Του Θέμη Τζήμα
Η επιλογή Σαμαρά για σύγκρουση με τους απεργούς του μετρό κάθε άλλο παρά τυχαία είναι. Κάθε δεξιά και μάλιστα νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση χρειάζεται να επιβεβαιώνει την κυριαρχία της μέσα από συγκρούσεις με τμήματα της εργατικής τάξης τα οποία εμφανίζει επικοινωνιακά ως οπαδούς του “αναχρονισμού”, που αντιτίθενται στις επιχειρούμενες “μεταρρυθμίσεις” που δήθεν προωθούνται προς όφελος του ευρυτέρου κοινωνικού συνόλου.
Την ίδια τακτική εφήρμοσαν η Θάτσερ και ο Ρέηγκαν τη δεκαετία του '80 ενώ σε άλλες χώρες, ο νεοφιλελευθερισμός προχώρησε μέσα από πραξικοπηματικές ενέργειες επίθεσης συνολικά στη δημοκρατία.
Η λογική, το μήνυμα πίσω από αυτές τις συγκρούσεις είναι τριπλό: πρώτον ότι διεξάγεται ένας εσωτερικός κοινωνικός πόλεμος. Από τη μια, οι δήθεν βολεμένοι του προηγουμένου συστήματος- κυρίως εργαζόμενοι στο στενό δημόσιο τομέα και στις ΔΕΚΟ όπως στη χώρα μας- και από την άλλη υποτίθεται η κοινωνική πλειοψηφία που εκφράζεται όχι μόνο πλειοψηφικά αλλά συνολικά από το
κυβερνητικό- μιντιακό- επιχειρηματικό σύμπλεγμα.
Συνεπώς η κυβέρνηση εμπεδώνει μια κατάσταση μόνιμης εκτάκτου ανάγκης, η οποία “τεντώνει” τους δημοκρατικούς θεσμούς στα όριά τους ή και πέραν αυτών, προκειμένου να νομιμοποιηθούν όλες οι βίαιες δημοκρατικές αφαιρέσεις που είναι απαραίτητες για να επιβληθούν οι προωθούμενες οικονομικές πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού.
Δεύτερον, ότι η κοινωνία είναι περίπου αταξική ή υπερταξική. Κοινωνία δεν είναι οι απεργοί, οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι που διεκδικούν, οι αγρότες που κινητοποιούνται, οι φοιτητές που προχωρούν σε καταλήψεις κλπ. Δεν είναι καν όλες οι παραπάνω κατηγορίες και πολλές ακόμα ως τέτοιες, με αυτές τους τις ιδιότητες. Η κοινωνία είναι ένας χυλός καταναλωτών, μικροϊδιοκτητών ή μεγαλοϊδιοκτητών που εμφορούνται όχι απλά από τον κοινωνικό αυτοματισμό αλλά από τον κοινωνικό κανιβαλισμό.
Τρίτον, ότι το παραδοσιακό “παιχνίδι” διαπραγμάτευσης μεταξύ κοινωνικών φορέων όπως είναι τα συνδικάτα ή οι φοιτητές από τη μια και οι συστημικοί κυβερνώντες από την άλλη έχει ανατραπεί στρατηγικά εις βάρος των πρώτων. Ότι δηλαδή η κυβέρνηση και δι' εαυτής το κατεστημένο της χώρας δε συνομιλεί καν με διαμαρτυρομένους. Τους καταστέλλει και τους ωθεί στο περιθώριο ως εχθρούς, ως τρομοκράτες κλπ. Με αυτήν την πολιτική σοκ φιλοδοξεί η κυβέρνηση να διαλύσει ενοχλητικούς- έστω εν δυνάνει- χώρους όπως είναι τα συνδικάτα, το δημόσιο πανεπιστήμιο, τα κοινωνικά κινήματα και μάλιστα τα πιο μαχητικά.
Η παραπάνω λογική εξυπηρετεί βεβαίως ένα ευρύτερο σχέδιο αναδιάταξης του τοπίουστο οικονομικό, κοινωνικό αλλά και πολιτειακό πεδίο. Στο οικονομικό κατατείνει στην εδραίωση μιας πιο κλειστής και ισχυρής ολιγαρχίας, δηλαδή στις βίαιες ενδοκαπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις. Στο κοινωνικό πεδίο στη συγκρότηση μιας κοινωνίας μετασοβιετικού τύπου, με το λαό εσωτερικά αποδιαρθρωμένο, τους θεσμούς συμμετοχής του διαβρωμένους και ηττημένους. Στο πολιτειακό πεδίο σε ένα βοναπαρτικού τύπου σύνταγμα με υπερσυγκέντρωση εξουσιών σε πιο κλειστά και λιγότερο ελεγχόμενα από τα κάτω σχήματα, εξαιτίας των οποίων η λαϊκή κυριαρχία θα αφυδατωθεί πλήρως, εάν δεν επιλεγεί η αντικοινοβουλευτική εκτροπή.
Με άλλα λόγια οι “νίκες” απέναντι σε συνδικάτα και καταληψίες που επιδιώκει ο Α. Σαμαράς δεν είναι απλά ψηφοθηρικού χαρακτήρα ενέργειες αλλά τμήματα σχεδίου για μια συνολικότερη
αντιδραστική ανατροπή στην ελληνική κοινωνία. Ψάχνει τους “ανθρακωρύχους” του για να τσακίσει όλο το συνδικαλιστικό κίνημα. Επιδιώκει τα “Φόκλαντς” του προκειμένου να αποπροσανατολίσει από τη φτώχεια και τη δυστυχία που σκορπάει με την πολιτική του. Και εν τέλει αν δεν τα καταφέρει ο ίδιος, στο παρασκήνιο παραμονεύουν οι δυνάμεις της ανωμαλίας με κοινοβουλευτική ή ξεκάθαρα αντικοινοβουλευτική περιβολή.
http://dedousi.blogspot.gr
Η επιλογή Σαμαρά για σύγκρουση με τους απεργούς του μετρό κάθε άλλο παρά τυχαία είναι. Κάθε δεξιά και μάλιστα νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση χρειάζεται να επιβεβαιώνει την κυριαρχία της μέσα από συγκρούσεις με τμήματα της εργατικής τάξης τα οποία εμφανίζει επικοινωνιακά ως οπαδούς του “αναχρονισμού”, που αντιτίθενται στις επιχειρούμενες “μεταρρυθμίσεις” που δήθεν προωθούνται προς όφελος του ευρυτέρου κοινωνικού συνόλου.
Την ίδια τακτική εφήρμοσαν η Θάτσερ και ο Ρέηγκαν τη δεκαετία του '80 ενώ σε άλλες χώρες, ο νεοφιλελευθερισμός προχώρησε μέσα από πραξικοπηματικές ενέργειες επίθεσης συνολικά στη δημοκρατία.
Η λογική, το μήνυμα πίσω από αυτές τις συγκρούσεις είναι τριπλό: πρώτον ότι διεξάγεται ένας εσωτερικός κοινωνικός πόλεμος. Από τη μια, οι δήθεν βολεμένοι του προηγουμένου συστήματος- κυρίως εργαζόμενοι στο στενό δημόσιο τομέα και στις ΔΕΚΟ όπως στη χώρα μας- και από την άλλη υποτίθεται η κοινωνική πλειοψηφία που εκφράζεται όχι μόνο πλειοψηφικά αλλά συνολικά από το
κυβερνητικό- μιντιακό- επιχειρηματικό σύμπλεγμα.
Συνεπώς η κυβέρνηση εμπεδώνει μια κατάσταση μόνιμης εκτάκτου ανάγκης, η οποία “τεντώνει” τους δημοκρατικούς θεσμούς στα όριά τους ή και πέραν αυτών, προκειμένου να νομιμοποιηθούν όλες οι βίαιες δημοκρατικές αφαιρέσεις που είναι απαραίτητες για να επιβληθούν οι προωθούμενες οικονομικές πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού.
Δεύτερον, ότι η κοινωνία είναι περίπου αταξική ή υπερταξική. Κοινωνία δεν είναι οι απεργοί, οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι που διεκδικούν, οι αγρότες που κινητοποιούνται, οι φοιτητές που προχωρούν σε καταλήψεις κλπ. Δεν είναι καν όλες οι παραπάνω κατηγορίες και πολλές ακόμα ως τέτοιες, με αυτές τους τις ιδιότητες. Η κοινωνία είναι ένας χυλός καταναλωτών, μικροϊδιοκτητών ή μεγαλοϊδιοκτητών που εμφορούνται όχι απλά από τον κοινωνικό αυτοματισμό αλλά από τον κοινωνικό κανιβαλισμό.
Τρίτον, ότι το παραδοσιακό “παιχνίδι” διαπραγμάτευσης μεταξύ κοινωνικών φορέων όπως είναι τα συνδικάτα ή οι φοιτητές από τη μια και οι συστημικοί κυβερνώντες από την άλλη έχει ανατραπεί στρατηγικά εις βάρος των πρώτων. Ότι δηλαδή η κυβέρνηση και δι' εαυτής το κατεστημένο της χώρας δε συνομιλεί καν με διαμαρτυρομένους. Τους καταστέλλει και τους ωθεί στο περιθώριο ως εχθρούς, ως τρομοκράτες κλπ. Με αυτήν την πολιτική σοκ φιλοδοξεί η κυβέρνηση να διαλύσει ενοχλητικούς- έστω εν δυνάνει- χώρους όπως είναι τα συνδικάτα, το δημόσιο πανεπιστήμιο, τα κοινωνικά κινήματα και μάλιστα τα πιο μαχητικά.
Η παραπάνω λογική εξυπηρετεί βεβαίως ένα ευρύτερο σχέδιο αναδιάταξης του τοπίουστο οικονομικό, κοινωνικό αλλά και πολιτειακό πεδίο. Στο οικονομικό κατατείνει στην εδραίωση μιας πιο κλειστής και ισχυρής ολιγαρχίας, δηλαδή στις βίαιες ενδοκαπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις. Στο κοινωνικό πεδίο στη συγκρότηση μιας κοινωνίας μετασοβιετικού τύπου, με το λαό εσωτερικά αποδιαρθρωμένο, τους θεσμούς συμμετοχής του διαβρωμένους και ηττημένους. Στο πολιτειακό πεδίο σε ένα βοναπαρτικού τύπου σύνταγμα με υπερσυγκέντρωση εξουσιών σε πιο κλειστά και λιγότερο ελεγχόμενα από τα κάτω σχήματα, εξαιτίας των οποίων η λαϊκή κυριαρχία θα αφυδατωθεί πλήρως, εάν δεν επιλεγεί η αντικοινοβουλευτική εκτροπή.
Με άλλα λόγια οι “νίκες” απέναντι σε συνδικάτα και καταληψίες που επιδιώκει ο Α. Σαμαράς δεν είναι απλά ψηφοθηρικού χαρακτήρα ενέργειες αλλά τμήματα σχεδίου για μια συνολικότερη
αντιδραστική ανατροπή στην ελληνική κοινωνία. Ψάχνει τους “ανθρακωρύχους” του για να τσακίσει όλο το συνδικαλιστικό κίνημα. Επιδιώκει τα “Φόκλαντς” του προκειμένου να αποπροσανατολίσει από τη φτώχεια και τη δυστυχία που σκορπάει με την πολιτική του. Και εν τέλει αν δεν τα καταφέρει ο ίδιος, στο παρασκήνιο παραμονεύουν οι δυνάμεις της ανωμαλίας με κοινοβουλευτική ή ξεκάθαρα αντικοινοβουλευτική περιβολή.
http://dedousi.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου