…. “Γυναίκα, αν θες…”: Παλαμάς, Καρούζος, Εγγονόπουλος, Λέοπολ Σενγκόρ και Άλντα Μερίνι…
(“Οι ρίζες των δικαιωμάτων για να δημιουργήσουμε το μέλλον”, αφίσα της Ένωσης Γυναικών Ιταλίας)
-Γράφει ο Κωστής Παλαμάς εκεί κάπου στις αρχές του 20ου αιώνα…
«Όσοι φοβούνται πως άμα χειραφετηθούν οι γυναίκες κι έμπουνε κι αυτές με τα όλα τους στον αγώνα της ζωής, θα χάσει η γυναίκα τη χάρη της και την ποίησή της, μου θυμίζουν τα επιχειρήματα του Ruskin και άλλων πως τάχα με τους σιδηροδρόμους και με τον πολιτισμό θα χάσει την ομορφιά η φύση. Και τι είναι το στρώσιμο και το πέρασμα ενός σιδηροδρόμου στ’ απέραντα του φυσικού κόσμου γύρω του; Αφήνω πως μπορεί κανείς να υποστηρίξει πως κι ένα τρένο πλουτίζει τη φύση μ’ ομορφιά. Ανάλογα κι οι φόβοι για τη χειραφετημένη γυναίκα μου φαίνονται ρομαντικοί. Όπως κι αν αποκατασταθούν οι γυναίκες, σε όλα ισότιμες με τον άντρα, η γυναίκα- το αιώνιο “θηλυκό” του ποιητή- δε χάνεται. Πάντα θα ζει, θα ζώνεται και θα ξεζώνεται.»
(Κ. Παλαμάς, Άπαντα, τ. 10, Γκοβόστης)
“Γυναίκα”
Γυναίκα, αν θες αντρίκεια να δουλέψεις
για τον ξεσκλαβωμό σου, δε σε φτάνει
να κάψεις, να σκορπίσεις, να ξοδέψεις
το χρυσάφι, τη σμύρνα, το λιβάνι
στο νέο βωμό. Μέσα σου πρώτα κάψε
το τριπλό ξόανο που τους δούλους κάνει,
Συνήθεια, Κέρδος, Πρόληψη. Και σκάψε,
και του παλιού καιρού τα παραμύθια,
κι ας ειν’ όμορφα, μια για πάντα θάψε.
Α! τα μεστά καμαρωτά σου στήθια
βραχνάς τα πνίγει, πνίχ’ τον, πολεμίστρα
για την Αγάπη και για την Αλήθεια.
Πάντα μαζί σου κ’ η Ομορφιά η μεθύστρα.
(Κ. Παλαμάς, τ. 5, Γκοβόστης)
-Νίκος Καρούζος…
«Γυναίκα, πείσμα της Ασίας»
Είσαι μια ήπειρος του στήθους απ΄ τα βάθη των φυλών
είσαι πλανόδια σαν το φεγγάρι
ο πόνος είναι πλοκαμός κι η αγάπη σου υδράργυρος
γυναίκα, πείσμα της Ασίας.
Όταν αφήνεις ένα βλέμμα στις κοιλάδες να ωριμάζει
καθώς οι άνεμοι το ταξιδεύουν ως τα ύψη
νέμεσαι τα κλαδιά και χύνεις δηλητήρια μες στο φεγγάρι.
Μόνη σα φόνος κατοικείς τη συνείδηση
συνωμοτώντας αντίκρυ στις θεότητες των πουλιών
εσύ με μαύρα ποταμικά μαλλιά
εσύ πάλι και πάλι με σκοτεινά μάτια.
Λέω στον ήλιο να σταθεί χωρίς την αγαθότητα
σχίζοντας το μεγάλο χρώμα του ονείρου
στον ήλιο να σε πολεμήσει με βοερό θειάφι
και να γκρεμίσει όλη τη θύμηση που με παιδεύει.
Να οι καιροί στα βήματα σου μʼ έφεραν
οι φυτικοί δεινόσαυροι τα ουράνια πλάτη
μια δέσμη χαλαρή του αίματος έτοιμη να σκορπίσει
τότε που φώναζα δίχως απόκριση: Θέλω να γίνω γαλάζιος.
Ήρθες να μείνεις ως το θάνατο
με πορφυρές ανταύγειες απʼ τα μέλη
ρώτησα μα δεν έμαθα που βρήκες το σκοτάδι
σε μυστικά ρυάκια κλειδώνεις τον ήχο σου
μόνη με την εκρηκτική φωνή της σιωπής.
Ήρθες να μείνεις ως το μακρινό χάραμα
σώματα πέρασες ακόμη ταξιδεύεις.
Εγώ δεν έζησα κι η ομορφιά της Αττικής είνʼ όλο το ταξίδι μου.
Σε τόσους καημούς τραγουδώντας
δεν ξέρω τʼ όπλο της λησμονιάς.
(Νίκος Καρούζος, Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος)
-Κι ένας ύμνος στη γυναίκα από το Νίκο Εγγονόπουλο…
“Ποίημα που του λείπει η χαρά αφιερωμένο σε γυναίκα υπέροχη
δωρήτρια πόθου και γαλήνης”
αφού το θέλεις
γυναίκα αρμονική και ωραία
έτσι καθώς ένα βράδυ του Μαϊού
ετοποθέτησες απλά και έφυγες
άσπρη ζωντανή γαρδένια
ανάμεσα στα νεκρά λουλούδια
μέσα στο παλιό- ιταλικό μου φαίνεται-
βάζο με παραστάσεις
γαλάζιες τεράτων και χιμαιρών
έλα/ πέσε στα χέρια μου
-αφού το θέλεις-
τη θλίψη του πράσινου βλέμματός σου
τη βαθιά πίκρα των κόκκινων χειλιών σου
τη νύχτα των μυστηρίων που είναι
πλεγμένη μέσα στα μακριά μαλλιά σου
τη σποδό του υπέροχου σώματός σου
-Λέοπολ Σεντάρ ΣΕΝΓΚΟΡ (1906-2001, Σενεγάλη)
“Μαύρη γυναίκα”
Γυναίκα γυμνή, γυναίκα μαύρη
ντυμένη με το χρώμα σου, με το σχήμα σου που είναι ομορφιά.
Μεγάλωσα στη σκιά σου, η γλύκα των χεριών σου τύλιγε τα μάτια μου.
Και να! που μες την καρδιά του καλοκαιριού και του μεσημεριού
σε ανακαλύπτω η της επαγγελίας, απ’ την κορφή
ενός αψηλού, φρυγμένου λόφου,
και η ομορφιά σου με κεραυνώνει κατάστηθα
σαν αστραπή αετού.
Γυναίκα γυμνή, γυναίκα σκοτεινή!
Οπώρα ώριμη με τη σφιχτοδεμένη σάρκα
εκστάσεις μουντές μαύρου κρασιού
στόμα που κάνει το στόμα μου λυρικό
πεδιάδα με τους ξάστερους ορίζοντες
πεδιάδα που ανατριχιάζεις στις θερμές θωπείες
του ανατολικού ανέμου.
Ταμ ταμ γλυπτό, ταμ ταμ τεντωμένο
που δονείσαι κάτω από τα δάχτυλα του Νικητή.
Η βαριά, κοντράλτο φωνή σου
είναι το λυπητερό θρησκευτικό τραγούδι της Αγαπημένης.
Γυναίκα γυμνή, γυναίκα σκοτεινή!
Λάδι που καμιά πνοή δε ρυτιδώνει
λάδι γαλήνιο στα πλευρά του αθλητή
στα πλευρά των πριγκίπων του Μαλί.
Ζαρκάδι με τους θείους αρμούς, τα μαργαριτάρια
είναι αστέρια πάνω στη νύχτα του δέρματός σου.
Στη σκιά της κόμης σου, η αγωνία μου
φωτίζεται από τους γειτονικούς ήλιους των ματιών σου.
Γυναίκα γυμνή, γυναίκα μαύρη!
Τραγουδώ την πρόσκαιρη ομορφιά σου
σχήμα που σταθεροποιώ στην αιωνιότητα
προτού η ζηλόφθονη μοίρα σε καταντήσει στάχτη
για να θρέψει τις ρίζες της ζωής.
(Μ. Λαϊνά, Ξένη ποίηση του 20ου αιώνα, εκδ. Ελ. Γράμματα)
-Δυο ποιήματα της Ιταλίδας ποιήτριας
Alda Merini (1931- 2009):
“Χαμόγελο γυναίκας”
Χαμόγελο γυναίκας/ χαμογέλα γυναίκα
να χαμογελάς πάντα στη ζωή
ακόμα κι αν αυτή δε σου χαμογελάει
χαμογέλα στους χαμένους έρωτες
χαμογέλα στους πόνους σου, χαμογέλα παντού.
Το δικό σου χαμόγελο θα είναι:
Φως στο δρόμο σου
φάρος για τους χαμένους ταξιδευτές.
Το χαμόγελό σου θα είναι:
Ένα μητρικό φιλί
ένα καρδιοχτύπι για τους αγαπημένους σου
μια αχτίνα του ήλιου για όλους.
“Σε όλες τις γυναίκες”
Ευαίσθητη, γεμάτη χαρίσματα γυναίκα,
μήτρα του παραδείσου
είσαι ένας κόκκος αμαρτίας
ακόμα και στα μάτια του Θεού
παρά τους άγιους πολέμους σου
για τη χειραφέτησή σου.
Ξεσχίζουν την ομορφιά σου
και απομένεις ένα σκέλεθρο αγάπης.
(από ιταλικό μπλογκ σε μετάφραση δική μου)
(Στο πανό: “Ελεύθερες…για να υπάρχουμε, ν’ αποφασίζουμε, να επιλέγουμε, ν’ αγωνιζόμαστε”)
ADVERTISEMENT
Like
(“Οι ρίζες των δικαιωμάτων για να δημιουργήσουμε το μέλλον”, αφίσα της Ένωσης Γυναικών Ιταλίας)
-Γράφει ο Κωστής Παλαμάς εκεί κάπου στις αρχές του 20ου αιώνα…
«Όσοι φοβούνται πως άμα χειραφετηθούν οι γυναίκες κι έμπουνε κι αυτές με τα όλα τους στον αγώνα της ζωής, θα χάσει η γυναίκα τη χάρη της και την ποίησή της, μου θυμίζουν τα επιχειρήματα του Ruskin και άλλων πως τάχα με τους σιδηροδρόμους και με τον πολιτισμό θα χάσει την ομορφιά η φύση. Και τι είναι το στρώσιμο και το πέρασμα ενός σιδηροδρόμου στ’ απέραντα του φυσικού κόσμου γύρω του; Αφήνω πως μπορεί κανείς να υποστηρίξει πως κι ένα τρένο πλουτίζει τη φύση μ’ ομορφιά. Ανάλογα κι οι φόβοι για τη χειραφετημένη γυναίκα μου φαίνονται ρομαντικοί. Όπως κι αν αποκατασταθούν οι γυναίκες, σε όλα ισότιμες με τον άντρα, η γυναίκα- το αιώνιο “θηλυκό” του ποιητή- δε χάνεται. Πάντα θα ζει, θα ζώνεται και θα ξεζώνεται.»
(Κ. Παλαμάς, Άπαντα, τ. 10, Γκοβόστης)
“Γυναίκα”
Γυναίκα, αν θες αντρίκεια να δουλέψεις
για τον ξεσκλαβωμό σου, δε σε φτάνει
να κάψεις, να σκορπίσεις, να ξοδέψεις
το χρυσάφι, τη σμύρνα, το λιβάνι
στο νέο βωμό. Μέσα σου πρώτα κάψε
το τριπλό ξόανο που τους δούλους κάνει,
Συνήθεια, Κέρδος, Πρόληψη. Και σκάψε,
και του παλιού καιρού τα παραμύθια,
κι ας ειν’ όμορφα, μια για πάντα θάψε.
Α! τα μεστά καμαρωτά σου στήθια
βραχνάς τα πνίγει, πνίχ’ τον, πολεμίστρα
για την Αγάπη και για την Αλήθεια.
Πάντα μαζί σου κ’ η Ομορφιά η μεθύστρα.
(Κ. Παλαμάς, τ. 5, Γκοβόστης)
-Νίκος Καρούζος…
«Γυναίκα, πείσμα της Ασίας»
Είσαι μια ήπειρος του στήθους απ΄ τα βάθη των φυλών
είσαι πλανόδια σαν το φεγγάρι
ο πόνος είναι πλοκαμός κι η αγάπη σου υδράργυρος
γυναίκα, πείσμα της Ασίας.
Όταν αφήνεις ένα βλέμμα στις κοιλάδες να ωριμάζει
καθώς οι άνεμοι το ταξιδεύουν ως τα ύψη
νέμεσαι τα κλαδιά και χύνεις δηλητήρια μες στο φεγγάρι.
Μόνη σα φόνος κατοικείς τη συνείδηση
συνωμοτώντας αντίκρυ στις θεότητες των πουλιών
εσύ με μαύρα ποταμικά μαλλιά
εσύ πάλι και πάλι με σκοτεινά μάτια.
Λέω στον ήλιο να σταθεί χωρίς την αγαθότητα
σχίζοντας το μεγάλο χρώμα του ονείρου
στον ήλιο να σε πολεμήσει με βοερό θειάφι
και να γκρεμίσει όλη τη θύμηση που με παιδεύει.
Να οι καιροί στα βήματα σου μʼ έφεραν
οι φυτικοί δεινόσαυροι τα ουράνια πλάτη
μια δέσμη χαλαρή του αίματος έτοιμη να σκορπίσει
τότε που φώναζα δίχως απόκριση: Θέλω να γίνω γαλάζιος.
Ήρθες να μείνεις ως το θάνατο
με πορφυρές ανταύγειες απʼ τα μέλη
ρώτησα μα δεν έμαθα που βρήκες το σκοτάδι
σε μυστικά ρυάκια κλειδώνεις τον ήχο σου
μόνη με την εκρηκτική φωνή της σιωπής.
Ήρθες να μείνεις ως το μακρινό χάραμα
σώματα πέρασες ακόμη ταξιδεύεις.
Εγώ δεν έζησα κι η ομορφιά της Αττικής είνʼ όλο το ταξίδι μου.
Σε τόσους καημούς τραγουδώντας
δεν ξέρω τʼ όπλο της λησμονιάς.
(Νίκος Καρούζος, Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος)
-Κι ένας ύμνος στη γυναίκα από το Νίκο Εγγονόπουλο…
“Ποίημα που του λείπει η χαρά αφιερωμένο σε γυναίκα υπέροχη
δωρήτρια πόθου και γαλήνης”
αφού το θέλεις
γυναίκα αρμονική και ωραία
έτσι καθώς ένα βράδυ του Μαϊού
ετοποθέτησες απλά και έφυγες
άσπρη ζωντανή γαρδένια
ανάμεσα στα νεκρά λουλούδια
μέσα στο παλιό- ιταλικό μου φαίνεται-
βάζο με παραστάσεις
γαλάζιες τεράτων και χιμαιρών
έλα/ πέσε στα χέρια μου
-αφού το θέλεις-
τη θλίψη του πράσινου βλέμματός σου
τη βαθιά πίκρα των κόκκινων χειλιών σου
τη νύχτα των μυστηρίων που είναι
πλεγμένη μέσα στα μακριά μαλλιά σου
τη σποδό του υπέροχου σώματός σου
-Λέοπολ Σεντάρ ΣΕΝΓΚΟΡ (1906-2001, Σενεγάλη)
“Μαύρη γυναίκα”
Γυναίκα γυμνή, γυναίκα μαύρη
ντυμένη με το χρώμα σου, με το σχήμα σου που είναι ομορφιά.
Μεγάλωσα στη σκιά σου, η γλύκα των χεριών σου τύλιγε τα μάτια μου.
Και να! που μες την καρδιά του καλοκαιριού και του μεσημεριού
σε ανακαλύπτω η της επαγγελίας, απ’ την κορφή
ενός αψηλού, φρυγμένου λόφου,
και η ομορφιά σου με κεραυνώνει κατάστηθα
σαν αστραπή αετού.
Γυναίκα γυμνή, γυναίκα σκοτεινή!
Οπώρα ώριμη με τη σφιχτοδεμένη σάρκα
εκστάσεις μουντές μαύρου κρασιού
στόμα που κάνει το στόμα μου λυρικό
πεδιάδα με τους ξάστερους ορίζοντες
πεδιάδα που ανατριχιάζεις στις θερμές θωπείες
του ανατολικού ανέμου.
Ταμ ταμ γλυπτό, ταμ ταμ τεντωμένο
που δονείσαι κάτω από τα δάχτυλα του Νικητή.
Η βαριά, κοντράλτο φωνή σου
είναι το λυπητερό θρησκευτικό τραγούδι της Αγαπημένης.
Γυναίκα γυμνή, γυναίκα σκοτεινή!
Λάδι που καμιά πνοή δε ρυτιδώνει
λάδι γαλήνιο στα πλευρά του αθλητή
στα πλευρά των πριγκίπων του Μαλί.
Ζαρκάδι με τους θείους αρμούς, τα μαργαριτάρια
είναι αστέρια πάνω στη νύχτα του δέρματός σου.
Στη σκιά της κόμης σου, η αγωνία μου
φωτίζεται από τους γειτονικούς ήλιους των ματιών σου.
Γυναίκα γυμνή, γυναίκα μαύρη!
Τραγουδώ την πρόσκαιρη ομορφιά σου
σχήμα που σταθεροποιώ στην αιωνιότητα
προτού η ζηλόφθονη μοίρα σε καταντήσει στάχτη
για να θρέψει τις ρίζες της ζωής.
(Μ. Λαϊνά, Ξένη ποίηση του 20ου αιώνα, εκδ. Ελ. Γράμματα)
-Δυο ποιήματα της Ιταλίδας ποιήτριας
Alda Merini (1931- 2009):
“Χαμόγελο γυναίκας”
Χαμόγελο γυναίκας/ χαμογέλα γυναίκα
να χαμογελάς πάντα στη ζωή
ακόμα κι αν αυτή δε σου χαμογελάει
χαμογέλα στους χαμένους έρωτες
χαμογέλα στους πόνους σου, χαμογέλα παντού.
Το δικό σου χαμόγελο θα είναι:
Φως στο δρόμο σου
φάρος για τους χαμένους ταξιδευτές.
Το χαμόγελό σου θα είναι:
Ένα μητρικό φιλί
ένα καρδιοχτύπι για τους αγαπημένους σου
μια αχτίνα του ήλιου για όλους.
“Σε όλες τις γυναίκες”
Ευαίσθητη, γεμάτη χαρίσματα γυναίκα,
μήτρα του παραδείσου
είσαι ένας κόκκος αμαρτίας
ακόμα και στα μάτια του Θεού
παρά τους άγιους πολέμους σου
για τη χειραφέτησή σου.
Ξεσχίζουν την ομορφιά σου
και απομένεις ένα σκέλεθρο αγάπης.
(από ιταλικό μπλογκ σε μετάφραση δική μου)
(Στο πανό: “Ελεύθερες…για να υπάρχουμε, ν’ αποφασίζουμε, να επιλέγουμε, ν’ αγωνιζόμαστε”)
ADVERTISEMENT
Like
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου