Η παραίτηση του Νίκου Νικολόπουλου από τη θέση του υφυπουργού Εργασίας έχει πολλαπλή και ευρύτερη σημασία. Όχι μόνο για τη Ν.Δ. και το μέλλον της, αλλά και για τη συγκυβέρνηση της «εθνικής ευθύνης» των τριών... «καμπαλέρος», οι οποίοι είναι πια υποχρεωμένοι να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες των πολιτικών επιλογών/οδηγιών που έρχονται απ’ έξω...
Ίσως, κατά πολλούς, η αποχώρηση αυτή από την τόσο φρέσκια κυβέρνηση να εδράζεται κυρίως σε προσωπικούς λόγους. Αυτή η αιτιολόγηση, όμως, ακόμη και αν έχει δόση αλήθειας, είναι εντελώς ανεπαρκής για να αιτιολογήσει το γιατί ένα στέλεχος με πολύχρονη παρουσία στη Ν.Δ. επιλέγει να παραιτηθεί από μια κυβέρνηση την οποία στηρίζει το κόμμα του αμέσως μετά τη συγκρότησή της και μάλιστα δηλώνοντας… πίστη στον κομματικό αρχηγό και πρωθυπουργό.
Ίσως, κατά πολλούς, η αποχώρηση αυτή από την τόσο φρέσκια κυβέρνηση να εδράζεται κυρίως σε προσωπικούς λόγους. Αυτή η αιτιολόγηση, όμως, ακόμη και αν έχει δόση αλήθειας, είναι εντελώς ανεπαρκής για να αιτιολογήσει το γιατί ένα στέλεχος με πολύχρονη παρουσία στη Ν.Δ. επιλέγει να παραιτηθεί από μια κυβέρνηση την οποία στηρίζει το κόμμα του αμέσως μετά τη συγκρότησή της και μάλιστα δηλώνοντας… πίστη στον κομματικό αρχηγό και πρωθυπουργό.
Όταν, ιδιαίτερα, αυτή η κυβέρνηση είναι πασίγνωστο και αυτονόητο ότι κρέμεται - και θα κρέμεται συνεχώς – από μια κλωστή και η βιωσιμότητά της θα απειλείται καθ’ όλη την άγνωστη διάρκεια του όποιου βίου της.
Άλλωστε, ακόμη κι αν υποτεθεί ότι τα κίνητρα είναι αμιγώς προσωπικά, είναι βέβαιο ότι ο εν λόγω – τέως – υφυπουργός θα είχε πολλές ευκαιρίες στο μέλλον να διεκδικήσει την υπουργική καρέκλα που έχασε σε αυτόν τον γύρο.
«Στον αέρα»
Για την κυβέρνηση τα κακά μηνύματα είναι ουκ ολίγα. Κατ’ αρχάς πρόκειται για την πρώτη αποχώρηση πριν ακόμη αρχίσει να εφαρμόζει το πρόγραμμα της τρόικας, δηλαδή ξεπούλημα, περικοπές, φοροξεζούμισμα και πάει λέγοντας...
Η «υποχρεωτική» κωλοτούμπα και η άτακτη υποχώρηση από τις προεκλογικές εξαγγελίες - όσες και όπως έγιναν - για αναδιαπραγμάτευση του μνημονίου, κάποιων όρων του κ.λπ., και η προσαρμογή στην «πραγματικότητα» των δανειστών την απογύμνωσαν πολύ νωρίς και κατανάλωσαν σημαντικό μέρος από την πίστωσή της σε πολιτική αξιοπιστία και χρόνο.
Έτσι η παραίτηση Νικολόπουλου, ενός από τα στελέχη της Λαϊκής Δεξιάς, δηλαδή της κυρίως βάσης του μεγαλύτερου από τα κόμματα της συγκυβέρνησης, έρχεται πολύ νωρίς να σηματοδοτήσει την αναμενόμενη σύντομη απώλεια της όποιας λαϊκής συγκατάβασης προς τις επιλογές της συγκυβέρνησης της Ν.Δ., του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ.
Επιπλέον σημαντικό στοιχείο για τη συνοχή της κυβέρνησης συνεργασίας θα πρέπει να θεωρηθεί και το ότι η αποχώρηση δεν αφορά στέλεχος ενός από τα μικρότερα συνεργαζόμενα κόμματα, αλλά από τη νικήτρια των εκλογών Ν.Δ., η οποία – εξ αιτίας και της απροθυμίας ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ να βουτήξουν από την αρχή στα βαθιά της διακυβέρνησης – αποτελεί τον κεντρικό κυβερνητικό κορμό.
Τέλος, για την κυβέρνηση και τη συνοχή της η παραίτηση αυτή έρχεται να προστεθεί στα πολλαπλά προβλήματα που έχουν ήδη ανακύψει τόσο στο ΠΑΣΟΚ όσο και στη ΔΗΜΑΡ, τα οποία ήδη σηματοδοτούν, αν δεν προαναγγέλλουν, την επέλευση και προβλημάτων σταθερότητας και ενότητας στο σχετικά κοντινό μέλλον.
Ως γνωστόν, ακόμη και μια μονοκομματική κυβέρνηση, εφόσον στηρίζεται σε ένα κόμμα με προβλήματα συνοχής, δεν μπορεί να μακροημερεύσει. Πόσω μάλλον όταν είναι προϊόν μιας απρόθυμης και ανεδαφικής συμφωνίας τριών κομμάτων με πολλά άλυτα εσωτερικά ζητήματα.
Όσο για την προγραμματική βάση αυτής της συγκυβέρνησης, είναι ήδη γνωστό ότι έχει απορριφθεί από τους δανειστές και την τρόικά τους – με ό,τι αυτό θα σημάνει για το άμεσο μέλλον και τα μέτρα που θα κληθεί αυτή η κυβέρνηση να λάβει και να εφαρμόσει.
Προφανώς η αποχώρηση Νικολόπουλου δεν θα είναι η τελευταία…
Και, στο σημείο αυτό, να μην παραλείψουμε το αυτονόητο: ότι η κυβέρνηση αυτή καλείται να αποτελέσει την τελευταία άμυνα ενός συστήματος εξουσίας το οποίο πήρε την τελευταία του παράταση.
Η ανανεωτική προσθήκη της ΔΗΜΑΡ, στον βαθμό που δεν κομίζει μια νέα πολιτική αντίληψη, ριζικά διαφορετική από την κρατούσα, δεν αποτελεί καν «αριστερό άλλοθι» - ήδη τα κηρύγματα μερίδας «βιαστικών» στελεχών της για ευθυγράμμιση με τις απαιτήσεις των δανειστών και ταυτόχρονο «εισοδισμό» στο λεγόμενο «βαθύ» κράτος είναι χαρακτηριστικά.
Η Λαϊκή Δεξιά
Για τη Ν.Δ. η σημασία της παραίτησης Νικολόπουλου δεν είναι μόνο σημειολογική, αλλά βαθύτατα πολιτική. Κατ’ αρχάς επειδή το παραιτηθέν στέλεχος εκφράζει, όπως είπαμε ήδη, τη Λαϊκή Δεξιά. Η τάση των «καθωσπρέπει» αναλύσεων είναι να υποβαθμίζουν συστηματικά το κομμάτι αυτό της Ν.Δ., κυρίως επειδή το… αφάν γκατέ της δημοσιογραφίας προτιμά να συναγελάζεται με τον «αφρό» των κομμάτων εξουσίας στα καφέ του Κολωνακίου.
Λίγοι ωστόσο φαίνεται να λαμβάνουν υπ’ όψιν ότι η – λαϊκή, για να μην ξεχνιόμαστε - βάση της Ν.Δ. είναι αυτή που προσέτρεξε στις κάλπες, μετά την αποχώρηση Καραμανλή, σε εντυπωσιακούς αριθμούς, πρωτόγνωρους για δεξιό κόμμα, προκειμένου να εκλέξει τον Αντώνη Σαμαρά και να απορρίψει τη… «φυσιολογική» διαδοχή από την Μπακογιάννη.
Ακόμη λιγότεροι φαίνεται να συνυπολογίζουν ότι αυτή η λαϊκή βάση ενίσχυσε και σταθεροποίησε στην πολιτική σκηνή ένα ακόμη κόμμα, τους Ανεξάρτητους Έλληνες του Πάνου Καμμένου, το οποίο προήλθε από διάσπαση της Ν.Δ.
Ελάχιστοι ακόμη δίνουν την πρέπουσα σημασία στο ότι αυτή η διάσπαση όχι μόνο ευδοκίμησε σε επίπεδο στελεχών, αλλά και, παρά την έλλειψη σαφούς πολιτικού στίγματος, φαίνεται ότι θα επιβιώσει και την επόμενη περίοδο.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι οι Ανεξάρτητοι Έλληνες συγκέντρωσαν γύρω τους στελέχη και κόσμο που, την περίοδο διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ, συγκαταλέγονταν στον πυρήνα της εξουσίας του Σαμαρά στο κόμμα.
Αποχώρησαν όταν ο πρόεδρος της Ν.Δ., εγκαταλείποντας το «αντιμνημονιακό» μέχρι τότε στίγμα του, αντί να ρίξει την κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου, στο όνομα του «ρεαλισμού», συγκρότησε, μαζί με το ΠΑΣΟΚ και τον αλήστου μνήμης ΛΑΟΣ, την κυβέρνηση συνεργασίας με τον Παπαδήμο, η οποία ψήφισε το δεύτερο κατά σειράν μνημόνιο.
Πολλοί, τέλος, είναι αυτοί που παραβλέπουν ότι το ποσοστό της Ν.Δ. στις εκλογές της 6ης Μαΐου, ύστερα δηλαδή από την κυβέρνηση Παπαδήμου, ήταν μόλις 19%, πολύ μακριά από τον εύλογο στόχο της αυτοδυναμίας, στην οποία μάλλον λογικά προσέβλεπε η Ν.Δ. καθ’ όλη τη διάρκεια της «αντιμνημονιακής» περιόδου της. Και ότι το τελικό 29% στις 17 Ιουνίου είναι περισσότερο απότοκο της τρομοκράτησης για το ευρώ και της έλλειψης προετοιμασίας του ΣΥΡΙΖΑ να αναλάβει την κρισιμότερη κυβερνητική ευθύνη από τη μεταπολίτευση και μετά.
Όσοι λοιπόν ξεχνούν ή υποτιμούν όλα αυτά, είναι μάλλον δύσκολο να αντιληφθούν γιατί η παραίτηση – από θέση υφυπουργού μάλιστα - ενός δευτεροκλασάτου στελέχους μπορεί να χτυπάει μια πολύ ηχηρή καμπάνα για τη Ν.Δ.
topontiki.gr