Η έφοδος του αδιανόητου ήταν σοκ για την ελληνική κοινωνία, για το πολιτικό σύστημα και για τον καθρέφτη τους, τα ΜΜΕ. Μετά τις εκλογές του 2009 και τον εκλογικό θρίαμβο του ΠΑΣΟΚ, η μιντιακή αποτύπωση των πιέσεων των αγορών και των κερδοσκοπικών επιθέσεων, που συνδυάστηκαν με την αποκάλυψη του δημοσιονομικού αδιεξόδου και προκάλεσαν τη βίαιη προσφυγή στο μηχανισμό στήριξης, είχε αναμενόμενα, λίγο ή πολύ, χαρακτηριστικά: Ξαφνικά, έγιναν όλοι οικονομολόγοι, ειδικοί στα hedge funds και στα cds, προφήτες της χρεοκοπίας ή κήρυκες της τελικής νίκης, ειδήμονες του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, χειρουργοί του χάους. Τα παράθυρα γέμισαν αντιγερμανισμό, υπερπατριωτισμό, κεϊνσιανισμό, εσχατολογία, συνομωσιολογία, κάποιες φορές μεταφυσική.
Τους πρώτους μήνες μετά την επικράτηση του ΠΑΣΟΚ και καθώς άρχισε να διαγράφεται ο δρόμος προς την οικονομική κόλαση, η κυβέρνηση είχε ασυλία, συνήθη για τα συστημικά ΜΜΕ που πάντα αποδέχονται με διάθεση επιείκειας ή συναλλαγής κάθε καινούργια εξουσία. Έτσι, ο έλεγχος της πληροφορίας ήταν πολύ ισχυρός και η δουλειά του/των επικοινωνιακού/ών κέντρου/ων της κυβέρνησης, σχετικά εύκολη. Η προσπάθεια του Γιώργου Παπανδρέου να πείσει ότι ο μοναδικός κίνδυνος ήταν η επίθεση που δεχόταν η χώρα από κερδοσκόπους, βρήκε πρόσφορο έδαφος και απέκτησε πολλούς δημοσιολογούντες υποστηρικτές.
Ήταν μνημειώδης η φράση του δημοσιογράφου-σχολιαστή «αν δεν υπήρχε ο Γιώργος Παπανδρέου θα έπρεπε να τον επινοήσουμε», στο πλαίσιο μετάδοσης της επίσκεψής του στον Λευκό Οίκο. Ακριβώς η ίδια φράση είχε «ντύσει» λίγα χρόνια πριν, ανάλογη επίσκεψη του τέως πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή στη Μόσχα.
Δεν ήταν η μόνη υπερβολή ή ανοησία που ακούστηκε τότε και αργότερα.
Η κατασκευή εξωτερικού και εσωτερικού εχθρού, χτίστηκε με την οργή σχολιαστών, τις ιαχές διαμορφωτών της κοινής γνώμης και την υπεραπλούστευση της τηλεοπτικής ορθοδοξίας: Κακιά η Μέρκελ, καλοί οι Αγανακτισμένοι ή, αντίστροφα, καλά τα μέτρα, κακιά η διεφθαρμένη κοινωνία.
Μετά την αποκάλυψη του τελικού σταδίου οικονομικού καρκίνου, οι αποστάσεις από την κυβέρνηση μεγάλωσαν και άρχισε μία διακριτική αποστασιοποίηση, καθώς κάθε πολιτική επένδυση έμοιαζε επισφαλής μέσα στη γενικευμένη ρευστότητα.
Και μετά, ήρθε η αποκαθήλωση. Αφού οι παρασκηνιακές προσπάθειες συνεννόησης διαφόρων εξωθεσμικών κέντρων με το τότε πρωθυπουργικό επιτελείο ναυάγησαν, με αφορμή τις παρελάσεις της ντροπής (28η Οκτωβρίου 2011) και την επικίνδυνη πρόταση για δημοψήφισμα, ο λιθοβολισμός του Γ. Παπανδρέου αγρίευε διαρκώς, μέχρι την τελική αναγκαστική απόσυρσή του από την ηγεσία.
Έκτοτε, το παιχνίδι παίζεται με τους ίδιους κανόνες: Ο Λουκάς Παπαδήμος λατρεύτηκε από τα κυρίαρχα ΜΜΕ και στη συνέχεια, για προφανείς λόγους, αποδομήθηκε, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τις εκλογές. Ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ευ. Βενιζέλος, προστατεύεται και πολύ περισσότερο ο πρωθυπουργός Α. Σαμαράς, όχι στη βάση μίας εθνικής αντίληψης, αλλά μάλλον εν αναμονή καλών υπηρεσιών.
Το συμπέρασμα είναι ότι τα ελληνικά ΜΜΕ, από τότε που ξέσπασε η κρίση και μέχρι τώρα, λιγότερο ασχολήθηκαν με την είδηση και περισσότερο με τη δημιουργία ατμόσφαιρας, λιγότερο με την αναζήτηση και περισσότερο με τη δραματοποίηση, λιγότερο με τη διεθνή διάσταση της ελληνικής υπόθεσης και περισσότερο με την παραπολιτική. Ακόμη και στον έντυπο τύπο παίρνει μεγάλη έκταση η καταγραφή της γκρίνιας σε υπουργικά συμβούλια, των διαρροών κυβερνητικών στελεχών, όσων λέγονται σε πηγαδάκια βουλευτών, των διαφωνιών υπουργών-υφυπουργών, θεμάτων δηλαδή που δεν έχουν καμία αξία αν ιδωθούν υπό το φως της ιστορικότητας της συγκυρίας. Η δραχμική προπαγάνδα οργίασε, η τυφλή μνημονιακή, επίσης. Ο λαϊκισμός κυριάρχησε και η φασαρία έγινε κανόνας ως μέθοδος ενημέρωσης, ενώ τα περιθώρια για αντιπαράθεση στη βάση ορθολογικών επιχειρημάτων, περιορίστηκαν ασφυκτικά.
Από την άλλη, στα ΜΜΕ γράφτηκαν και ακούστηκαν οι πιο ενδιαφέρουσες απόψεις σε σχέση με αυτές που κατέθεσε η πολιτική τάξη. Δημοσιογράφοι και όχι πολιτικοί, ανέλυσαν σε μεγαλύτερο βάθος και με μεγαλύτερη εγκυρότητα το πέρασμα του ΔΝΤ στον κόσμο, τα ευρωπαϊκά ελλείμματα, τη σημασία και τις συνέπειες της αναδιάρθρωσης χρέους, την υπερισχύ των αγορών έναντι εθνικών οικονομιών, τη γεωπολιτική σύγκρουση ΗΠΑ-Γερμανίας για την έξοδο πρώτων υλών από τις αναδυόμενες οικονομίες στην Ευρώπη.
Επίσης, δημοσιογράφοι και όχι εκπρόσωποι του λαού στο κοινοβούλιο, μελέτησαν περισσότερο τον ξένο τύπο, άκουσαν με μεγαλύτερη προσοχή διεθνείς οικονομολόγους και τεχνοκράτες, διάβασαν προτάσεις επιστημόνων και απόψεις ιστορικών, αναζήτησαν απαντήσεις σε βασανιστικά ερωτήματα και εναύσματα για προβληματισμό.
Ακόμη, λοιπόν, και αν κάποιος θεωρεί ότι τα ΜΜΕ δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων στη διάρκεια αυτής της φοβερής περιπέτειας (και μάλλον δεν στάθηκαν), είναι βέβαιο ότι η πρώτη και η δεύτερη εξουσία τα πήγαν χειρότερα από την τέταρτη.
Δεν τα διαλύσαμε όλοι μαζί, αλλά και εμείς κάναμε ό,τι μπορούσαμε, ακριβώς επειδή δεν κάναμε ό,τι μπορούσαμε.
tvxs.gr