Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2024

Γιώργος Μπλάνας: «Γράφω ως μαχόμενος αριστερός»

του Σαράντου Φράγκου

«Οι νεκροί κοιτάζουν τους ζωντανούς πίσω από τζάμι θολό,

θλιμμένοι, σφίγγοντας στα βουρκωμένα χέρια τους

ό,τι πρόλαβαν να πάρουν μαζί τους.

Κάπου-κάπου κάποιον αναγνωρίζουν και η καρδιά τους χτυπά.

Ανοίγουν το χέρι και ψάχνουν μια χάντρα κόκκινη,

ένα φτηνό σταυρουδάκι, μια πολύχρωμη κλωστή.

Κοιτάζουν λίγο τα δάχτυλά τους – πως έγιναν τρυφερά

με το χρόνο – κι ύστερα γυρίζουν και χάνονται

σφίγγοντας στα βουρκωμένα χέρια τους ό,τι ακριβότερο

πρόλαβαν να πάρουν μαζί τους».

Γιώργος Μπλάνας «Η ζωή κολυμπά σαν φάλαινα ανύποπτη πριν την σφαγή»

Ο ποιητής Γ. Μπλάνας ‘’έφυγε’’ στις 18 του Φλεβάρη και κοιτάζει πια εμάς τους ζωντανούς πίσω από τζάμι θολό. Κοιτάζει τη ζωή μας την αργή, τη δύσκολη, τη δύσκαμπτη.

Κι όμως το να ζεις σημαίνει πως τρέχεις γρήγορα πως προσπερνάς τις τρύπες του θανάτου.

Η πραγματική, η μεγάλη ποίηση είναι εγκόσμια, είναι απλή και λαϊκή όπως το τρεχούμενο νερό. Είναι μελαγχολική γιατί είναι φιλοσοφημένη, είναι ιστορική και γι’ αυτό στρατευμένη.

Ο Γ. Μπλάνας την ποίηση δεν την σπούδασε σε κολέγια και πανεπιστήμια. Με το ξεχωριστό ποιητικό του δαιμόνιο την άκουσε εκεί που δούλευε και έτρεχε όταν ήταν ταχυδρόμος, εκεί που ήταν τυπωμένη στα βιβλία όταν δούλευε σαν βιβλιοθηκάριος και βιβλιοϋπάλληλος, εκεί που έγραφε τις διαφημιστικές λεζάντες όταν δούλευε σαν κειμενογράφος στη διαφήμιση.

Και αυτή η προσωπική ποίηση τον οδήγησε στον Αρχίλοχο, στον Όμηρο, στον Ευριπίδη και το Σοφοκλή και μας χάρισε σπουδαίες μεταφράσεις.

Ο Γ. Μπλάνας ‘’απαρνήθηκε’’ την ποίηση νωρίς (το 2010 γράφει την τελευταία του ποιητική σύνθεση τα ‘’Στασιωτικά’’), δεν έγινε ‘’μαρμαρωμένος’’ ποιητής. Έκτοτε αφοσιώνεται στη μετάφραση και στα κριτικά δοκίμια.

Όπως ο ίδιος ομολογεί, «Τα βιβλία της ποίησης δεν είναι μυθιστορήματα που πουλάνε και επομένως δεν αφορούν τους εκδοτικούς οίκους. Γιατί είναι πράγματι ματαιοδοξία, να βγάλεις μια ποιητική συλλογή που θα την διαβάσουν μερικές δεκάδες… Εγώ δεν είμαι επαγγελματίας λογοτέχνης, είμαι επαγγελματίας βιβλιάνθρωπος». Και έτσι είναι, δεν ανήκει σε κείνους που σκαλίζουν πάνω σε χαρτιά για να πληρώσουν τα χρέη τους όταν έρχονται τα κρατικά βραβεία.

Ποτέ δεν τον αφορούσαν οι σαχλαμάρες που εκδίδονται με τη σέσουλα, οι πωλήσεις και τα πειραγμένα νούμερα, ποτέ δεν ασχολήθηκε με την αγορά.

Είναι γεγονός ότι ο χώρος του πολιτισμού διοικείται από ανθρώπους με χαμηλά προσόντα αλλά με μεγάλη δίψα για φήμη και ο Μπλάνας δεν ανήκει σ’ αυτούς.

Η ποίησή του ‘’πάσχει’’ –και γι’ αυτό είναι ακριβή- από φιλοσοφικό έρωτα, είναι όπως λέει ο ίδιος ‘’κολώνες δωρικού ρυθμού φτιαγμένες με μπετόν’’. Είναι σειρές μονολόγων ιστορικών προσώπων που αναστοχάζονται για το πώς θα έπρεπε να μιλούν για τη ρηχότητα και τη βλακεία της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας.

Η ποιητική του πέννα επανεκτιμά το παρελθόν του γένους των ανθρώπων, τις παραδόσεις, την ιστορία, τη φιλοσοφία και τη θρησκεία τους και το προσφέρει μέσα από τη ρίμα του σε διαφορετική διάσταση ζωντανό και λάλο.

Η ποίησή του είναι στοχαστική και συλλογιστική, δεν έρχεται από τον ουρανό, παράγει προτάσεις όχι επιστημονικής συνέπειας, αλλά προτάσεις ανάγνωσης της πραγματικότητας στη βάση των βιωμάτων και παρέχουν ευκαιρίες χειραφέτησης των παραστάσεων και των προσδοκιών.

Δεν τον ενδιαφέρουν ρομάντζα ‘’απελευθέρωσης’’ του ασύνειδου αλλά η δυνατότητα να ορίζουμε την εικόνα μας μέσα από την τάξη του λόγου. Η ποιητική του τακτική συχνά γίνεται οδυνηρή γιατί στέκεται συνεχώς στην κόψη, στην άκρη του γκρεμού και αντλεί από το περιεχόμενο της πτώσης.

Και είναι αυτό που μας υποβάλλει η ποίησή του, να αντλούμε δύναμη από την πτώση και να ιχνογραφούμε μια νέα αρχή. Μια ποίηση που ξεβολεύει τους εξουσιαστικούς κοινωνικούς ελεγκτές.

Είναι γεγονός πως η γλώσσα έχει ξυλιάσει και έχει περιπέσει σε ένα κώδικα μεταφοράς ελεγμένων και μονοσήμαντων πληροφοριών, η ‘’γλώσσα’’ της παγκοσμιοποίησης. Μια ‘’γλώσσα’’ που σημαίνει τη μεταμοντέρνα, τη μεταπολιτική και τη μεταβιομηχανική εποχή μας. Μια ‘’γλώσσα’ που επιβάλει το μοντέλο της πνευματικής και υλικής ισχύος του κυρίαρχου ολοκληρωτικού καπιταλισμού.

Ωστόσο υπάρχει μια γλωσσική λειτουργία που δεν γνωρίζει άλλη γλώσσα εκτός από τη γλώσσα την ποιητική.

‘’ Να λες αυτό που δεν λες ακριβώς επειδή δεν το λες. Κάθε λέξη μια λαλίστατη απουσία εκεί που ίσα-ίσα θα έπρεπε να επικυρώνει την μονοσήμαντη παρουσία της’’ όπως εύστοχα γράφει.

‘’Μα ήσουν νέος ακόμη

και νομίζω πως είδες

έναν κόσμο βουβό,

σκιερό, βαρύθυμο,

έτοιμο να πέσει πάνω

στην πρώτη αδέξια ψυχή,

να τη σπαράξει,

να τη σπαράξει κόκκινη,

βαθιά,

σχεδόν καρδιά και φλέβα.

Και είδες ψυχές

βαθύτερες,

σκιές μιας σκοτεινής ευημερίας

που κάρπιζε κουρέλια ιστορίας.

Και μύριζε υγρασία

ο θάνατος παντού.

Και φώναξες.

‘’Τι κάθεστε μπροστά

σε τόσο μαύρο;

Φυλάτε η μια την άλλη;

Τι να την κάνετε τη γη

όταν δεν τρέφει τα παιδιά της;’’

‘’Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη’’.

Ο Γιώργος Μπλάνας έφυγε νωρίς, στα 65 του χρόνια όπως και άλλοι σημαντικοί της γενιάς του, της γενιάς μας. Όμως πάντα θα επιστρέφει και ‘’ θα πελεκάει τεχνικά των ζωντανών τη γλώσσα’’.

Γ. Μπλάνας, ποιητική εργογραφία:

-‘’Η ζωή κολυμπά σαν φάλαινα ανύποπτη πριν την σφαγή’’ [1987]

-‘’Η αναπόφευκτη ανθηρότητά σου’’ [1990]

-‘’ Νύχτα’’ [1991]

-‘’ Παράφορο’’ [1997]

-‘’ Άννα’’ [1998]

-‘’ Η απάντησή μου’’ [2000]

-‘’ Επεισόδιο’’ [2002]

– ‘’Τα ποιήματα του προηγούμενου αιώνα’’ [2004] –[συλλογή των προηγουμένων]

– ‘’Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη’’ [2007]

– ‘’ Στασιωτικά’’ [2010]



https://kommon.gr/politismos/item/15396-giorgos-blanas-grafo-os-machomenos-aristeros-tou-sarantou-fragkou?utm_source=rss&utm_medium=rss&utm_campaign=giorgos-blanas-grafo-os-machomenos-aristeros-tou-sarantou-fragkou

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου