Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2016

Όταν ο Μπομπ Ντίλαν συνάντησε τον Βάρναλη

Του Νίκου Σαραντάκου
Με τον τίτλο που διάλεξα να βάλω, υπάρχει φόβος να μου πείτε ότι επιδιώκω να προσελκύσω αναγνώστες με εντυπωσιακούς αλλά παραπλανητικούς τίτλους. Συναντήθηκαν ποτέ ο Κώστας Βάρναλης με τον Μπομπ Ντίλαν; Παρά τη μεγάλη διαφορά ηλικίας, θα μπορούσαν -θεωρητικά- να έχουν συναντηθεί, ας πούμε στη δεκαετία του 1960, αλλά αυτό δεν συνέβη ποτέ. Χρησιμοποιώ μεταφορικά τον όρο «συνάντηση», κάτι που συμβαίνει συχνά όταν αναφερόμαστε σε συγγραφείς και γενικότερα σε ανθρώπους της τέχνης -συναντήθηκαν μέσα από το έργο τους.
Δεν νομίζω ότι ο ένας ήξερε το έργο του άλλου -η συνάντηση που λέω έγινε σε ουδέτερο έδαφος, σε ένα μνημόσυνο, αφού κι οι δυο αφιέρωσαν ένα έργο τους, ποίημα ο Βάρναλης και τραγούδι ο Ντίλαν, στον ίδιο νεκρό, σε έναν δεκατετράχρονο μαύρο που έπεσε θύμα άγριας ρατσιστικής δολοφονίας στην πολιτεία του Μισισιπή, τον Έμετ Τιλ.
Η δολοφονία του Έμετ Λιούις Τιλ έγινε στα τέλη Αυγούστου του 1955. Ο δεκατετράχρονος μαύρος, που κατοικούσε στο Σικάγο, είχε πάει για το καλοκαίρι σε συγγενείς στον Μισισιπή. Μαζί με άλλους μαύρους έφηβους μπήκε στο μπακάλικο του χωριού, που το κρατούσε η 21χρονη (λευκή) Καρολίνα Μπράιαντ, και της μίλησε με οικειότητα, ενώ φεύγοντας σφύριξε κολακευτικά (αργότερα μαθεύτηκε ότι ο Τιλ είχε σοβαρό πρόβλημα με το τραύλισμα και γι’ αυτό σφύριζε τα λόγια του).
Τέτοια τόλμη, από έναν ξενοφερμένο, έκανε αίσθηση στη μικρή κοινωνία όπου ο φυλετικός διαχωρισμός βασίλευε. Μερικές μέρες αργότερα, επέστρεψε ο σύζυγος της μπακάλισσας, που έλειπε σε εκδρομή για ψάρεμα, και όταν έμαθε τα καθέκαστα πήγε, μαζί με τον ετεροθαλή αδελφό του στο σπίτι όπου φιλοξενιόταν ο Έμετ Τιλ. Μπήκαν μέσα στις 2 το πρωί της 28ης Αυγούστου, άρπαξαν τον νεαρό, τον φόρτωσαν στο αυτοκίνητο και έφυγαν. Τον βασάνισαν, τον χτύπησαν, τον πυροβόλησαν, τον έριξαν στο ποτάμι. Δυο-τρεις μέρες αργότερα το παραμορφωμένο πτώμα του ανέβηκε στην επιφάνεια και βρέθηκε. Το κεφάλι του ήταν ένας άμορφος πρησμένος όγκος, και οι αρχές ήθελαν να θαφτεί χωρίς να ανοιχτεί το φέρετρο -αλλά η μητέρα του επέμεινε κι έτσι όλοι είδαν το φρικτό θέαμα.




Έχει και χειρότερα. Μπορεί στον Βορρά να είχε ξεσηκωθεί κατακραυγή, αλλά η δίκη έγινε στον Μισισιπή. Και στη δίκη, η υπεράσπιση εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι το πτώμα ήταν παραμορφωμένο και αμφισβήτησε την ταυτότητα του νεκρού: ο Έμετ Τιλ είναι ζωντανός και κρύβεται και το πτώμα το έριξαν στο ποτάμι άνθρωποι του NAACP (της οργάνωσης για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων). Στις 23 Σεπτεμβρίου οι ένορκοι, όλοι τους λευκοί, ύστερα από συνεδρίαση 67 μόλις λεπτών (μαζί με διάλειμμα για αναψυκτικά) απάλλαξαν ομόφωνα τους δυο κατηγορουμένους.

Έχει κι ακόμα χειρότερα. Οι δυο αθωωμένοι φονιάδες, έδωσαν συνέντευξη σε μεγάλο περιοδικό, όντας πλέον σίγουροι ότι δεν πρόκειται να δικαστούν ξανά (πρόκειται για τη νομική αρχή του double jeopardy, που επιβάλλει το ακαταδίωκτο για αδίκημα για το οποίο κάποιος έχει ήδη δικαστεί (νομίζω εμείς το λέμε λατινοπρεπώς non bis in idem, όχι δυο φορές για το ίδιο πράγμα). Στη συνέντευξη αυτή ομολόγησαν ότι εκείνοι είχαν σκοτώσει τον Τιλ, αν και είπαν ότι ήθελαν απλώς να τον τρομάξουν για να μάθει τη θέση του. Βρήκα ένα απόσπασμα από τα λόγια του ενός φονιά, που το αφήνω αμετάφραστο, όχι επειδή είναι δύσκολη η επιχειρηματολογία του αγριάνθρωπου αλλά επειδή η οργή κάνει το αίμα μου να κοχλάζει.
Well, what else could we do? He was hopeless. I’m no bully; I never hurt a nigger in my life. I like niggers—in their place—I know how to work ’em. But I just decided it was time a few people got put on notice. As long as I live and can do anything about it, niggers are gonna stay in their place. Niggers ain’t gonna vote where I live. If they did, they’d control the government. They ain’t gonna go to school with my kids. And when a nigger gets close to mentioning sex with a white woman, he’s tired o’ livin’. I’m likely to kill him. Me and my folks fought for this country, and we got some rights. I stood there in that shed and listened to that nigger throw that poison at me, and I just made up my mind. ‘Chicago boy,’ I said, ‘I’m tired of ’em sending your kind down here to stir up trouble. Goddam you, I’m going to make an example of you—just so everybody can know how me and my folks stand.‘
Η υπόθεση του Έμετ Τιλ έκανε πάταγο στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά στον ελληνικό τύπο δεν προβλήθηκε και πολύ, όχι μόνο εξαιτίας της απόστασης αλλά επειδή τον Σεπτέμβριο του 1955 η προσοχή μας ήταν εύλογα στραμμένη ολοκληρωτικά στο σεπτεμβριανό πογκρόμ κατά των Ρωμιών της Πόλης.


Τρία χρόνια αργότερα είχαμε ένα άλλο ρατσιστικό έγκλημα, πολύ παρόμοιο, που όμως έκανε πολύ λιγότερη αίσθηση. Στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμας, ένας δεκαεφτάχρονος μαύρος, ο Γκας Φόστερ, τηλεφώνησε σε μια λευκή και της ζήτησε να βγουν. Εκείνη ειδοποίησε την αστυνομία, που της έδωσε εντολή να συνεχίσει να του μιλάει. Οι αστυνομικοί εντόπισαν τον τηλεφωνικό θάλαμο από τον οποίο γινόταν η συνδιάλεξη και σε λίγο κατέφθασε ένα περιπολικό γεμάτο αστυνομικούς που άνοιξαν αμέσως πυρ. Τοπικός δικαστής απεφάνθη ότι η ανθρωποκτονία ήταν δικαιολογημένη (justifiable homicide -ή ‘δικαιολογήσιμη;’)
Τότε ο Βάρναλης, διαβάζοντας για το περιστατικό, θυμήθηκε και τη δολοφονία του Έμετ Τιλ και έγραψε το ποίημα που θα δούμε πιο κάτω.
Να κάνουμε όμως μια παρένθεση. Την άνοιξη του 1958 ο Βάρναλης έπεσε βαριά άρρωστος και νοσηλεύτηκε για εφτά περίπου μήνες, μεταξύ άλλων στον Ευαγγελισμό. Τότε διέκοψε αναγκαστικά τη συνεργασία του με την εφημερίδα Αυγή όπου έγραφε πρωτοσέλιδο χρονογράφημα σχεδόν καθημερινά, και συνταξιοδοτήθηκε ως δημοσιογράφος.
Κατά την πολύμηνη νοσηλεία του, ο Βάρναλης ξανάρχισε να γράφει ποιήματα -κι έτσι, ενώ στις δύο προηγούμενες δεκαετιες ελαχιστα ποιήματα είχε δημοσιεύσει, κυριολεκτικά μετρημένα στα δάχτυλα, στους μήνες της νοσηλείας ολοκλήρωσε το θεατρικό του έργο «Άτταλος ο 3ος» και έγραψε πάνω από δέκα ποιήματα, που τα δημοσίευσε σε εφημερίδες και περιοδικά, κυρίως την Αυγή και την Επιθεώρηση Τέχνης.
Δεν είναι του παρόντος να εξηγήσουμε την ποιητική του σιωπή, που πάντως πρέπει να οφείλεται και στην κόπωση που ένιωθε από τη δουλειά του στις εφημερίδες, που τον εξουθένωνε και δεν του άφηνε δημιουργικές δυνάμεις. Το γεγονός είναι ότι μόλις σταμάτησε (αναγκαστικά) να δουλεύει στις εφημερίδες, ξανάρχισε να γράφει ποιήματα.
Το εμπνευσμένο από τα ρατσιστικά εγκλήματα ποίημα του Βάρναλη έχει τίτλο «Αλαμπάμα» και δημοσιεύτηκε στην Αυγή στις 21 Σεπτεμβρίου 1958. Σύμφωνα με την τοποχρονολογική σήμανση, γράφτηκε στον Ευαγγελισμό έξι μέρες νωρίτερα. Μονοτονίζω και εκσυγχρονίζω ελάχιστα την ορθογραφία. Το ποίημα κυκλοφορεί και στο Διαδίκτυο αλλά με πολλά λάθη.
«Αλαμπάμα»
Εμμερυ Χιλλ – Γκυ Φόστερ
Άμα ο Θεός αμόλησεν τους άξιους πρωτοπλάστους
απ’ το στενόν παράδεισο, κι όλης της γης την άπλα
τους χάρισε βασίλειο τους, Αμέρικα – Ιγγλιτέρα,
την πύρινη ρομφαία του τους έδωσε κι: – «Αμέτι»!
Με της ρομφαίας μου τη φωτιά με της ρομφαίας την κόψη
στη Γης να διαφεντεύετε το Δίκιο, την Ειρήνη!
***
Λαός δεν έμεινε λευκός ή κίτρινος ή μαύρος
που να μη χάρηκε βαθιά στα κόκαλα το Δίκιο
και να μην τρώγει μ’ αίματα και μ’ ίδρο την μπουκιά του
και που να μην πεθαίνει αυτός να ζει τ’ αφεντικό του.
***
Ένα νεγράκι, Εμμερυ Τιλλ, κατράμι των αιώνων,
εσφύριξε σε μια λευκή νεράιδα που περνούσε
κι ευτύς του κόψαν τ’ απαυτά να μην ξανασφυρίξει
παράδειγμα και μάθημα για κάθε Τιλλ του κόσμου.
Με μαύρα γράμματα σε ηλιού και φεγγαριού το δίσκο
Εμμερυ Τιλλ εγράψανε να βλέπουν να φοβούνται
άσπροι, μαύροι και κίτρινοι να μην ποτέ σφυρίξουν
μα να φιλούν ευλαβικά την άγιαν άλυσό τους.
Και να τώρα ξανάγραψεν η Θεά Δικαιοσύνη
δεύτερο μαύρον όνομα και σ’ ήλιο και φεγγάρι.
Γκυ Φόστερ, δεκαφτά χρονών, μαύρος κι αυτός μιας μαύρης
μοναχοπαίδι, στήριγμα κι ελπίδα της φυλής του
τι μίλησε σε μια λευκή από ‘να δρόμο σ’ άλλο.
Και τότε ο άγγελος φρουρός της Παξ Αμερικάνα
του φύτεψε μιαν πιστολιά στο μαύρο του κροτάφι
για να σωθούν όλ’ οι λαοί κίτρινοι, μαύροι κι άσπροι.
***
Προσπέφτουμε στα γόνατα για να προσευχηθούμε
να κόβει μέρες μας ο Θεός και να σας δίνει χρόνους
ξεσοϊσμένοι Θούληδες κι αισχροί Νεοκοσμίτες
να δώσετε μιαν πιστολιά σ’ όλης της Γης το μαύρο
κροτάφι, μάιδε να σφυράει και μάιδε να μιλάει!
***
«Για ιδέστε τον αμάραντο σε τι γκρεμό κρατιέται
τον τρων τα λάφια και ψοφούν, τ’ αρκούδια και μερώνουν
να ‘χε τον φάει κι η μάνα μας να μη μας εγεννούσε».
Όχι!… Μ’ αυτά τα χέρια μας στα βάθη της αβύσσου,
να τους γκρεμοτσακίσουμε τους Δράκοντες του κόσμου!
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ
«Ευαγγελισμός» 15/9/58
Προσέξτε ότι το ποίημα είναι γραμμένο σε ανομοιοκατάληκτο, αλλά όχι ελεύθερο στίχο, κάτι που συμβαίνει και με αρκετά άλλα όψιμα ποιήματα του Βάρναλη (αντίθετα, τα ποιήματα της πρώτης περιόδου του έχουν σχεδόν όλα -αν δεν κάνω λάθος- ρίμα).
Επίσης, υπάρχουν λαθάκια στα ονόματα των δυο θυμάτων, Έμμερυ αντί για Έμετ και Γκυ αντί για Γκας, ενώ στον υπότιτλο του ποιήματος γράφεται Χιλ αντί για Τιλ (μέσα στο ποίημα, το επώνυμο γράφεται σωστά).
Η αναφορά του ποιήματος σε «ξεσοϊσμένους Θούληδες» πρέπει να εννοεί τα μέλη της πρωτοναζιστικής Thule Gesellschaft, όσο κι αν υπάρχει μεγάλη απόσταση από τη Γερμανία του 1920 στην Αλαμπάμα του 1958.
Ο Ντίλαν, πάλι, έγραψε ένα τραγούδι για τη δολοφονία του Έμετ Τιλ το 1962, που δείχνει ότι η ανάμνηση του εγκλήματος έμενε νωπή. Τον ακούμε από ραδιοφωνική εκπομπή:


Να δούμε και τα λόγια
Twas down in Mississippi not so long ago
When a young boy from Chicago town stepped through a Southern door
This boy’s dreadful tragedy I can still remember well
The color of his skin was black and his name was Emmett Till
Some men they dragged him to a barn and there they beat him up
They said they had a reason, but I can’t remember what
They tortured him and did some things too evil to repeat
There were screaming sounds inside the barn, there was laughing sounds
out on the street
Then they rolled his body down a gulf amidst a bloody red rain
And they threw him in the waters wide to cease his screaming pain
The reason that they killed him there, and I’m sure it ain’t no lie
Was just for the fun of killin’ him and to watch him slowly die
And then to stop the United States of yelling for a trial
Two brothers they confessed that they had killed poor Emmett Till
But on the jury there were men who helped the brothers commit this awful crime
And so this trial was a mockery, but nobody seemed to mind
I saw the morning papers but I could not bear to see
The smiling brothers walkin’ down the courthouse stairs
For the jury found them innocent and the brothers they went free
While Emmett’s body floats the foam of a Jim Crow southern sea
If you can’t speak out against this kind of thing, a crime that’s so unjust
Your eyes are filled with dead men’s dirt, your mind is filled with dust
Your arms and legs they must be in shackles and chains, and your blood
it must refuse to flow
For you let this human race fall down so God-awful low!
This song is just a reminder to remind your fellow man
That this kind of thing still lives today in that ghost-robed Ku Klux Klan
But if all of us folks that thinks alike, if we gave all we could give
We could make this great land of ours a greater place to live
Ο Ντίλαν αφηγείται τα περιστατικά της δολοφονίας με μεγάλη λεπτομέρεια και στον επίλογο καλεί σε συστράτευση ενάντια στον ρατσισμό και την Κου Κλουξ Κλαν.
Τόσο το ποίημα του Βάρναλη ρητά όσο και το τραγούδι του Ντίλαν έμμεσα αναφέρουν ότι οι φονιάδες είχαν ευνουχίσει τον Τιλ, όπως πράγματι είχε κυκλοφορήσει τότε -ωστόσο, διαβάζω στη Βικιπαίδεια ότι αυτό δεν είναι ακριβές.
Ένα άλλο κοινό στοιχείο ανάμεσα στα δυο έργα είναι ότι οι δημιουργοί τους δεν τα ανέδειξαν περαιτέρω. Ο Βάρναλης δεν συμπεριέλαβε την «Αλαμπάμα» στη συλλογή του «Οργή λαού», ενώ έβαλε άλλα ποιήματα της ίδιας περιόδου. Ίσως αυτό να οφείλεται στον επικαιρικό χαρακτήρα του ποιήματος, ίσως πάλι να το θεώρησε υποδεέστερο. Ο Ντίλαν, πάλι, δεν έβαλε το The Death of Emmett Till στους δίσκους που έβγαλε εκείνη την περίοδο -μόνο αργότερα κυκλοφόρησε το τραγούδι σε δίσκο.
Πολύ γνωστότερο είναι ένα άλλο τραγούδι διαμαρτυρίας του Ντίλαν αφιερωμένο σε μια ρατσιστική δολοφονία, το The Lonesome Death of Hattie Carroll -το 1963, στο Μέριλαντ, ένας γόνος μιας ισχυρής οικογένειας με φυτείες καπνού και συμμετοχή στην τοπική πολιτική ζωή, μεθυσμένος, σκότωσε για πλάκα μια μαύρη σερβιτόρα, μητέρα δέκα παιδιών, χτυπώντας την με το μπαστούνι του -και καταδικάστηκε σε… 6 μήνες φυλάκιση και 500 δολάρια πρόστιμο. Το τραγούδι αυτό περιλαμβάνεται στον δίσκο The Times they are a-Changing. Εδώ σε λάιβ εκτέλεση:

Εξήντα χρόνια μετά τη δολοφονία του Εμετ Τιλ, με μαύρο πρόεδρο στις ΗΠΑ, η αστυνομία συνεχίζει να σκοτώνει αδίστακτα, και σε μεγάλο βαθμό ατιμώρητα, άοπλους αθώους μαύρους. Να γράφονται και γι’ αυτούς τους φόνους ποιήματα και τραγούδια;

Ανάρτηση από: https://sarantakos.wordpress.com

Ευχαριστώ τον φίλο Γιώργο Κ.

http://blogvirona.blogspot.gr/2016/10/blog-post_600.html



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου