Σάββατο 11 Μαΐου 2019

Τηλέμαχος Χυτήρης: «Δεν μιλάω σήμερα για πολιτική, θέλοντας να τιμήσω το παρελθόν μου»

Ποιητής πολύ πριν να γίνει πολιτικός, πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ, σύντροφος επί σειρά ετών του Ανδρέα Παπανδρέου και σύζυγος της τραγουδίστριας Μαρίας Φαραντούρη, ο Τηλέμαχος Χυτήρης δίνει μια σπάνια συνέντευξη - απολογισμό της μέχρι τώρα ζωής του! 

Ο Τηλέμαχος Χυτήρης, γιος του περίφημου Κερκυραίου λόγιου Γεράσιμου Χυτήρη, είναι ένας από τους πιο μετριοπαθείς και συμπαθείς ανθρώπους που ανέδειξε ο πολιτικός βίος αυτής της χώρας από τη Μεταπολίτευση και μετά. 

Ξέχωρα από την πολιτική του ιδιότητα και την αναγνωρισιμότητα του γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, ο Χυτήρης είναι κι ένας ποιητής αξιόλογος, η ενασχόληση του οποίου με τον ποιητικό λόγο ξεκινάει από την πρώιμη νιότη του. Από τότε που ήταν φοιτητής στην Ιταλία και έδινε το αίμα του υπέρ του αντιδικτατορικού αγώνα, ενταγμένος μέσα σ' όλα τα πρωτοποριακά πολιτικά και καλλιτεχνικά κινήματα. 

Στην ακόλουθη συνέντευξη - ποταμό, δέχτηκε με προθυμία να κάνει έναν απολογισμό ζωής, ίσως για πρώτη φορά δημόσια, αναφερόμενος, όπως ήταν και αναμενόμενο, σε μυθικά πρόσωπα και καταστάσεις από την τέχνη και την πολιτική της Ελλάδας του 20ου αιώνα!
 
(Φωτογραφία: Αγγελική Παπαϊωάννου)

Κύριε Χυτήρη, είστε λάτρης των μικρών σύντομων ποιημάτων. Να είστε άραγε το ίδιο ολιγόλογος και σαν άνθρωπος; 

Απολύτως! Από παλιά δεν μου άρεσαν αυτοί που έλεγαν πολλά λόγια. Αυτοί που «ξέφευγαν» κι έλεγαν τα παραπανίσια. 

Αυτοί που μιλούσαν για τον εαυτό τους ή γενικώς; 

Για τον εαυτό τους κυρίως. Εγώ μια ζωή ήμουν υπέρ του ουσιαστικού και κατά του περιττού. 

Ήταν και ο πατέρας σας έτσι; 

Ναι, από κει τό'χω πάρει. Έγραφε, διάβαζε πολύ, αλλά ήταν ολιγόλογος κι αυτός. Έναν αδερφό που έχω, εφτά χρόνια μεγαλύτερος μου, επίσης βάδιζε στα ίδια χνάρια. 

Ένας άνθρωπος που δεν πολυμιλάει γίνεται αυτομάτως πιο παρατηρητικός. 

Βεβαίως! Δεν θέλει να φαίνεται ο ίδιος, αλλά να παρατηρεί τους άλλους που μιλάνε. 

Πόσο μάλλον όταν είναι ποιητής και τα δικά σας ποιήματα είναι κατ'εξοχήν αποτελέσματα παρατηρητικότητας. 

Οπωσδήποτε. Ούτως ή άλλως για μένα η ποίηση είναι αυτό που δε φαίνεται, η αθέατη πλευρά της σελήνης. Για να μπορέσεις να δεις αυτό που δεν φαίνεται, πρέπει να το εσωτερικεύσεις. Για να γίνει μετά ποίημα είναι μια διαδικασία αρκετά βασανιστική. Ποτέ δεν μ' άρεσε στην ποίηση μου να λέω αυτό που φαίνεται, προσπαθούσα να βρω την αιτία πίσω απ' τα πράγματα. Δεν ήμουν ποτέ κραυγαλέος, δεν μ' αρέσουν τα κραυγαλέα. 

Αλήθεια λέτε, πολλά από τα ποιήματα σας έχουν έναν κρυπτικό χαρακτήρα. 

Ή και υπαινικτικό, επιγραμματικό. Να σκεφτείτε ότι η πρώτη μου συλλογή βγήκε όταν ήμουν στην Ιταλία διωγμένος, απομονωμένος, μου είχανε κόψει τα χρήματα, δεν είχα καν διαβατήριο. Ακόμη κι αυτά τα ποιήματα μου, εκείνης της περιόδου, δεν είναι κραυγαλέα. 

Στρατευμένα θέλετε να πείτε. 

Όχι, καθόλου! Στην Ιταλία βρέθηκα κανονικά, γιατί από την Κέρκυρα που κατάγομαι, υπήρχαν πολλά παιδιά που πήγαιναν εκεί. Υπήρχε η θαλάσσια συγκοινωνία και μπορούσες να πηγαινοέρχεσαι για Πάσχα, Χριστούγεννα, καλοκαίρι. Η μάνα μου μού'λεγε «Τι ωραία, θα βλέπω που θα έρχεσαι με το καράβι από απέναντι». Δε με είδε ποτέ! Πήγα, έγινε δικτατορία και δεν γύρισα! 

Είχατε κρατήσει επικοινωνία μαζί τους; 

Κάνανε μια προσπάθεια να έρθουν να με δουν, αλλά τους απαγορεύτηκε η έξοδος από την Ελλάδα. Τα γράμματα που ανταλλάζαμε - τα έχω φυλαγμένα ακόμα - ήταν λογοκριμένα, είχαν τη στάμπα της λογοκρισίας απάνω, οπότε γράφαμε τα τυπικά μόνο. 

Στην Ιταλία άρχισε να διαμορφώνεται η πολιτική σας συνείδηση και ταυτότητα; 

Είχα αρχίσει από την Ελλάδα, από τις τελευταίες τάξεις του Γυμνασίου, ένα χρόνο πριν πάω στην Ιταλία. Προερχόμουν από ένα δημοκρατικό σπίτι, βάλε και τις παρέες...Το '65 είχα έρθει και στην Αθήνα που έβραζε! Ήταν η Αποστασία και η Κάθοδος του Γέρου απ' το Καστρί στο κέντρο, που είχε πλημμυρίσει από κόσμο. Κάθε μέρα γίνονταν μεγάλες διαδηλώσεις στην Αθήνα από νεολαία. Ήμουν στη διαδήλωση που σκοτώθηκε ο Πέτρουλας στη Χρήστου Λαδά και μετά είχα πάει στην κηδεία του.
(Φωτογραφία: Αγγελική Παπαϊωάννου)

Άρα μιλάμε για πλήρη πολιτική συνείδηση. 

Αποκορύφωμα της, όμως, ήταν η ένταξη μου στους Λαμπράκηδες. Όλοι ήταν στους Λαμπράκηδες, οι πάντες, ακόμα και τα παιδιά των αστών. Ήταν φαινόμενο οι Λαμπράκηδες, δεν ήταν απλά η νεολαία ενός κόμματος. Η ΕΔΑ, ας πούμε, είχε τη νεολαία της, οι Λαμπράκηδες ήταν ένα μαζικό κίνημα. 

Ο πατέρας σας ενέκρινε την πολιτικοποίηση σας; 

Δεν μίλαγε ποτέ ο πατέρας μου! Ήταν πάντα δίπλα μου χωρίς να εκδηλώνεται ή ν' ασκεί κριτική. Ακόμα κι όταν στην Ιταλία είχα πάρει την πρωτοβουλία για να γίνει μία αντιδικτατορική διαδήλωση, για τη Φλωρεντία μιλάω που βρίσκεται στο μέσο της Ιταλίας και θα μάζευε κόσμο απ' όλα τα πανεπιστήμια, τα ραδιόφωνα μετέδιδαν εδώ: «Κάποιοι αλήτες, μαλλιάδες, αναρχικοί διαδήλωσαν στην Ιταλία εναντίον της πατρίδος μας», αναφέροντας φυσικά το όνομα μου μαζί με άλλους τέσσερις φοιτητές. Ο πατέρας μου το άκουσε απ' το ραδιόφωνο και λογικά «σφίχτηκε» κάπως, διότι δεν ξέραμε που θα πάνε τα πράγματα. Εμείς θεωρούσαμε αδιανόητο να υπάρχει χούντα στην πατρίδα και να απολαμβάνουμε την ελευθερία μιας δημοκρατικής ξένης χώρας. Η Ιταλία τότε, ξέρετε, δεν είχε καμία σχέση με τη σημερινή. Όσοι είχαν τα κυβερνητικά πόστα προέρχονταν από την Αντίσταση στο ναζισμό και τον Μουσολίνι. Αυτοί όλοι μας περιέθαλψαν, ήταν μαζί μας στον αγώνα μας. 

Κι απ' την άλλη υπήρχαν ο Pasolini, ο Demetrio Stratos, μια έκρηξη τεχνών. 

Α, μην το συζητάτε! Τον Stratos δεν έτυχε να τον συναντήσω, γνώρισα εκεί όμως τον Ελληνοκύπριο τον Cat Stevens που πριν μερικά χρόνια έγινε ισλαμιστής. Μου άρεσαν πολύ οι μπαλάντες του! Πάνω απ' όλα εκείνη την περίοδο η Ιταλία ήταν το σημαντικότερο πολιτικό εργαστήρι! Μετά έγινε κι ο Μάης του '68, οπότε τρέξαμε κι εκεί. 

Κι εσείς στα οδοφράγματα του Καρτιέ Λατέν; 

Μα τι λέτε, να γίνει ο Μάης του '68 και να μην πάμε; Δεν υπήρχε περίπτωση! Λάβαμε μέρος στις διαδηλώσεις στο Παρίσι, πάντα μαζί με τους άλλους Έλληνες, αφού θέλαμε πάντα να δείχνουμε τη δική μας κατάσταση μέσα απ' τις άλλες. Προείχε στα πάντα ο αντιδικτατορικός αγώνας. 
Φοιτητής στην Ιταλία (φωτογραφία: Αρχείο Τηλέμαχου Χυτήρη)

Συμπέρασμα: Η πρώιμη νιότη σας πέρασε μέσα στην επαναστατικότητα, αλλά δεν είχατε γράψει αράδα ακόμα! 

Ακριβώς. Γύρω στο '69 - '70 άρχισα να γράφω. 

Ορμώμενος από τι; 

Δεν ξέρω...Διάβαζα πάρα πολύ, βέβαια, ώσπου μια μέρα, εκεί στις μοναξιές μου, πήρα το μολύβι και ξεκίνησα να γράφω ποιήματα. 

Μπήκαν όλα στην πρώτη συλλογή σας ή κάποια πετάχτηκαν, αναθεωρήθηκαν κλπ.; 

Τα περισσότερα τα κράτησα αυτούσια με κάποια «χτενίσματα», εννοείται. Δεν ήμουν δηλαδή ποιητής που έγραφε απ' τα 14 του, όπως έχει γίνει με άλλους. Ως ποιητής ξεκίνησα ώριμος στα 22, στα 23 μου. 

Μπορεί να ήταν καλύτερο αυτό, να είχατε αφομοιώσει πολλά πράγματα. 

Πιθανώς. Εγώ έκανα παρέα με τους Ιταλούς, που με είχαν συμπαθήσει, γιατί μιλούσα εναντίον της δικτατορίας σε δημόσιες εκδηλώσεις. Όταν οι Ιταλοί έκαναν εκδηλώσεις, είτε κομμουνιστές, είτε αριστεριστές, θέλανε κι έναν Έλληνα που να λέει για τη χούντα στην Ελλάδα. Με ανέβαζαν απάνω, τον νεαρό τον Έλληνα τον φοιτητή τον δημοκράτη, κι έλεγα πέντε πράγματα για την κατάσταση εδώ.
 
(Φωτογραφία: Αγγελική Παπαϊωάννου)

Έχετε κρατήσει φίλους από εκείνα τα χρόνια; 

Ναι...Δυστυχώς κάποιοι πέθαναν, αρκετοί ήταν και μεγαλύτεροι μου, με άλλους χαθήκαμε μεσ' στο διάβα της ζωής. Ήταν και μια Ιταλίδα που τέλειωνε φιλολογία. Ήξερε ότι γράφω ποιήματα και μου πρότεινε να της τα δώσω για να μεταφραστούν. Σάμπως ήξεραν τι έγραφα; Φίλοι μου ήτανε. Αφού μεταφράστηκαν, είπαν να τα στείλουν και σε ένα διαγωνισμό ποίησης στην Τοσκάνη. Όντως, πήγαν τα ποιήματα μου και πήρα το δεύτερο βραβείο. Μετά από καιρό ήρθε στη Ρώμη η Μαρία (σ.σ. η Φαραντούρη) και στη Ρώμη τότε έμεναν η Ειρήνη Παπά, ο Χατζιδάκις, ο Μίκης με διάφορους άλλους φίλους. Σε ένα τραπέζι βρέθηκαν όλοι με τον Τίτο Πατρίκιο, ο οποίος ζούσε στο Παρίσι. Του είπαν «Πως από δω;» και τους εξήγησε πως τον κάλεσαν να μπει στην επιτροπή ενός διαγωνισμού ποίησης. «Μάλιστα» λέει, «ήταν κι ένας Έλληνας που του δώσαμε το βραβείο». «Σοβαρά;» αναφώνησαν αυτοί, «Ναι, ο Τηλέμαχος Χυτήρης» απαντάει, οπότε του κάνουν: «Καλά, τον Τηλέμαχο δεν ξέρεις;» Εγώ ήμουν ήδη ζευγάρι με τη Μαρία και με είχαν γνωρίσει όλοι. Ο Τίτος τότε τους είπε το φοβερό: Δεν είχε ιδέα για μένα, αφού ο φάκελλος ήταν σφραγισμένος κι απ' έξω μού είχαν βάλει ένα ιταλικό ψευδώνυμο. 

Θα ήταν μια ικανοποίηση όλο αυτό. 

Ήταν μια ικανοποίηση, αλλά μέχρι εκεί! Ήτανε απλά μεταφρασμένα στα ιταλικά τα ποιήματα μου. Σημαντική ήταν η παρότρυνση του συγκάτοικου μου στο φοιτητικό δωμάτιο! Με πίεζε να τα στείλω στην Ελλάδα, «τι κάνεις» μου έλεγε «με βραβευμένα ήδη τα ποιήματα σου στην Ιταλία;» Εγώ σκεφτόμουν τώρα ποιος ν' ασχοληθεί με ποιήματα στην Ελλάδα μεσ' στον κακό χαμό της δικτατορίας; Τέλος πάντων, κάποια στιγμή μας την «έδωσε» και τα στείλαμε στον Κέδρο. Μετά από δυο μήνες έλαβα μια επιστολή, την οποία υπέγραφε η Αθηνά Καλλιανέση, η διευθύντρια του Κέδρου: «Κύριε Χυτήρη, ενέκρινε τα ποιήματα σας ο αναγνώστης του Κέδρου, οπότε σας ενημερώνουμε ότι θα τυπωθούν μετά από μερικούς μήνες». Τότε χάρηκα πάρα πολύ πραγματικά! Αναγνώστης του Κέδρου ήταν ο Γιάννης Ρίτσος. Αυτός λάμβανε τα ποιήματα, τα διάβαζε και όσα ενέκρινε, τυπώνονταν και εκδίδονταν. Εννοείται πως αυτό εγώ δεν το ήξερα, το κατάλαβα όταν γύρισα από την Ιταλία και πέρασα από τον εκδοτικό οίκο. 

Μετά τη δικτατορία. 

Όχι, ήταν ακόμα η δικτατορία! Εγώ είχα το δίλημμα: «Να γυρίσω στην Ελλάδα που τέλειωσα με τα πανεπιστημιακά μου ή να βρω δουλειά εδώ να μείνω έξω και τέρμα η Ελλάδα;» Πήρα τη μεγάλη απόφαση με το ρίσκο της σύλληψης. Μου φαινόταν αδιανόητο να μη μπορώ να γυρίσω στην πατρίδα μου. Τι θα γίνει, έλεγα, θα κάθομαι έξω να κάνω τον επαναστάτη; Με τη Μαρία, που ήταν επίσης εξόριστη, ήμασταν αρκετά χρόνια μαζί, από το καλοκαίρι του '68 για την ακρίβεια. Βρισκόμασταν στο 1973, που σας λέω, κι εκείνη τριγυρνούσε στη Λατινική Αμερική με τον Μίκη. Της το είπα: «Μαρία, εγώ θα γυρίσω, θα το ρισκάρω»! Ανήκα τότε σε μία οργάνωση που βγάζαμε στο εξωτερικό Έλληνες κυνηγημένους. 

Αληθεύει αυτό που μου είπε προ μηνών ο φίλος σας, ο Τούρκος Zulfu Livaneli, ότι εσείς είχατε φυγαδεύσει και τον σκηνοθέτη Γιλμάζ Γκιουνέι από το τουρκικό έδαφος; 

Δεν ξέραμε πως βοηθήσαμε ειλικρινά! Δεν ξέραμε ποιον και πως τον βοηθάμε! Βάζαμε μπροστά τις όποιες γνωριμίες είχαμε και γινόταν κινητοποίηση. Λίγα χρόνια πριν, από δω, απ' την Ελλάδα, βγάλαμε πολλούς. Ερχόταν ο Ιταλός με το ιταλικό διαβατήριο του Έλληνα που ήταν να φυγαδευτεί. Συναντιόνταν, τον έβαζε στ' αυτοκίνητο και τον πέρναγε απ' την πρώην Γιουγκοσλαβία και μετά στην Ιταλία. Πολλούς είχαμε φυγαδεύσει, ονόματα δεν λέω, τους οποίους μετά έβλεπα στην τηλεόραση να συζητάνε. Ούτε αυτοί ξέρουν ποιος τους φυγάδευσε! Που να ξέρουν; Αυτοί έβλεπαν έναν Ιταλό μόνο με το ιταλικό διαβατήριο τους. Ποτέ δεν τους είπα τίποτα. 

Γιατί αυτό; 

Δεν μ' άρεσε...Όπως εγώ κι η Μαρία, μέσα σ' όλα τα ευεργετήματα που έγιναν μετά από χρόνια για τους αντιστασιακούς, δεν δεχτήκαμε τίποτα! Θα είχα εφτά χρόνια παραπάνω για τη σύνταξη μου, η Μαρία το ίδιο. Αν δεχόταν να γίνει επισήμως αντιστασιακή, θα είχε τώρα βουλευτική σύνταξη. Έλεγε όμως: «Δεν θέλω να εκμεταλλευτώ τη θέση μου την περίοδο της δικτατορίας» και μου έλεγε: «Ούτε εσύ»! Εγώ πάλι έλεγα «Μήπως, να το δούμε και λίγο αλλιώς κλπ.» (γέλια), αλλά στο τέλος είπα: «Εντάξει, σωστά μιλάς»! 

Ήταν για σας η φωνή της λογικής η Φαραντούρη; 

Είμαστε διαφορετικοί, αλλιώς εκδηλωνόμαστε. Το καλό ήταν ότι ο ένας ασχολιόταν με τα δικά του κι ο άλλος πάλι με τα δικά του, αλλά βοηθούσαμε ο ένας τον άλλον! Δεν ήμασταν συνέχεια και μαζί - μαζί - μαζί, αφού η Μαρία αλώνιζε την υφήλιο με συναυλίες κι εγώ είχα τα κυβερνητικά μου διπλωματικά πόστα. Έρχομαι, λοιπόν, στην Ελλάδα το '73 μετά από ένα χρόνο βασανιστικού διλήμματος και μέσα σε εννιά μέρες η δικτατορία πέφτει! 

Τυχερός ήσασταν, τζάμπα η αγωνία... 

Αυτές τις εννιά μέρες, που ήταν πολύ περίεργες, τις περιγράφω σ' ένα πεζό που έχω γράψει με τίτλο 
«Ημερολόγιο επιστροφής».
 
(Φωτογραφία: Αγγελική Παπαϊωάννου)

Τι περίεργο είχαν, φαινόταν ότι ερχόταν το οριστικό τέλος της χούντας; 

Όχι. Η χούντα έπεσε μπαμ και κάτω με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο! Δεν υπήρχε κυβέρνηση στην Αθήνα! Χάσαμε τη μισή Κύπρο από τους εθνικόφρονες...Ένα απ' αυτά που συνέβησαν εκείνες τις εννιά μέρες ήταν ότι πέρασα από τον Κέδρο. Πήγα μόνο για μια μέρα στην Κέρκυρα μετά από εφτά χρόνια, διότι έπρεπε να παρουσιαστώ στο Ναυτικό στην Αθήνα. Κουρεύτηκα, πήγα στον Σκαραμαγκά και με διώξανε! 

Για ποιο λόγο; 

Διότι ήταν «ευγενές σώμα» το Ναυτικό και δεν θέλανε κομμουνιστές, με διώξανε για να πάω στο στρατό ξηράς. Εγώ ήμουν χαρακτηρισμένος αντεθνικός, άρα κομμουνιστής κλπ. Έτσι είπα να δω τι γίνεται με τα ποιήματα και πήγα απ' τον Κέδρο. Της είπα ποιος είμαι της Καλλιανέση, αυτός που του είχαν βγάλει τα ποιήματα. Σημειωτέον, κι η Καλλιανέση μόλις είχε αποφυλακιστεί, αφού την είχαν συλλάβει για ένα περιοδικό που είχε εκδώσει, τη «Συνέχεια». Εκεί η Καλλιανέση με σύστησε στον αναγνώστη τους, τον Ρίτσο. «Α, εσύ είσαι;» μου έκανε ο Ρίτσος, που κάπνιζε αρειμανίως. «Γράφεις ωραία» ήταν τα λόγια του, «Γράφε, γράφε συνέχεια»! Ως γνωστόν, ο Ρίτσος έγραφε κάθε μέρα, αλλά εμένα μου φαινόταν μια τρέλα αυτό...Που να γράφεις; Μόλις με είχαν διώξει απ' το Ναυτικό και δεν ήξερα πως θα ξεμπλέξω. Ο Ρίτσος έγραφε παντού, σε όλες τις συνθήκες, από τις διακοπές μέχρι την εξορία! Μου κάνει: «Να σου γνωρίσω και τον Γιάννη». Κοιτάω και ο Γιάννης ήταν ο Στρατής Τσίρκας, έτσι τον έλεγαν στο πραγματικό του όνομα, Ιωάννης Χατζηανδρέας! Ύστερα ο Τσίρκας είπε «Πάω να δω τον μπαρμπα-Κώστα», εννοώντας τον Βάρναλη. Ήταν στενοί φίλοι και ο Τσίρκας τον πήγαινε σπίτι του. Έτσι γνώρισα για πρώτη φορά εκεί τον Ρίτσο και τον Τσίρκα. Ο Κέδρος, πάλι, είχε ήδη στείλει από δω κι από κει τα ποιήματα μου. Ξαφνικά πήρα ένα μπιλιετάκι του Ντίνου Χριστιανόπουλου - κάπου τό'χω κιόλας: «Είναι πολύ ωραία τα ποιήματα σας, συνεχίστε»! Επίσης μου έγραψε τις εντυπώσεις του και ο Μανώλης Αναγνωστάκης, με τον οποίο συνδεθήκαμε με στενή φιλία! Μέχρι που συνεργαστήκαμε κιόλας! 

Στην ποίηση, εννοείτε; 

Στο ραδιόφωνο! Ο Μανώλης είχε μία εκπομπή στο Τρίτο Πρόγραμμα, πιθανώς επί Χατζιδάκι, σίγουρα προ ΠΑΣΟΚ. Τι ωραία ιδέα είχε, λοιπόν; Μέσω ενός συλλέκτη παλιών λογοτεχνικών περιοδικών, έπαιρνε συνεντεύξεις διαφόρων συγγραφέων και ποιητών της εποχής εκείνης, του 1925, του '30, του '40. Του Καζαντζάκη, του Σικελιανού, του Παλαμά! Ο Μανώλης υποδυόταν στον αέρα τον δημοσιογράφο κι έπαιρνε διάφορους, μεταξύ των οποίων και μένα, να κάνουμε τους λογοτέχνες. 

Υπέροχο, δραματοποιούσε παλιές συνεντεύξεις! 

Ακριβώς! Τις έκανε ζωντανές, ο άλλος άνοιγε το ραδιόφωνο κι άκουγε κάποιον να ρωτάει τον Παλαμά κι ο Παλαμάς ν' απαντάει. Κι ήταν αληθινά όλα, οι φωνές μόνο δεν ήτανε! Εγώ υποδύθηκα τρία διαφορετικά πρόσωπα στις εκπομπές με τον Αναγνωστάκη. Εξάλλου φωνητικά ήμουν παρών! 

Θέλω να πάμε στη δεύτερη ποιητική συλλογή σας, που παρουσιάσατε ένα πειραματικό ύφος, πιο «αντεργκράουντ» να το πω, στο οποίο ποτέ δεν επανήλθατε. Πως προέκυψε αυτή η γραφή; 

Προέκυψε από τα χρόνια μου στη Φλωρεντία. Ήμουν συνδεδεμένος με φίλους καλλιτέχνες που μετείχαν σε αναρχικά κινήματα, σουρεαλισμό, ντανταϊσμό. Ήμασταν μεσ' στην πρωτοπορία και τον πειραματισμό. Από κει επηρεάστηκα κι άρχισα να γράφω σε διαφορετικό στυλ, πιο πειραματικό. Όταν τέλειωσα το στρατιωτικό, έβγαλα αυτά τα ποιήματα στο «Πλέθρο». Έγιναν δεκτά από κάποιους με ενθουσιασμό και απ' άλλους απορρίφθηκαν συλλήβδην. Στους πρώτους ανήκαν ο Μιχαήλ Μήτρας, ο Νάνος Βαλαωρίτης, οι πιο «ψαγμένοι». Οι πιο «κλασικοί» αντέδρασαν! Ο Χριστιανόπουλος μού ξανάγραψε: «Τι έπαθες εσύ ξαφνικά, τι είναι αυτά που γράφεις; Εσύ είχες ξεκινήσει καλά»! Έφαγα πολλά χαστούκια! 

Συγγνώμη, αλλά εγώ απ' όλα σας τα ποιήματα, αυτά θα ξεχώριζα. 

Τα ποιήματα αυτά ήταν ένας πειραματισμός, αλλά με την ουσία της ποίησης μου. Δεν πέταξα την ουσία, της φόρεσα ένα άλλο κοστούμι, πιο σύνθετο. Τότε, ξέρετε, τη δεκαετία του '70 μας φώναζαν σε διάφορα πολιτιστικά κέντρα και διαβάζαμε ποιήματα μας. Δούλεψα κι εγώ στην «Ώρα», ένα πνευματικό κέντρο στην Ξενοφώντος, με διευθυντή τον Μπαχαριάν. Αυτός ήταν αντιστασιακός, ζωγράφος, αριστερός. Κατά βάση κάναμε εκθέσεις ζωγραφικής ανά δεκαπενθήμερο. Πέρασαν όλοι οι νέοι ζωγράφοι, που αναδείχτηκαν στη συνέχεια. Όταν ο Μήτρας έφυγε και πήγε στο Λονδίνο για να εργαστεί στην ελληνική εκπομπή του BBC, τη θέση του πήρα εγώ στην «Ώρα». Ήμουν διευθυντής του τόμου που κυκλοφορούσε ετησίως με οτιδήποτε καλλιτεχνικό γινόταν στην Ελλάδα. 

Θα έχει απίστευτο αρχειακό ενδιαφέρον. 

Σίγουρα. Εγώ ήμουν κάτι σαν αρχισυντάκτης που μάζευε την ύλη. Κάθε εβδομάδα εκεί, τον Ιούνιο, κάναμε βραδιά νέων καλλιτεχνών. Καλούσαμε νέα παιδιά να διαβάσουν ποίηση. Και μιλάμε για πολύ κόσμο! Τότε δεν κάναμε τηλέφωνα για να έρθει κάποιος, έτρεχαν όλοι σ' αυτά! Καλούσαμε και μουσικούς επίσης: Είχαν έρθει η Καραΐνδρου, ο Δημήτρης Παπαδημητρίου με κοντά παντελόνια, ο Βαγγέλης Κατσούλης, ο Θάνος Μικρούτσικος που μας παρουσίαζε καινούργιο έργο του κλπ. Εκεί, στην «Ώρα» είχαν καλέσει και μένα να διαβάσω ποίηση το '76 και τρία χρόνια αργότερα, το '79, πήρα τη θέση που σας είπα. Έπρεπε να ανακαλύψω, όμως, να προτείνω νέους λογοτέχνες. Φώναξα τρεις: Την Έρση Σωτηροπούλου, τον Βαγγέλη Ραπτόπουλο και τον Πέτρο Τατσόπουλο - έγιναν δηλαδή γνωστοί και οι τρεις στη συνέχεια.
 
(Φωτογραφία: Αγγελική Παπαϊωάννου)

Παράλληλα συνεχίζατε να γράφετε και να εκδίδετε τις ποιητικές συλλογές σας. 

Μπράβο! Μέχρι που ανέβηκε το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία! 

Να ρωτήσω τώρα πως γνωριστήκατε με τον Ανδρέα Παπανδρέου. 

Θα σας πω! Το ΠΑΣΟΚ ήταν μια μεγάλη στροφή για την Ελλάδα με μεγάλη αίσθηση. Εμένα με ήξεραν από τη δράση μου στην Ιταλία, είχε μεσολαβήσει κι ο Λευτέρης Παπαδόπουλος που κάναμε στενή παρέα με τον Λοΐζο. «Πήγαινε από κει» μου έλεγε, «αυτοί θέλουν ανθρώπους δημοκρατικούς και με ξένες γλώσσες, σαν και σένα». Τελικά εκείνοι με φώναξαν, αν και πιστεύω ότι ο Λευτέρης τους είχε πει τα δικά του. Πήγα και μου είπαν ότι με θέλουν να δουλέψω έξω, σε πρεσβείες, γιατί θα αναγνωριζόταν η Εθνική Αντίσταση και θέλανε να δουν τι θα γινόταν με τους πολιτικούς εξόριστους στις διάφορες χώρες. Μεγάλη ιστορία αυτή! Στην αρχή θα με έστελναν Ουγγαρία, αλλά τελικά πήγα Ρουμανία, Βουκουρέστι. 

Ως πρέσβης; 

Όχι, ως διευθυντής του γραφείου Τύπου για να έκανα ουσιαστικά δύο πράγματα: Μια σειρά νέων διαβουλεύσεων με τη Ρουμανία και τη νέα κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, καθώς και να βοηθήσω στην «αναγνώριση» των εκεί Ελλήνων πολιτικών προσφύγων, εποχή Τσαουσέσκου μιλάμε! Έχω τρελές ιστορίες, τι να σας λέω...Γνώρισα τους Έλληνες αντάρτες, έναν κόσμο που προσπαθούσε να επιβιώσει εκεί πέρα. Θα τα γράψω πεζογραφήματα κάποια στιγμή! 

Να σας ρωτήσω, πριν την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, που ανήκατε ιδεολογικά; 

Στο ΚΚΕ Εσωτερικού προ Κύρκου. Με εξέφραζε περισσότερο, αλλά οφείλω να σας πω ότι στην Ιταλία το ΚΚΕ με το ΚΚΕ Εσωτερικού πλακώνονταν μεταξύ τους σε βαθμό απίστευτο! Έτσι απομακρύνθηκα και πήγα με τον Σύλλογο Νέων Φοιτητών, λέγοντας τους: «Παιδιά, έχουμε δικτατορία». Αυτοί βγάζανε μαχαίρια μεταξύ τους, οι Κολιγιαννικοί με τους άλλους, ενόσω η χούντα εδώ βασίλευε! 

Προσπαθούσατε να είστε κάπως σαν ενωτικό στοιχείο. 

Το μόνο που προσπαθούσα ήταν να γίνει κάτι μαζικό εναντίον της δικτατορίας! 

Πότε συναντηθήκατε για πρώτη φορά με τον Ανδρέα Παπανδρέου; 

Τον Ανδρέα τον είδα πρώτη φορά στη ζωή μου στη Φλωρεντία, σε μία ομιλία του. Είχαμε πάει όλοι οι νεολαίοι να τον ακούσουμε! Πρέπει να σας πω ότι με επηρέασε, έβλεπες έναν άνθρωπο αποφασισμένο και με γνώσεις! Τον ξανάδα ως κυβερνητικός απεσταλμένος στη Ρουμανία, που είχε έρθει Πρωθυπουργός σε επίσκεψη. Εκεί μιλήσαμε λίγο και μου ζήτησε να βοηθήσω, να κάνω ότι καλύτερο μπορούσα για τους Έλληνες πατριώτες. Τότε έγραψα την τρίτη ποιητική συλλογή μου με τίτλο «Τόποι νέοι». 

Δεν παραμέρισε επομένως η πολιτική την ποιητική σας διάθεση. 

Όχι, με τίποτα, αλλά δεν έβαζα ποτέ την πολιτική μεσ' στην ποίηση μου! 

Κι αυτό αλήθεια είναι, όσο χώνεστε στην πολιτική, τόσο πιο λυρική και υπαρξιακή γίνεται η ποίηση σας. 

Ναι, ακριβώς. 

Κατά μία ψυχολογική εκτίμηση, φανερώνει και ένα ζόρι που θα περνάγατε τότε. 

Βέβαια. Στέρηση προσωπικού χρόνου...Ποτέ δεν έγραφα πολιτικά ποιήματα, φανερά τουλάχιστον. Τα ποιήματα αυτά βγήκαν στις εκδόσεις Νεφέλη του Δουβίτσα. Μαζευόμασταν τότε και σ' ένα καφενείο και συζητούσαμε με τον Μανώλη Αναγνωστάκη. Του Μανώλη του άρεσε να μιλάει για ποδόσφαιρο, για τραγούδια και για την Αριστερά, να της ασκεί κριτική. Τον είχαν στείλει κάτι ταξίδια στην Κίνα και αλλού και γύρναγε τρελαμένος (γέλια). Τότε ο Αναγνωστάκης δεν ήθελε να γράφει πια, την εγκατέλειψε την ποίηση. Τι είχε γράψει όμως! Ήταν ένας εξαιρετικός μεγάλος ποιητής! Τυχερός ήμουν που γνώρισα τέτοιους ανθρώπους, όπως και τον Νίκο Καρούζο, ο οποίος ήταν ανοικονόμητος! Σου έδινε ραντεβού σ' ένα τσιπουράδικο, πήγαινες και σε κερνούσε, «κάτσε και κάτσε και πιες» κι έβγαινες τελικά λιάρδα απ' την παρέα μαζί του! Ιδιόρρυθμος κι αυτός, αλλά σπουδαίος, δεν το συζητώ! 

Μετά το Βουκουρέστι, κάνατε και διπλωμάτης στο Λονδίνο. 

Αρχικά μου ήρθε ειδοποίηση ότι με στέλνουν στο Νέο Δελχί, γιατί ο Παπανδρέου ήθελε να αναπτύξει από κοινού με την Ίντιρα Γκάντι τις «πρωτοβουλίες των έξι». Επρόκειτο για μια σημαντική πρωτοβουλία κατά των πυρηνικών. Εγώ, χωρίς να περιαυτολογώ, είχα χαρακτηριστεί πετυχημένος ως προς τη θητεία μου στη Ρουμανία και γι' αυτό, ενώ περίμενα να δουλέψω με την Ίντιρα Γκάντι, μου ήρθε νέο τηλεγράφημα: «Σε δύο μέρες παρουσιάζεστε στο Λονδίνο κι αναλαμβάνετε εκεί». Στο μεταξύ, η Μαρία μού'λεγε: «Που θα πας τώρα στην Ινδία, στο Νέο Δελχί;» Είχε και τα δίκια της! Το Λονδίνο ήταν το κέντρο της παγκόσμιας διπλωματίας. Θατσερισμός στο φουλ, φυσικά! Πήγα εκεί κι έμαθα ότι πριν από μένα, στη θέση αυτή ήταν ο Γιώργος Σεφέρης, προτού γίνει πρέσβης και τον ξαναστείλουν αργότερα. Στο Λονδίνο έγραψα την τέταρτη ποιητική συλλογή μου. 

Τελικά τα τοπία καθόριζαν μονίμως τη γραφή σας. 

Βέβαια. 

Και όχι οι άνθρωποι; 

Μαζί. Και τα δύο! Η κουλτούρα και οι κοινωνίες των ανθρώπων. Ύστερα από τριάμισι χρόνια στην Αγγλία, με καλούν ξαφνικά να γυρίσω στην Ελλάδα. Ήταν το 1987 - 88. Γυρνάω και με κάνουν Ειδικό Γραμματέα του Υπουργείου Προεδρίας της κυβέρνησης, αναθέτοντας μου τα γραφεία Τύπου όλων των πρεσβειών! Μένω ένα χρόνο στην Αθήνα αμέσως μετά την κρίση με την Τουρκία, με το «Σεισμίκ». Αρρώστησε ξαφνικά ο Παπανδρέου - ξαφνικά το μάθαμε εμείς δηλαδή - και φεύγει για Λονδίνο. Ήταν σοβαρή η κατάσταση, έφυγε την επόμενη κιόλας των εξετάσεων. Ύστερα από δύο μέρες παίρνω νέα εντολή να πάω κι εγώ στο Λονδίνο για να αντιμετωπίσω τους ξένους και Έλληνες δημοσιογράφους που είχαν συρρεύσει στο νοσοκομείο. 

Στο Χέρφιλντ; 

Όχι στο Χέρφιλντ. Πρώτα ήταν στο Saint Thomas, ένα νοσοκομείο στο κέντρο του Λονδίνου. Μετά πήγε στο Χέρφιλντ κι έκανε την εγχείρηση. Εκεί γνώρισα καλύτερα τον Παπανδρέου, εκεί σταμάτησα να γράφω και ποίηση! 

Λόγω φόρτου εργασίας; 

Απολύτως! Και μάλιστα εργασίας επικίνδυνης! Με το γυρισμό στην Ελλάδα, γίνονται εκλογές, τις χάνει το ΠΑΣΟΚ και ο Παπανδρέου με φώναξε να είμαι δίπλα του! «Σε θέλω κοντά μου» μου είπε, «να είσαι ο εκπρόσωπος μου». Έτσι έγινα εκπρόσωπος του Παπανδρέου, όσο ήταν αντιπολίτευση, όλο το διάστημα της δίκης για το σκάνδαλο Κοσκωτά μέχρι που ξανάγινε πρωθυπουργός το '93, οπότε και με υπουργοποίησε. Μέχρι που πέθανε ήμουν δίπλα του!
  
Αντώνης Μποσκοΐτης - Τηλέμαχος Χυτήρης (φωτογραφία: Αγγελική Παπαϊωάννου)

Τον αγαπήσατε, κύριε Χυτήρη, τον Ανδρέα Παπανδρέου; 

Βέβαια...Του έκλεισα και τα μάτια...(σ.σ. ο λόγος του κομπιάζει) 

Τυχαία ή σας ειδοποίησαν και πήγατε; 

Τυχαία...Πήγα για να συζητήσουμε μια ομιλία που θα έκανε και αφού φάγαμε, σηκώθηκε αυτός. «Εγώ θα πάω να ξαπλώσω» μας είπε, «αλλά εσείς καθίστε». Κάτσαμε, ήταν Ιούνιος και κάποια στιγμή έρχεται η γιατρός που είχε μόνιμα δίπλα του και μας ειδοποιεί: «Ο Πρόεδρος είναι σε κρίση»...Τρέξαμε μέσα, του κράταγα τα πόδια, του έκανε μασάζ ένας άλλος γιατρός, αλλά η καρδιά του δεν άντεχε πια...Κι έτσι βρέθηκα εκεί...Προφανώς και τον αγαπούσα πολύ! Ο Παπανδρέου ήταν μία πολυσύνθετη προσωπικότητα με όλες τις συνθέσεις της στην κορυφή, τοπ! Είχε διεθνές κύρος, τον σέβονταν οι πάντες έξω, ακόμα και οι αντίπαλοι του! Ξέρετε, ο κύριος αντίπαλος της Θάτσερ μέσα στις Συνόδους Κορυφής ήταν ο Παπανδρέου! Κάνανε ομηρικούς καυγάδες, αλλά παρόλα αυτά η Θάτσερ έλεγε δημοσίως: «Τον παραδέχομαι! Δεν υπάρχει μία φορά που έφυγε από δω χωρίς να πάρει κάτι για την πατρίδα του»! Κάθε μέρα ήμουν μαζί του, ήξερα την καθημερινότητα του ανθρώπου. 

Όντας ποιητής και πολύ πριν το ΠΑΣΟΚ, θεωρείτε ότι εφθάρη η καλλιτεχνική σας υπόσταση; 

Εγώ συνέχισα να είμαι ποιητής, ακόμα και την εποχή που ήμουν πολιτικός. Διατήρησα τις ευαισθησίες μου, αλλά έπαψα να γράφω όταν η πίεση του καθήκοντος έγινε μεγάλη. Περάσαμε όμως πολύ δύσκολες στιγμές με τον Παπανδρέου, όπως και πολύ όμορφες. Κάθε κουβέντα με τον Παπανδρέου ήταν ένα κέρδος και δεν το λέω μόνο εγώ, όποιος τονε γνώριζε θα σας το πει! Δεν είναι τυχαίο ότι αγαπήθηκε και μισήθηκε πολύ! Μπορούσε να συνομιλεί με το λαό ο άνθρωπος αυτός! 

Εγώ θα επιμείνω: Η τριβή με την πολιτική δεν είναι απαγορευτική για έναν καλλιτέχνη; 

Καταρχάς μαθαίνεις πράγματα που δεν θα τα ήξερες ποτέ, επομένως εμπλουτίζεις την πείρα σου. Όλοι οι Έλληνες μιλάνε για πολιτική, αλλά «απ' έξω». Η μέσα πολιτική με την απ' έξω πολιτική έχουν μεγάλη διαφορά! Ο Έλληνας λέει: «Κάνε με μια βδομάδα Πρωθυπουργό να σου δείξω εγώ». Η πολιτική, όμως, είναι πολύ δύσκολη ιστορία στην άσκηση της στην Ελλάδα, κυρίως στην Ελλάδα! Η πολιτική πείρα λείπει σε πολλούς. Εγώ θα έλεγα ότι το έχω αυτό το κομμάτι. Απ' την άλλη, η πολιτική είναι αδηφάγα, σε θέλει απίκο! Ο Παπανδρέου με έβαλε στην πολιτική, εγώ δεν είχα καμία φιλοδοξία ούτε καν να γίνω βουλευτής. 

Ο Livaneli πάντως παραδέχτηκε πως η χειρότερη περίοδος του ήταν η είσοδος του στο τουρκικό Κοινοβούλιο. 

Ήταν άλλο πράγμα! Εγώ έτυχε να είμαι δίπλα στον Παπανδρέου, μην το ξεχνάς ποτέ αυτό, δεν ήμουν δηλαδή ένας απλός βουλευτής. Όσοι μπαίνουν στη Βουλή, θέλουν να είναι βουλευτές για να υποστηρίζουν το κόμμα τους. Εγώ δεν έγινα έτσι, με έπιασε ο Παπανδρέου, μου έδειξε ότι έχει εμπιστοσύνη σε μένα και ήμουν συνέχεια δίπλα του. 

Θέλω τώρα να πάμε στο ποίημα σας «Κολοσσαίο». Γράφετε: «Το τέρας της μνήμης μας έφαγε/ Παρηγοριά μας μόνο οι θεατές/ Οι ζητωκραυγές τους και τα γιούχα τους». Σας έχω ακούσει να λέτε ότι αυτά τα «γιούχα» τα δεχτήκατε όντως κάποτε ως ποιητής από τον κόσμο. 

Δεν γνωρίζει ο κόσμος...Νόμιζαν ότι ως πολιτικός εγώ κάνω δημόσιες σχέσεις χρησιμοποιώντας την ποίηση. Ποτέ δεν τό'κανα αυτό! Μάλιστα σε μια παρουσίαση συλλογής μου, από κάτω σηκώθηκαν δυο - τρεις και μου λέγανε «Είσαι όργανο του ιμπεριαλισμού, τι ποιήματα μας τσαμπουνάς»...Δεν είπα τίποτα. Τους απάντησαν ο Γεωργουσόπουλος και ο Μαρωνίτης που ήταν εκεί. Σηκώθηκαν κι έφυγαν... 

Ήσασταν όμως κι ένα εξαιρετικά λαοπρόβλητο πρόσωπο μέσω της τηλεόρασης. Όλοι είχαν την εικόνα του πολιτικού του ΠΑΣΟΚ. 

Μα δεν το συζητώ! Ξέρετε, μια και είχα αναλάβει την ΕΡΤ, ευκαιρία να σας εκφράσω και μερικά ανθρώπινα παράπονα. Ως υπουργός ήμουν υπεύθυνος της δημόσιας τηλεόρασης εποχή Σημίτη και πιο πριν. Η ζώνη με τη μεγαλύτερη τηλεθέαση είναι η πρωινή, όπως γνωρίζετε. Επί υπουργίας μου, αναδείξαμε δύο δημοσιογράφους: Τον Βασίλη Λυριτζή και τον Δημήτρη Οικονόμου. Αυτοί δούλευαν στον FLASH, τους πήραμε και τους αναδείξαμε σε τηλεοπτικά πρόσωπα! Προσέξτε: Δεν ήταν κανείς τους ΠΑΣΟΚ! Για ένα μεγάλο διάστημα είχαν την κυριαρχία στην πρωινή ζώνη. Από κει έγιναν γνωστοί και μετά έγιναν ότι έγιναν...Τον χάσαμε κιόλας τον Λυριτζή...Όταν έφυγαν, ποιους βάλαμε μετά; Τον Κώστα Αρβανίτη και την Κατσίμη! Μήπως ήταν ΠΑΣΟΚ κι αυτοί; Όχι! Ελεύθεροι ήταν, χωρίς καμία παρέμβαση. Αυτοί δεν είχαν, εγώ είχα παρεμβάσεις! Πήγαινα στο υπουργικό συμβούλιο και μου έλεγαν «Τι τους έχεις αυτούς εκεί πέρα;», σας μιλάω για κανονικούς τσακωμούς με τους άλλους Υπουργούς. Εκεί εγώ τους έλεγα: «Σταματήστε, πρόκειται για τη δημόσια τηλεόραση που ανήκει σε όλους». Θέλω να πω εν ολίγοις ότι αυτό δεν το αναγνώρισε κανένας! Καταλήγουμε στο ότι και να κάνει ένας πολιτικός, πάντα θα τον βρίζουν! 

Σήμερα πως κρίνετε τη δημόσια τηλεόραση; 

Δεν βλέπω! Όχι λόγω κάποιας κατάστασης, αλλά πραγματικά δεν παρακολουθώ τηλεόραση σήμερα. Είμαι των βιβλίων και του ραδιοφώνου. Δεν ασχολούμαι καθόλου, ακόμα και ειδήσεις προτιμώ την τρίλεπτη ενημέρωση ανά μία ώρα. Και στο internet μπαίνω για να δω τι γίνεται στο εξωτερικό, όπως διαβάζω και πολλές ιταλικές εφημερίδες.
 
(Φωτογραφία: Αγγελική Παπαϊωάννου)

Την ερώτηση αυτή δε μπορώ να την αποφύγω: Εσείς που ζήσατε δίπλα σ' έναν ηγέτη, που περάσατε απ' όλες τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, πως κρίνετε σήμερα το λεγόμενο ΚΙΝΑΛ; 

Δεν θα σας απαντήσω! Από ένα σημείο και μετά, έφυγα απ' την πολιτική. Όποιος λέει ότι φεύγει απ' την πολιτική, πιστεύω ότι πρέπει και να φεύγει. Να μην είναι με τό'να πόδι μέσα και τ' άλλο απ' έξω. Εγώ έφυγα και συμφωνώ με τον κόσμο που λέει ότι και οι πολιτικοί πρέπει να αποσύρονται. Επομένως, δεν λέω καμιά γνώμη για κανέναν! 

Ούτε ως απλός πολίτης; 

Ως πολίτης ψηφίζω κι εγώ, αλλά δεν εκφράζομαι. Δεν λέω τίποτα, ούτε για το ΚΙΝΑΛ, ούτε για τον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε για τον Μητσοτάκη και τη Δεξιά...Ακόμα και για την ακροδεξιά, ξέρουμε όλοι τι γίνεται. Δεν απασχολούσε τότε ούτε καν την κεντρική πολιτική σκηνή. Θεωρώ ότι έχουν περάσει πολλά χρόνια και πολλές γενεές απ' την εποχή της Αντίστασης. Η ζωή κάνει κύκλους, οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν και αυτό είναι το κύριο αίτιο ανόδου της ακροδεξιάς: Δεν ξέρουν τι υποστηρίζουν γενικώς. Λίγοι είναι αυτοί που ξέρουν, οι άλλοι τό'χουν για αντίδραση. Κοιτάξτε, διοικείται αλλιώς πια ο κόσμος! Όλους αυτούς θα τους δεις να κυβερνάνε με δημοκρατικές μεθόδους. Να κυβερνούν κράτη οι φασίστες με κοινοβούλια! 

Ωστόσο είχαμε πάλι ένα πραξικόπημα στη Βενεζουέλα, γνωστή τακτική των ΗΠΑ. 

Εκεί είναι άλλη κατάσταση. Εγώ μιλάω για την Ευρώπη, έτσι πια κινούνται η Λεπέν, οι Σαλβίνηδες και όλοι αυτοί. Στη Λατινική Αμερική πάντα ήταν άλλη κατάσταση, πιο άγρια. Εμείς ήμασταν μια ζωή με τη Χιλή και τον Αλιέντε, καταλαβαίνετε. Τα δικά μας χρόνια, στην Ιταλία και την Ευρώπη, γνωρίσαμε πολλούς διωκόμενους από τη Χιλή, όταν ήμασταν κι εμείς στην ίδια θέση. 

Σε ένα άλλο ποίημα σας λέτε: «Ο έρωτας τα έχει όλα όταν δεν έχει τίποτα». Σίγουρα έπαιξε μεγάλο ρόλο στη ζωή σας ο έρωτας. 

Και παίζει! Όσο ζεις, πάντα παίζει ρόλο ο έρωτας! Εγώ απεχθάνομαι όσους κοροϊδεύουν τους ερωτευμένους, που μπορεί να κάνουν «μη λογικές» πράξεις. Δεν με ενδιαφέρει η ηλικία, το φύλο, η επιλογή, οι προτιμήσεις κάποιου, ο ερωτευμένος είναι ιερό πρόσωπο, τέλος! Σεβασμός στους ερωτευμένους! Οι ερωτευμένοι είναι «εκεί πάνω», όλοι οι άλλοι που ασχολούνται μ' αυτά τα θέματα και κρίνουν, είναι απλά χυδαίοι.
 
1968 στην Ιταλία, Τηλέμαχος Χυτήρης - Μαρία Φαραντούρη (φωτογραφία: Αρχείο Τηλέμαχου Χυτήρη)

Πρέπει να έχετε και πολύ χιούμορ, κύριε Χυτήρη. Ανατρέχω σε ένα ποίημα σας, την «Οδύσσεια», που είναι το αγαπημένο μου: «Δεμένος τρυφερός αλλιώτικος/ δεμένος στο κατάρτι μου/ Τόσα νερά στο δωμάτιο μου/ ας έρθουν οι σύντροφοι/ ας έρθουν οι Σειρήνες/ ας έρθει έστω ένας υδραυλικός»... 

Αυτή είναι μια στιγμή που τη νιώθει κάθε άνθρωπος και δεν την εκφράζει, όπως την εξέφρασα εγώ. Μια προσωπική επίπονη οδύσσεια, μια μοναξιά αβάσταχτη. Σκέφτεται πως ν' αντιμετωπίσει την κατάσταση...Παρακαλάει σαν άλλος Οδυσσέας να έρθουν οι σύντροφοι, έστω οι Σειρήνες για να συμβεί κάτι...Στο τέλος, ας έρθει έστω ένας υδραυλικός...Ξέρετε πόσο με λοιδόρησαν και με κατηγόρησαν; 

Γι' αυτό το ποίημα; Το θεωρώ αριστούργημα! 

Το ίδιο και ο Αριστείδης Μπαλτάς, που είναι παιδικός μου φίλος απ' την Κέρκυρα. Μου τηλεφώνησε τις προάλλες: «Ρε Τηλέμαχε, αυτό το ποίημα σου, η ''Οδύσσεια'', είναι ένα αριστούργημα μέσα σε τρεις γραμμές». Ε, μπες στο internet να δεις που μου σούρνουν τα σχολιανά μου! 

Σας στενοχωρεί; 

Όχι, τι να με στενοχωρεί; Εδώ έβγαιναν στον ΣΚΑΪ αυτοί της Ελληνοφρένειας, που είναι και αριστεροί μάλιστα, διάβαζαν ποιήματα μου και χαχαχα-χουχουχου...Σάτιρα μπορείς να κάνεις βέβαια... 

Σάτιρα για μένα έκανε ο Μητσικώστας, όταν ντύθηκε Φαραντούρη, κρατούσε σουβλάκι για μικρόφωνο κι ενόσω τραγουδούσε «Άντρα μου πάει», πίσω έπαιζε φωτογραφία του Χυτήρη! 

(έχουμε σκάσει στα γέλια) Έχω γελάσει πολύ, είμαι σαφώς υπέρ της σάτιρας. Σάτιρα δεν είναι όμως να σε λοιδορούν επειδή γράφεις ποίηση! Δεν κοροϊδεύεις τον ποιητή, αν είναι γνήσιος και γράφει με ελευθερία. Κάτι θέλει να πει, γιατί εσύ τον κοροϊδεύεις τώρα; Παλιά κορόιδευαν τον Εγγονόπουλο και τον Εμπειρίκο, τα ξέρουμε... 

Ξέρετε πάλι πότε πίστεψα πως έχετε χιούμορ; Όταν ήσασταν στο Χέρφιλντ και σε ζωντανή σύνδεση ακούγαμε από σας τα ιατρικά ανακοινωθέντα για τον Παπανδρέου. Θυμάμαι μια μέρα το αλησμόνητο που είχατε πει: «Ο Πρόεδρος σηκώθηκε το πρωί και έφαγε τη μπανάνα του»... 

Κοιτάξτε, εγώ πήγα στο Λονδίνο κι έπεσα πάνω σε δημοσιογράφους που προσπαθούσαν να βρουν ειδήσεις και απασχολούσαν το ιατρικό προσωπικό. Η διοίκηση του νοσοκομείου είχε αγανακτήσει! Με έπιασαν: «Σας παρακαλούμε, εδώ έχουμε αρρώστους, ετοιμοθάνατους, τι πράγματα ειν' αυτά;» Τους εξηγούσα ότι πρόκειται για τον Πρωθυπουργό μιας χώρας και τους ζήτησα να μου δώσουν μια μεγάλη αίθουσα για να δίνω συνέντευξη Τύπου για μία ώρα κάθε μεσημέρι εν είδει ενημέρωσης. Μου παραχώρησαν τελικά την τεράστια αίθουσα συμβουλίου των γιατρών με ένα τραπέζι από δω ίσαμε κει. 

Ναι, αλλά για να γεμίσει αυτή η μία ώρα, εσείς ήσασταν υποχρεωμένος να δίνετε πλήρες ραπόρτο καθημερινά. 

Ακριβώς. Συζητούσα με τους γιατρούς κι εκεί οι γιατροί δεν κρύβουν τίποτα στον ασθενή. Το ότι έβγαινα κι έλεγα για τη «μπανάνα», σήμαινε και ότι δεν έλεγα ψέματα. Κάποιοι μετά με υπερασπίστηκαν γι' αυτή μου τη στάση. Το δικό μου breafing ήταν επί πραγματικού. Μετέφερα ότι μου λέγανε οι Άγγλοι γιατροί και γι' αυτούς ήταν προφανώς σημαντικό το ότι ο Παπανδρέου είχε φάει μια μπανάνα, είχε δεχτεί τροφή δηλαδή. Ξέρετε, ο Παπανδρέου ήταν για «φεύγα», δεν ήταν μία κατάσταση νορμάλ αρρώστου. Βλέπαμε εδώ τον Παπανδρέου, όπως τον ξέραμε, αλλά εκεί είδα έναν άλλο Παπανδρέου. Εδώ είχε φουσκώσει, είχε πρηστεί από την καρδιακή ανεπάρκεια. Μόλις πήγε εκεί, του αφαίρεσαν μέσα σε δύο μέρες όλα τα υγρά κι έτσι αντίκρισα έναν σκελετωμένο γέρο. Τρομερό! 

Σας είχα συναντήσει για πρώτη φορά το 2013, εδώ, στο σπίτι σας. Είχα έρθει για συνέντευξη με τη Φαραντούρη. Είχατε αφήσει πλούσια γενειάδα και μεταφράζατε Γιώργο Σαραντάρη από τα ιταλικά. Εκεί είπα πως αυτός ο άνθρωπος ξέκοψε μια και καλή απ' την πολιτική. 

Σωστά σκέφτηκες! Η μετάφραση είναι μία άλλη μου ενασχόληση και ειδικά τον Σαραντάρη τον θεωρώ ψυχούλα. Αδικημένος και μεγάλη περίπτωση. Επειδή αυτός είχε σπουδάσει στην Ιταλία και δεν είχαν μεταφραστεί τα ποιήματα του, αποφάσισα να τα βρω και να τα μεταφράσω. Έπρεπε να τον μελετήσω στα ελληνικά πρώτα, θέλοντας να είμαι μέσα στο δικό του πνεύμα. 

Πιστεύετε πως η πολιτική ζωή του τόπου εκφράζει και τη σημερινή εικόνα της κοινωνίας; 

Μεγάλη κουβέντα και, όπως σας είπα, σήμερα έχουν αλλάξει όλα. Η πολιτική της Ελλάδος είναι η πολιτική των δανειστών της. Να είμαστε ρεαλιστές! Αν ποτέ βρεθεί μια κυβέρνηση με τέτοια κότσια που να μπορεί να κάνει διαπραγμάτευση με τους δανειστές και να αναπροσαρμόσει τα δεδομένα του χρέους, έχει καλώς! Αν δε βρεθεί, τότε η Ελλάδα θα κυβερνάται εντός πλαισίου δανειστών. Μια Ελλάδα χωρίς φτερουγίσματα. Εφιαλτικό, αλλά αυτό είναι, μην κάνουμε ότι δεν βλέπουμε. Μιλάω εκ των έσω, όπως έζησα την πολιτική, και ξέρω τι λέω! Συνομίλησα στη ζωή μου με τους μεγαλύτερους ξένους, Ευρωπαίους και Αμερικανούς πολιτικούς, δίπλα στον Παπανδρέου. Η πολιτική στην Ελλάδα είναι διαχείριση σήμερα... 

Δεν είναι λίγοι, βέβαια, αυτοί που τη σημερινή κατάσταση του χρέους τη χρεώνουν στη διακυβέρνηση του Παπανδρέου. 

Αυτό, όμως, όπως ξέρετε, η κρίση, δεν είναι τυχαίο. Ξεκίνησε απ' την Αμερική, απ' την καρδιά του καπιταλισμού. Έκλεισε μια τράπεζα και η κρίση διαδόθηκε σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο. Δεν ξέρω αν η κρίση ήταν τυχαία ή αν επεβλήθη, διότι δια της οικονομίας κυβερνάς τον κόσμο όλο. Αυτό φυσικά δεν συνέβη πρώτη φορά με τα Μνημόνια. Συνέβη το '32 που ήταν πρωθυπουργός ο Βενιζέλος, δεν υπήρχε δηλαδή ο Παπανδρέου. Η κρίση του '32 έφυγε από δω και πήγε στο Παρίσι! Μια κρίση που ξεκίνησε το '29 απ' την Αμερική με το κραχ και έφτασε στην Ελλάδα το '32. Επί Τρικούπη, επίσης, στο τέλος του 19ου αι. είχαμε κάτι παρεμφερές! Για την ανασυγκρότηση του οικονομικού συστήματος, όταν όλα πάνε καλά, οι οικονομίες ανεβαίνουν και όλο ανεβαίνουν, σκάει μια κρίση και ξεκινάς πάλι απ' την αρχή. Επομένως, αυτά περί Παπανδρέου, είναι μάλλον της πλάκας στην πραγματικότητα. 

Φαντάζομαι τώρα μέσω της συζύγου σας πόσους καλλιτέχνες θα γνωρίσατε. 

Καταρχάς γνώρισα τη Μαρία! Δεν θα την κρίνω εγώ ως ερμηνεύτρια, γιατί πάνω απ' όλα είμαι οπαδός της, άρα μη αντικειμενικός. Τη Μαρία συγκινούμαι που την ακούω, παρόλο που εδώ μέσα μου απαγορεύει να την ακούω. Σπίτι δεν βάζουμε ποτέ Φαραντούρη! Δεν μπορώ τώρα να μιλάω για τη γυναίκα μου, αλλά μπορώ να πω ότι είναι ένας άνθρωπος γνήσιος που δεν έχει αλλάξει. Όπως κι εγώ δεν έχω αλλάξει, πρέπει να σου πω! Δεν χάλασε η Μαρία στη διάρκεια! Και δεν χάλασα κι εγώ, γι' αυτό είμαστε και μαζί. Απ' αυτό το σπίτι έχουν περάσει πολλοί μεγάλοι ξένοι καλλιτέχνες, έχουμε συζήσει. Θυμάμαι τη Mersedes Sosa που αγαπούσε τη Μαρία, γιατί μοιράζονταν τις εμπειρίες τους από μια χούντα, εκτός του ότι ήταν δύο μεγάλες παγκόσμιες τραγουδίστριες. Τον μεγάλο Κουβανό μαέστρο Leo Brower, επίσης, που έμενε μαζί μας αρκετό καιρό. Τον Livaneli, που έγινε και δικός σου φίλος, τον αφήσαμε στο σπίτι, όταν εμείς ήμασταν στην Κούβα. Φίλος - αδερφός μας! Τελευταία είχαμε κοντά μας και τον Charles Lloyd, έναν άλλο εξαιρετικό άνθρωπο και διανοούμενο με μεγάλη αγάπη για το αρχαιοελληνικό πνεύμα και τη φιλοσοφία! Έξω, ξέρετε, γνωρίζουν την Ελλάδα και τον πολιτισμό της, καλύτερα από τους Έλληνες. Όταν ήμουν στην Ιταλία, με δείχνανε και λέγανε: «Ο Έλληνας που παίζει στα δάχτυλα τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη», αλλά εγώ δεν είχα ιδέα. Πήγαινα στις βιβλιοθήκες τους και ανακάλυπτα τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς από τα ιταλικά! Προτιμώ να λέω όλα αυτά για ένα λόγο: Αν δεν μιλάω για πολιτική, θέλω να τιμήσω το παρελθόν μου! Θέλω να με καταλάβετε... 

Περιγράψτε μου τον Θεοδωράκη και τον Χατζιδάκι, όπως εσείς τους γνωρίσατε καλά. Με τον Χατζιδάκι είχατε ξεχωριστή σχέση, σας εκτιμούσε πολύ. 

Οι δυο τους ήταν πολύ συνδεδεμένοι. Είχαν την ίδια ηλικία και ξεκίνησαν μαζί χωρίς να είναι μουσικοί, απλά αγαπώντας τη μουσική και συζητώντας γι' αυτή. Το λέω αυτό, γιατί στον κόσμο αρέσουν οι ομάδες: Ολυμπιακοί - Παναθηναϊκοί, χατζιδακικοί - θεοδωρακικοί. Νιώθω τυχερός, πέραν όλων των άλλων, που διαμορφώθηκα συναισθηματικά με τη μουσική τους τη δεκαετία του '60. Κάναμε μεγάλη παρέα, με θέλανε στη συντροφιά τους κι εγώ, πρέπει να σας πω, είμαι πολύ διακριτικός άνθρωπος και δεν θα πήγαινα ποτέ στην παρέα κάποιου αν έβλεπα κάτι στραβό. Με τον Χατζιδάκι, όντως, είχαμε ιδιαίτερη σχέση. Μου έλεγε μέχρι και τα μυστικά του, ιστορίες που δεν έχουν δημοσιευθεί. Ο Μίκης περισσότερο έλεγε ιστορίες για την πολιτική συγκριτικά με τη μουσική του. Ο Μάνος δεν μιλούσε για τον εαυτό του, ήταν η Μάνα των συζητήσεων. Δεν αυτοπροβαλόταν, δεν έλεγε τίποτα για το έργο του. Μου θύμιζε αρχαίο Έλληνα, που μάζευε τους άλλους γύρω του και συζητούσαν. 

Ποια έργα τους ζήσατε εν τη γενέσει τους; 

Στο αεροπλάνο ή στο λεωφορείο μέσα, όταν ο Θεοδωράκης έγραψε το «Canto General». Τον πλησίασα, «Τι γράφεις, Μίκη;» τον ρώτησα κι αυτός μου έδειξε ένα αυτοσχέδιο πεντάγραμμο με νότες που σημείωνε απάνω για το «Canto General». Στο Παρίσι, πάλι, ο Χατζιδάκις τραγούδησε στο πιάνο κάποια τραγούδια από την «Εποχή της Μελισσάνθης» στη Μαρία. Ήθελε ν' ακούει τη Μαρία να τραγουδάει για να εμπνέεται για το επόμενο κομμάτι. Είχαν ισότιμη σχέση με τη Μαρία, και ο Μίκης, και ο Μάνος, όχι του στυλ: «Ξέρεις ποιος ειμ' εγώ και ποια εισ' εσύ;» Τους άκουγα καμιά φορά που έλεγε η Μαρία στο Μάνο «Μήπως να το κάνουμε έτσι αυτό;» κι ο Μάνος της απαντούσε «Λες, ε;» ή να λέει του Μίκη «Όχι, μη βάλεις πάλι μπουζούκι εδώ» κι αυτός να συμφωνεί στο τέλος. Ήταν κάπως σαν μία οικογένεια όλοι αυτοί. Ο δε Μάνος αγαπούσε πολύ τη Μαρία, τη φωνή της και
 τη χροιά της.
 
(Φωτογραφία: Αγγελική Παπαϊωάννου)

Ισχύει. Υπάρχει σωσμένη εκπομπή που έλεγε ότι δεν βάζει καμία άλλη πάνω απ' αυτήν, ακόμη και τη Φλέρυ Νταντωνάκη. 

Καλό είναι να μην κάνουμε συγκρίσεις, δεν είναι σωστό, διότι η Φλέρυ υπήρξε και πάρα πολύ στενή οικογενειακή μας φίλη. Θα σας πω μια ιστορία τώρα: Μου δίνει κάποτε η Μαρία μια κασέτα με δύο τραγούδια να τα πάω στη Φλέρυ στο σπίτι της, στη Νέα Σμύρνη. Πάω. χτυπάω, μου ανοίγει η μάνα της σε έξαλλη κατάσταση: «Ποια Φλέρυ; Δεν υπάρχει Φλέρυ! Την απομόνωσα κάπου, κόντευε να τρελάνει κι εμάς». «Που;» Γυρίζω πίσω, τα λέω στη Μαρία, ενημερωνόμαστε και πάμε κατευθείαν από κει! Μπαίνουμε σ' ένα θάλαμο γεμάτο από γυναίκες με λευκές ρόμπες κι αρχίζουμε να ψάχνουμε τη Φλέρυ. Ιδέα δεν είχαν εκεί μέσα! Σε μια γωνιά τη βρίσκουμε μόνη της να κάθεται. Μια άλλη γυναίκα της φώναζε, πιθανώς η νοσοκόμα: «Μωρή, εσύ' σαι η Φλέρυ; Για σένα ήρθανε»...Της κάνει η Μαρία: «Ξέρετε ποια είναι αυτή που της μιλάτε έτσι;» Η Φλέρυ άρχισε να παραληρεί, δυσάρεστες καταστάσεις. «Και τώρα πάμε στον Χατζιδάκι» μου λέει η Μαρία και όντως πήγαμε. Ο Μάνος δεν γινόταν να τη βγάλει, έπρεπε βάσει εισαγγελικής εντολής να υπογράψει η μάνα της. Τελικά, κάπως τα κατάφερε ο Μάνος μέσω και του φίλου του, του Λουκουρέζου του δικηγόρου, μπήκε εγγυητής και η Φλέρυ βγήκε. Αρχικά την έβαλε σ' ένα δωμάτιο σ' ένα κεντρικό ξενοδοχείο κοντά στο σπίτι του για να την επιβλέπει. Δεν γινόταν, όμως, η Φλέρυ έβγαινε στο μπαλκόνι, τους είχε τρελάνει όλους. Έτσι, φρόντισε πάλι ο Μάνος και μεταφέρθηκε σε μια καλή κλινική στα βόρεια προάστια. Μιαν άλλη φορά πάλι, στα μέσα του '70, που είχαμε ένα δωμάτιο σε λονδρέζικο διαμέρισμα, μας ζήτησε η Φλέρυ τα κλειδιά. Της τα δώσαμε και πήγε. Ύστερα από λίγες μέρες μας ενημέρωσαν πως η συμπεριφορά της ήταν αλλοπρόσαλλη, έκανε πάλι τα δικά της. Αναλάβαμε να τη γυρίσουν πίσω...Θέλω να πω, όμως, πως η Φλέρυ Νταντωνάκη ήταν ένας άγγελος σωστός, όταν ήτανε στις καλές της, πάντα στον κόσμο της, αλλά μπορούσες να συζητήσεις επί της ουσίας για πολλά ενδιαφέροντα θέματα. Την αγαπούσαμε πολύ τη Φλέρυ, κι η Μαρία, κι εγώ! 

Έχετε κι έναν γιο, κύριε Χυτήρη, τον Στέφανο, μουσικό επίσης που νομίζω σας έχει μοιάσει πολύ, εξωτερικά και εσωτερικά, αν υποτεθεί πως είναι ένα εξαιρετικά low profile παιδί. 

Καμιά φορά, όταν κάνει καμιά συναυλία, του λέει η μάνα του: «Πάρε κάνα τηλέφωνο να ειδοποιήσεις κόσμο, εσύ'σαι χειρότερος από μένα» (γέλια). Δεν κάνει τίποτα αυτός! Θεωρώ ότι δεν παίζει ρόλο αν ένα παιδί θεωρείται εξ αίματος συνέχεια σου. Το θέμα είναι η πορεία που θα πάρει από τα εξωτερικά ερεθίσματα, το οικογενειακό περιβάλλον, από μόνο του όμως. Εμείς με τον Στέφανο είχαμε ν' αντιμετωπίσουμε ένα πρόβλημα: Το ότι ο πατέρας του κι η μάνα του ήταν πολύ γνωστοί. Κι είναι και μοναχογιός! Πήγαινε σχολείο και του λέγανε «Τίνος είσαι εσύ, της Φαραντούρη και του Χυτήρη;» Έτσι γίναμε φίλοι, εγώ έγινα φίλος με τον γιο μου απ' όταν ήταν μικρός. Με βλέπει σαν φίλο, παίζαμε, πηγαίναμε για μπάνια, κάναμε εκδρομές στην Κέρκυρα. Δεν ξέρεις τι βάρος είναι νά'σαι παιδί διάσημων, μπορεί να σε συνθλίψει! Δεν είσαι ο εαυτός σου, είσαι ο γιος του τάδε...Έτσι ο Στέφανος δεν μεγάλωσε με κανένα βάρος, του είπαμε τι θες να γίνεις, μουσικός, τρέχα...Τελείωσε το μουσικό πανεπιστήμιο στην Αμερική, πηγαινοερχόταν. Έχει διαλέξει βέβαια ένα δύσκολο μουσικό είδος, τη free jazz, πολύ προχώ, αλλά αυτή είναι η μουσική του. 

Λογικό κάπου, μεγαλωμένος σ' ένα σπίτι με το τραγούδι και την ποίηση σε πρώτο πλάνο, μπορεί από αντίδραση να επέλεξε μια πιο πειραματική «ελεύθερη» μουσική. 

Έτσι είναι, ισχύει, υπάρχει αυτό. 

Συνομιλώ με έναν άνθρωπο 74 ετών, όχι ιδιαίτερα μεγάλο, αλλά ούτε και νέο. Αλήθεια, τον σκέφτεστε τον θάνατο; 

Τον σκέφτομαι, όπως το λες, αλλά δεν τον φοβάμαι. Με απασχολεί με την εξής έννοια: Οφείλουμε να αγαπάμε τη ζωή, διότι εδώ βρισκόμαστε εντελώς τυχαία. Αν όταν ο πατέρας σου φώναξε τη μάνα σου στο κρεβάτι κι εκείνη του είπε «Μισό λεπτό, να κλείσω την κουζίνα κι έρχομαι», δεν θα έβγαινες εσύ! Είμαστε μια μονάδα μέσα στο άπειρο, άρα οφείλουμε να τιμάμε τον εαυτό μας, τιμώντας τη ζωή μας. Θα πεθάνουμε, λοιπόν, και δεν θά'μαστε τίποτα! Γιατί, πριν γεννηθούμε, σάμπως ήμασταν τίποτα; Πεθαίνεις και, τέλος, δεν καταλαβαίνεις τίποτα, δεν νοιάζεσαι για τίποτα! 

Ούτε η υστεροφημία; 

Ακούστε, ακόμα και η μεταφυσική υπάρχει, αλλά για όσο ζούμε. Είναι ωραία δηλαδή να συζητάμε μεταφυσικά, να λέμε τα όνειρα μας. Και να σου πω και κάτι άλλο; Μετά από δυο - τρεις γενιές δεν θα υπάρχεις για κανέναν, δεν θα σε αναφέρει κανένας! Προφανώς υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις, αλλά για τους περισσότερους κοινούς θνητούς, αυτή είναι η μοίρα τους. Εγώ δεν έχω καθόλου την αγάπη για την υστεροφημία, όπως δεν την είχε και ο Παπανδρέου. 

Δεν γούσταρε ο Παπανδρέου την υστεροφημία; 

Καθόλου! Έλεγε: «Θα πεθάνω και ας με κρίνουν». Ο Καραμανλής, στον οποίο άρεσε η υστεροφημία, καλούσε διάφορους και τους ζητούσε: «Γράψτε ένα βιβλίο για μένα». Για τον Παπανδρέου δεν έγραψε κανένας βιβλίο, ούτε το επεδίωξε ποτέ ο ίδιος. 

Κύριε Χυτήρη, σας ευχαριστώ γι' αυτό τον απολογισμό της ζωής σας. Τα είπαμε όλα! 

Νομίζεις! Τίποτα δεν είπαμε (γέλια) 

* Η συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Τηλέμαχου Χυτήρη με τίτλο «Ποιήματα» μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου