιγμή σε ευρωπαικό επίπεδο.
Εναλλακτική προοπτική υπάρχει, αλλά είναι δύσκολη και απαιτεί μια «αλλαγή οργανωτικού προτύπου» μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Αντιγράφω από πρόσφατο άρθρο του Α. Τσέκερη στην ΑΥΓΗ: «Ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται ενιαία ηγετική ομάδα, που να μπορεί να συνθέτει διαφορετικές απόψεις. Επίσης χρειάζεται όργανα και λειτουργίες σε όλα τα επίπεδα που να είναι σε θέση να παράγουν πολιτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να χτυπήσει τον παραγοντισμό, το προπατορικό αμάρτημα που τον συνοδεύει από την ίδρυσή του. Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να σέβεται όλες τις απόψεις, δεν γίνεται όμως να υλοποιήσει όλες τις ατομικές φιλοδοξίες. Και η αλήθεια είναι ότι με προκάλυμμα τις τάσεις, οι οποίες πρόθυμα προσφέρουν το franchising στον οποιοδήποτε, διάφοροι περίεργοι κινούνται και συγκρούονται σε όλα τα επίπεδα, με επίδικο τις ατομικές τους επιδιώξεις. Αυτός ο αχαλίνωτος φιλελεύθερος μικροαστισμός, μεταμφιεσμένος σε «πολυτασικότητα», εκδηλώθηκε μεγαλοπρεπέστατα στις δημοτικές εκλογές και δοκίμασε τα νεύρα και τις αντοχές πολλών τοπικών οργανώσεων».
Αν δεν επιλεγεί η «οριζόντια» διέρυνση του ΣΥΡΙΖΑ και προκριθεί η αλλαγή οργανωτικού προτύπου με στόχο την κατά βάθος απεύθυνση στην κοινωνία, αυτό με τη σειρά του θα απαιτήσει τη μαζική ενσωμάτωση στο δυναμικό του κόμματος στελεχών της κοινωνίας που προέρχονται τόσο από τα κινήματα όσο και από επαγγελματικές τάξεις που έχουν θιγεί και δεινοπαθήσει τα τελευταία 4 χρόνια. Δηλαδή, με εξαίρεση τα δεξιά, κεντρώα και αριστερά «λαμόγια», ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να ανοίξει διάπλατα τις πόρτες του σε πρόσωπα και ομάδες, «αναρχικούς», «σκεπτόμενους της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή του ΚΚΕ», «μετανοημένους ΔΗΜΑΡίτες και ΠΑΣΟΚους» ή «ουδέποτε ασχοληθέντες με τα της Αριστεράς», αν η πρακτική και η στάση τους κριθούν αξιόλογες στο επίπεδο της κοινωνικής δυναμικής. Δεν το λέω τυχαία. Στην προεκλογική περίοδο, οι υποψηφιότητες ανθρώπων που είχαν διακριθεί στην προάσπιση του περιβάλλοντος ή στην εκπαίδευση, αλλά δεν ήταν ενταγμένοι στο ΣΥΡΙΖΑ, αντιμετωπίστηκαν από τα ενδιάμεσα όργανα με απαξιωτικό τρόπο με βάση το επιχείρημα «μα αυτούς δεν τους ξέρει ούτε καν η Νομαρχιακή Επιτροπή»!
Αυτό που προσπαθώ να εξηγήσω δεν είναι τόσο αυτονόητο όσο φαίνεται με μια πρώτη ματιά. Δεν μπορείς να καλείς στελέχη της κοινωνίας να ενταχθούν συντεταγμένα στις τάξεις σου, με την υποσημείωση ότι: «ελάτε παιδιά, όλοι αδέλφια και συμμαχητές, αλλά οι καρέκλες δικές μας». Με άλλα λόγια, το στελεχιακό δυναμικό του 4% που είχε κάποτε ο ΣΥΝ δεν θα πρέπει να έχει την απαίτηση να συνεχίσει να «καθοδηγεί» ένα πολύ ευρύτερο και πολύμορφο χώρο –τον σημερινό και τον αυριανό ΣΥΡΙΖΑ- που φιλοδοξεί να εξελιχθεί σε πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία. Και αυτό, δηλαδή η αδράνεια και οι αντιστάσεις των «μηχανισμών» σε κάθε προσπάθεια ουσιαστικής διεύρυνσης, είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει όχι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και κάθε έκφανση και φορέας της Αριστεράς που θα επιχειρήσει να κάνει το μεγάλο βήμα από τον ιστορικό βολονταρισμό στην εφαρμοσμένη πολιτική.
Αν προκληθώ να απαντήσω στο (άτοπο) ερώτημα που έθεσα παραπάνω, δηλαδή αν νίκησε ο ΣΥΡΙΖΑ, θα πω λοιπόν «μάλλον ναι». Τί κέρδισε όμως; Κατά τη γνώμη μου κέρδισε μια ευκαιρία να ξανακοιτάξει κριτικά τα του οίκου του πριν μια μεγάλη μάχη. Και να συνειδητοποιήσει ως ηγεσία και ως βάση ότι ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο υπάρχουν το μπλε, το κίτρινο, το κόκκινο. Ανάμεσα στο «κόμμα νέου τύπου» αλά ΚΚΕ και το «Δημοκρατικό Κόμμα» των παραγόντων υπάρχει όλο το φάσμα διαβαθμίσεων ενός πραγματικά λαικού κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς που ήρθε για να μείνει και να προσφέρει στον τόπο.
Καθώς καθιζάνει ο μετεκλογικός κονιορτός, το πολιτικό τοπίο εμφανίζεται πιο σύνθετο και πιο αινιγματικό από το προεκλογικό. «Σεισμικές αναταράξεις» στη ΔΗΜΑΡ, διαλυτικά φαινόμενα στους ΑΝ.ΕΛΛ., συζήτηση περί αλλαγής ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ, οι πρώτες αντιρρήσεις και αντιπαραθέσεις στο «Ποτάμι» κι ένα ΚΚΕ που ... φεύγει «κατά την εφαπτομένη» από την ομάδα της Ευρωαστεράς. Δεν είναι και λίγα για ένα 26.5% που πήρε –παραμένοντας στάσιμος- ο ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ ισχύει το γνωστό από την «Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων»: πρέπει να τρέχει κανείς με όλη του τη δύναμη για να μπορεί να παραμένει στην ίδια θέση!
Νίκησε ο ΣΥΡΙΖΑ; Μα τί ερώτηση είναι αυτή; Είπαμε, η Νίκη είναι κάτι πολύ παραπάνω από ένα εκλογικό ποσοστό και κρίνεται από το ισοζύγιο των ευνοικών και των αρνητικών συσχετισμών πριν και μετά τις εκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν προώθησε αποφασιστικά τις θέσεις του, άλλαξε σε κάποιο βαθμό τους πολιτικούς δείκτες και, κυρίως, αύξησε τη ρευστότητα του πολιτικού τοπίου. Εν τούτοις, η κυβέρνηση κέρδισε κάποιο χρόνο ζωής και έχει πλέον τη δυνατότητα να οργανώσει τις αντιστάσεις και την αντεπίθεσή της, με στόχο τη ματαίωση των βουλευτικών εκλογών την άνοιξη του 2015 που θα μπορούσαν να γίνουν με αφορμή την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας.
Από ό,τι φαίνεται, η Ν.Δ. σκοπεύει να εκμεταλλευτεί στο έπακρο ένα πλεονέκτημα που πράγματι διαθέτει: τις εφεδρείες στα δεξιά της. Και όταν λέω να εκμεταλλευθεί τις εφεδρείες της, το εννοώ με δύο διαφορετικούς τρόπους: πρώτον, να εντάξει –λειτουργικά- στην «παράταξή» της κόμματα, κομματίδια και θραύσματά που εκτείνονται ως τις παρυφές της Χ.Α.. και δεύτερον, να συμπαρασύρει τον ΣΥΡΙΖΑ σε έναν –ανάλογο- αγώνα δρόμου για την αναζήτηση συμμάχων στη λεγόμενη κεντροαριστερά, δηλαδή σε μια «οριζόντια» διεύρυνση του που εστιάζεται σε παράγοντες, προσωπικότητες -ως και κόμματα- του «μεσαίου χώρου» που θα συναινούσαν υπό την πίεση των πραγμάτων σε μια πιθανή συνεργασία με την Αριστερά. Ας μη κρυβόμαστε. Αν αυτό συμβεί, θα πρόκειται για τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε «Δημοκρατικό Κόμμα», όπως εκείνο που υπάρχει στην Ιταλία. Και αυτή η προοπτική, η οποία προσωπικά δεν με ενθουσιάζει, είναι ένα ενδεχόμενο που ευνοείται από τα δεδομένα και τους γενικότερους συσχετισμούς που υπάρχουν αυτή τη στιγμή σε ευρωπαικό επίπεδο.
Εναλλακτική προοπτική υπάρχει, αλλά είναι δύσκολη και απαιτεί μια «αλλαγή οργανωτικού προτύπου» μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Αντιγράφω από πρόσφατο άρθρο του Α. Τσέκερη στην ΑΥΓΗ: «Ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται ενιαία ηγετική ομάδα, που να μπορεί να συνθέτει διαφορετικές απόψεις. Επίσης χρειάζεται όργανα και λειτουργίες σε όλα τα επίπεδα που να είναι σε θέση να παράγουν πολιτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να χτυπήσει τον παραγοντισμό, το προπατορικό αμάρτημα που τον συνοδεύει από την ίδρυσή του. Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να σέβεται όλες τις απόψεις, δεν γίνεται όμως να υλοποιήσει όλες τις ατομικές φιλοδοξίες. Και η αλήθεια είναι ότι με προκάλυμμα τις τάσεις, οι οποίες πρόθυμα προσφέρουν το franchising στον οποιοδήποτε, διάφοροι περίεργοι κινούνται και συγκρούονται σε όλα τα επίπεδα, με επίδικο τις ατομικές τους επιδιώξεις. Αυτός ο αχαλίνωτος φιλελεύθερος μικροαστισμός, μεταμφιεσμένος σε «πολυτασικότητα», εκδηλώθηκε μεγαλοπρεπέστατα στις δημοτικές εκλογές και δοκίμασε τα νεύρα και τις αντοχές πολλών τοπικών οργανώσεων».
Αν δεν επιλεγεί η «οριζόντια» διέρυνση του ΣΥΡΙΖΑ και προκριθεί η αλλαγή οργανωτικού προτύπου με στόχο την κατά βάθος απεύθυνση στην κοινωνία, αυτό με τη σειρά του θα απαιτήσει τη μαζική ενσωμάτωση στο δυναμικό του κόμματος στελεχών της κοινωνίας που προέρχονται τόσο από τα κινήματα όσο και από επαγγελματικές τάξεις που έχουν θιγεί και δεινοπαθήσει τα τελευταία 4 χρόνια. Δηλαδή, με εξαίρεση τα δεξιά, κεντρώα και αριστερά «λαμόγια», ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να ανοίξει διάπλατα τις πόρτες του σε πρόσωπα και ομάδες, «αναρχικούς», «σκεπτόμενους της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή του ΚΚΕ», «μετανοημένους ΔΗΜΑΡίτες και ΠΑΣΟΚους» ή «ουδέποτε ασχοληθέντες με τα της Αριστεράς», αν η πρακτική και η στάση τους κριθούν αξιόλογες στο επίπεδο της κοινωνικής δυναμικής. Δεν το λέω τυχαία. Στην προεκλογική περίοδο, οι υποψηφιότητες ανθρώπων που είχαν διακριθεί στην προάσπιση του περιβάλλοντος ή στην εκπαίδευση, αλλά δεν ήταν ενταγμένοι στο ΣΥΡΙΖΑ, αντιμετωπίστηκαν από τα ενδιάμεσα όργανα με απαξιωτικό τρόπο με βάση το επιχείρημα «μα αυτούς δεν τους ξέρει ούτε καν η Νομαρχιακή Επιτροπή»!
Αυτό που προσπαθώ να εξηγήσω δεν είναι τόσο αυτονόητο όσο φαίνεται με μια πρώτη ματιά. Δεν μπορείς να καλείς στελέχη της κοινωνίας να ενταχθούν συντεταγμένα στις τάξεις σου, με την υποσημείωση ότι: «ελάτε παιδιά, όλοι αδέλφια και συμμαχητές, αλλά οι καρέκλες δικές μας». Με άλλα λόγια, το στελεχιακό δυναμικό του 4% που είχε κάποτε ο ΣΥΝ δεν θα πρέπει να έχει την απαίτηση να συνεχίσει να «καθοδηγεί» ένα πολύ ευρύτερο και πολύμορφο χώρο –τον σημερινό και τον αυριανό ΣΥΡΙΖΑ- που φιλοδοξεί να εξελιχθεί σε πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία. Και αυτό, δηλαδή η αδράνεια και οι αντιστάσεις των «μηχανισμών» σε κάθε προσπάθεια ουσιαστικής διεύρυνσης, είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει όχι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και κάθε έκφανση και φορέας της Αριστεράς που θα επιχειρήσει να κάνει το μεγάλο βήμα από τον ιστορικό βολονταρισμό στην εφαρμοσμένη πολιτική.
Αν προκληθώ να απαντήσω στο (άτοπο) ερώτημα που έθεσα παραπάνω, δηλαδή αν νίκησε ο ΣΥΡΙΖΑ, θα πω λοιπόν «μάλλον ναι». Τί κέρδισε όμως; Κατά τη γνώμη μου κέρδισε μια ευκαιρία να ξανακοιτάξει κριτικά τα του οίκου του πριν μια μεγάλη μάχη. Και να συνειδητοποιήσει ως ηγεσία και ως βάση ότι ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο υπάρχουν το μπλε, το κίτρινο, το κόκκινο. Ανάμεσα στο «κόμμα νέου τύπου» αλά ΚΚΕ και το «Δημοκρατικό Κόμμα» των παραγόντων υπάρχει όλο το φάσμα διαβαθμίσεων ενός πραγματικά λαικού κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς που ήρθε για να μείνει και να προσφέρει στον τόπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου