Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014

Σαν και σήμερα: Η ΚΙΝΔΥΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 1981

Σαράντα χρόνια από την ίδρυσε του, το ΠΑΣΟΚ είναι βέβαια φάντασμα του πανίσχυρου κόμματος της δεκαετίας του 1980, αλλά έχει τουλάχιστον την ικανοποίηση ότι συνεργάζεται στην κυβέρνηση με εκείνους που το θεωρούσαν τότε εθνικό κίνδυνο.

«Αν ψηφίσεις ΣΥΡΙΖΑ, θα πεινάσεις κι εσύ και τα παιδιά σου» έλεγε τις προάλλες ο Αδωνις Γεωργιάδης. Παρόμοιες δηλώσεις θα συναντήσει κανείς και σε εκπροσώπους της κυβέρνησης με λιγότερο απύλωτα στόματα. Αλλά δεν είναι κάτι νέο. Από ό,τι φαίνεται, οι ιθύνοντες της Νέας Δημοκρατίας έχουν αποφασίσει να αντιμετωπίσουν το κόμμα της Αριστεράς, το οποίο προηγείται πλέον όχι μόνο στις δημοσκοπήσεις, αλλά και στις εκλογικές αναμετρήσεις, με τη μέθοδο που εφάρμοζαν οι προκάτοχοί τους στις αρχές της δεκαετίας του 1980 με σκοπό την αναχαίτιση του ΠΑΣΟΚ. Βέβαια γνωρίζουμε όλοι πού οδήγησε εκείνη η προεκλογική στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας. Οχι μόνο στη θριαμβευτική επικράτηση του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981 με το πρωτοφανές 48,70%, αλλά και στην κατάρρευση του ίδιου του συντηρητικού κόμματος, το οποίο με 35,87% δέχτηκε την πιο σοβαρή μέχρι τότε ήττα του και οδηγήθηκε σε αλλαγή ηγεσίας και σοβαρή κρίση, από την οποία έκανε χρόνια να ανακάμψει.

Μπορεί σήμερα η Νέα Δημοκρατία να συγκυβερνά με το ΠΑΣΟΚ, αλλά εκείνη την εποχή το κόμμα του Ανδρέα Παπανδρέου αντιπροσώπευε το απόλυτο κακό στα μάτια του ηγετικού πυρήνα του κόμματος που βρισκόταν στην εξουσία από τις πρώτες εκλογές της Μεταπολίτευσης. Κυρίως επειδή το ΠΑΣΟΚ ανήκε σε ένα πολιτικό ρεύμα, το οποίο πρώτη φορά διεκδικούσε την κυβερνητική εξουσία με συνθήματα ριζοσπαστικά και σε μεγάλο βαθμό δανεισμένα από την παραδοσιακή Αριστερά. Μέχρι εκείνη τη στιγμή η ελληνική Αριστερά βρισκόταν εγκλωβισμένη στο δικό της περιθώριο και δεν φαινόταν ικανή να διεκδικήσει κυβερνητικό ρόλο. Αλλωστε, μόλις το 1974 είχε νομιμοποιηθεί η παρουσία του ΚΚΕ στην ελληνική πολιτική.

Οσα συνέβησαν σ’ εκείνη την προεκλογική περίοδο είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα για το σήμερα. Οχι βέβαια επειδή τάχα η ιστορία επαναλαμβάνεται, ούτε επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το «νέο ΠΑΣΟΚ». Τίποτα απ’ αυτά. Το μόνο που φαίνεται να παραμένει ίδιο είναι το συντηρητικό DNA της Νέας Δημοκρατίας, η οποία είναι έτοιμη να ανασύρει από εκείνη την εποχή τη δοκιμασμένη (και αποτυχημένη) συνταγή της «αντιμαρξιστικής» κινδυνολογίας. Και μάλιστα, να τη συνοδεύει –όπως τότε- με το παράλληλο άνοιγμα στις ιδέες και τα στελέχη της Ακροδεξιάς.

Η μάχη του 1981


Το 1981 ήταν μια χρονιά καμπής για τη Νέα Δημοκρατία. Ο ιδρυτής και αδιαφιλονίκητος ηγέτης της Κωνσταντίνος Καραμανλής βρισκόταν ήδη από τα μέσα του περασμένου χρόνου στην Προεδρία της Δημοκρατίας και αρχηγός του κόμματος (και πρωθυπουργός) είχε εκλεγεί ο Γεώργιος Ράλλης.

Η άτυπη προεκλογική περίοδος ξεκίνησε τον Ιούνιο, όταν ο υπουργός Αμυνας Ευάγγελος Αβέρωφ αποκάλυψε κίνηση αποστράτων φιλοχουντικών, επιχειρώντας να ενεργοποιήσει τα φοβικά ανακλαστικά που τόσο είχαν βοηθήσει την παράταξη στις εκλογές του 1974 και του 1977. Μόνο που πλέον ελάχιστοι θεώρησαν ότι υπάρχει πραγματική απειλή. Ο Ανδρέας Παπανδρέου απέρριψε ως κατασκευασμένη την αποκάλυψη.

Από τις αρχές του καλοκαιριού, η Νέα Δημοκρατία επιδόθηκε στην επιχείρηση «αποκάλυψης» του ΠΑΣΟΚ. «Κίνδυνος αλλαγής καθεστώτος, αν το ΠΑΣΟΚ διαδεχθεί τη Νέα Δημοκρατία» («Βραδυνή», 1.6.1981). Πρώτα καταγγέλθηκαν «οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ ως απειλή για την άμυνά μας» («Βραδυνή», 1.7.1981). Υστερα ήρθε η ώρα της εκπαίδευσης, όπου το ΠΑΣΟΚ θα έκανε «τάγματα εργασίας και πλύση εγκεφάλου» («Βραδυνή», 20.7.1981). Ο Αβέρωφ κατήγγελλε τον Παπανδρέου ότι «καλύπτει αναρχικούς εμπρηστές» («Βραδυνή», 6.8.1981) και προειδοποιούσε: «Ελληνες, φυλαχθείτε». Ηταν το καλοκαίρι των μεγάλων πυρκαγιών στα δάση και των ανεξιχνίαστων εμπρησμών πολυκαταστημάτων στην Αθήνα. Την ημέρα που ανακοινώθηκε η διεξαγωγή εκλογών, ο Γ. Ράλλης δήλωνε ότι «ο Ανδρέας θέλει κατάργηση της ιδιοκτησίας» («Βραδυνή», 24.8.1981).

Οι υπουργοί ανέλαβαν να εξειδικεύσουν τη γραμμή. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του Παλαιοκρασσά, «αποκαλύπτεται η διαφανής πρόθεση του ΠΑΣΟΚ να προχωρήσει ουσιαστικά σε δήμευση των επιχειρήσεων χωρίς να καταβάλει ούτε δραχμή». Και ο Εβερτ προσθέτει ότι «το ΠΑΣΟΚ ετοιμάζει εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση για τις χιλιάδες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων» («Βραδυνή», 1.9.1981).

Ενας άλλος τρόπος δυσφήμησης του ΠΑΣΟΚ ήταν η αναφορά σε «μαρξιστικές και αριστερίστικες ομάδες» στο εσωτερικό του, οι οποίες υποτίθεται ότι επέβαλλαν τη δική τους θέληση: «Οι Πρασινοφρουροί “δένουν” τον Ανδρέα. Επιβάλλουν δυναμικά τη μαρξιστική γραμμή στους συνδυασμούς. Ματαίωσαν το άνοιγμα προς το Κέντρο. Προς νέο σχήμα Μαύρου – Νικ. Βενιζέλου» («Βραδυνή», 3.9.1981).

«Με το ΠΑΣΟΚ θα βρεθούμε “φυλακισμένοι” σε ένα πολιτικό σύστημα, από το οποίο δεν θα υπάρχει τρόπος απαγκιστρώσεως», θα πει ο υφυπουργός Προεδρίας Αθανάσιος Τσαλδάρης («Βραδυνή», 7.9.1981). Και θα εξηγήσει: «Το “κίνημα” του κ. Παπανδρέου δεν παρέχει καμιά εγγύηση ότι θα διατηρηθούν οι καταστάσεις που μόνο η Νέα Δημοκρατία εγγυάται σήμερα. Εχει υιοθετήσει την ίδια πολιτική φιλοσοφία με το ΚΚΕ. Εχει διακηρύξει επανειλημμένα ότι είναι κόμμα μαρξιστικό. Και ναι μεν έχει εξηγήσει ότι δεν ασπάζεται δογματικά τον μαρξισμό ούτε και αποδέχεται τα “σοσιαλιστικά πρότυπα” που υπάρχουν σήμερα στον κόσμο. Ομως δεν υπάρχουν μαρξισμοί επί μέτρω. Για να είναι ένα κόμμα μαρξιστικό πρέπει να αποδέχεται τουλάχιστον ορισμένες θεμελιώδεις αρχές του μαρξισμού. Κι αυτές οδηγούν με αδήριτη λογική αναγκαιότητα στον ολοκληρωτισμό. […] Το ΠΑΣΟΚ δεν παρέχει καμιά εγγύηση ότι θα επιβιώσει η Δημοκρατία. Δεν παρέχει καμιά εγγύηση ότι αν το φέρουμε κάποτε στη εξουσία θα μπορούμε και να το απομακρύνουμε».

«Καταστροφή για τη χώρα», θα χαρακτηρίσει ο Γ. Ράλλης το ενδεχόμενο εκλογικής νίκης του ΠΑΣΟΚ, «ενώ ταυτόχρονα θεωρεί σαν ανειλικρινείς τις μεταστροφές του προέδρου του που αποσκοπούν στο να εξυπηρετήσουν τους πολιτικούς του ελιγμούς» («Βραδυνή», 11.9.1981).

Σε άρθρο του ο Ιωάννης Βαρβιτσιώτης θα υποστηρίξει ότι «αν ποτέ ο λαός τον φέρει στην εξουσία», ο Ανδρέας Παπανδρέου «θα εγκαθιστούσε ένα “απελευθερωτικό” και “προοδευτικό” καθεστώς ανάλογο με αυτό που εγκατέστησε ο Αγιατολάχ Χομεϊνί στην Περσία» («Βραδυνή», 19.9.1981).

«Χιτλερικό» το ΠΑΣΟΚ

Αλλά η επίθεση στον «μαρξισμό» δεν είχε τότε και μεγάλη πέραση. Ετσι επιστρατεύθηκε ο «εθνικοσοσιαλισμός» του ΠΑΣΟΚ. Σε μεγάλη δημόσια συγκέντρωση του κόμματός του στη Θεσσαλονίκη στις 20.9.1981 ο Γ. Ράλλης θα εντοπίσει «επικίνδυνες ομοιότητες ΠΑΣΟΚ – χιτλερικού καθεστώτος» και ο φιλοκυβερνητικός Τύπος θα τις αναλύσει, με μια πρώιμη εκδοχή της θεωρίας των δύο άκρων: «Η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού αποκρούει την υπονόμευση και την ανατροπή, που επιδιώκουν οι δυνάμεις της “αλλαγής”. Αποκρούει τις ολοκληρωτικές θεωρίες που θυμίζουν τον γερμανικό εθνικοσοσιαλισμό. Αποκρούει τους τυχοδιωκτικούς πειραματισμούς του μαρξιστικού σοσιαλισμού. Αποκρούει την απομόνωση. Και δεν είναι διατεθειμένη να ακολουθήσει την τύχη του Λιβάνου» («Βραδυνή», 21.9.1981).

Οσο πλησίαζαν οι εκλογές, τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας επιχειρούσαν να ταυτίσουν ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ, αλλά δίνοντάς τους τον χαρακτηρισμό του… χιτλερικού. «Τρομοκρατία τύπου Χίτλερ εξαπολύουν ΠΑΣΟΚ-ΚΚΕ» ανέφερε το πρωτοσέλιδο της «Βραδυνής» στις 29.9.1981, με βάση τηλεγράφημα του Χρ. Στράτου από το Αγρίνιο, στο οποίο ο παλιός πολιτικός της Δεξιάς δήλωνε ότι βρέθηκε «έναντι οργανωμένης επιθέσεως εθνικοσοσιαλιστικού τύπου». Βέβαια στο ίδιο δημοσίευμα σχετικοποιούνται τα περί «τρομοκρατίας», διότι μεταξύ άλλων καταγγέλλεται ότι «άγνωστοι ερύπαναν με μουστάρδα τις αφίσες έξω από τα γραφεία του κόμματος».

Ο υπουργός Συντονισμού Ι. Παλαιοκρασσάς δεν θα διστάσει να καταγγείλει το ΠΑΣΟΚ ότι πρόθεσή του είναι η δήμευση όχι των ξένων, αλλά των ελληνικών επιχειρήσεων: «Παλαιοκρασσάς: Να οι πραγματικοί στόχοι του ΠΑΣΟΚ. Ξένα συμφέροντα υποστηρίζει ο Ανδρέας. Κομισάριοι στις μικρομεσαίες. Ακρίβεια και έλλειψη αγαθών» («Βραδυνή», 23.9.1981).

Επειτα από παρασκηνιακές συνεννοήσεις, ο επικεφαλής της Εθνικής Παρατάξεως ανακοίνωσε στις 23.9 ότι το κόμμα του θα απόσχει των εκλογών προκειμένου να ενισχυθεί η Νέα Δημοκρατία. Ηδη ορισμένα στελέχη του ακροδεξιού σχήματος είχαν προσχωρήσει στο κυβερνών κόμμα. Ο Σπ. Θεοτόκης επρόκειτο να τοποθετηθεί αργότερα στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας. Γεγονός είναι ότι το περιεχόμενο της δήλωσης του Θεοτόκη έδινε τον τόνο στην πολιτική αντιπαράθεση Νέας Δημοκρατίας – ΠΑΣΟΚ: «Η ήδη δημιουργηθείσα πολιτική κατάστασις είναι εξαιρετικά επικίνδυνος, διότι επιτρέπει εις τον μαρξισμόν να παρασύρη αθώους και ανυπόπτους Ελληνας, οι οποίοι, νομίζοντες ότι ψηφίζουν κάποιαν δημοκρατικήν αλλαγήν, θα ψηφίσουν εις την πραγματικότητα και εν αγνοία των την χάλκευσιν δεσμών διά τους ιδίους, διά τους ελευθέρους θεσμούς και διά το έθνος».

Το «τρομοκρατικό» ΠΑΣΟΚ

Ακολούθησε η φάση της τρομολοαγνείας: «Υποπτα σχέδια μεθοδεύουν για την προεκλογική περίοδο. Κύμα τρόμου-βίας εξαπολύουν ΠΑΣΟΚ-ΚΚΕ. Ομάδες κρούσεως κατά στελεχών και οπαδών της Νέας Δημοκρατίας. Τραυματισμοί, απαγωγές, απειλές» («Βραδυνή», 25.9.1981). Στο ίδιο μήκος κύματος ο πρωθυπουργός θα καταγγείλει την ίδια μέρα σε ομιλία του στη Μυτιλήνη ότι «σε πόλεμο μας οδηγεί ο Ανδρέας». Τη σκυτάλη πήραν οι διάφοροι πολιτευτές του κόμματος πού γύριζαν την Ελλάδα, λέγοντας ότι «το μόνο δημοκρατικό ελληνικό κόμμα είναι η Νέα Δημοκρατία» και καλούσαν τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ «να δηλώσει ευθέως αν είναι μαρξιστής» («Βραδυνή», 25.9.1981)

Οταν όλα αυτά δεν έδειχναν να «πιάνουν», επιστρατεύθηκε δυο βδομάδες πριν από τις εκλογές η γνωστή σχέση του ΠΑΣΟΚ με την αντιστασιακή οργάνωση ΠΑΚ. «Ντοκουμέντο: Αυτό είναι το μυστικό σχέδιο του Ανδρέα. Τι θα κάνει αν έλθει στην εξουσία. Ιδρυση λαϊκού στρατού με εφεδρική εθνοφρουρά. Λαϊκή αστυνομία και λαϊκά δικαστήρια. Υποβάθμιση του ρόλου του κοινοβουλίου. Κοινωνικοποίηση μεσαίων-μεγάλων επιχειρήσεων» («Βραδυνή», 3.10.1981). Ο Γ. Ράλλης θα καταγγείλει «την πρόθεση του ΠΑΣΟΚ να εγκαθιδρύσει μονοκομματική δικτατορία με τον οικονομικό εξαναγκασμό όλων των τάξεων και την απαγόρευση λειτουργίας των μη σοσιαλιστικών κομμάτων».

Ακόμα και η φιλική σχέση του Παπανδρέου με τον υπουργό Πολιτισμού του Μιτεράν Τζακ Λανγκ αντιμετωπίζεται από τον νεοδημοκρατικό Τύπο ως τεκμήριο ότι «επιδιώκει την εθνική υποτέλεια ο Ανδρέας» και «προκαλεί ξένες επεμβάσεις». Το επιχείρημα περί τρομοκρατίας θα επαναλαμβάνεται κάθε λίγο: «Κλιμακώνουν την τρομοκρατία “πράσινοι” και “ερυθροί” τραμπούκοι» («Βραδυνή», 7.10.1981). Βέβαια και αυτό το επιχείρημα αποδείχτηκε μπούμερανγκ, όχι μόνο διότι για τους παλιούς κεντρώους δεν είχε σβήσει η ανάμνηση των προδικτατορικών εκλογών βίας και νοθείας, αλλά και επειδή ακόμα και στους συντηρητικούς ψηφοφόρους έμοιαζε με δείγμα αδυναμίας και ηττοπάθειας της κυβέρνησης. Στην ίδια κατεύθυνση, έμοιαζαν με πρόωρη παραδοχή ήττας και οι διαμαρτυρίες του νεοδημοκρατικού Τύπου για «μεροληπτική στάση της ΕΡΤ σε βάρος της Νέας Δημοκρατίας» («Βραδυνή», 8.10.1981).

Το νέο επιχείρημα που επιστρατεύθηκε ήταν η ταύτιση του ΠΑΣΟΚ με τον φασισμό. Την αποστολή ανέλαβε ο Ρόυ Μακρίδης, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Brandeis των ΗΠΑ. «Το ΠΑΣΟΚ έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός φασιστικού κόμματος», γράφει ο Ελληνοαμερικανός καθηγητής. Και με απελπισία προσθέτει: «Αλλά έχει και ένα άλλο χαρακτηριστικό που είχαν όλα τα φασιστικά κόμματα, την υποστήριξη της μεσαίας τάξης, η οποία, περιέργως, δεν θεωρεί τον Παπανδρέου κίνδυνο». Σε αντίθεση με όσα λέγονταν τις προηγούμενες μέρες από τις ίδιες στήλες, ο Μακρίδης θα αντικρούσει τη θεωρία του «αριστερού μετώπου»: «Το μόνο καλά οργανωμένο κόμμα που εναντιώνεται στο ΠΑΣΟΚ είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα, το κόμμα δηλαδή που εναντιώθηκε (με την υποστήριξη των συνδικάτων) στον Χίτλερ και τον Μουσολίνι» («Βραδυνή», 9.10.1981).

Ο Τύπος, πάντως, τον χαβά του: «Θα μας κλείσουν όλες τις πόρτες» [αν ψηφιστεί το ΠΑΣΟΚ] επιμένει το πρωτοσέλιδο της «Βραδυνής» (10.10.1981) και η εφημερίδα θα ισχυριστεί ότι «οι ξένοι επισημαίνουν τους κινδύνους από την πολιτική του Ανδρέα». Το τελευταίο χαρτί είναι και πάλι η επίκληση κινδύνου βίας και τρομοκρατίας: «Κύμα βίας εξαπολύει το ΠΑΣΟΚ βάσει σχεδίου. Αν γίνει αιματοκύλισμα θα ευθύνεται ο Ανδρέας. Η τρομοκρατία δεν θα περάσει. Οδοφράγματα και μπλόκα στο Ηράκλειο. Απέκλεισαν τους δρόμους και το λιμάνι. Τραυμάτισαν ανθρώπους. Απειλούσαν με μαχαίρια. Πώς έδρασαν οι τραμπούκοι του ΠΑΣΟΚ» («Βραδυνή», 12.10.1981). Και στα ψιλά: «Ο λαός όμως αποθέωσε τον κ. Ράλλη». Ο πρωθυπουργός θα εμφανιστεί ως ηρωικά μαχόμενος: «Ο,τι και αν καταστρέψουν εδώ δεν θα τους αφήσωμε να καταστρέψουν την Ελλάδα. Η τρομοκρατία σε μας δεν περνάει. Ούτε η τρομοκρατία, ούτε η πασοκοκρατία».

Πέντε μέρες πριν από τις εκλογές, ο Τύπος της κυβέρνησης θα επιμείνει: «Παίζει με τη φωτιά ο κ. Παπανδρέου. Γεγονότα που θυμίζουν παραμονές “Δεκεμβριανών”» («Βραδυνή», 13.10.1981) Και παράλληλα υποστηρίζεται ότι οι οικονομολόγοι του ΠΑΣΟΚ «θα μας τινάξουν στον αέρα», διότι «τα πτυχία τους είναι μόνο για κορνίζα».

Υστατο επιχείρημα η ανακάλυψη κάποιου στελέχους του ΠΑΣΟΚ, το οποίο προέβη σε «καταγγελία καταπέλτη» ότι «ο Ανδρέας είναι τεχνοκράτης χωρίς ιδανικά και ιδεολογίες» και η επανάληψη του προδικτατορικού προπαγανδιστικού επιχειρήματος ότι «είχε αποκηρύξει την πατρίδα του», εφόσον «είχε δώσει όρκο ως πολίτης των ΗΠΑ» («Βραδυνή», 15.10.1981). Σε μια σειρά ρητορικών ερωτημάτων του προς το ΠΑΣΟΚ ο Μιλτιάδης Εβερτ θα το καταγγείλει ως «μαρξιστικό», θα θυμίσει ότι «πεμπτουσία του μαρξισμού είναι η κατάργηση της ιδιοκτησίας» και θα αναρωτηθεί «Πώς ζητά την ψήφο των δημοκρατών του Κέντρου, που από το 1944 έως το 1949 πολέμησαν τον μαρξισμό, προασπίζοντας τις δημοκρατικές ελευθερίες του ελληνικού λαού» («Βραδυνή», 5-15.10.1981). Το τελευταίο εύρημα του Εβερτ που δημοσιεύτηκε την Πέμπτη πριν από τις εκλογές ήταν να ρωτά το ΠΑΣΟΚ «αν τα στελέχη και οι οπαδοί του νομίζουν ότι η σύγκρουσις της περιόδου 1944-1950 ήταν εμφύλιος πόλεμος ή συμμοριτοπόλεμος». Λίγα χρόνια αργότερα ο Εβερτ επρόκειτο να εμφανιστεί ως πρωτοπόρος της εθνικής συμφιλίωσης και βέβαια από τους φανατικούς πολέμιους των «συμμοριτοφάγων» της Δεξιάς.

Η τελευταία μάχη δόθηκε από τους πολιτευτές της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίοι εκλαΐκευσαν τη γραμμή του κόμματος σε σημείο καρικατούρας. Για μια «καλοστημένη παγίδα να μας παραδώσουν δέσμιους, μέσα από παραμορφωτικούς πράσινους ήλιους, στο μαρξιστικό λαϊκό μέτωπο και στα κόκκινα σφυροδρέπανα» έγραφε ο Κωνσταντίνος Λάσκαρης, ο οποίος σε περίπτωση επικράτησης του ΠΑΣΟΚ πρόβλεπε «επιβολή μαρξιστικού ολοκληρωτισμού», ότι «θα έχουμε την τύχη του λαού του Αφγανιστάν» και θα αντιμετωπίσουμε «το μακελειό ενός αναπόφευκτου πολέμου», ένα «αναρχούμενο και καταποντιζόμενο κράτος», έναν «σκοτεινό Μεσαίωνα». Κατά τον Αθανάσιο Τσαλδάρη, «το ΠΑΣΟΚ στρώνει το δρόμο για τον κομμουνισμό», ενώ κατά τον Στέλιο Παπαδάκη το δίλημμα ήταν «Ελλάς ή μαρξισμός», εφόσον ο Ανδρέας επρόκειτο «να καταργήσει το Σύνταγμα». Τη θεωρία της «παγίδευσης των ψηφοφόρων» και την περιγραφή του ΠΑΣΟΚ ως κόμματος με «απολυταρχική δομή, χιτλερική νοοτροπία και συγκαλυμμένη μαρξιστική ιδεολογία» θα επαναλάβει ο οικονομολόγος Γ. Ζουγρής («Βραδυνή», 15.10.1981).

Και για να μην ξεχνιόμαστε. Στην κορύφωση της προεκλογικής εκστρατείας, οι τότε φιλοκυβερνητικές εφημερίδες θυμήθηκαν τις «μεγάλες ανασκαφές στη Θράκη», για τις οποίες έδειξε «ζωηρό ενδιαφέρον ο κ. Καραμανλής», ενώ η κυβέρνηση ενέκρινε νέα κονδύλια για τη συνέχιση των ανασκαφών («Βραδυνή», 3.9.1981). Και βέβαια, τότε ήταν που ανακοινώθηκε επισήμως και η ανακάλυψη άλλων δύο μακεδονικών τάφων στη Βεργίνα από τον Μ. Ανδρόνικο («Βραδυνή», 16.9.1981). Ουδεμία έκπληξη. Η καλή τύχη των ηγετών της Νέας Δημοκρατίας το έφερε έτσι ώστε ακόμα και το 1977, όταν ο Μανόλης Ανδρόνικος εισερχόταν πρώτη φορά στον ασύλητο τάφο της μεγάλης τούμπας στη Βεργίνα, το ημερολόγιο έγραφε 8 Νοεμβρίου. Οι εκλογές έγιναν δώδεκα μέρες αργότερα.

Μετά το σοκ της ήττας οι τόνοι της κινδυνολογίας ανέβηκαν. Το ΠΑΣΟΚ θα κατηγορηθεί ότι θέλει «να νομιμοποιήσει το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ» («Βραδυνή», 23.10.1981) και κυρίως ότι πρόκειται να κάνει απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων («Βραδυνή», 3, 12, 13.11.1981, 28 και 29.12.1981). Ταυτόχρονα, όμως, επισημαίνεται με περηφάνια ότι «η αγροτική πολιτική του ΠΑΣΟΚ είναι στο δρόμο που χάραξε η Νέα Δημοκρατία» («Βραδυνή», 7.11.1981) και ότι δεν θα καταργηθούν οι εξετάσεις για τα ΑΕΙ.

Στις 3 Δεκεμβρίου, σύσσωμη η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας θα παραβρεθεί στο μνημόσυνο για τη μάχη του Μακρυγιάννη στη Μητρόπολη και οι πιο «σκληροί», με επικεφαλής τους Αβέρωφ, Παπαδόγγονα και Εβερτ, θα συνεχίσουν για το ιστορικό κτίριο. Την παράσταση βέβαια έκλεψαν οι ακροδεξιοί, με φασιστικούς χαιρετισμούς και ξυλοδαρμό δημοσιογράφων. Υποχρεώθηκε κι η ΟΝΝΕΔ να διαχωρίσει τη θέση της με μια ανακοίνωση-επιτομή του νεοδημοκρατικού «διμέτωπου» αγώνα: «Ατομα με φασιστική και έξαλλη αντιδημοκρατική νοοτροπία αμαύρωσαν με συνθήματα χιτλερικά και απριλιανά την ιερή επέτειο κατά του Ερυθρού Ολοκληρωτισμού».

Κλείνουμε με μια παρατήρηση που αναφέρεται στην επίδραση που είχε εκείνη η προεκλογική περίοδος στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ. Γιατί δεν ήταν μόνο η Νέα Δημοκρατία που επηρεάστηκε τότε από τις πολιτικές εξελίξεις και την εξαναγκασμένη στροφή της προς τα δεξιά. Κάτω από την πίεση αυτής της προπαγάνδας και εν όψει της ανάληψης κυβερνητικών καθηκόντων ο Ανδρέας Παπανδρέου και οι συνεργάτες του προσάρμοσαν τη δική τους στρατηγική στις απαιτήσεις της «αλλαγής». Ούτως ή άλλως με τις αλλεπάλληλες εκκαθαρίσεις στο εσωτερικό του κόμματος είχαν απαλλαγεί από τις ριζοσπαστικότερες τάσεις αλλά και από ομάδες όπως οι προερχόμενοι από τη Δημοκρατική Αμυνα που ζητούσαν εσωκομματικό διάλογο και δημοκρατικές διαδικασίες. Ηταν το πρώτο βήμα μετάλλαξης του ΠΑΣΟΚ σ’ αυτό που όλοι σήμερα γνωρίζουμε.

Ακροδεξιά «αυτοκριτική»


Η ήττα της Νέας Δημοκρατίας το 1981 υποχρέωσε το κόμμα σε αναθεώρηση του τρόπου που πολιτεύθηκε την προεκλογική περίοδο. «Η στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας στην εκλογική αναμέτρηση της 18ης Οκτωβρίου 1981 ήταν κατεξοχήν αμυντική», θα γράψει ο ημιεπίσημος βιογράφος του κόμματος Αγγελος Μπρατάκος. «Η έμφαση της εκλογικής προσπάθειας εστιάστηκε κυρίως στο να καταδειχτούν οι κίνδυνοι από την πιθανή εκλογική επικράτηση του ΠΑΣΟΚ. Γι’ αυτό επιστρατεύθηκαν επιχειρήματα όχι πάντα πειστικά, σε πολλές περιπτώσεις απλουστευτικά και πάντως αναποτελεσματικά» («Η ιστορία της Νέας Δημοκρατίας», σ. 324).

Την επομένη των εκλογών, τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας χωρίστηκαν στα δύο. Η μία μερίδα απέδωσε την ήττα στη δεξιά στροφή του κόμματος, στην εγκατάλειψη των βασικών ιδεολογικών του θέσεων κατά την τελευταία φάση της προεκλογικής περιόδου, αλλά και τη διαρκή αμφισβήτηση του Γεωργίου Ράλλη. Η άλλη μερίδα υποστήριζε το ακριβώς αντίθετο, ότι δηλαδή η ήττα ήταν απόρροια του πολιτικού κλίματος και της αποφυγής ευθείας ιδεολογικοπολιτικής αντιπαράθεσης με το ΠΑΣΟΚ. Αυτή την άποψη φαίνεται να συμμερίζεται και ο Αγγ. Μπρατάκος που γράφει ότι «φαινόταν αφύσικο το περίφημο “δεν θέλω ουουου…” του Ράλλη στην πλατεία Συντάγματος» και ότι «η ήπια τακτική της Νέας Δημοκρατίας οδήγησε στην αποθράσυνση του ΠΑΣΟΚ και τροφοδότησε, αντί να περιστείλει, την επιθετικότητά του» (στο ίδιο, σ. 326).

Τα περί ηπίου κλίματος είναι μη σοβαρά. Η επίσημη γραμμή της Νέας Δημοκρατίας, όπως γλαφυρά περιγράφεται στα πρωτοσέλιδα του φιλοκυβερνητικού Τύπου που φιλοξενούμε στις διπλανές στήλες, έχει καταγραφεί σε ένα βιβλιαράκι 80 σελίδων, το οποίο έχει εκδώσει η ίδια η Κεντρική Διοίκηση της Νέας Δημοκρατίας με τίτλο «Το Πιστεύω του ΠΑΣΟΚ». Ο ανώνυμος συντάκτης είναι σαφής: «Το ΠΑΣΟΚ είναι μαρξιστικό κόμμα, όχι μόνο στη μέθοδο, αλλά στην κοσμοθεωρία και στις θέσεις του και στην πρακτική του. Ταυτόχρονα είναι ένας επαναστατικός, λαϊκιστικός και μονοκομματικός οργανισμός. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τελικά το ΠΑΣΟΚ είναι αντίθετο προς την κοινοβουλευτική δημοκρατία, ότι ενδιαφέρεται για την πάλη των τάξεων, για τη διάσπαση της κοινωνικής συνοχής και την κυριαρχία μιας τάξεως πάνω στις άλλες κοινωνικές ομάδες. Από πουθενά δεν προκύπτει ότι, αν ποτέ επικρατήσει, θα ξανακάνει εκλογές. Οπως αποδείχθηκε στο μεσογειακό συνέδριο, το ΠΑΣΟΚ συντάχθηκε με τις πιο επαναστατικές κομμουνιστικές και μονοκομματικές χώρες. […] Η ιδεολογική ρευστότητα του ΠΑΣΟΚ έχει οδηγήσει στην προσέλκυση σ’ αυτά καιροσκοπικών ιδεολογικών φατριών που έχουν μετατρέψει το κόμμα σε ιδεολογική αιώρα. Αποτέλεσμα αυτού είναι η έλλειψη σταθερής γραμμής, οι ομαδοποιήσεις, η μετακίνηση των θέσεων ανάλογα με την επικρατούσα ομάδα. […] Η πολιτική του είναι εθνικά επικίνδυνη».

Στην πραγματικότητα, λοιπόν, η Νέα Δημοκρατία ασκούσε πολιτική Αβέρωφ με αρχηγό τον Ράλλη. Η τάξη αποκαταστάθηκε κατόπιν εορτής. Στις 7.12.1981 ο Ράλλης έχασε την εμπιστοσύνη της κοινοβουλευτικής του ομάδας, η οποία δυο μέρες αργότερα εξέλεξε τον Αβέρωφ. Ο νέος αρχηγός ευθύς αμέσως επιβεβαίωσε την προεκλογική γραμμή της κινδυνολογίας: «Το κυβερνών κόμμα οδηγεί τη χώρα προς ένα μονοκομματικό κράτος και εφαρμόζει μια ακατανόητη οικονομική πολιτική. Οραμά του είναι ο μαρξισμός. Εναντίον αυτής της πορείας καλούμεθα να θέσωμεν φραγμόν».

Στο ημερολόγιό του ο Ράλλης θα δώσει μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία της επικράτησης του Αβέρωφ: «[Την επομένη των εκλογών, έξω από το γραφείο μου] στην άκρη του διαδρόμου είδα τον Αβέρωφ να συζητεί με ένα δημοσιογράφο του “Βήματος”. Σήμερα το πρωί (20.10.1981) στην πρώτη σελίδα του “Βήματος” φιλοξενείται ανώνυμη ανταπόκριση με τον τίτλο “Θέμα ηγεσίας έχει τεθεί από χθες στη Νέα Δημοκρατία”. Η ανταπόκριση προαναγγέλλει την αποδοκιμασία μου από την κοινοβουλευτική ομάδα» (Γεώργιος Ι. Ράλλης, «Ωρες ευθύνης», Ευρωεκδοτική, Αθήνα 1983, σ. 306).

Σε μεταγενέστερο βιβλίο του ο Γ. Ράλλης θα αποκαλύψει ότι ο δημοσιογράφος που φρόντιζε τα της διαδοχής στη Νέα Δημοκρατία ήταν ο Σταύρος Ψυχάρης και θα προσθέσει ότι μόλις τον είδαν, αυτός κι ο Αβέρωφ «πάγωσαν» (Γεώργιος Ι. Ράλλης, «Πολιτικές εκμυστηρεύσεις», Προσκήνιο, Αθήνα 1990, σ. 280).

Διαβάστε

*Μιλτιάδης Αγγελου Εβερτ, «Αποκαλύπτω το “ΠΑΣΟΚ”», εκδ. Νέα Πολιτική, Αθήνα 1981. Περιγραφή των θέσεων του ΠΑΣΟΚ πριν από τις εκλογές του 1981, από τον τότε υπουργό Οικονομικών. Ο συγγραφέας θεωρεί ότι ο Παπανδρέου ταυτίζεται «με τη φιλοσοβιετική πτέρυγα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος».

*Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας, «Γενικές Θέσεις», Αθήνα 1981.

Ομιλίες του τότε αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Εθνικής Αμυνας, στις οποίες επισημαίνεται ότι το ΠΑΣΟΚ, «ένα κόμμα με τέτοιες κατευθύνσεις και τέτοιες φράξιες θα οδηγήσει τη χώρα σε μεγάλες περιπέτειες».

*Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας, «Αλλαγή: Ναι, ΠΑΣΟΚ: Οχι. Δόλωμα η “Πράσινη Αλλαγή”», Αθήνα 1981.

Προειδοποίηση ότι το ΠΑΣΟΚ θα εγκαθιδρύσει ένα καθεστώς που θα μοιάζει πάρα πολύ με τα ολοκληρωτικά καθεστώτα των ανατολικών χωρών, και στην ουσία θα έχει μονοκομματισμό.

*Αγγελος Μπρατάκος, «Η ιστορία της Νέας Δημοκρατίας», εκδ. Λιβάνη, Αθήνα 2002.

Περιγραφή της προεκλογικής περιόδου του 1981 με αντιφατικά συμπεράσματα για την ερμηνεία της ήττας, παρά το γεγονός ότι έχουν περάσει είκοσι χρόνια.

ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΙΟΥ: Τάσος Κωστόπουλος, Αντα Ψαρρά, Δημήτρης Ψαρράς ios@efsyn.gr


Διαβάστε περισσότερα: http://www.alfavita.gr/apopsin/ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου