Ένα απολαυστικό αφήγημα του συγγραφέα, Ντενίς Ντραγκούνσκι, για την απόλαυση του σεξ την περίοδο της Σοβιετικής Ένωσή, αλλά και για τα τεράστια ταμπού -που συχνά προκαλούν γέλιο και θλίψη μαζί- που υπήρχαν τότε. Αξίζει να το διαβάζετε μέχρι την τελευταία αράδα.
Στην ΕΣΣΔ, γύρω από το σεξ πάντα υπήρχε η ... αύρα ενός ταμπού, αν και το σεξ, εννοείται ότι “κυλούσε” κανονικότατα, πολύ συχνά μάλιστα, και διόλου λιγότερο από σήμερα. Αλλά το να το συζητάς δημόσια και μάλιστα να το δείχνεις στην TV; Απαπα! Ηταν ντροπή κι ανήθικο. Εχει ακουστεί ότι την περίοδο της περεστρόικα, κατά τη διάρκεια μιας τηλεοπτικής σύνδεσης Μόσχας – Βοστόνης, μια κυρία δήλωσε: “Εμείς στην ΕΣΣΔ δεν έχουμε σεξ”. Ήταν μια λάθος διατύπωση. Στην πραγματικότητα είπε ότι δεν δείχνουν σεξ στην τηλεόραση.
Νωρίτερα, το 1977, κυκλοφόρησε το βιβλίο του Γκεόργκι Βασιλιτσένκο “Γενική σεξοπαθολογία”, στο οποίο συνοψίζεται η εμπειρία του και περιγράφονται ζευγάρια που είχε παρακολουθήσει. Από την εμπειρία του συνάγεται ότι πολλές διαταραχές σημειώνονταν επειδή οι άνθρωποι δεν είχαν τρόπο να μιλήσουν γι 'αυτό. Στη συνουσία και στα γεννητικά όργανα είτε δίδονταν άσεμνα ονόματα και ονομασίες, είτε απλά ιατρικοί όροι. Ως είναι φυσικό, ούτε το ένα, ούτε το άλλο ενθαρρύνει μιάν ειλικρινή επικοινωνία.
Το 1978 προέκυψε σκάνδαλο, όταν προβλήθηκε στις οθόνες η ταινία “γυναίκα περίεργη”, όπου πρόκειται για τον έρωτα μεταξύ ενός νεαρού άνδρα και μιας ώριμης γυναίκας. Στην εφημερίδα Κομσομόλσκαγια Πράβντα δημοσιεύτηκε μια κριτική γι' αυτό το έργο που αποφαινόταν: Δεν υπάρχει τίποτε το περίεργο στο γεγονός ότι το ένα τρίτο τον γάμων στη Σοβιετική Ένωση καταλήγουν σε διαζύγιο. Τότε εργαζόμουν στην Διπλωματική ακαδημία και έφτασε η είδηση πρωί-πρωί από μια ελληνική εφημερίδα. Είχαν αναδημοσιεύσει οι εφημερίδες σ' όλο τον κόσμο, την επισήμανση για τα διαζύγια, με αφορμή το έργο. Πράγματι, ακόμη και σε σύγκριση με τη Δύση, ο αριθμός των διαζυγίων ήταν δυσανάλογα μεγαλύτερος.
Επαναστατική ελευθερία
Τη δεκαετία του 1920, οι σοβιετικές αρχές λάσκαραν τα σεξουαλικά λουριά. Η απελευθέρωση της σεξουαλικότητας και της γυναίκας πραγματοποιούνταν στα πλαίσια του ίδιου αγώνα που αφορούσε τη Θρησκεία, την Παιδεία, τα Αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά, τις στολές αξιωματικών και τα αξιώματα. Την ίδια εποχή αποποινικοποιήθηκε και η ομοφυλοφιλία. Τα διαζύγια ήταν πια εντελώς ελεύθερα. Ηταν δυνατό να χωρίσεις εν αγνοία του συντρόφου σου.
Και ... σταλινική ανελευθερία
Αργότερα, την σταλινική περίοδο, επικράτησε η αυτοκρατορική προσέγγιση:. Απαγορεύτηκαν οι εκτρώσεις, ποινικοποιήθηκε η ομοφυλοφιλία, το διαζύγιο έγινε χρονοβόρος διαδικασία. Ακόμα και κατά τη δεκαετία του '60, αν θέλατε να χωρίσετε, έπρεπε να δημοσιεύσετε αγγελία στην “Εσπερινή Μόσχα”. Μόνο πολύ ισχυροί παράγοντες θα μπορούσαν να αντεπεξέλθουν οικονομικά σ' ένα αθόρυβο διαζύγιο.
Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρχε λειψανδρία, γι' αυτό και ακυρώθηκε ο θεσμός της διατροφής. Το ζήτημα της αναγνώρισης πατρότητος δεν υφίστατο καν. Μια ανύπαντρη γυναίκα συμπλήρωνε απλώς ένα κενό στην ληξιαρχική πράξη γεννήσεως του παιδιού της. Αργότερα, όταν προς τις αρχές του '50 η κατάσταση άρχισε να εξισορροπείται, το κράτος ασχολήθηκε εκ νέου με την στήριξη του θεσμού της οικογένειας. Εμφανίστηκε μια κατηγορία ανδρών που απέφευγαν να πληρώνουν τη διατροφή. Τη δεκαετία του '60, οι πατεράδες που δεν πλήρωναν διατροφή ενέπιπταν στις αρμοδιότητες της αστυνομίας και των δικαστηρίων, και στη δουλειά τους ελάμβαναν διαταγές πληρωμής. Έπρεπε να πληρώνουν το 25% του μισθού τους για ένα παιδί, το 33% για δύο παιδιά, το 50% για τρία και πάνω. Και οι άντρες αναζητούσαν χαμηλόμισθες εργασίες, από τις οποίες πλήρωναν διατροφές, ενώ έβγαζαν μαύρα χρήματα από άλλες δουλειές. Κάθε τέτοιος άντρας ήταν πεπεισμένος ότι τα λεφτά του τα τρώει ένας τεμπέλης, ο νέος σύζυγος της συζύγου.
Μαύρη αγορά πορνογραφίας
Οι άσεμνες φωτογραφίες ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένες. Τις πωλούσαν στα τρένα άνθρωποι, που για κάποιον άγνωστο λόγο αποκαλούνταν “Λευκορώσοι”. Όντως, έμοιαζαν κάπως με Λευκορώσους. Ηταν ξανθοί, με φαρδιά ζυγωματικά, και βαθιά μπλε μάτια. Προσποιούνταν τους κωφαλάλους, ενώ στην πραγματικότητα δεν ήταν. Σε πλησίαζε, σε έσπρωχνε στη γωνία, και σου' δειχνε εικόνες πορνό. Οι φωτογραφίες ανήκαν σε δύο κατηγορίες. Την πιο σπάνια κατηγορία αποτελούσαν αντίγραφα φωτογραφιών από το εξωτερικό, ενώ η πλειονότητα άνηκε στην “χαριτωμένη” ντόπια παραγωγή. Όλα συνέβαιναν σε σιδερένια κρεβάτια με λιτή διακόσμηση και μαξιλάρια με δαντέλες, και με πίνακες ρεαλιστών ζωγράφων του 19ου αιώνα στους τοίχους. Κάθε φωτογραφία παρουσίαζε μια σκηνή. Ένα πακέτο με τέτοιες φωτογραφίες κόστιζε τρία ρούβλια. Για σύγκριση, ένα πακέτο φτηνά τσιγάρα κόστιζε 40 καπίκια, ένα μπουκάλι βότκα, τρία ρούβλια, ένα εισιτήριο για θέατρο, 1,5 ρούβλι.
Κάποιες φορές οι φωτογραφίες πωλούνταν σε μορφή τράπουλας, και τότε στο πλάι της κάθε εικόνας υπήρχε και εικονίδιο, π.χ. ντάμα σπαθί. Επίσης, υπήρχαν χειρόγραφες πορνογραφικές ιστορίες, τοπικής παραγωγής με ρωσικά θέματα. Μερικές φορές, όταν οι φωτογραφίες πωλούνταν ως ένα πακέτο καρτών, τότε η κάθε πλευρά της ήταν ακόμα ένα εικονίδιο. Επιπλέον, αργότερα, εμφανίστηκαν μεταφράσεις από τα Αγγλικά. Ηταν το περίφημο βιβλίο “Διακοπές στην Καλιφόρνια”. Και το “Κάμα Σούτρα”, τυπωμένο σε μια γραφομηχανή, κυκλοφορούσε επίσης. Όμως στη σοβιετική μαύρη αγορά του βιβλίου πωλούνταν μόνο αξιοπρεπή έργα (Κάφκα, Πάστερνακ, Τσβετάγιεβα), ενώ υπήρχαν αγορές και με βιβλίας επιστημονικής φαντασίας, και θρησκευτικής λογοτεχνίας. Πορνογραφική λογοτεχνία, όμως, δεν υφίστατο.
Στην αρχή της δεκαετίας του '70, στην ΕΣΣΔ έκαναν την εμφάνισή τους τυπωμένα σε τυπογραφεία (!) πορνογραφικά περιοδικά. Δηλαδή, εικονογραφημένα και με πλοκή. Τα φωτογράφιζαν και τα τύπωναν τις νύχτες. Εμφανίστηκαν ταινίες σε ερασιτεχνικά σούπερ οχτώ. Οι ταινίες ήταν από το εξωτερικό, και είχαν παραχθεί βιομηχανικά, αν κρίνει κανείς απ' την ποιότητά τους. Τέτοιο υλικό προερχόταν συνήθως από την Γερμανία. Οι ταινίες ήταν συνήθως βουβές, δηλαδή, δεν χρειαζόταν να ακούς ώστε να καταλάβεις την πλοκή. Και είχαν πλοκή! Όλα τα βίντεο της περιόδου 1960-1970, ακόμη και του '80 είχαν στη βάση τους μια έξυπνη και διασκεδαστική ιστορία, γι' αυτό και η παρακολούθησή τους είχε πάντα ενδιαφέρον και πλάκα.
Σοβιετικά αντισυλληπτικά
Τα προφυλακτικά πωλούνταν κανονικά στα φαρμακεία. Όμως δεν ήταν αποδεκτό να συζητάς τα προφυλακτικά και τα λιπαντικά δημοσίως. Στο φαρμακείο, οι πλειοψηφία των αντρών μιλούσαν ψιθυριστά ή έλεγαν: “Ένα πακετάκι!”, ή ακόμη και “Πυραμιδόνη”, κλείνοντας ταυτόχρονα το μάτι. Εκείνη την εποχή ήταν αδύνατον να φανταστείς μια τεράστια βιτρίνα με προφυλακτικά στη μέση του φαρμακείου και τους πελάτες να συμβουλεύονται τον φαρμακοποιό για την ποιότητα, τη γεύση, το χρώμα και το άρωμα.
Το “πακετάκι” κόστιζε δύο καπίκια. Υπήρχαν τρία νούμερα. Τα προφυλακτικά ήταν πασπαλισμένα με ταλκ, και έπρεπε να λιπαίνονται είτε με βαζελίνη, είτε με σάλιο – ανάλογα με τα γούστα. Τα εισαγόμενα προφυλακτικά εμφανίστηκαν περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Πρώτα τα έφερναν μόνο από την Ινδία, και στη συνέχεια άρχισαν να εμφανίζονται και άλλες προελεύσεις. Η υπόλοιπη αντισύλληψη ήταν παρόμοια μ' αυτή που επικρατεί και τώρα, αλλά επιβλαβέστερη. Έμπειρες σέξι κυρίες δίδασκαν τις φίλες τους πώς πρέπει να τοποθετούν “εκεί” μια φέτα λεμόνι. Και το 'καναν, με τη φλούδα μάλιστα. Γενικώς βοηθούσε, μιας και όξινο. Επίσης, οι γυναίκες πλένονταν με υπερμαγγανικό κάλιο. Ετρεχαν από το κρεβάτι στο μπάνιο, όπου είχαν έτοιμο το διάλυμα.
Τότε και σήμερα
Το σεξ ανέκαθεν αποτελούσε έναν από τους τρόπους αντίστασης στον ολοκληρωτισμό. Δεν διατύπωσε τυχαία ο Όργουελ ότι στόχος ενός ολοκληρωτικού κράτους είναι να υποτάξει το σώμα, να ακυρώσει την σεξουαλική απόλαυση. Σήμερα, βέβαια, έχουν κάνει την εμφάνισή τους νές σεξουαλικές επιτακτικές ανάγκες, όπως η αποτρίχωση, το peeling, το γυμναστήριο, κ.ο.κ.. Τα δικά μας κορίτσια τότε, ήταν πολύ διαφορετικά. Παχουλές, κοκαλιάρες, στραβοκάνες, και χωρίς συμπλέγματα. Η λατρεία του αθλητικού σώματος, επίσης δεν συνιστούσε εμπόδιο.
Στη σημερινή Ρωσία βασιλεύει η λατρεία του πλαστικού, και επεξεργασμένου ψηφιακά σώματος. Είναι ένας άλλος ολοκληρωτισμός, ο ολοκληρωτισμός της διαφήμισης, και της μόδας. Στην ΕΣΣΔ, όλα τα πράγματα ήταν διαφορετικά, ίσως και επειδή όλοι ήταν φτωχοί και έκαναν έρωτα χωρίς δεύτερη σκέψη. Γι' αυτό και πορνεία υπήρχε, αλλά πολύ πιο περιορισμένη. Ήταν η εποχή του καθολικού “δωρεάν”, κι αυτό δεν θα μπορούσε να μην επεκτείνεται και στο σεξ. Γιατί να πληρώνεις πόρνες; Καλύτερα να πας στο χορό.
Ε, όχι και με πόρνη!
Μπορούσες, βέβαια, να βρεις πόρνες σε σιδηροδρομικούς σταθμούς. Κάθονταν, με απλωμένα τα πόδια, και η τιμή ήταν γραμμένη στις σόλες. Περνάς από μπροστά και κοιτάς εκείνη και την τιμή της. Υπήρχε η εξής τιμολογιακή πολιτική για τις πόρνες στη Μόσχα: Στα 3 και 5 ρούβλια. Τα κορίτσια έκαναν βόλτα μπροστά από τον σταθμό του Μετρό, “Προσπέκτ Μίρα”. Έφτιαχναν δαχτυλίδια από χαρτονομίσματα των τριών και των πέντε ρουβλιών (πράσινο ή μπλε) για να φαίνεται η τιμή. Αλλά ελάχιστοι προσέφευγαν στις υπηρεσίες τους. Το να πας στις πόρνες ήταν σαν να πληρώνεις για πόσιμο νερό, όταν το νερό παρέχεται χωρίς χρέωση σε κάθε κρήνη. Υπήρχαν κι έτσι, σε αφθονία, κοπέλες που ήταν έτοιμες να χαρούν μαζί σου το σεξ με το αζημίωτο.
Υπήρχε, φυσικά, ο φόβος της μόλυνσης. Φοβόντουσαν γονόρροια, σύφιλη, που ήταν πολύ συχνές. Δημιουργήθηκαν και πολλοί σχετικοί μύθοι. Για παράδειγμα, ο κόσμος ήξερε ότι η σύφιλη σου τρώει τη μύτη, αλλά λίγοι γνώριζαν ότι αυτό συμβαίνει μόνο μετά από 10 χρόνια, αν η αρρώστια δεν αντιμετωπιστεί ιατρικά. Γι' αυτό και το πρωί, μετά από γλέντι, τα παιδιά έλεγχαν τις μύτες τους. Άλλα προβλήματα προέκυπταν λόγω της έλλειψης συνθηκών υγιεινής. Λούζονταν σπάνια και ανεπαρκώς. Ο κόσμος έλεγε ότι οι πρόστυχες κοπέλες πλένονταν πιο συχνά, ενώ τα καλά κορίτσια άλλαζαν εσώρουχα μια φορά στις τέσσερις μέρες, όταν και λουζόντουσαν. Ακόμη και τη δεκαετία του '70 μια φοιτήτρια που νοίκιαζε δωμάτιο σε κοινοβιακό διαμέρισμα και έκανε ντους καθημερινά, θεωρούταν πόρνη από τους γείτονες. Εκείνη την εποχή πίστευαν ότι μόνο οι πόρνες κάνουν μπάνιο κάθε μέρα.
Επιμέλεια της Άννα Αϊβαζιάν
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΡΘΡΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου