Στέλιος Κούλογλου |
Τρακτέρ γυρίζουν στους κεντρικούς δρόμους της Βαρκελώνης φορτωμένα με σημαίες της Καταλονίας, οι διαδηλώσεις των φοιτητών διαδέχονται αυτές των εργαζόμενων, στις γειτονιές σκαρφίζονται διάφορα κόλπα για να κρατήσουν ανοιχτά τα σχολεία που θέλει να κλείσει η κυβέρνηση της Μαδρίτης για να μην χρησιμοποιηθούν για εκλογικά κέντρα στο δημοψήφισμα της Κυριακής. Και η όλη υπόθεση με την ανεξαρτησία της Καταλονίας, ίσως θα διδάσκεται στο μέλλον ως μάθημα, για το τι ΔΕΝ πρέπει να κάνει μια εξουσία, αν θέλει να διατηρήσει ενωμένη μια χώρα.
Η διάσταση Μαδρίτης-Βαρκελώνης έχει βαθιές ιστορικές ρίζες, πολύ αίμα και καταπίεση ιδίως στη διάρκεια της δικτατορίας του Φράνκο, αλλά μετά την πτώση της τελευταίας θα μπορούσε να είχε διευθετηθεί με δημοκρατικό τρόπο. Αυτό πήγε να γίνει το 2006, με την υιοθέτηση ενός νέου καθεστώτος αυτονομίας με την υποστήριξη της σοσιαλιστικής κυβέρνησης του Ζαπατέρο και της αριστεράς της Καταλονίας.
Το Λαϊκό Κόμμα της ισπανικής δεξιάς, αντίθετο ιστορικά με τις διεκδικήσεις των Καταλανών, έτοιμο να εκμεταλλευθεί τον ισπανικό εθνικισμό για εκλογικούς λόγους, προσέφυγε στο συνταγματικό Δικαστήριο που ακύρωσε μια σειρά από άρθρα της συμφωνίας. Μετά από αυτό το «πραγματικό πραξικόπημα» όπως το αποκαλούν εδώ στη Βαρκελώνη, ξεκίνησε η κλιμάκωση της διαμάχης ανάμεσα στις δύο πλευρές. Με αποτέλεσμα, πάνω από το 40% των Καταλανών να υποστηρίζουν σήμερα την πλήρη ανεξαρτησία του έθνους τους, την στιγμή που το 2010 το ποσοστό τους δεν ξεπερνούσε το 10%.