του Paul Krugman
ΤΟ ΒΗΜΑ – The New York Times
Ο μεγάλος όγκος των οικονομικών σχολίων που διαβάζετε στις εφημερίδες επικεντρώνεται στο βραχυπρόθεσμο: στις επιπτώσεις του «δημοσιονομικού γκρεμού» στην ανάκαμψη των ΗΠΑ, στις πιέσεις προς το ευρώ, στην τελευταία απόπειρα της Ιαπωνίας να ξεφύγει από τον αποπληθωρισμό. Αλλά τί ξέρουμε για τις προοπτικές μας για μακροπρόθεσμη ευημερία;
Η απάντηση είναι: λιγότερα από όσα νομίζουμε.
Οι μακροπρόθεσμες προβολές από επίσημες υπηρεσίες, όπως είναι το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, κάνουν, σε γενικές γραμμές, δύο μεγάλες υποθέσεις. Η μία είναι ότι η οικονομική ανάπτυξη τις επόμενες δεκαετίες θα θυμίζει την ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών. Ιδίως, η παραγωγικότητα – ο κύριος κινητήρας της ανάπτυξης – προβλέπεται ότι θα αυξάνεται με ρυθμούς που δεν θα διαφέρουν πολύ από τον μέσο όρο της ανάπτυξης μετά το 1970.
Από την άλλη πλευρά, όμως, αυτές οι προβλέψεις θεωρούν ότι σε γενικές γραμμές η ανισότητα των εισοδημάτων, που εκτινάχθηκε τα τελευταία 30 χρόνια, θα αυξηθεί ελάχιστα στο μέλλον.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί οι υπηρεσίες κάνουν αυτές τις υποθέσεις. Δεδομένου του πόσα λίγα ξέρουμε για την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, η απλή υπόθεση ότι το μέλλον θα μοιάζει με το παρελθόν είναι μια φυσική πρόβλεψη.
Αλλά αν η ανισότητα των εισοδημάτων συνεχίσει να αυξάνεται, μας περιμένει ένα δυστοπικό μέλλον ταξικού πολέμου – κάτι που δεν θέλουν να ατενίζουν οι κυβερνητικές υπηρεσίες.
Πρόσφατα, ο Ρόμπερτ Γκόρντον του πανεπιστημίου Northwestern έκανε αίσθηση ισχυριζόμενος ότι η οικονομική ανάπτυξη μάλλον θα επιβραδυνθεί ραγδαία – και ότι η εποχή της ανάπτυξης που άρχισε τον 18ο αιώνα μπορεί να πλησιάζει στο τέλος της.
Ο Γκόρντον τονίζει ότι η μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη δεν ήταν μια σταθερή διαδικασία. Την ώθησαν διάφορες διακριτικές «βιομηχανικές επαναστάσεις», που η κάθε μία βασιζόταν σε κάποιες ιδιαίτερες τεχνολογίες.
Η πρώτη βιομηχανική επανάσταση, που βασίστηκε κυρίως στην ατμομηχανή, ήταν ο κινητήρας για την ανάπτυξη στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα.
Η δεύτερη, που έγινε δυνατή χάρη κυρίως στην εφαρμογή της επιστήμης σε τεχνολογίες όπως ο ηλεκτρισμός, η μηχανή εσωτερικής καύσεως και η χημική μηχανική, άρχισε γύρω στο 1870, και ήταν ο κινητήρας της ανάπτυξης μέχρι την δεκαετία του 1960.
Η τρίτη, που επικεντρώθηκε στις τεχνολογία της πληροφορίας, διαμορφώνει την σημερινή εποχή. Και, όπως σωστά σημειώνει ο Γκόρντον, τα κέρδη μέχρι τώρα από την τρίτη βιομηχανική επανάσταση, αν και είναι πραγματικά, ήταν πολύ μικρότερα από αυτά της δεύτερης. Ο ηλεκτρισμός, λόγου χάρη, ήταν, λέει, πολύ πιο σπουδαία υπόθεση από το Ιντερνετ.
Είναι μια ενδιαφέρουσα θέση. Αν και νομίζω ότι ο Γκόρντον δεν έχει δίκιο, ο τρόπος με τον οποίον μάλλον κάνει λάθος, έχει εξίσου καταστροφικές επιπτώσεις. Το επιχείρημα κατά της τεχνο-απαισιοδοξίας του Γκόρντον βασίζεται κατά μεγάλο μέρος στην πεποίθηση ότι τα μεγάλα κέρδη από την τεχνολογία της πληροφορίας, που μόλις αρχίζει, θα προέλθουν από την άνοδο των έξυπνων μηχανών.
Αν παρακολουθείτε τις εξελίξεις σε αυτόν τον τομέα, ξέρετε ότι επί δεκαετίες η τεχνητή νοημοσύνη δεν έκανε μεγάλα επιτεύγματα, καθώς αποδείχθηκε απίστευτα δύσκολο για τους υπολογιστές να κάνουν πράγματα απλά για κάθε άνθρωπο, όπως η κατανόηση της καθημερινής ομιλίας ή η αναγνώριση διαφορετικών αντικειμένων σε μια εικόνα.
Πράγματι, η αναγνώριση της ομιλίας έχει ακόμη πολλές ατέλειες. Αλλά είναι πολύ καλύτερη από ό,τι πριν από λίγα χρόνια, και έχει γίνει ήδη ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο. Ετσι, οι μηχανές μπορεί σύντομα να είναι έτοιμες να κάνουν πολλές δουλειές που απαιτούν σήμερα μεγάλη ανθρώπινη εργασία. Αυτό θα σημάνει ταχεία ανάπτυξη της παραγωγικότητας, και επομένως, υψηλή οικονομική ανάπτυξη συνολικά.
Ποιές είναι, λοιπόν, οι επιπτώσεις αυτού του εναλλακτικού οράματος για την πολιτική ζωή; Θα πρέπει να μιλήσω για αυτό το θέμα σε ένα μελλοντικό άρθρο.
http://ecoleft.wordpress.com
ΤΟ ΒΗΜΑ – The New York Times
Ο μεγάλος όγκος των οικονομικών σχολίων που διαβάζετε στις εφημερίδες επικεντρώνεται στο βραχυπρόθεσμο: στις επιπτώσεις του «δημοσιονομικού γκρεμού» στην ανάκαμψη των ΗΠΑ, στις πιέσεις προς το ευρώ, στην τελευταία απόπειρα της Ιαπωνίας να ξεφύγει από τον αποπληθωρισμό. Αλλά τί ξέρουμε για τις προοπτικές μας για μακροπρόθεσμη ευημερία;
Η απάντηση είναι: λιγότερα από όσα νομίζουμε.
Οι μακροπρόθεσμες προβολές από επίσημες υπηρεσίες, όπως είναι το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, κάνουν, σε γενικές γραμμές, δύο μεγάλες υποθέσεις. Η μία είναι ότι η οικονομική ανάπτυξη τις επόμενες δεκαετίες θα θυμίζει την ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών. Ιδίως, η παραγωγικότητα – ο κύριος κινητήρας της ανάπτυξης – προβλέπεται ότι θα αυξάνεται με ρυθμούς που δεν θα διαφέρουν πολύ από τον μέσο όρο της ανάπτυξης μετά το 1970.
Από την άλλη πλευρά, όμως, αυτές οι προβλέψεις θεωρούν ότι σε γενικές γραμμές η ανισότητα των εισοδημάτων, που εκτινάχθηκε τα τελευταία 30 χρόνια, θα αυξηθεί ελάχιστα στο μέλλον.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί οι υπηρεσίες κάνουν αυτές τις υποθέσεις. Δεδομένου του πόσα λίγα ξέρουμε για την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, η απλή υπόθεση ότι το μέλλον θα μοιάζει με το παρελθόν είναι μια φυσική πρόβλεψη.
Αλλά αν η ανισότητα των εισοδημάτων συνεχίσει να αυξάνεται, μας περιμένει ένα δυστοπικό μέλλον ταξικού πολέμου – κάτι που δεν θέλουν να ατενίζουν οι κυβερνητικές υπηρεσίες.
Πρόσφατα, ο Ρόμπερτ Γκόρντον του πανεπιστημίου Northwestern έκανε αίσθηση ισχυριζόμενος ότι η οικονομική ανάπτυξη μάλλον θα επιβραδυνθεί ραγδαία – και ότι η εποχή της ανάπτυξης που άρχισε τον 18ο αιώνα μπορεί να πλησιάζει στο τέλος της.
Ο Γκόρντον τονίζει ότι η μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη δεν ήταν μια σταθερή διαδικασία. Την ώθησαν διάφορες διακριτικές «βιομηχανικές επαναστάσεις», που η κάθε μία βασιζόταν σε κάποιες ιδιαίτερες τεχνολογίες.
Η πρώτη βιομηχανική επανάσταση, που βασίστηκε κυρίως στην ατμομηχανή, ήταν ο κινητήρας για την ανάπτυξη στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα.
Η δεύτερη, που έγινε δυνατή χάρη κυρίως στην εφαρμογή της επιστήμης σε τεχνολογίες όπως ο ηλεκτρισμός, η μηχανή εσωτερικής καύσεως και η χημική μηχανική, άρχισε γύρω στο 1870, και ήταν ο κινητήρας της ανάπτυξης μέχρι την δεκαετία του 1960.
Η τρίτη, που επικεντρώθηκε στις τεχνολογία της πληροφορίας, διαμορφώνει την σημερινή εποχή. Και, όπως σωστά σημειώνει ο Γκόρντον, τα κέρδη μέχρι τώρα από την τρίτη βιομηχανική επανάσταση, αν και είναι πραγματικά, ήταν πολύ μικρότερα από αυτά της δεύτερης. Ο ηλεκτρισμός, λόγου χάρη, ήταν, λέει, πολύ πιο σπουδαία υπόθεση από το Ιντερνετ.
Είναι μια ενδιαφέρουσα θέση. Αν και νομίζω ότι ο Γκόρντον δεν έχει δίκιο, ο τρόπος με τον οποίον μάλλον κάνει λάθος, έχει εξίσου καταστροφικές επιπτώσεις. Το επιχείρημα κατά της τεχνο-απαισιοδοξίας του Γκόρντον βασίζεται κατά μεγάλο μέρος στην πεποίθηση ότι τα μεγάλα κέρδη από την τεχνολογία της πληροφορίας, που μόλις αρχίζει, θα προέλθουν από την άνοδο των έξυπνων μηχανών.
Αν παρακολουθείτε τις εξελίξεις σε αυτόν τον τομέα, ξέρετε ότι επί δεκαετίες η τεχνητή νοημοσύνη δεν έκανε μεγάλα επιτεύγματα, καθώς αποδείχθηκε απίστευτα δύσκολο για τους υπολογιστές να κάνουν πράγματα απλά για κάθε άνθρωπο, όπως η κατανόηση της καθημερινής ομιλίας ή η αναγνώριση διαφορετικών αντικειμένων σε μια εικόνα.
Πράγματι, η αναγνώριση της ομιλίας έχει ακόμη πολλές ατέλειες. Αλλά είναι πολύ καλύτερη από ό,τι πριν από λίγα χρόνια, και έχει γίνει ήδη ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο. Ετσι, οι μηχανές μπορεί σύντομα να είναι έτοιμες να κάνουν πολλές δουλειές που απαιτούν σήμερα μεγάλη ανθρώπινη εργασία. Αυτό θα σημάνει ταχεία ανάπτυξη της παραγωγικότητας, και επομένως, υψηλή οικονομική ανάπτυξη συνολικά.
Ποιές είναι, λοιπόν, οι επιπτώσεις αυτού του εναλλακτικού οράματος για την πολιτική ζωή; Θα πρέπει να μιλήσω για αυτό το θέμα σε ένα μελλοντικό άρθρο.
http://ecoleft.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου