ΙΑΝΝΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ: Μια προσέγγιση του δημιουργικού κόσμου του πνευματικού τιτάνα μέσα από δικά του λόγια
Ο πειραματιστής Ιάννης Ξενάκης – κατά τη Γαλλική Humaniteμε το δυναμικό και πολύπλευρο έργο του που ξεσήκωσε τις δυνάμεις της δημιουργίας συνδυάζοντας τη δύναμη και το φως των ήχων. Ο πνευματικός τιτάνας όλης της ανθρωπότητας άφησε πίσω του δυσαναπλήρωτο κενό (έφυγε στις 4 Φεβρουαρίου 2001). Όμως οι πρωτόγνωρες ολοκληρωμένες προτάσεις του, μουσικά και διανοητικά έργα, θα μας τον θυμίζουν πάντα. Πολλοί και διάφοροι από όλο το καλλιτεχνικό – κοινωνικό – πολιτιστικό φάσμα έχουν πει και γράψει επαίνους και διθυράμβους για τον Ξενάκη. Εδώ σαν ελάχιστο φόρο τιμής, επιλέγονται δείγματα της γραφής και της σκέψεώς του:
«Με το έργο μου προσπάθησα ασυνείδητα στην αρχή και στη συνέχεια μ’ έναν τρόπο όλο και πιο συνειδητό, να γεμίσω τοφιλοσοφικό χώρο της διανόησης με τα μουσικά, αρχιτεκτονικά, εικαστικά και τα γραπτά μου έργα, όπως ο καλλιτέχνης συγκροτεί με χρωματιστές ψηφίδες ένα ψηφιδωτό».
«Δεν ήξερα το είδος της μουσικής που επρόκειτο να κάνω, ήθελα απλώς να ζω με τη μουσική, κάνοντας μουσική, μελετώντας συνεχώς, όχι μόνο ακούγοντάς την. Το σημαντικό ήταν πως είχα ήδη αποφασίσεις ότι για να υπάρξω ως άτομο έπρεπε να κάνω μουσική. Αλλιώς δε θα ήμουν τίποτα. Ήταν ένα πραγματικό πάθος, εσωτερικό, που σιγά σιγά έβγαινε στην επιφάνεια»
«Η διατύπωση μουσικών φράσεων οφείλει ν’ αποτελεί είναι μέρος των μαθηματικών. Το ενδιαφέρον των συναρτήσεων πιθανοτήτων έχουν μια πολύ μικρή εξέλιξη που οδηγεί στο χώρο της ελαφρότητας του ήχου».
«Γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα για την αρχαία τραγωδία, μπορούμε όμως να υποθέσουμε ότι, την εποχή που γράφτηκαν όλα αυτά τα κείμενα, το θέατρο του Αισχύλου θα πρέπει να μετείχε της έννοιας του ολοκληρωμένου θεάτρου, που με ενδιαφέρει εδώ και καιρό. Η αρχαία τραγωδία έχει, πράγματι, κάθε προσόν για να ενταχθεί σ΄αυτήν την κατηγορία: όχι μόνο από την άποψη των στοιχείων που την απαρτίζουν –ποίηση, δράση, όρχηση, μουσική – άλλα επίσης και από την νηφαλιότητα των επιχειρημάτων και της μιμητικής και από τις συμβολικές της αντηχήσεις».
«Η τέχνη είναι “κανονιστική” με την έννοια ότι δημιουργεί ένα είδος κανόνα. Κανόνα συμπεριφοράς, κανόνα σκέψεως στη ζωή. Έναν “τύπο” με τον οποίο ταυτίζεται κάποιος, χωρίς αναγκαστικά κάποια αιτία, αλλά συμπαθητικά. Όπως πάλλουν συμπαθητικά οι χορδές όταν βρίσκονται στο ίδιο μήκος ή στους ίδιους αρμονικούς . Επίσης η τέχνη είναι ένα είδος, κάτι που δεν έχει καμιά εξωτερική αναγκαιότητα, δεν είναι λειτουργία εξωτερική, μπορεί να βρει κοινωνική λειτουργία, αλλά είναι σαν το παιδί που παίζει. Όταν το παιδί παίζει, το κάνει γιατί έχει μια παρόρμηση βιολογική χωρίς να ξέρει γιατί. Και όμως το κάνει».
«Η τέχνη συμμετέχει στον επαγωγικό μηχανισμό που συγκροτεί τη βάση πάνω στην οποία θεμελιώνονται οι μαθηματικές, φυσικές και βιολογικές θεωρίες. Στην πραγματικότητα το παιχνίδι των αναλογιών που μπορούν να αναχθούν σε παιχνίδια αριθμών και μέτρων σε περιοχές, όπως είναι η αρχιτεκτονική, η φιλολογία, η μουσική, η ζωγραφική, ο χορός κ.λπ., τα παιχνίδια της συνέχειας και της συγγένειας, εντός ή εκτός του χρόνου, τα παιχνίδια τέλους, με τοπολογική ουσία, είναι όλα θεμελιωμένα στην αρχή της απαγωγής».
«Η μουσική δεν είναι επ ουδενί λόγω ένας κόσμος κωδικοποιημένος και ιεραρχικά οργανωμένος. Εξού και η δυσκολία να την προσεγγίζει κανείς με γρήγορη και συστηματική εκμάθηση. Έξωθεν μοιάζει τόσο σύνθετη και πολλαπλή, ώστε η προσπάθεια να διεισδύσει κανείς και να την ασκήσει κάνει να αδρανούν οι ισχυρότερες θελήσεις, αν όχι και τα ταλέντα, με αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές να φτάνει σε αυτή κανείς από περιθωριακά μονοπάτια και σε ιδιαιτέρως περιορισμένα τήματά της, παίζοντας ένα όργανο ή προσδενόμενος σε μία μόνο εποχή ή περιοχή, συνθέτοντας με δεδομένα εργαλεία (ορχήστρα, ηλεκτροακουστικές συσκευές ή υπολογιστές), ακολουθώντας ορισμένες αρχές οργάνωσης χωρίς συνολική θεώρηση»
«Η μουσική σύνθεση που απευθύνεται στο αυτί, μας οδηγεί στην οπτική σύνθεση που απευθύνεται στο μάτι. Η μουσική και οι οπτικές τέχνες του αύριο θα απαιτούν πολυεπιστήμονες καλλιτέχνες μυημένους στα μαθηματικά, την ακουστική, τη φυσική, την πληροφορική, τα ηλεκτρονικά, την θεωρητική ιστορία της μουσικής και των οπτικών τεχνών, ομοίως και στη θεμελιακή γνώση μιας θεωρίας των μορφών και των μετασχηματισμών τους, όπως επίσης, και στην παλαιοντολογία, την γενετική ή την αστροφυσική. Θα πρέπει, λοιπόν, να τους ενθαρρύνουμε και να τους εκπαιδεύσουμε δίνοντάς τους τα μέσα να δημιουργήσουν».
Πηγές:
«Ιάννης Ξενάκης». Ένα αφιέρωμα του Ε.Μ.Π. προς έναν απόφοιτό του. (Σ.Ε. 1994)
«Ι. Ξενάκης 77 χρόνια ζωής και δημιουργίας για το πνεύμα και την ελευθερία» (Εταιρεία Ελληνικού Πολιτισμού, Λευκωσία 1999)
Ιάννη Ξενάκη «Κείμενα περί μουσικής και αρχιτεκτονικής», μετ. Τίνα Πλυτά, εκδόσεις Ψυχογιός Αθήνα 2001
«Ιάννης Ξενάκης Έπεα και έργα» Jazz & Τζαζ τεύχος 96, Μάρτιος 2001
Ιάννης Ξενάκης και John Cage (φωτογραφία James Klosty)
«Η τέχνη έχει κάτι στην φύση της από ένα είδος συμπερασματικού μηχανισμού, που συγκροτεί την λογική δομή πάνω στην οποίαν κινούνται όλες οι θεωρίες των μαθηματικών, φυσικών και ανθρωπιστικών επιστημών. Πράγματι, τα παιχνίδια της αναλογίας – αναγόμενα στα αριθμητικά παιχνίδια και τις μετρικές της αρχιτεκτονικής, της λογοτεχνίας, της μουσικής, της ζωγραφικής, του θεάτρου, του χορού κ.λπ., τα παιχνίδια της συνέχειας, της εγγύτητας, μέσα ή έξω απ’ τον χρόνο, της τοπολογικής ουσίας – όλα λαμβάνουν χώρα πάνω στο έδαφος της συμπερασματολογίας, με την αυστηρή, λογική έννοια της λέξης. Τοποθετημένος δίπλα σ’ αυτό το έδαφος και λειτουργώντας με αμοιβαία τροποποιούμενες δράσεις είναι ο πειραματικός τρόπος, που διαψεύδει ή επικυρώνει τις θεωρίες των επιστημών, συμπεριλαμβανομένων και των μαθηματικών. [...] Ο πειραματισμός είναι αυτό που δημιουργεί ή απορρίπτει τις θεωρίες, ανελέητα και χωρίς καμιά ιδιαίτερη έγνοια γι’ αυτές. Αλλά, επιπλέον, οι τέχνες διέπονται απ’ τον πειραματισμό μ’ έναν τρόπο ακόμη πιο πλούσιο και πολύπλοκο. Φυσικά δεν υπάρχει, ούτε ποτέ θα υπάρξει, κανένα αντικειμενικό κριτήριο για τον προσδιορισμό της απόλυτης αλήθειας ή της αιώνιας ισχύος μέσα στο οποιοδήποτε έργο τέχνης, ακριβώς όπως καμιά επιστημονική “αλήθεια” δεν μπορεί να είναι οριστική. Αλλά πέρα απ’ αυτούς τους δυο τρόπους – τον συμπερασματικό και τον πειραματικό – η τέχνη υπάρχει και μ’ έναν τρίτο τρόπο, έναν τρόπο άμεσης αποκάλυψης, ο οποίος δεν είναι ούτε συμπερασματικός ούτε πειραματικός. Η αποκάλυψη του κάλλους λαμβάνει χώρα αμέσως, απευθείας, το ίδιο σε κάποιον που δεν γνωρίζει την τέχνη, όσο σε κάποιον που είναι γνώστης αυτής. Αυτή είναι η δύναμη της τέχνης κι, όπως φαίνεται, κι η ανωτερότητά της πάνω στις επιστήμες. Η τέχνη, ενώ ζει στις δυο διαστάσεις της συμπερασματολογίας και του πειραματισμού, κατέχει αυτήν την τρίτη και πολύ μυστηριώδη διάσταση, η οποία επιτρέπει στα καλλιτεχνικά αντικείμενα να ξεφεύγουν από οποιαδήποτε επιστήμη της αισθητικής, ενώ παράλληλα μπορούν να χαίρονται την θωπεία της συμπερασματολογίας και του πειραματισμού.»
(από το βιβλίο του Γιάννη Ξενάκη Arts-Sciences: Alloys, Pendragon Press, 1994)
Ιάννης Ξενάκης και Olivier Messiaen
Ο Μίλαν Κούντερα για τον Ξενάκη
«Η Ευρωπαϊκή μουσική βασίζεται πάνω στον τεχνητό ήχο της νότας και της κλίμακας (τόνων). Αντιπαρατίθεται στην βάναυση κι αντικειμενική ηχηρότητα του κόσμου. Σαν αποτέλεσμα μιας ακλόνητης σύμβασης, εξ αρχής, είναι αναγκασμένη να εκφράζει την υποκειμενικότητα. Μοιάζει σαν να πολεμά την ηχηρότητα του εξωτερικού κόσμου, σαν μια ευαίσθητη οντότητα που αντιστέκεται στην αναισθησία του σύμπαντος. Ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός (από το έτος χίλια κι ύστερα) γίνεται ο μοναδικός πολιτισμός που συνοδεύεται από μια τεράστια κι εκπληκτική ιστορία μουσικής. Ο πολιτισμός αυτός – με την λατρεία των παθών του Ιησού, τον μεγαλοπρεπή έρωτα, τον θαυμασμό προς την αστική οικογένεια, προς τα πατριωτικά πάθη – διέπλασε τον συναισθηματικό άνθρωπο. Η μουσική έχει συνεισφέρει κατά ένα ακέραιο και αποφασιστικό μέρος στην τρέχουσα διαδικασία της συναισθηματοποίησης. Αλλά μπορεί να συμβεί κάποια συγκεκριμένη στιγμή (στην ζωή ενός ανθρώπου ή ενός πολιτισμού) ότι η συναισθηματικότητα (προηγούμενα θεωρούμενη σαν μια δύναμη εξανθρωπισμού, η οποία κατευνάζει την ψυχρότητα της λογικής) να παρουσιάζεται, χωρίς κανένα προσωπείο, σαν μια “υπερδομή της βαναυσότητας.” Αυτή ήταν η στιγμή που η μουσική μου φάνηκε σαν ένας εκκωφαντικός θόρυβος των συναισθημάτων, ενώ ο κόσμος των ήχων στα έργα του Ξενάκη μου φάνηκε σαν η αναπαράσταση του κάλλους – ενός κάλλους εξαγνισμένου από τους ρύπους, εξαγνισμένου απ’ την συναισθηματική βαρβαρότητα. Για να γίνει “προφήτης της αναισθησίας,” ο Joyce έπρεπε να μείνει μυθιστοριογράφος. Ο Ξενάκης έπρεπε να βαδίσει έξω απ’ την μουσική. Ο Ξενάκης αντιτίθεται στο σύνολο της Ευρωπαϊκής ιστορίας της μουσικής. Το σημείο εκκίνησής του είναι αλλού. Όχι σ’ έναν τεχνητό ήχο, που είναι απομονωμένος απ’ την φύση, για να εκφράσει την υποκειμενικότητα, αλλά μέσα σ’ ένα γήινο “αντικειμενικό” ήχο, σε μια μάζα ήχων, που δεν βγαίνει απ’ την ανθρώπινη καρδιά, αλλά η οποία μας προσεγγίζει από τα έξω, σαν τις σταγόνες της βροχής ή το βουητό του ανέμου.»
Milan Kundera (από το άρθρο του με τίτλο “Prophète de Insensibilité”, από το βιβλίο M. Fleuret (επιμ.), Regards sur Iannis Xenakis,
Γνωρίζοντας το έργο του Ιάννη Ξενάκη
Ευρυάλη: “Τοκκάτα” σπινθηροβόλας δεξιοτεχνίας με συγχορδίες, που εναλλάσσονται με σπασμένες γραμμές. Βασίζεται σε ένα και μοναδικό σχήμα των τεσσάρων έκτων (1973)
Ανακτορία: Γραμμένο για το οκτέτο του Παρισιού, το έργο αποκαλύπτει μια οργανική ενόργανη ζωή που φαινόταν άγνωστη ως τότε με την Ξενάκεια παρατήρηση των δυνατοτήτων και των “μη δυνατοτήτων” των οκτώ οργάνων. Ανανεώνει πλήρως το “ηχητικό αμάλγαμα” του συνόλου μέσα σε μια εκπληκτική ακινησία, μιαν υπνωτική στατικότατα των τονικών υψών (1969).
Bohor: Ηλεκτροακουστικό έργο με το οποίο ο Ξενάκης εισάγει για πρώτη φορά την τεχνική του “ψηφιδωτού” συστήματος. Πρόκειται κατά τον Γ.Γ. Παπαϊωάννου για “μονιστική” μουσική, με εξωτερική πολλαπλότητα, συγκλίνουσα, που συμπτύσσεται στην οξεία γωνία του τέλους του έργου (1962).
Ορέστεια: Μια σουρεαλιστική σύμπτωση γέννησε τη δημιουργία της υπέροχης τραγωδίας. Η αποκάλυψη της ελληνικότατης προελεύσεως του ονόματος της Πολίχνης Ypsilanti του Michigan των ΗΠΑ, μέχρι τούδε θεωρούμενη ινδιάνικης προελεύσεως. Και σαν συνέπεια αυτού ήταν η ανάθεση από τις τοπικές αρχές στον Ξενάκη της γραφής της “Ορέστειας” για την πιθανολογούμενη παρουσίασή της στο θέατρο της πόλεως που όμως δεν κατασκευάστηκε ποτέ (1965-66).
Έόντα: Είναι ένα έργο το οποίο προκαλεί εικόνες από το τυχαίο παιχνίδι, ακτινοβολούντος φωτός με τα νερά καταρρακτών. Βασίζεται τόσο στη “συμβολική” μουσική (θεωρία συνόλων) όσο και στη “στοχαστική” μουσική (θεωρία πιθανοτήτων). Δημιουργεί το δικό του χρόνο και προχωρεί στη συνέχεια στην αντιμετώπιση του προβλήματος του χρόνου με μουσικά μέσα, προσφέροντας ένα εκπληκτικό και δυνατό αποτέλεσμα.
Πιθοπρακτά: Με τη χρήση στοιχείων από το λογισμό των πιθανοτήτων, ο Ξενάκης επιχειρεί μιαν αντιπαράθεση συνέχειας και ασυνέχειας και φιλοδοξεί ν’ αποκαλύψει μια νέα ηχητική μορφολογία, η οποία τελικώς θα είναι συγκλονιστική (1955-56).
Reboods: Για τον Ξενάκη η χρήση των κρουστών δεν είναι παρά ένα από τα πολλαπλά μέσα που χρησιμοποιεί για να βγει από τα πεπατημένα μονοπάτια των τόνων και των παραδοσιακών ήχων. Ο προωθητικός ρυθμός του έργου μαζί με την σχεδόν συνεχόμενη δυναμική σε FFF επιφέρει τη σύνδεση με τις πρωτόγονες τελετουργίες και τις εξωευρωπαϊκές μουσικές (1987-89).
Πηγή: «Ιάννης Ξενάκης Έπεα και έργα» άρθρο του Θωμά Ταμβάκου, Jazz & Τζαζ τεύχος 96, Μάρτιος 2001
Ο Ιάννης Ξενάκης Αυτοβιογραφούμενος
Ήμουν 5-6 χρονών όταν πέθανε η μητέρα μου. Πέρασα τα εφηβικά μου χρόνια εσωτερικός σ ένα σχολείο κοντά στη θάλασσα· η ζωή όμως ήταν πικρή, ακόμη και στις Σπέτσες εκείνης της εποχής.
Μου άρεσε πολύ να διαβάζω αστρονομία, απομονωμένος στη βιβλιοθήκη. Και κάποτε, μέσω ενός δασκάλου, ανακάλυψα τον Όμηρο, τους αρχαίους συγγραφείς· έτσι άνοιξε για μένα η καταπακτή προς τον φιλοσοφικό λόγο.
Ήρθα στην Αθήνα και συνέχισα να μελετώ τους αρχαίους· άρχισα να διαβάζω Πλάτωνα, αρχαίους ποιητές όπως η Σαπφώ και ο Ανακρέων, μόνος μου φυσικά.
Πήγαινα στον Μαραθώνα κι έκλαιγα πάνω στον τύμβο των Μαραθωνομάχων. Πήγαινα στο μουσείο και μάθαινα, αποκτούσα και σωματική επαφή με την αρχαία αισθητική.
Εν τω μεταξύ, επειδή αγαπούσα τα μαθηματικά και τη φυσική, με παρότρυναν να φοιτήσω στο Πολυτεχνείο, να γίνω μηχανικός, παρότι δεν μ ενδιέφερε.
Απ την άλλη πλευρά υπήρχε η μουσική· συνειδητοποιούσα σιγά σιγά ότι αυτό που ήθελα δεν ήταν να μάθω πιάνο ή κάτι τέτοιο, αλλά να κάνω σύνθεση, να δω πώς φτιάχνεται η μουσική, ποια είναι η διάρθρωση, πώς είναι η δομή της.
Τα αποτελέσματα των εξετάσεων ανακοινώθηκαν το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940. Το Πολυτεχνείο δεν άνοιξε τις πύλες του, είχαν όμως δημοσιεύσει τα αποτελέσματα κι έτσι ήξερα πως είχα περάσει. Καθυστέρησε να ανοίξει περίπου ένα χρόνο· από κει και πέρα αρχίζει και η Αντίσταση.
Εκείνη την εποχή διάβαζα Πλάτωνα, είχα πάντοτε στην τσέπη μου κάτι μικρές στερεότυπες εκδόσεις. Μελετούσα την Πολιτεία. Η κατάσταση στην Ελλάδα ήταν τόσο ασφυκτική ώστε έπρεπε να βρει κανείς διεξόδους.
Δημιουργούσα λοιπόν ένα δικό μου χώρο, εντελώς φανταστικό, ο οποίος βρισκόταν σε σύγκρουση με την πραγματικότητα. Και αυτή η σύγκρουση ήταν πράξη -ο κίνδυνος θανάτου στις διαδηλώσεις.
Ήταν και ιδεολογία διότι στα μαρξιστικά κείμενα που κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή -με την παράξενη, άκαμπτη, δήθεν δημοτική τους γλώσσα- διάβαζα, καταλάβαινα και αποδεχόμουν τις θέσεις του μαρξισμού· τις έβλεπα ως ένα είδος παραμόρφωσης των πλατωνικών ιδεών.
Ενστερνιζόμουν τις θέσεις περί ισοτιμίας των πολιτών, περί ελευθερίας του ατόμου. Δεν καταλάβαινα τις θέσεις τακτικής του, δηλαδή την πάλη των τάξεων. Αυτά ήθελα να διακρίνω στο μαρξισμό και αυτά ήταν που με έκαναν να ενταχθώ στο ΕΑΜ.
Έγινα μαρξιστής από τις ανάγκες της καθημερινότητας, από την πάλη και κυρίως επειδή διέκρινα ένα γεφύρωμα με τον πλατωνισμό.
Έτσι άρχισε και η δράση μου στο οργανωτικό πλαίσιο του Πολυτεχνείου και κατόπιν στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Ήμουν στην οργάνωση του Πολυτεχνείου μαζί με τον Κώστα Φιλίνη, τον Γρηγόρη Φαράκο. Και αναμείχθηκα σε όλους τους αγώνες, έγινα μέλος της Πανσπουδαστικής Επιτροπής, γραμματέας της ΕΠΟΝ Πολυτεχνείου το 43-44.
Έφυγα από την Ελλάδα το 1947. Λιποτάκτης από το στρατό, από το Χαϊδάρι. Ήταν η εποχή που άρχιζαν οι εκτοπισμοί στη Μακρόνησο και η κομματική γραμμή, θυμάμαι, ήταν “ανοικτή”. Δηλαδή όποιος ήθελε μπορούσε να πάει στο βουνό να βρει τον Μάρκο, όποιος ήθελε μπορούσε να μείνει στα αστικά κέντρα για παράνομο αγώνα, άλλοι μπορούσαν, αν ήθελαν, να πάνε στο στρατό. Καθώς ήμουν τραυματισμένος, σκέφτηκα πως αν πήγαινα στο στρατό θα έβγαινα βοηθητικός κι έτσι θα μπορούσα ίσως να ξεφύγω. Το έσκασα και καταδικάστηκα σε θάνατο.
Την απόφαση να φύγω, ωστόσο, την είχα πάρει από παλιότερα. Λίγο πριν από την Απελευθέρωση, το 1943, είχα συζητήσει με φίλους μου, τον Νικία τον Σταυρουλάκη -τον έλεγαν “αμίλητο” γιατί όποτε τον έπιαναν και τον βασάνιζαν δεν έλεγε ποτέ λέξη-, τον Λεωνίδα τον Κύρκο και άλλους· τους ανακοίνωσα ότι είχα αποφασίσει να σταματήσω την πολιτική δράση διότι, ουσιαστικά, ήμουν μουσικός· ήθελα να συνεχίσω τη μουσική, που την είχα αφήσει, και για μένα δεν υπήρχε άλλη λύση.
Δεν ήξερα το είδος της μουσικής που επρόκειτο να κάνω, ήθελα απλώς να ζω με τη μουσική, κάνοντας μουσική, μελετώντας συνεχώς, όχι μόνο ακούγοντας την. Το σημαντικό ήταν πως είχα αποφασίσει ότι για να υπάρξω ως άτομο έπρεπε να κάνω μουσική. Αλλιώς δεν θα ήμουν τίποτε. Ήταν ένα πραγματικό πάθος, εσωτερικό, που σιγά σιγά έβγαινε στην επιφάνεια, δεν ήταν κάτι δεδομένο εξαρχής. Οι φίλοι με κατάλαβαν.
Αισθανόμουν βεβαίως ένα είδος χρέους έναντι των συναγωνιστών και των συντρόφων που είχαν σκοτωθεί. Ένα χρέος για τον αγώνα που είχα εγκαταλείψει. Ήθελα να επιστρέψω, πίστευα όμως πως εάν γυρνούσα πίσω θα με απορροφούσαν οι πολιτικοί αγώνες και δεν θα μπορούσα να κάνω μουσική. Έπειτα η Ελλάδα, εκείνα τα χρόνια, ήταν τελείως απομονωμένη· είχε τελειώσει ο πόλεμος και οι καταστροφές ήταν μεγάλες.
Ήθελα να ταξιδέψω, να μάθω ό,τι δεν θα μπορούσα να μάθω στην Ελλάδα. Η Γαλλία ήταν η πρώτη χώρα στην οποία, κατά τη γνώμη μου, άξιζε να πάει κανείς εκείνη την εποχή, καθώς ήταν η πρώτη χώρα όπου υπήρχαν κομουνιστές στην κυβέρνηση. Τελικώς έμεινα στη Γαλλία. Ήθελα να σπουδάσω, ταυτόχρονα, θεωρητική φυσική, αρχαία φιλοσοφία και μουσική.
Έπρεπε όμως και να ζήσω. Ήμουν πρόσφυγας. Έκανα λοιπόν υπολογισμούς υποστυλωμάτων και τις νύχτες μελετούσα μουσική κι αναζητούσα έναν άνθρωπο να μου τη διδάξει.
Ήμουν ήδη μεγάλος, 27-29 χρονών, όλοι μου έλεγαν: “Είσαι πολύ γέρος, παιδάκι μου, δεν δουλεύεις καλύτερα ως μηχανικός ή έστω ως αρχιτέκτονας; Βγάλε χρήματα και μετά, όταν φτάσεις στα 40, θα μπορέσεις να κάνεις ό,τι θέλεις”.
Δεν τους άκουγα. Στην αρχή δεν υπήρχε τίποτε, μόνο μεγάλη πίκρα, ορισμένες γνώσεις και αναμνήσεις. Μετά συνάντησα τον Ολιβιέ Μεσιάν και του έδειξα ό,τι είχα κάνει. Μου είπε πως δεν είχα ανάγκη σπουδών και ότι μπορούσα να κάνω ό,τι θέλω στη μουσική· ήταν η πρώτη και μόνη φορά που έλεγε κάτι τέτοιο.
Το πρώτο μου έργο προκάλεσε σκάνδαλο· το κοινό διχάστηκε. Το σημαντικό για μένα, όμως, ήταν ότι διαπίστωνα πως είχα δίκιο για το δρόμο που είχα επιλέξει.
Ιάννης Ξενάκης “Κείμενα περί μουσικής και αρχιτεκτονικής”, μετ. Τίνα Πλυτά, εκδόσεις Ψυχογιός Αθήνα 2001
ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
- ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ / XENAKIS / CHAMBER MUSIC 1955 – 1990 3298497821377 ANKH
- ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ / XENAKIS / LA LEGENDE D EER 3298497821445 AUVIDIS
- ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ / XENAKIS / ORCHESTRAL WORKS & CHAMBER MUSIC 5099702050425
- ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ XENAKIS / METASTASIS – PITHOPRAKTA – EONTA – (SIMONOVIC) 3149025006974 HARMONIA MUNDI
- ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ XENAKIS / PLEIADES / ΠΛΕΙΑΔΕΣ 794881342525 HARMONIA MUNDI
- ΞΕΝΑΚΗΣ Γ XENAKIS / PSAPPHA REBONDS A & B OKHO POUR TROIS DJEMBES [DVD PLUS CD +MAKING OF PRIX CHOC] 3760009290679 HARMONIA MUNDI
- XENAKIS – FORNES – BERIO / WORKS FOR VIOLIN / ARDITTI – NOTT 7318590007723 BIS
- XENAKIS / ORESTEIA / SAKKAS – WEDDLE 3298497821513 ANKH
- XENAKIS / PLEIADES – PSAPPHA / KROUMATA PERCUSSION ENSEMBLE7318590004821 BIS
ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
Reboods: Κλικ εδώ
Μετάσταση: Κλικ εδώ
Mists (1/2): Κλικ εδώ
Psappha: Κλικ εδώ
Βιογραφικό του Ξενάκη στην Βικιπαίδεια: Κλίκ εδώ
Επίσημη ιστοσελίδα για τον Ξενάκη: http://www.iannis-xenakis.org/
http://koinotopia.gr/
http://tadeefi.wordpress.com/
Ο πειραματιστής Ιάννης Ξενάκης – κατά τη Γαλλική Humaniteμε το δυναμικό και πολύπλευρο έργο του που ξεσήκωσε τις δυνάμεις της δημιουργίας συνδυάζοντας τη δύναμη και το φως των ήχων. Ο πνευματικός τιτάνας όλης της ανθρωπότητας άφησε πίσω του δυσαναπλήρωτο κενό (έφυγε στις 4 Φεβρουαρίου 2001). Όμως οι πρωτόγνωρες ολοκληρωμένες προτάσεις του, μουσικά και διανοητικά έργα, θα μας τον θυμίζουν πάντα. Πολλοί και διάφοροι από όλο το καλλιτεχνικό – κοινωνικό – πολιτιστικό φάσμα έχουν πει και γράψει επαίνους και διθυράμβους για τον Ξενάκη. Εδώ σαν ελάχιστο φόρο τιμής, επιλέγονται δείγματα της γραφής και της σκέψεώς του:
«Με το έργο μου προσπάθησα ασυνείδητα στην αρχή και στη συνέχεια μ’ έναν τρόπο όλο και πιο συνειδητό, να γεμίσω τοφιλοσοφικό χώρο της διανόησης με τα μουσικά, αρχιτεκτονικά, εικαστικά και τα γραπτά μου έργα, όπως ο καλλιτέχνης συγκροτεί με χρωματιστές ψηφίδες ένα ψηφιδωτό».
«Δεν ήξερα το είδος της μουσικής που επρόκειτο να κάνω, ήθελα απλώς να ζω με τη μουσική, κάνοντας μουσική, μελετώντας συνεχώς, όχι μόνο ακούγοντάς την. Το σημαντικό ήταν πως είχα ήδη αποφασίσεις ότι για να υπάρξω ως άτομο έπρεπε να κάνω μουσική. Αλλιώς δε θα ήμουν τίποτα. Ήταν ένα πραγματικό πάθος, εσωτερικό, που σιγά σιγά έβγαινε στην επιφάνεια»
«Η διατύπωση μουσικών φράσεων οφείλει ν’ αποτελεί είναι μέρος των μαθηματικών. Το ενδιαφέρον των συναρτήσεων πιθανοτήτων έχουν μια πολύ μικρή εξέλιξη που οδηγεί στο χώρο της ελαφρότητας του ήχου».
«Γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα για την αρχαία τραγωδία, μπορούμε όμως να υποθέσουμε ότι, την εποχή που γράφτηκαν όλα αυτά τα κείμενα, το θέατρο του Αισχύλου θα πρέπει να μετείχε της έννοιας του ολοκληρωμένου θεάτρου, που με ενδιαφέρει εδώ και καιρό. Η αρχαία τραγωδία έχει, πράγματι, κάθε προσόν για να ενταχθεί σ΄αυτήν την κατηγορία: όχι μόνο από την άποψη των στοιχείων που την απαρτίζουν –ποίηση, δράση, όρχηση, μουσική – άλλα επίσης και από την νηφαλιότητα των επιχειρημάτων και της μιμητικής και από τις συμβολικές της αντηχήσεις».
«Η τέχνη είναι “κανονιστική” με την έννοια ότι δημιουργεί ένα είδος κανόνα. Κανόνα συμπεριφοράς, κανόνα σκέψεως στη ζωή. Έναν “τύπο” με τον οποίο ταυτίζεται κάποιος, χωρίς αναγκαστικά κάποια αιτία, αλλά συμπαθητικά. Όπως πάλλουν συμπαθητικά οι χορδές όταν βρίσκονται στο ίδιο μήκος ή στους ίδιους αρμονικούς . Επίσης η τέχνη είναι ένα είδος, κάτι που δεν έχει καμιά εξωτερική αναγκαιότητα, δεν είναι λειτουργία εξωτερική, μπορεί να βρει κοινωνική λειτουργία, αλλά είναι σαν το παιδί που παίζει. Όταν το παιδί παίζει, το κάνει γιατί έχει μια παρόρμηση βιολογική χωρίς να ξέρει γιατί. Και όμως το κάνει».
«Η τέχνη συμμετέχει στον επαγωγικό μηχανισμό που συγκροτεί τη βάση πάνω στην οποία θεμελιώνονται οι μαθηματικές, φυσικές και βιολογικές θεωρίες. Στην πραγματικότητα το παιχνίδι των αναλογιών που μπορούν να αναχθούν σε παιχνίδια αριθμών και μέτρων σε περιοχές, όπως είναι η αρχιτεκτονική, η φιλολογία, η μουσική, η ζωγραφική, ο χορός κ.λπ., τα παιχνίδια της συνέχειας και της συγγένειας, εντός ή εκτός του χρόνου, τα παιχνίδια τέλους, με τοπολογική ουσία, είναι όλα θεμελιωμένα στην αρχή της απαγωγής».
«Η μουσική δεν είναι επ ουδενί λόγω ένας κόσμος κωδικοποιημένος και ιεραρχικά οργανωμένος. Εξού και η δυσκολία να την προσεγγίζει κανείς με γρήγορη και συστηματική εκμάθηση. Έξωθεν μοιάζει τόσο σύνθετη και πολλαπλή, ώστε η προσπάθεια να διεισδύσει κανείς και να την ασκήσει κάνει να αδρανούν οι ισχυρότερες θελήσεις, αν όχι και τα ταλέντα, με αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές να φτάνει σε αυτή κανείς από περιθωριακά μονοπάτια και σε ιδιαιτέρως περιορισμένα τήματά της, παίζοντας ένα όργανο ή προσδενόμενος σε μία μόνο εποχή ή περιοχή, συνθέτοντας με δεδομένα εργαλεία (ορχήστρα, ηλεκτροακουστικές συσκευές ή υπολογιστές), ακολουθώντας ορισμένες αρχές οργάνωσης χωρίς συνολική θεώρηση»
«Η μουσική σύνθεση που απευθύνεται στο αυτί, μας οδηγεί στην οπτική σύνθεση που απευθύνεται στο μάτι. Η μουσική και οι οπτικές τέχνες του αύριο θα απαιτούν πολυεπιστήμονες καλλιτέχνες μυημένους στα μαθηματικά, την ακουστική, τη φυσική, την πληροφορική, τα ηλεκτρονικά, την θεωρητική ιστορία της μουσικής και των οπτικών τεχνών, ομοίως και στη θεμελιακή γνώση μιας θεωρίας των μορφών και των μετασχηματισμών τους, όπως επίσης, και στην παλαιοντολογία, την γενετική ή την αστροφυσική. Θα πρέπει, λοιπόν, να τους ενθαρρύνουμε και να τους εκπαιδεύσουμε δίνοντάς τους τα μέσα να δημιουργήσουν».
Πηγές:
«Ιάννης Ξενάκης». Ένα αφιέρωμα του Ε.Μ.Π. προς έναν απόφοιτό του. (Σ.Ε. 1994)
«Ι. Ξενάκης 77 χρόνια ζωής και δημιουργίας για το πνεύμα και την ελευθερία» (Εταιρεία Ελληνικού Πολιτισμού, Λευκωσία 1999)
Ιάννη Ξενάκη «Κείμενα περί μουσικής και αρχιτεκτονικής», μετ. Τίνα Πλυτά, εκδόσεις Ψυχογιός Αθήνα 2001
«Ιάννης Ξενάκης Έπεα και έργα» Jazz & Τζαζ τεύχος 96, Μάρτιος 2001
Ιάννης Ξενάκης και John Cage (φωτογραφία James Klosty)
«Η τέχνη έχει κάτι στην φύση της από ένα είδος συμπερασματικού μηχανισμού, που συγκροτεί την λογική δομή πάνω στην οποίαν κινούνται όλες οι θεωρίες των μαθηματικών, φυσικών και ανθρωπιστικών επιστημών. Πράγματι, τα παιχνίδια της αναλογίας – αναγόμενα στα αριθμητικά παιχνίδια και τις μετρικές της αρχιτεκτονικής, της λογοτεχνίας, της μουσικής, της ζωγραφικής, του θεάτρου, του χορού κ.λπ., τα παιχνίδια της συνέχειας, της εγγύτητας, μέσα ή έξω απ’ τον χρόνο, της τοπολογικής ουσίας – όλα λαμβάνουν χώρα πάνω στο έδαφος της συμπερασματολογίας, με την αυστηρή, λογική έννοια της λέξης. Τοποθετημένος δίπλα σ’ αυτό το έδαφος και λειτουργώντας με αμοιβαία τροποποιούμενες δράσεις είναι ο πειραματικός τρόπος, που διαψεύδει ή επικυρώνει τις θεωρίες των επιστημών, συμπεριλαμβανομένων και των μαθηματικών. [...] Ο πειραματισμός είναι αυτό που δημιουργεί ή απορρίπτει τις θεωρίες, ανελέητα και χωρίς καμιά ιδιαίτερη έγνοια γι’ αυτές. Αλλά, επιπλέον, οι τέχνες διέπονται απ’ τον πειραματισμό μ’ έναν τρόπο ακόμη πιο πλούσιο και πολύπλοκο. Φυσικά δεν υπάρχει, ούτε ποτέ θα υπάρξει, κανένα αντικειμενικό κριτήριο για τον προσδιορισμό της απόλυτης αλήθειας ή της αιώνιας ισχύος μέσα στο οποιοδήποτε έργο τέχνης, ακριβώς όπως καμιά επιστημονική “αλήθεια” δεν μπορεί να είναι οριστική. Αλλά πέρα απ’ αυτούς τους δυο τρόπους – τον συμπερασματικό και τον πειραματικό – η τέχνη υπάρχει και μ’ έναν τρίτο τρόπο, έναν τρόπο άμεσης αποκάλυψης, ο οποίος δεν είναι ούτε συμπερασματικός ούτε πειραματικός. Η αποκάλυψη του κάλλους λαμβάνει χώρα αμέσως, απευθείας, το ίδιο σε κάποιον που δεν γνωρίζει την τέχνη, όσο σε κάποιον που είναι γνώστης αυτής. Αυτή είναι η δύναμη της τέχνης κι, όπως φαίνεται, κι η ανωτερότητά της πάνω στις επιστήμες. Η τέχνη, ενώ ζει στις δυο διαστάσεις της συμπερασματολογίας και του πειραματισμού, κατέχει αυτήν την τρίτη και πολύ μυστηριώδη διάσταση, η οποία επιτρέπει στα καλλιτεχνικά αντικείμενα να ξεφεύγουν από οποιαδήποτε επιστήμη της αισθητικής, ενώ παράλληλα μπορούν να χαίρονται την θωπεία της συμπερασματολογίας και του πειραματισμού.»
(από το βιβλίο του Γιάννη Ξενάκη Arts-Sciences: Alloys, Pendragon Press, 1994)
Ιάννης Ξενάκης και Olivier Messiaen
Ο Μίλαν Κούντερα για τον Ξενάκη
«Η Ευρωπαϊκή μουσική βασίζεται πάνω στον τεχνητό ήχο της νότας και της κλίμακας (τόνων). Αντιπαρατίθεται στην βάναυση κι αντικειμενική ηχηρότητα του κόσμου. Σαν αποτέλεσμα μιας ακλόνητης σύμβασης, εξ αρχής, είναι αναγκασμένη να εκφράζει την υποκειμενικότητα. Μοιάζει σαν να πολεμά την ηχηρότητα του εξωτερικού κόσμου, σαν μια ευαίσθητη οντότητα που αντιστέκεται στην αναισθησία του σύμπαντος. Ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός (από το έτος χίλια κι ύστερα) γίνεται ο μοναδικός πολιτισμός που συνοδεύεται από μια τεράστια κι εκπληκτική ιστορία μουσικής. Ο πολιτισμός αυτός – με την λατρεία των παθών του Ιησού, τον μεγαλοπρεπή έρωτα, τον θαυμασμό προς την αστική οικογένεια, προς τα πατριωτικά πάθη – διέπλασε τον συναισθηματικό άνθρωπο. Η μουσική έχει συνεισφέρει κατά ένα ακέραιο και αποφασιστικό μέρος στην τρέχουσα διαδικασία της συναισθηματοποίησης. Αλλά μπορεί να συμβεί κάποια συγκεκριμένη στιγμή (στην ζωή ενός ανθρώπου ή ενός πολιτισμού) ότι η συναισθηματικότητα (προηγούμενα θεωρούμενη σαν μια δύναμη εξανθρωπισμού, η οποία κατευνάζει την ψυχρότητα της λογικής) να παρουσιάζεται, χωρίς κανένα προσωπείο, σαν μια “υπερδομή της βαναυσότητας.” Αυτή ήταν η στιγμή που η μουσική μου φάνηκε σαν ένας εκκωφαντικός θόρυβος των συναισθημάτων, ενώ ο κόσμος των ήχων στα έργα του Ξενάκη μου φάνηκε σαν η αναπαράσταση του κάλλους – ενός κάλλους εξαγνισμένου από τους ρύπους, εξαγνισμένου απ’ την συναισθηματική βαρβαρότητα. Για να γίνει “προφήτης της αναισθησίας,” ο Joyce έπρεπε να μείνει μυθιστοριογράφος. Ο Ξενάκης έπρεπε να βαδίσει έξω απ’ την μουσική. Ο Ξενάκης αντιτίθεται στο σύνολο της Ευρωπαϊκής ιστορίας της μουσικής. Το σημείο εκκίνησής του είναι αλλού. Όχι σ’ έναν τεχνητό ήχο, που είναι απομονωμένος απ’ την φύση, για να εκφράσει την υποκειμενικότητα, αλλά μέσα σ’ ένα γήινο “αντικειμενικό” ήχο, σε μια μάζα ήχων, που δεν βγαίνει απ’ την ανθρώπινη καρδιά, αλλά η οποία μας προσεγγίζει από τα έξω, σαν τις σταγόνες της βροχής ή το βουητό του ανέμου.»
Milan Kundera (από το άρθρο του με τίτλο “Prophète de Insensibilité”, από το βιβλίο M. Fleuret (επιμ.), Regards sur Iannis Xenakis,
Γνωρίζοντας το έργο του Ιάννη Ξενάκη
Ευρυάλη: “Τοκκάτα” σπινθηροβόλας δεξιοτεχνίας με συγχορδίες, που εναλλάσσονται με σπασμένες γραμμές. Βασίζεται σε ένα και μοναδικό σχήμα των τεσσάρων έκτων (1973)
Ανακτορία: Γραμμένο για το οκτέτο του Παρισιού, το έργο αποκαλύπτει μια οργανική ενόργανη ζωή που φαινόταν άγνωστη ως τότε με την Ξενάκεια παρατήρηση των δυνατοτήτων και των “μη δυνατοτήτων” των οκτώ οργάνων. Ανανεώνει πλήρως το “ηχητικό αμάλγαμα” του συνόλου μέσα σε μια εκπληκτική ακινησία, μιαν υπνωτική στατικότατα των τονικών υψών (1969).
Bohor: Ηλεκτροακουστικό έργο με το οποίο ο Ξενάκης εισάγει για πρώτη φορά την τεχνική του “ψηφιδωτού” συστήματος. Πρόκειται κατά τον Γ.Γ. Παπαϊωάννου για “μονιστική” μουσική, με εξωτερική πολλαπλότητα, συγκλίνουσα, που συμπτύσσεται στην οξεία γωνία του τέλους του έργου (1962).
Ορέστεια: Μια σουρεαλιστική σύμπτωση γέννησε τη δημιουργία της υπέροχης τραγωδίας. Η αποκάλυψη της ελληνικότατης προελεύσεως του ονόματος της Πολίχνης Ypsilanti του Michigan των ΗΠΑ, μέχρι τούδε θεωρούμενη ινδιάνικης προελεύσεως. Και σαν συνέπεια αυτού ήταν η ανάθεση από τις τοπικές αρχές στον Ξενάκη της γραφής της “Ορέστειας” για την πιθανολογούμενη παρουσίασή της στο θέατρο της πόλεως που όμως δεν κατασκευάστηκε ποτέ (1965-66).
Έόντα: Είναι ένα έργο το οποίο προκαλεί εικόνες από το τυχαίο παιχνίδι, ακτινοβολούντος φωτός με τα νερά καταρρακτών. Βασίζεται τόσο στη “συμβολική” μουσική (θεωρία συνόλων) όσο και στη “στοχαστική” μουσική (θεωρία πιθανοτήτων). Δημιουργεί το δικό του χρόνο και προχωρεί στη συνέχεια στην αντιμετώπιση του προβλήματος του χρόνου με μουσικά μέσα, προσφέροντας ένα εκπληκτικό και δυνατό αποτέλεσμα.
Πιθοπρακτά: Με τη χρήση στοιχείων από το λογισμό των πιθανοτήτων, ο Ξενάκης επιχειρεί μιαν αντιπαράθεση συνέχειας και ασυνέχειας και φιλοδοξεί ν’ αποκαλύψει μια νέα ηχητική μορφολογία, η οποία τελικώς θα είναι συγκλονιστική (1955-56).
Reboods: Για τον Ξενάκη η χρήση των κρουστών δεν είναι παρά ένα από τα πολλαπλά μέσα που χρησιμοποιεί για να βγει από τα πεπατημένα μονοπάτια των τόνων και των παραδοσιακών ήχων. Ο προωθητικός ρυθμός του έργου μαζί με την σχεδόν συνεχόμενη δυναμική σε FFF επιφέρει τη σύνδεση με τις πρωτόγονες τελετουργίες και τις εξωευρωπαϊκές μουσικές (1987-89).
Πηγή: «Ιάννης Ξενάκης Έπεα και έργα» άρθρο του Θωμά Ταμβάκου, Jazz & Τζαζ τεύχος 96, Μάρτιος 2001
Ο Ιάννης Ξενάκης Αυτοβιογραφούμενος
Ήμουν 5-6 χρονών όταν πέθανε η μητέρα μου. Πέρασα τα εφηβικά μου χρόνια εσωτερικός σ ένα σχολείο κοντά στη θάλασσα· η ζωή όμως ήταν πικρή, ακόμη και στις Σπέτσες εκείνης της εποχής.
Μου άρεσε πολύ να διαβάζω αστρονομία, απομονωμένος στη βιβλιοθήκη. Και κάποτε, μέσω ενός δασκάλου, ανακάλυψα τον Όμηρο, τους αρχαίους συγγραφείς· έτσι άνοιξε για μένα η καταπακτή προς τον φιλοσοφικό λόγο.
Ήρθα στην Αθήνα και συνέχισα να μελετώ τους αρχαίους· άρχισα να διαβάζω Πλάτωνα, αρχαίους ποιητές όπως η Σαπφώ και ο Ανακρέων, μόνος μου φυσικά.
Πήγαινα στον Μαραθώνα κι έκλαιγα πάνω στον τύμβο των Μαραθωνομάχων. Πήγαινα στο μουσείο και μάθαινα, αποκτούσα και σωματική επαφή με την αρχαία αισθητική.
Εν τω μεταξύ, επειδή αγαπούσα τα μαθηματικά και τη φυσική, με παρότρυναν να φοιτήσω στο Πολυτεχνείο, να γίνω μηχανικός, παρότι δεν μ ενδιέφερε.
Απ την άλλη πλευρά υπήρχε η μουσική· συνειδητοποιούσα σιγά σιγά ότι αυτό που ήθελα δεν ήταν να μάθω πιάνο ή κάτι τέτοιο, αλλά να κάνω σύνθεση, να δω πώς φτιάχνεται η μουσική, ποια είναι η διάρθρωση, πώς είναι η δομή της.
Τα αποτελέσματα των εξετάσεων ανακοινώθηκαν το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940. Το Πολυτεχνείο δεν άνοιξε τις πύλες του, είχαν όμως δημοσιεύσει τα αποτελέσματα κι έτσι ήξερα πως είχα περάσει. Καθυστέρησε να ανοίξει περίπου ένα χρόνο· από κει και πέρα αρχίζει και η Αντίσταση.
Εκείνη την εποχή διάβαζα Πλάτωνα, είχα πάντοτε στην τσέπη μου κάτι μικρές στερεότυπες εκδόσεις. Μελετούσα την Πολιτεία. Η κατάσταση στην Ελλάδα ήταν τόσο ασφυκτική ώστε έπρεπε να βρει κανείς διεξόδους.
Δημιουργούσα λοιπόν ένα δικό μου χώρο, εντελώς φανταστικό, ο οποίος βρισκόταν σε σύγκρουση με την πραγματικότητα. Και αυτή η σύγκρουση ήταν πράξη -ο κίνδυνος θανάτου στις διαδηλώσεις.
Ήταν και ιδεολογία διότι στα μαρξιστικά κείμενα που κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή -με την παράξενη, άκαμπτη, δήθεν δημοτική τους γλώσσα- διάβαζα, καταλάβαινα και αποδεχόμουν τις θέσεις του μαρξισμού· τις έβλεπα ως ένα είδος παραμόρφωσης των πλατωνικών ιδεών.
Ενστερνιζόμουν τις θέσεις περί ισοτιμίας των πολιτών, περί ελευθερίας του ατόμου. Δεν καταλάβαινα τις θέσεις τακτικής του, δηλαδή την πάλη των τάξεων. Αυτά ήθελα να διακρίνω στο μαρξισμό και αυτά ήταν που με έκαναν να ενταχθώ στο ΕΑΜ.
Έγινα μαρξιστής από τις ανάγκες της καθημερινότητας, από την πάλη και κυρίως επειδή διέκρινα ένα γεφύρωμα με τον πλατωνισμό.
Έτσι άρχισε και η δράση μου στο οργανωτικό πλαίσιο του Πολυτεχνείου και κατόπιν στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Ήμουν στην οργάνωση του Πολυτεχνείου μαζί με τον Κώστα Φιλίνη, τον Γρηγόρη Φαράκο. Και αναμείχθηκα σε όλους τους αγώνες, έγινα μέλος της Πανσπουδαστικής Επιτροπής, γραμματέας της ΕΠΟΝ Πολυτεχνείου το 43-44.
Έφυγα από την Ελλάδα το 1947. Λιποτάκτης από το στρατό, από το Χαϊδάρι. Ήταν η εποχή που άρχιζαν οι εκτοπισμοί στη Μακρόνησο και η κομματική γραμμή, θυμάμαι, ήταν “ανοικτή”. Δηλαδή όποιος ήθελε μπορούσε να πάει στο βουνό να βρει τον Μάρκο, όποιος ήθελε μπορούσε να μείνει στα αστικά κέντρα για παράνομο αγώνα, άλλοι μπορούσαν, αν ήθελαν, να πάνε στο στρατό. Καθώς ήμουν τραυματισμένος, σκέφτηκα πως αν πήγαινα στο στρατό θα έβγαινα βοηθητικός κι έτσι θα μπορούσα ίσως να ξεφύγω. Το έσκασα και καταδικάστηκα σε θάνατο.
Την απόφαση να φύγω, ωστόσο, την είχα πάρει από παλιότερα. Λίγο πριν από την Απελευθέρωση, το 1943, είχα συζητήσει με φίλους μου, τον Νικία τον Σταυρουλάκη -τον έλεγαν “αμίλητο” γιατί όποτε τον έπιαναν και τον βασάνιζαν δεν έλεγε ποτέ λέξη-, τον Λεωνίδα τον Κύρκο και άλλους· τους ανακοίνωσα ότι είχα αποφασίσει να σταματήσω την πολιτική δράση διότι, ουσιαστικά, ήμουν μουσικός· ήθελα να συνεχίσω τη μουσική, που την είχα αφήσει, και για μένα δεν υπήρχε άλλη λύση.
Δεν ήξερα το είδος της μουσικής που επρόκειτο να κάνω, ήθελα απλώς να ζω με τη μουσική, κάνοντας μουσική, μελετώντας συνεχώς, όχι μόνο ακούγοντας την. Το σημαντικό ήταν πως είχα αποφασίσει ότι για να υπάρξω ως άτομο έπρεπε να κάνω μουσική. Αλλιώς δεν θα ήμουν τίποτε. Ήταν ένα πραγματικό πάθος, εσωτερικό, που σιγά σιγά έβγαινε στην επιφάνεια, δεν ήταν κάτι δεδομένο εξαρχής. Οι φίλοι με κατάλαβαν.
Αισθανόμουν βεβαίως ένα είδος χρέους έναντι των συναγωνιστών και των συντρόφων που είχαν σκοτωθεί. Ένα χρέος για τον αγώνα που είχα εγκαταλείψει. Ήθελα να επιστρέψω, πίστευα όμως πως εάν γυρνούσα πίσω θα με απορροφούσαν οι πολιτικοί αγώνες και δεν θα μπορούσα να κάνω μουσική. Έπειτα η Ελλάδα, εκείνα τα χρόνια, ήταν τελείως απομονωμένη· είχε τελειώσει ο πόλεμος και οι καταστροφές ήταν μεγάλες.
Ήθελα να ταξιδέψω, να μάθω ό,τι δεν θα μπορούσα να μάθω στην Ελλάδα. Η Γαλλία ήταν η πρώτη χώρα στην οποία, κατά τη γνώμη μου, άξιζε να πάει κανείς εκείνη την εποχή, καθώς ήταν η πρώτη χώρα όπου υπήρχαν κομουνιστές στην κυβέρνηση. Τελικώς έμεινα στη Γαλλία. Ήθελα να σπουδάσω, ταυτόχρονα, θεωρητική φυσική, αρχαία φιλοσοφία και μουσική.
Έπρεπε όμως και να ζήσω. Ήμουν πρόσφυγας. Έκανα λοιπόν υπολογισμούς υποστυλωμάτων και τις νύχτες μελετούσα μουσική κι αναζητούσα έναν άνθρωπο να μου τη διδάξει.
Ήμουν ήδη μεγάλος, 27-29 χρονών, όλοι μου έλεγαν: “Είσαι πολύ γέρος, παιδάκι μου, δεν δουλεύεις καλύτερα ως μηχανικός ή έστω ως αρχιτέκτονας; Βγάλε χρήματα και μετά, όταν φτάσεις στα 40, θα μπορέσεις να κάνεις ό,τι θέλεις”.
Δεν τους άκουγα. Στην αρχή δεν υπήρχε τίποτε, μόνο μεγάλη πίκρα, ορισμένες γνώσεις και αναμνήσεις. Μετά συνάντησα τον Ολιβιέ Μεσιάν και του έδειξα ό,τι είχα κάνει. Μου είπε πως δεν είχα ανάγκη σπουδών και ότι μπορούσα να κάνω ό,τι θέλω στη μουσική· ήταν η πρώτη και μόνη φορά που έλεγε κάτι τέτοιο.
Το πρώτο μου έργο προκάλεσε σκάνδαλο· το κοινό διχάστηκε. Το σημαντικό για μένα, όμως, ήταν ότι διαπίστωνα πως είχα δίκιο για το δρόμο που είχα επιλέξει.
Ιάννης Ξενάκης “Κείμενα περί μουσικής και αρχιτεκτονικής”, μετ. Τίνα Πλυτά, εκδόσεις Ψυχογιός Αθήνα 2001
ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
- ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ / XENAKIS / CHAMBER MUSIC 1955 – 1990 3298497821377 ANKH
- ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ / XENAKIS / LA LEGENDE D EER 3298497821445 AUVIDIS
- ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ / XENAKIS / ORCHESTRAL WORKS & CHAMBER MUSIC 5099702050425
- ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ XENAKIS / METASTASIS – PITHOPRAKTA – EONTA – (SIMONOVIC) 3149025006974 HARMONIA MUNDI
- ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ XENAKIS / PLEIADES / ΠΛΕΙΑΔΕΣ 794881342525 HARMONIA MUNDI
- ΞΕΝΑΚΗΣ Γ XENAKIS / PSAPPHA REBONDS A & B OKHO POUR TROIS DJEMBES [DVD PLUS CD +MAKING OF PRIX CHOC] 3760009290679 HARMONIA MUNDI
- XENAKIS – FORNES – BERIO / WORKS FOR VIOLIN / ARDITTI – NOTT 7318590007723 BIS
- XENAKIS / ORESTEIA / SAKKAS – WEDDLE 3298497821513 ANKH
- XENAKIS / PLEIADES – PSAPPHA / KROUMATA PERCUSSION ENSEMBLE7318590004821 BIS
ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
Reboods: Κλικ εδώ
Μετάσταση: Κλικ εδώ
Mists (1/2): Κλικ εδώ
Psappha: Κλικ εδώ
Βιογραφικό του Ξενάκη στην Βικιπαίδεια: Κλίκ εδώ
Επίσημη ιστοσελίδα για τον Ξενάκη: http://www.iannis-xenakis.org/
http://koinotopia.gr/
http://tadeefi.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου