Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2011

1 Σεπτέμβρη 1969: Ο συνταγματάρχης Καντάφι ανατρέπει με πραξικόπημα τον βασιλιά Ιντρίς και αναλαμβάνει την εξουσία στη Λιβύη.

  Ολα έχουν ένα τέλος..................

Σεπτέμβριος 1969: Ο 28χρονος συνταγματάρχης Μουαμάρ Καντάφι, μαζί με μια ομάδα νεαρών αξιωματικών, επηρεασμένοι από το παράδειγμα του Νάσερ στην Αίγυπτο (βλ. κίνημα Αραβικού Εθνικισμού και Iσλαμικού Σοσιαλισμού), ανατρέπουν με πραξικόπημα τον βασιλιά Ιντρις που βρισκόταν στην εξουσία από το 1951.  



Στόχος του Καντάφι ήταν «ο εκσυγχρονισμός της Λιβύης», «η ανάπτυξη της οικονομίας» και η αποδέσμευσή της από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις τις οποίες ο Ιντρις εξυπηρετούσε στο ακέραιο. Έτσι τον επόμενο χρόνο, θα εθνικοποιήσει όλες τις επιχειρήσεις της χώρας, ανάμεσα τους και αυτές του πετρελαίου. Το 1971, θα εθνικοποιηθούν επίσης και τα περιουσιακά στοιχεία της British Petroleum, καθώς και η περιουσία των Ιταλών αποικιοκρατών.

Παρόλ’ αυτά όμως, μέτρα αντιποίνων από τη Βρετανική κυβέρνηση ωθούν τον Καντάφι να ζητήσει οικονομική βοήθεια από τη Σοβιετική Ένωση. Το 1972 η Σοβιετική Ένωση θα υπογράψει μια συμφωνία με τη Λιβύη με στόχο την βοήθεια στην ανάπτυξη της βιομηχανίας πετρελαίου της Λιβύης. Ταυτόχρονα όμως, ο ίδιος ξεκαθάρισε την στάση του απέναντι στους πολιτικούς του αντιπάλους και κυρίως του κομμουνιστές τους οποίους και θεωρούσε εχθρούς (κυρίως λόγω της περιφρόνησης τους για την θρησκεία και τις Ισλαμικές παραδόσεις, μάλιστα, έστειλε πίσω στο Σουδάν ένα αεροπλάνο γεμάτο κομμουνιστές, όπου και εκτελέστηκαν από τον Nimeiry.    

Το 1975, μερικοί από τους αξιωματικούς του στρατού που συμμετείχαν στο πραξικόπημα του 1969 οργανώνουν αντι-πραξικόπημα με στόχο την ανατροπή του Καντάφι και τον τερματισμό των εθνικοποιήσεων. Η απόπειρα όμως θα αποτύχει, κι έτσι ο Καντάφι θα συνεχίσει στην υλοποίηση του προγράμματός του. Μέχρι το 1979 ο ιδιωτικός τομέας είχε σχεδόν εξαλειφθεί πλήρως. Την ίδια χρονιά επίσης, θα δημοσιευτεί το πρώτο μέρος του «Πράσινου Βιβλίου» με σκοπό να ενδυναμώσει τα ιδεώδη του Ισλαμο-σοσιαλιστικού κράτους. Έναν χρόνο αργότερα, η Λιβύη ανακηρύσσεται Ισλαμική Σοσιαλιστική Δημοκρατία, και το 1977 η χώρα θα μετονομαστεί σε «Μεγάλη Αραβική Σοσιαλιστική Λαϊκή Τζαμαχιρία». (Τζαμαχιρία, σημαίνει «κράτος των μαζών»). Στο βιβλίο του παρουσιάζει τη δική του εκδοχή του «σοσιαλισμού», με μια ισλαμική απόχρωση που αντιτίθεται στις παραδοσιακές μορφές του Ευρωπαϊκού σοσιαλισμού, συμπεριλαμβανομένου και του Μαρξισμού. Θεώρησε την «Ταξική Πάλη» των Μαρξιστών ως μια «ιδιαίτερα επικίνδυνη απόκλιση». Στην πραγματικότητα το βιβλίο του ήταν απλά μια κάλυψη για ένα καθεστώς που δεν επέτρεπε την ελευθερία του συνέρχεσθε και συνεταιρίζεσθαι και απαγόρευε κάθε είδους απεργία για τους εργαζόμενους.

Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, πολλοί αριστεροί έγιναν ανοιχτοί υποστηρηχτές του καθεστώτος Καντάφι, αγνοώντας βασικές πτυχές του, που δεν είναι άλλες από τον μονοπωλιακό κρατισμό. Για παράδειγμα, το 1969, ο Καντάφι είχε απαγορεύσει την λειτουργία ανεξάρτητων συνδικάτων και εργατικών σωματείων. Τα πάντα είχαν περάσει υπό τον κρατικό έλεγχο, δημιουργώντας έτσι ένα ολοκληρωτικό καθεστώς. Παρά το γεγονός αυτό όμως, τα μεγάλα αποθέματα πετρελαίου επέτρεψαν την ανάπτυξη ενός εκτεταμένου κράτους πρόνοιας, που επιβιώνει μέχρι και σήμερα.

Το 1981, Καντάφι υποστηρίζει τον εθνικιστικό Ιρλανδικό Ρεπουμπλικανικό Στρατό (IRA) αλλά και διάφορες ριζοσπαστικές Παλαιστινιακές οργανώσεις, γεγονός που ψυχραίνει τις διπλωματικές σχέσεις της Λιβύης με τις ΗΠΑ. Ο τότε πρόεδρος Ρίγκαν τον αποκαλούσε «το κακό σκυλί της Μέσης Ανατολής» εξαιτίας της στάσης του στο θέμα της Παλαιστινιακής ανεξαρτησίας, και της βοήθειας προς το Ιράν.Έτσι, οι ΗΠΑ απαγορεύουν την εισαγωγή πετρελαίου από τη Λιβύη και την εξαγωγή στη χώρα τεχνολογιών σχετικών με το πετρέλαιο. Το 1984, θα διακοπούν όλες οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Λιβύης για περισσότερο από μια δεκαετία.

Σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας εναντίον του Καντάφι, έξω από την πρεσβεία της Λιβύης στο Λονδίνο, πυροβολισμοί στόχευσαν διαδηλωτές, σκοτώνοντας 11 ανθρώπους ανάμεσα τους και τη Βρετανίδα αστυνομικό Yvonne Fletcher. Οι πυροβολισμοί προήλθαν μέσα από το κτίριο της πρεσβείας. Οι διπλωμάτες όμως έκαναν χρήση της ασυλίας τους και επαναπατρίστηκαν. Το 1986 βόμβα εξερράγη στη ντισκοτέκ του Δυτικού Βερολίνου ”La Belle”, στην οποία σύχναζαν Αμερικανοί στρατιώτες. Ο απολογισμός της έκρηξης είναι 3 νεκροί (μια γυναίκα Τουρκικής καταγωγής και 2 Αμερικανοί λοχίες) και 229 τραυματίες (ανάμεσα τους μόνο 79 Αμερικανοί). Ο Γερμανός δικαστικός Πήτερ Μαρχοφερ δήλωσε πως δεν είναι σαφές εάν ο Καντάφι ή οι Λιβυκές μυστικές υπηρεσίες ανέλαβαν την επίθεση, ωστόσο υπήρχαν ενδείξεις που σηματοδοτούσαν κάτι τέτοιο. Δυο εβδομάδες πριν το εν λόγω γεγονός, ο Καντάφι καλούσε για Αραβικές επιθέσεις εναντίον Αμερικανικών με αφορμή την επίθεση που δέχτηκε πλωτή περιπολία της Λιβύης από τις ΗΠΑ, κατά την διάρκεια των εχθροπραξιών για την πρόσβαση στον Κόλπο της Σίδρα τον οποίο η Λιβύη θεωρεί χωρικά της ύδατα. Δέκα ημέρες μετά το περιστατικό, η κυβέρνηση των Η.Π.Α, υπό την προεδρία του Ρίγκαν, διέταξε την αεροπορική επιδρομή κατά της Λιβύης, με δεδηλωμένο στόχο τη θανάτωση Καντάφι. Ο απολογισμός των βομβαρδισμών στην Τρίπολη και τη Βεγγάζη ανέρχεται σε 60 νεκρούς. Ο κύκλος της βίας όμως δεν τελειώνει εδώ: Το 1988 έκρηξη βόμβας πραγματοποιείται στην πτήση Pan-AΜ 103 πάνω από τη Σκοτσέζικη πόλη του Λόκερμπι. 270 άνθρωποι χάνουν την ζωή τους, από τους οποίους η πλειονότητα είναι Αμερικανοί και οι υποψίες στρέφονται στις Λιβυκές μυστικές υπηρεσίες. Η χώρα «απομονώνεται» από τη Διεθνή Κοινότητα. Μόλις το 1999, το καθεστώς Καντάφι παραδίδει στη Δύση τους Abdelbeset Ali Mohmed al Megrahi και Al Amin Khalifa Fhimah, ύποπτους για την έκρηξη του Λόκερμπι, με αποτέλεσμα να γίνει άρση κάποιων περιορισμών εναντίον της Λιβύης, όχι όμως και εκ μέρους των ΗΠΑ. Ο Καντάφι για να βελτιώσει τις διπλωματικές του σχέσεις, δηλώνει ότι ξεκινά πόλεμο εναντίον της Αλ Κάιντα και προτείνει να ανοίξει το οπλοστάσιο της χώρας του στους διεθνείς επιθεωρητές.

Το χωριό Λόκερμπι μετά την έκρηξη...

Το τέλος της δεκαετίας του 80 ήταν καθοριστικό για τις εξελίξεις του Λιβυκού καθεστώτος. Ένα βασικό στοιχείο ήταν η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, που εγκαινίασε την επιστροφή στον ιδιωτικό καπιταλισμό τόσο στην ίδια, όσο και σε όλες τις χώρες που βρίσκονταν υπό την επιρροή της. Κατ΄επέκταση, το 1993, θα γίνουν τα πρώτα δειλά βήματα για να ξεκινήσει μια διαδικασία «οικονομικής απελευθέρωσης». Το διάταγμα του 1993, (No.491) επέτρεψε την απελευθέρωση του χονδρικού εμπορίου, ενώ νομικές εγγυήσεις του 1994 κάλυπταν ξένες επενδύσεις. Αυτοί όμως που ευνοήθηκαν από τα μέτρα αυτά ήταν οι κύριοι δικαιούχοι της εθνικοποιημένης οικονομίας, οι ανώτατοι διαχειριστές, η κάστα των αξιωματικών καθώς και οι διάφοροι τεχνοκράτες και γραφειοκράτες.

Τον Ιούνιο του 2003, νέες μεταρρυθμίσεις θα λάβουν μέρος. Ο Shukri Ghanem που θεωρείται ως «ρεφορμιστής», δηλαδή υπέρ του ελεύθερου εμπορίου και των ιδιωτικοποιήσεων, διορίστηκε πρωθυπουργός. Κατά το ίδιο έτος, με απόφαση του νόμου No.31, 360 εταιρείες θα δοθούν προς πώληση σε ιδιώτες. Μέχρι το τέλος του 2004, 41 επιχειρήσεις θα έχουν ήδη ιδιωτικοποιηθεί. Τον Ιανουάριο του 2007 η κυβέρνηση της Λιβύης ανακοίνωσε τα σχέδιά της να απολύσει 400.000 εργαζομένους του δημόσιου τομέα, περισσότερο από το ένα τρίτο του συνολικού εργατικού δυναμικού της κυβέρνησης.

Το 2002 ο Καντάφι αγοράζει ποσοστό 7,5 % της ιταλικής ποδοσφαιρικής ομάδας Γιουβέντους, έναντι 21.000.000 δολαρίων. Το 2003, το καθεστώς της Λιβύης, αναλαμβάνει επίσημα την ευθύνη για την έκρηξη στο Λόκερμπι και υπόσχεται αποζημίωση $2.7 δισ. στις οικογένειες των θυμάτων. Παράλληλα αναλαμβάνει την πρωτοβουλία για την ίδρυση της Αφρικανικής Ένωσης. Όλα αυτά πραγματοποιήθηκαν μόλις λίγο μετά την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ. Το 2004, οι ηγέτες της Δύσης επισκέπτονται τον Καντάφι, ανάμεσα τους και ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Τόνι Μπλέρ και ο Γερμανός καγκελάριος Σρέντερ. Από την μιά η αποτυχία της Αραβικής Ένωσης και από την άλλη η κατάρρευση της ΕΣΣΔ κατέστησαν την Λιβύη συμβολικό στόχο των ΗΠΑ. Τη δεκαετία του ’90 όπου οι τιμές του πετρελαίου έπεσαν η Λιβύη υπέφερε. Δίχως άλλη επιλογή θα αναζητήσει τη βοηθεια ξένων δυνάμεων, η οποία όμως θα έρθει δύσκολα στο πλαίσιο της πολιτικοοικονομικης απομόνωσης από τις κυρώσεις των ΗΠΑ και ΟΗΕ. Μετά την εκθρόνιση του Σαντάμ Χουσεΐν από τις αμερικανικές δυνάμεις το 2003, ο Καντάφι φοβούμενος ενδεχομένως οτι θα ήταν ο επόμενος στόχος, προθυμοποιήθηκε να ανοίξει το πρόγραμμα δημιουργίας όπλων μαζικής καταστροφής που διέθετε στον διεθνή έλεγχο. Οι διεθνείς παρατηρητές απομάκρυναν τόνους χημικών όπλων από τη Λιβύη, ενώ σταμάτησαν και ένα ενεργό πρόγραμμα πυρηνικών όπλων. Η στροφή αυτή του Καντάφι επέτρεψε τον Μπους να παρουσιάσει την πολιτική του για το Ιράκ, ως ένα σχέδιο που θα «αποδώσει καρπούς». Ως εκ τούτου, οι κυρώσεις που τα Ηνωμένα Έθνη και οι Η.Π.Α είχαν επιβάλλει, αίρονται. Οι διπλωματικές σχέσεις των δύο αυτών χωρών είχαν αποκατασταθεί πλήρως το 2006. Ως αποτέλεσμα όλων αυτών των μεταρρυθμίσεων, η Λιβύη είχε αρχίσει να προσελκύει πολλές άμεσες ξένες επενδύσεις, κυρίως στον τομέα της ενέργειας. Πολλές συμβάσεις υπογράφηκαν που έδιναν παραχωρήσεις στις Δυτικές εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, όπως η AGIP της Ιταλίας, British Petroleum, Shell, Repsol της Ισπανίας, η γαλλική Total και GFD Σουέζ, καθώς και οι αμερικανικές εταιρείες, όπως η Conoco Phillips, Hess, και η Occidental, Exxon και Chevron, καθώς επίσης και καναδικές, νορβηγικές και άλλες εταιρείες, να πωλούν το Λιβυκό πετρέλαιο.Ο Διεθνής Τύπος των τελευταίων ετών είναι γεμάτος από ιστορίες με δυτικούς επιχειρηματίες και πολιτικούς που επισκέπτονται τη Λιβύη με σκοπό να συνάψουν επικερδείς συμφωνίες. Ένα παράδειγμα είναι το άρθρο, “The Opening Of Libya”, που εμφανίστηκε στο Business Week στις 12 Μαρτίου του 2007:

Ένα μεγάλο μέρος της προόδου (όσον αφορά το άνοιγμα της Λιβυκής οικονομίας) οφείλεται σε μια ασυνήθιστη συνεργασία με έναν καθηγητή του Harvard Business και γκουρού της ανταγωνιστικότητας, Michael E. Porter, ο οποίος συμβουλεύει τους Λίβυους, μέσω παροχής συμβουλών Boston Monitor Group. Για τα δύο τελευταία χρόνια, πάνω από μια ντουζίνα σύμβουλοι έχουν εργαστεί στη Λιβύη, για την μελέτη της οικονομίας και τη λειτουργία ενός τριμηνιαίου προγράμματος που θα αποσκοπεί στη δημιουργία μιας νέας pro-business ελίτ (..) Ο Porter πείστηκε να αναλάβει τη θέση αυτή από το γιο του Καντάφι, Σαΐφ αλ Ισλάμ. Ο πρώην μεταπτυχιακός φοιτητής του London School of Economics είναι ένας έμπιστος άνθρωπος που τάσσεται υπέρ του δυτικού τύπου οικονομικής μεταρρύθμισης.

Ο Σαΐφ αλ Ισλάμ, είχε πολλές φορές υποστηρίξει την «απελευθέρωση της οικονομίας», και ήδη πίεζε για πιο «φιλελεύθερη» οικονομική πολιτική, δηλαδή μεγαλύτερη ιδιωτικοποίηση! Όπως αναφέρει και το Business Week, ο Σαΐφ εξήγησε ότι, «Πρέπει να αλλάξουμε από μια κρατική οικονομία σε μια ανοικτή οικονομία, αλλά χωρίς να είναι εκτός ελέγχου.» Δεδομένου μάλιστα ότι η Λιβύη είχε βγει από την μαύρη λίστα των «κακοποιών κρατών», αρκετοί Δυτικοί αρχίζουν να ανταλάσσουν χειραψίες με τον δικτάτορα, και υπογράφουν άριστες διαπραγματεύσεις για τις αντίστοιχες εθνικές επιχειρήσεις τους. Το 2008 ο Μπερλουσκόνι υπέγραψε συμφωνία με σκοπό να καταβάλει η Λιβύη χρηματική αποζημίωση ύψους 5 δις Αμερικανικών δολαρίων με στόχο την αστυνόμευση των ακτών της Μεσογείου και την επαναπροώθηση Αφρικανών μεταναστών που κατευθύνονται προς την Ιταλία. Ο Καντάφι δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει το βάναυσο μέσο για την επίτευξη αυτού του σχεδίου. Ακολούθησε μια επίσημη επίσκεψη της τότε Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κοντολίζα Ράις στην Λιβύη. Ήταν όμως ο Τόνι Μπλερ αυτός που ξεκίνησε τη διαδικασία για τη θέσπιση μιας «νέας σχέσης» με την Λιβύη, υπογράφοντας μερικά πολύ επικερδή συμβόλαια πετρελαίου για την Shell!

Ο Καντάφι παρείχε επίσης μικρή βοήθεια στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», δίνοντας πληροφορίες τόσο στη CIA όσο και στην MI6 σχετικά με ύποπτους Λίβυους Ισλαμιστές. Πληροφορίες που διέρρευσαν από την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Τρίπολη τον Αύγουστο του 2009, περιγράφουν πώς «η Λιβύη έχει λειτουργήσει ως κρίσιμος σύμμαχος στον πόλεμο των ΗΠΑ κατά της τρομοκρατίας, και θεωρείται ένας από τους πρωταρχικούς μας εταίρους στην καταπολέμηση της ροής ξένων μαχητών». Η πληροφορία τόνισε επίσης ότι οι σχέσεις των δύο χωρών ήταν στρατιγικής σημασίας σε ότι αφορά το θέμα αυτό. Όλα αυτά ίσως εξηγούν την έκπληξή του στην επίθεση που δέχθηκε από τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ κατά την πρόσφατη περίοδο. Ένιωσε ότι είχε κάνει ό, τι χρειαζόταν να κάνει για να αποφύγει να καταλήξει σαν τον Σαντάμ Χουσεΐν. Ωστόσο, λόγω του παρελθόντος του, ο Καντάφι δεν ήταν ένα πρόσωπο που θα μπορούσε να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στην Δύση. Έτσι, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις είδαν μια ευκαιρία, την αντικατάσταση του από κάποιον άλλον, κάποιον που θα υπακούει περισσότερο στις οδηγίες της Δύσης και δεν δίστασαν να αξιοποιήσουν την ευκαιρία αυτήν.

Πηγές:
ΠαραλληλοΓράφος: 40 χρόνια Καντάφι.
Fred Weston: The nature of the Gaddafi regime – h

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου