Αθήνα, 12-1-2011
ΝΑ ΣΩΘΕΙ Η ΕΛΛΑΔΑ
ΜΕ ΟΡΘΙΟΥΣ και ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΣ τους ΈΛΛΗΝΕΣ εργαζόμενους και πολίτες
Είμαστε αντίθετοι με το μνημόνιο και τους όρους για τα σκληρά, άδικα και άνισα μέτρα σε βάρος του κόσμου της εργασίας χωρίς να παραγνωρίζουμε την οικονομική κατάσταση και την κρίση δανεισμού. Διεκδικούμε και προτείνουμε μέτρα που θα οδηγούν σε έξοδο από την κρίση με επιβάρυνση αυτών που ευθύνονται: των εχόντων και κατεχόντων.
Συστρατεύομαστε στην προσπάθεια για μια άλλη ευρωπαϊκή πολιτική ενόψει της κρίσης. Για:
Αλλαγή του θεσμικού ρόλου και της πολιτικής της ΕΚΤ και δομική αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και ανάπτυξης.
Μεταφορά δημόσιου χρέους των κρατών – μελών της ευρωζώνης με την έκδοση ευρωομολόγων.
Ανάκαμψη στηριγμένη στις επενδύσεις, την απασχόληση και την κοινωνική προστασία.
Απαιτούμε την παραδειγματική τιμωρία και τη δήμευση της περιουσίας όλων όσων διασπάθησαν δημόσιο χρήμα, την πλήρη αποκάλυψη των ενόχων στα μεγάλα σκάνδαλα (όπως Siemens – Βατοπέδι – Δομημένα Ομόλογα – ΓΕΡΜΑΝΟΣ).
Ανασυγκροτούμε το συνδικαλιστικό κίνημα και τις δομές του.
Οριοθετούμε τη συνδικαλιστική μας στρατηγική έναντι της γενικόλογης αντι-μνημονιακής ρητορείας και του μηδενισμού.
Αναδεικνύουμε τη συνδικαλιστική μας τακτική και τις διεκδικητικές προτεραιότητες ενόψει του δύσβατου δρόμου για την έξοδο από την κρίση.
Επαναβεβαιώνουμε την αυτόνομη λειτουργία και πρακτική της ΠΑΣΚΕ και τη μοναδική δέσμευσή της για την υπεράσπιση των συμφερόντων της μισθωτής εργασίας, των ανέργων και των συνταξιούχων.
Έχουν περάσει 9 μήνες από την υπογραφή του μνημονίου δανεισμού της χώρας με όρους επαχθείς και κοινωνικά άδικους που επέβαλαν οι πολιτικοί εκπρόσωποι των δανειστών και υλοποιεί η Κυβέρνηση.
Η κατ’ εφαρμογή του μνημονίου, ασκούμενη οικονομική και κοινωνική πολιτική δεν έχει καμία σχέση με τις αρχές, τις ιδέες και τις αξίες του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος. Δεν είναι η πολιτική για την οποία στρατευτήκαμε, αγωνιστήκαμε, ψηφίσαμε.
Για το λόγο αυτό, από την πρώτη κιόλας στιγμή η ΠΑΣΚΕ, η μεγάλη παράταξη των εργαζομένων, η οποία ουδέποτε απέκρυψε την πολιτική και ιδεολογική της ταυτότητα έκανε καθαρή την αντίθεση και τη διαφωνία της με την πολιτική του μνημονίου με όρους «ιδεολογικής σταυροφορίας του νέο-φιλελευθερισμού» πολιτική που επέβαλαν οι κυρίαρχες πολιτικές, συντηρητικές δυνάμεις της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα έντεχνα και επικοινωνιακά άλλοτε τον «μπαμπούλα» και άλλοτε τον «φερετζέ» του ΔΝΤ.
Η αντίθεσή μας αυτή δεν ήταν ρητορική. Εκφράστηκε με κάθε τρόπο και πρωτοστατήσαμε σε μεγάλες κλαδικές και γενικές απεργιακές κινητοποιήσεις και συλλαλητήρια των εργαζομένων που πλαισιώθηκαν από ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις.
Το υπαρκτό δίδυμο, έλλειμμα της χώρας (Δημοσιονομικό – ανταγωνιστικότητας) απαιτούσε -και πράγματι απαιτεί- νοικοκύρεμα των δημοσίων οικονομικών, περιστολή της σπατάλης, ανατροπές στο κράτος και την παραγωγή στη βάση μιας δίκαιης και ισόρροπης κατανομής των βαρών. Σε μία τέτοια πολιτική κατεύθυνση οι Έλληνες μισθωτοί και συνταξιούχοι θα έδιναν πρώτοι το παρόν στην εθνική προσπάθεια.
Όμως η «συνταγή» της Τρόικας επέβαλε μέτρα κοινωνικά άδικα που έσπασαν κυριολεκτικά τους πιο αδύναμους κρίκους της κοινωνικής αλυσίδας της μισθωτής εργασίας ενώ ακόμη και τώρα οι έχοντες και κατέχοντες εξακολουθούν «να πίνουν στην υγεία των κορόιδων».
Προκαλεί τους πολίτες και ιδίως τους ανθρώπους της εργασίας η συμπεριφορά του πολιτικού προσωπικού αλλά και των διαφόρων φορέων αντιπροσώπευσης συμφερόντων καθώς -την ώρα που η Ελλάδα βρίσκεται «στην κόψη του ξυραφιού»- όχι μόνο δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους αλλά είτε τις μεταθέτουν, είτε με τους μηχανισμούς χειραγώγησης της κοινής γνώμης επιχειρούν να τις μετατρέψουν σε ενοχές, συνενοχές και φοβίες.
Η δημόσια συζήτηση δεν μπορεί να γυρνά στην προ μνημονίου εποχή γιατί αυτή παρήλθε ανεπιστρεπτί. Ότι δεν έγινε -και μπορούσε να γίνει όταν ήταν εκτεθειμένο το Ευρωπαϊκό Τραπεζικό Σύστημα- δεν αποτελεί άλλοθι αποποίησης ευθυνών.
Στο συλλογικό πεδίο ουδείς πλέον νομιμοποιείται ούτε να παριστάνει «τον άμωμο και αμόλυντο» και κυρίως να επιζητά την επιείκεια της «μωρής παρθένας».
Οι συλλογικότητες που συμμετείχαν στη διακυβέρνηση σε κάθε επίπεδο σ’αυτό τον τόπο έχουν ευθύνες, προφανώς ετεροβαρείς και οφείλουν να τις αναλάβουν δίνοντας ελπίδα και προοπτική στους πολίτες. Και δεν εξαιρούμε κανέναν. Ούτε τα συνδικάτα και το κίνημα των εργαζομένων.
Αναγνωρίζουμε ότι πρόκειται για εθνική, πατριωτική αλλά και ταξική μάχη για να σωθεί η χώρα. Τη χώρα όμως δε συγκροτούν άψυχα αντικείμενα, στατιστικές και αριθμοί. Τη συγκροτούν άνθρωποι, πολίτες, εργαζόμενοι που μοχθούν σκληρά, που δεν απομυζούν παρασιτικά τον πλούτο της, αλλά τον δημιουργούν.
Είναι ακραία και ηθικά αντι-σοσιαλιστική πολιτική να επιχειρείται η διάσπαση αυτών των ανθρώπων σπέρνοντας το ζιζάνιο του «κοινωνικού αυτοματισμού» δηλαδή να στρέφεται ο ένας εναντίον του άλλου ή ακόμη χειρότερα δημιουργούνται όροι «κανιβαλλισμού» με γνώμονα το είδος , την αμοιβή, ή την ασφάλεια της εργασίας τους.
Να σωθεί η χώρα σημαίνει ν’ αναλάβουν όλοι τις ευθύνες τους για να μείνουν όρθιοι οι άνθρωποι και η αξιοπρέπειά τους, δηλαδή να διασφαλιστεί πρώτα και κύρια η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗ.
Ευθύνες που αναλογούν σε αυτούς που δημιούργησαν την κρίση, που μπορούν και πρέπει να σηκώσουν τα βάρη της κρίσης.
Πρώτον, η κυβέρνηση και το οικονομικό της επιτελείο να διαπραγματευτούν θαρραλέα και με ουσιαστικό περιεχόμενο έναντι των παράλογων και με σαφές ιδεολογικό συντηρητικό πρόσημο απαιτήσεων της Τρόικας.
Ναι στη δημοσιονομική ανάταξη της χώρας και στην παραγωγική της ανασυγκρότηση.
Όχι στο νέο-φιλελεύθερο πειραματισμό της εσωτερικής υποτίμησης που δήθεν θα έφερνε αποπληθωρισμό τιμών που όπως έγκαιρα είχαμε επισημάνει αντ’αυτού θα βύθιζε τη χώρα στο φαύλο κύκλο της ύφεσης, στην αφαίρεση πόρων από τη ζήτηση, στο κλείσιμο επιχειρήσεων και στη διόγκωση της ανεργίας.
Θεωρούμε και είναι αδιανόητο αφενός κάθε επικαιροποίηση του μνημονίου να γίνεται «εν κρυπτώ και παραβύστω», να μην απολαμβάνει της στοιχειώδους νομιμοποίησης από το εθνικό κοινοβούλιο και αφετέρου κάθε επικαιροποίηση να φέρνει ποιο επαχθή, πιο αντικοινωνικά και πιο άδικα μέτρα.
Αλήθεια τι είδους διαπραγμάτευση είναι αυτή που φέρνει τη χώρα και τους έλληνες κάθε φορά σε δυσχερέστερη θέση; Εκτός αν οι διαπραγματευόμενοι πιστεύουν και θεωρούν σε πείσμα όλων των άλλων ότι αυτή είναι η πολιτικά ορθή στρατηγική και γι΄αυτό σε κάποια ζητήματα υπερακόντισαν και τις απαιτήσεις της Τρόικας.
Δεύτερον, η αξιωματική αντιπολίτευση να πάψει να κρύβεται στο απώτατο παρελθόν της μεταπολίτευσης, αναγνωρίζοντας ότι η πενταετής διακυβέρνηση της βύθισε κυριολεκτικά τα δημόσια οικονομικά. Ότι η «μηδενική ανοχή» στη διαφθορά αποτέλεσε το προπέτασμα καραμπινάτων σκανδάλων και η «επανίδρυση του κράτους» οδήγησε σε πλήρη διάλυση κάθε μηχανισμού ελέγχου και σε επιδρομή των κομματικών φίλων και αρεστών στα Ταμεία του Κράτους.
Η αντιμνημονιακή ρητορική της ΝΔ είναι γεμάτη φαρισαϊσμό, λαϊκισμό και υποκρισία. Επί της ουσίας «χαϊδεύει» τ’αυτιά των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων που η πολιτική λιτότητας πλήττει αλλά την ίδια στιγμή ταυτίζεται και ψηφίζει τις σκληρές νέο-συντηρητικές συνταγές που φέρουν το ψευδεπίγραφο της μεταρρύθμισης.
Οι μαγικές συνταγές μηδενισμού του ελλείμματος σ’ ένα χρόνο προκαλούν θυμηδία καθώς είναι προφανές ότι στις επιλογές του κόμματος της ΝΔ κυριαρχεί η ανάγκη επανασυσπείρωσης του σκληρά κομματικού ακροατηρίου της και ουδόλως οι ανάγκες της χώρας και η ανάκτηση της αξιοπιστίας της που η νεοδημοκρατική διακυβέρνηση κυριολεκτικά καταρράκωσε.
Η νεοσυντηρητική με όρους παλαιάς – λαϊκής δεξιάς τακτική της αντιπολίτευσης αντί να εξαντλείται σε ρητορικά σχήματα και ανέξοδες υποσχέσεις θα έπρεπε μέσα στις δεδομένες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί και για τις οποίες φέρει τεράστιες ευθύνες, να παρουσιάσει σαφείς προτάσεις και ν’ απαντήσει στα κρίσιμα διακυβεύματα όπως αυτό της ύπαρξης κοινωνικού κράτους, εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, το νέο παραγωγικό υπόδειγμα το οποίο έχει ανάγκη η χώρα και την ευθύνη του ιδιωτικού τομέα. Δυστυχώς το μόνο που μέχρι τώρα ακούμε είναι για συμφέροντα των επιχειρηματιών, τη μείωση της φορολογίας τους και την απελευθέρωση των αγορών, κυρίως μάλιστα αυτών που πρέπει να προσφέρουν δημόσια και κοινωνικά αγαθά.
Τρίτον, τα κόμματα της αριστεράς κινούνται ανάμεσα στην σύγχυση και την αμηχανία. Παρά την ύπαρξη ουσιωδών διαφορών μεταξύ τους, τείνουν να συγκλίνουν στο γενικό καταγγελτικό λόγο χωρίς πρόταση διεξόδου και προοπτικής. Γιατί ασφαλώς ούτε η κήρυξη χρεοστασίου, ούτε η επαναφορά στη δραχμή οδηγούν σε «πτώχευση της πλουτοκρατίας».
Δεν είμαστε εμείς που θα υποδείξουμε την πολιτική τους. Όμως στο πεδίο των κοινωνικών αγώνων τους καλούμε σε ενότητα. Να μη διασπούν – κάτι που διαρκώς εντείνουν – την ταξική διεκδικητική ενότητα των εργαζομένων στο όνομα κομματικών σκοπιμοτήτων και ιδεοληπτικών δοξασιών.
Ο διαχωρισμός και η κατάταξη των εργαζομένων με βάση το τι ψήφισαν στις εκλογές και τις γενικότερες κομματικές ή πολιτικές επιλογές τους λειτουργεί απολύτως διασπαστικά.
Η επαναφορά στο πολιτικό λεξιλόγιο και στην κομματική πρακτική όρων όπως «τελευταία κρίση του καπιταλισμού» και «κόκκινα, ταξικά συνδικάτα» άρνηση κοινωνικών συμμαχιών με το επιχείρημα ότι οι σοσιαλιστές είναι ίδιοι με τους δεξιούς αν την περίοδο του μεσοπολέμου οδήγησαν σε τραγωδία την Ευρώπη και στην άνοδο του ναζισμού, σήμερα αποτελούν μια καρικατούρα, μια φάρσα, μια ιλαροτραγωδία.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΛΥΣΗ;
Ενστικτωδώς οι έλληνες πολίτες, αυτοί που πλήρωσαν και εξακολουθούν να σηκώνουν τα βάρη, αντιλαμβάνονται τη κρισιμότητα των στιγμών αλλά ταυτόχρονα αναρωτιούνται αν οι άδικες και ασύμμετρες θυσίες τους θα πιάσουν τόπο, αν κάποια στιγμή θα δούμε «φως στο τούνελ».
Σήμερα με την κρίση ν’ αγκαλιάζει όλο και περισσότερες χώρες ιδίως της Ευρώπης, είναι προφανές ότι λύση περιορισμένη στα εθνικά σύνορα δεν υπάρχει.
Το μέλλον της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας κ.α. είναι συνυφασμένο με το μέλλον της Ευρώπης και το αντίστροφο.
Αποτελεί δυστύχημα για την Ευρώπη την ώρα που βρίσκεται στη δίνη της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης να έχει μια ηγεσία συντηρητική, αδύναμη, μοιραία. Το πολιτικό βάρος των κυρίαρχων συντηρητικών δυνάμεων της Ευρώπης είναι εντελώς αναντίστοιχο της έκτασης και του βάθους της κρίσης.
Όσο σκληρές πολιτικές λιτότητας κι αν επιβάλουν στη χώρα μας και στις άλλες χώρες, η κρίση θα εξελίσσεται με απρόβλεπτες συνέπειες αν δεν αναληφθούν ισχυρές πρωτοβουλίες και δε συναφθούν πολιτικοκοινωνικές συμμαχίες που θ’αμφισβητήσουν τις συντηρητικές πολιτικές, που θα προτείνουν εναλλακτικές, που θα πιέσουν και θα ωθήσουν σε αναπροσανατολισμό την ηγεσία και τις ηγέτιδες δυνάμεις της Ευρώπης.
Ο νεοφιλελεύθερος «μονόδρομος» έχει αποτύχει οικτρά και στην οικονομία και στη κοινωνία. Παντού οδηγεί στο θνησιγενές μοντέλο των απελευθερωμένων αγορών και των αποκλεισμένων κοινωνιών.
Μια μεγάλη εσωτερική κοινωνική και πολιτική συμμαχία για την Ευρώπη, παρά την ύπαρξη σοβαρών διαφωνιών για την ασκούμενη μνημονιακή πολιτική, μπορεί να ενισχύσει κάθε προσπάθεια και να συνεγείρει ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις στην Ευρώπη στην κατεύθυνση:
Αλλαγή του θεσμικού ρόλου και της πολιτικής της ΕΚΤ και δομική αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και ανάπτυξης.
Σταδιακής μεταφοράς του εθνικού χρέους των κρατών μελών της Ευρωζώνης σε ευρωομόλογα που θα κατέχει η ΕΚΤ, τα οποία δεν θα επιβαρύνουν το χρέος των κρατών μελών (κατά τον ίδιο τρόπο που τα αμερικάνικα κρατικά ομόλογα δεν επιβαρύνουν των χρέος των πολιτειών).
Την εξόφληση των ευρωομολόγων -ιδίως για τα πλέον ευάλωτα κράτη- να γίνει με λογικά επιτόκια ώστε ν’αποφευχθεί μαζική αδυναμία πληρωμών που θα επηρέαζε αρνητικά το σύνολο της Ευρωζώνης.
Την ανάκαμψη στηριγμένη στις επενδύσεις και στην ανάπτυξη με χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕ) και τα εθνικά πιστωτικά ιδρύματα, τόσο μέσω των ιδίων κεφαλαίων τους όσο και με την έκδοση Ευρωομολόγων.
Σ’ένα τέτοιο πλαίσιο μπορούν να συγκροτηθούν ευρύτατες συμμαχίες και να τεθεί εκ νέου το μεγάλο ερώτημα – διακύβευμα για την Ευρώπη:
Ευρώπη διακυβερνητική, παραδομένη στα συμφέροντα των Τραπεζιτών
ή
Ομόσπονδη – κοινωνική Ευρώπη με συνοχή και αλληλεγγύη ικανή να γίνει και πάλι ελκτική για τους ευρωπαίους πολίτες;
Βεβαίως ούτε στιγμή δεν πρέπει να σταματήσει η προσπάθεια στη χώρα για ανάταξη των δημοσίων οικονομικών, εξυγίανση των δομών και των λειτουργιών στη Δημόσια Διοίκηση, την πάταξη της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής ταυτόχρονα όμως με δυναμική εκκίνηση επιτέλους των αναπτυξιακών πολιτικών που θα οδηγήσουν στην παραγωγική ανασυγκρότηση τη χώρα.
Η μνημονιακή πολιτική όμως δεν φέρνει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Καθώς και τα εισοδήματα περιορίζει ή συμπιέζει, ενώ διευρύνει τη φορολογική επιβάρυνση χωρίς να διευρύνει τη φορολογική βάση, ενισχύει τις πληθωριστικές πιέσεις και δεν οδηγεί στη μείωση των τιμών, περιορίζει ασφυκτικά δημόσιους πόρους για την ανάπτυξη και οδηγεί στο βάθεμα της ύφεσης – στο σύνολο της οικονομίας.
Όπως τα αποτελέσματα δείχνουν ο περιορισμός των δημοσίων ελλειμμάτων, οφείλεται κυρίως στις αιματηρές οικονομίες ακόμα και σε βάρος του κοινωνικού κράτους και όχι στην αύξηση των εσόδων -όπως μια προοδευτική πολιτική επιδιώκει- καθώς είναι γνωστό ότι η Ελλάδα είναι μια πλούσια χώρα αλλά ο πλούτος της διανέμεται άνισα και άδικα.
Δε συμφωνούμε με τα καυστικά σχόλια μέσων ενημέρωσης και αξιωματικής αντιπολίτευσης για την Πρωθυπουργική ρήση «Λεφτά υπάρχουν». Βεβαίως υπάρχουν και είναι πολλά αλλά δεν βρίσκονται στα Δημόσια Ταμεία ούτε στις τσέπες των εργαζομένων, των συνταξιούχων, των ανέργων. Ο Πρωθυπουργός, όμως, θα πρέπει να δείξει με πράξεις και πολιτικές ότι γνωρίζει ότι τα λεφτά αυτά βρίσκονται στις τσέπες των εχόντων και κατεχόντων, στην παραοικονομία, στην φοροδιαφεύγουσα, φοροκλέπτουσα, εισφοροδιαφεύγουσα επιχειρηματικότητα, στους ραντιέρηδες και στους έχοντες τεράστια περιουσιακά στοιχεία στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό.
Σ’αυτούς πρέπει ν’ αναζητηθούν οι πόροι που απαιτούνται. Αντί οι έχοντες και κατέχοντες και τα «παπαγαλάκια τους» να γκρινιάζουν για την δήθεν υψηλή φορολόγησή τους να υποχρεωθούν να επιβαρυνθούν είτε τα εισοδήματά τους είτε τα περιουσιακά τους στοιχεία προκειμένου να εξευρεθούν οι ελλείποντες δημόσιοι πόροι.
Ο κόσμος της μισθωτής εργασίας – ενεργοί και απόμαχοι – δεν αντέχουν άλλο. Απαιτείται μια γενναία πολιτική αναδιανομής του πλούτου – πρωτογενής μέσω των μισθών και δευτερογενής μέσω της φορολογίας και των λειτουργιών του κοινωνικού κράτους – υπέρ των ασθενέστερων με προτεραιότητα στους ανέργους και τους χαμηλοσυνταξιούχους.
Η συνέχιση της κατάστασης ασυδοσίας των εχόντων και η ενίσχυση της εντύπωσης της ατιμωρησίας για όλους όσους ευθύνονται για τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος είναι προκλητική και κυριολεκτικά εξαγριώνει τους πολίτες.
Η εύστοχη παρέμβαση – παραίνεση του Προέδρου της Δημοκρατίας απεικονίζει με ενάργεια τη διαμορφούμενη κοινωνική αντίληψη και θέτει ως προτεραιότητα την παραδειγματική τιμωρία αλλά και την χωρίς στρογγυλέματα και συμψηφισμούς εμπέδωση νόμων και κανόνων δικαίου και κοινωνικής δικαιοσύνης.
Όσο γύρω από τις σκανδαλώδεις περιπτώσεις πχ της Siemens, του Βατοπεδίου, των δομημένων ομολόγων κ.α. υπάρχει ένα απίθανο «γαϊτανάκι» κομματικών ανταγωνισμών, δικονομικών ελιγμών και δολιχοδρομιών αντί της παραδειγματικής τιμωρίας με αυστηρές ποινές και δήμευση περιουσιών, οι αδύναμοι έλληνες που στενάζουν από τη λιτότητα θα οδηγούνται σε απόψεις και πρακτικές απαξίωσης του πολιτικού προσωπικού, του πολιτικού συστήματος και των θεσμών.
Ο στενός «κορσές» του μνημονίου δε μπορεί και δεν πρέπει ν’ αποτελεί τον οδικό χάρτη της εσωτερικής μας πολιτικής. Απαιτείται ριζική αναδιαπραγμάτευση του ώστε να υπάρξουν «ανάσες» άσκησης πολιτικών που θ’ ανακουφίσουν τους πολλούς, τα πλέον ευάλωτα τμήματα του πληθυσμού και θα δοθεί αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία ώστε ν’ επανεκκινήσουν οι «παγωμένες» μηχανές της, να λειτουργήσουν οι μηχανισμοί συσσώρευσης και να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας καθώς η οικονομική κρίση έχει μετατραπεί σε τεράστια κρίση απασχόλησης.
ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ – ΚΑΙ ΤΩΡΑ;
Είναι αλήθεια, πως, παρά το ότι τα συνδικάτα από το 2008 είχαν προειδοποιήσει την τότε κυβέρνηση για την επερχόμενη κρίση που θα έβρισκε τη χώρα ανοχύρωτη, όταν η κρίση αυτή ξέσπασε αιφνιδίασε και η έκταση και έντασή της.
Η μνημονιακή πολιτική που επέβαλαν οι πολιτικοί εκπρόσωποι των δανειστών και εφαρμόζει η Κυβέρνηση, είχε ως πρώτο θύμα τις δυνάμεις της μισθωτής εργασίας καθώς στον πυρήνα της έχει την εσωτερική υποτίμηση και θεωρεί το κόστος εργασίας – χωρίς αυτό επιστημονικά να επαληθεύεται – ως κύριο παράγοντα της μειωμένης ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και των επιχειρήσεων.
Στο πλαίσιο της υπεράσπισης των ασφαλιστικών, εργασιακών και εισοδηματικών δικαιωμάτων των εργαζομένων -που η κυβερνητική πολιτική έθεσε κατά προτεραιότητα στην «κλίνη του Προκρούστη»- αναπτύχθηκαν μεγάλοι απεργιακοί αγώνες, δράσεις και συλλαλητήρια σε όλη τη διάρκεια του 2010 με πρωτοβουλία της ΠΑΣΚΕ και των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Η συμμετοχή, η μαζικότητα, ο ενθουσιασμός και η προσδοκία της αποτελεσματικότητας είχε διακυμάνσεις που τις καθόριζε η βαρύτητα του διακυβεύματος (πχ ασφαλιστικό) η προηγούμενη εμπειρία, η αισιοδοξία ή η απογοήτευση ως προς το αποτέλεσμα, η εσωτερική ενότητα του Συνδικαλιστικού Κινήματος και η αίσθηση του κατά πόσο οι απεργιακοί και άλλοι αγώνες επαρκούν ώστε να είναι μαχητή η ασκούμενη πολιτική.
Το μοναδικό «αντίπαλο δέος» στην πολιτική του μνημονίου υπήρξε το Συνδικαλιστικό Κίνημα στο μέτρο μάλιστα που ήταν γνωστό ότι σ’αυτές τις συνθήκες βασικός παράγοντας είναι η οργάνωση των κοινωνικών αντιδράσεων.
Οι αγώνες, οι άλλες δράσεις, οι προτάσεις και οι παρεμβάσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων και του κεντρικού συντονιστή τους, της ΓΣΕΕ, ανέδειξαν -πέραν της αντίθεσης για την εφαρμοζόμενη πολιτική- και τις εσωτερικές αδυναμίες και αντιφάσεις τους.
Αυτές τις αδυναμίες και αντιφάσεις οφείλουμε να τις αναγνωρίσουμε και να επιδιώξουμε να τις υπερβούμε.
Σε κάθε περίπτωση όμως πρέπει να είναι σαφές ότι τα συνδικάτα δεν ψηφίστηκαν για ν’ασκήσουν την κυβερνητική εξουσία. Τα συνδικάτα δεν είναι κόμματα. Προσπαθούν να εκφράσουν τα συμφέροντα των ανθρώπων της μισθωτής εργασίας ανεξαρτήτως της κομματικής τους προτίμησης.
Η ΠΑΣΚΕ είναι αταλάντευτα αντίθετη σε κάθε προσπάθεια, θέση ή άποψη ότι οι συνδικαλιστικές ενώσεις μπορούν ή οφείλουν ν’ αναλαμβάνουν καθήκοντα κομμάτων καθώς ούτε η εσωτερική συγκρότηση το επιτρέπει ούτε έχουν την κοινωνική νομιμοποίηση γι’αυτό.
Είναι θεμελειακό ούτε τα συνδικάτα να συμπεριφέρονται και να δρουν ως κόμματα, ούτε τα κόμματα να συμπεριφέρονται και να δρουν ως συνδικάτα.
Οφείλουμε λοιπόν να αναγνωρίσουμε ότι:
Ο κομματισμός και η έντονη παραταξιοποίηση δρούν ανασταλτικά στην ενωτική και αποτελεσματική λειτουργία των συνδικάτων
Ο συντεχνιασμός, δηλ. η ενασχόληση αποκλειστικά με την επιχείρηση ή τον κλάδο όσων δεν έχουν ή αδυνατούν να συγκροτήσουν δομές αντιπροσώπευσης και διαπραγμάτευσης (πχ συνταξιούχοι, επισφαλώς εργαζόμενοι κα) σε συνδυασμό με την υπαρκτή γραφειοκρατία λειτουργούν αποτρεπτικά στην ενότητα όλων των εργαζομένων.
Η αντιστοίχηση μέρους ή καθ’ολοκληρία συνδικαλιστικών παρατάξεων στην τακτική που εξυπηρετεί το κόμμα αναφοράς μικραίνει την ισχύ, τη δράση, την ελκτικότητα και την αποτελεσματικότητα των συνδικαλιστικών ενώσεων.
Οι «πλάτες» των συνδικάτων δεν αντέχουν τις αντικρουόμενες προσδοκίες του συνόλου της κοινωνίας. Όπως δεν αντέχουν και την άδικη -αν όχι κατευθυνόμενη- κριτική, ότι είναι υπεύθυνα για ότι κακό έχει συμβεί σ’αυτή τη χώρα από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα.
Υπάρχει ευρύτερη απαίτηση τα συνδικάτα να οργανώσουν τις δράσεις και τις αντιδράσεις των εργαζομένων με πολλούς και ποικίλους τρόπους που θα κορυφώνονται με κλαδικές ή γενικές απεργιακές κινητοποιήσεις.
Η παρουσίαση κεντρικής «γραμμής» για την οικονομία, την κοινωνία, την πολιτική είναι εξαιρετικά δυσχερής λόγω της ύπαρξης πολλών παρατάξεων στα συνδικάτα με διαφορετικές πολιτικές – ιδεολογικές αναφορές. Οι συμβιβασμοί, τα «στρογγυλέματα» και οι ισορροπίες οδηγούν σε παραλυτικές καταστάσεις που αντανακλούνται στη δημόσια εικόνα και πρόταση των συνδικάτων.
Οι προαναφερθείσες παρατηρήσεις μας υποχρεώνουν να ξεκινήσουμε μια μεγάλη και σοβαρή συζήτηση στο εσωτερικό των συνδικάτων ώστε να οδηγηθούμε σε υπερβάσεις και μεγάλες ανατροπές προκειμένου τα συνδικάτα όχι απλώς να υπάρχουν αλλά να είναι χρήσιμα και αποτελεσματικά και τώρα σε συνθήκες κρίσης και μνημονίου αλλά και στο μέλλον που θα κληθούν να οργανώσουν τη δράση του κόσμου της μισθωτής εργασίας για να κατακτήσουν ξανά όσα σήμερα η κρίση και ασκούμενη πολιτική τους αφαιρεί ή τους στερεί.
Να επανανοηματοδοτήσουμε αξίες, έννοιες, αρχές όπως συνδικάτα, συνδικαλισμός, αλληλεγγύη, κοινωνική συνοχή και δικαιοσύνη με όρους που θα υπερβαίνουν την τυπική υποχρέωση αντιπροσώπευσης των μελών και των συμφερόντων τους και θα εκτείνονται σε ευρύτερα στρώματα της μισθωτής εργασίας (ενεργούς και μη), τους ανέργους που πρέπει να είναι στην πρώτη θέση ιεράρχισης των καθηκόντων μας και σε σύμμαχες κοινωνικές δυνάμεις των μη προνομιούχων Ελλήνων.
Να επαναδιατυπώσουμε και να δώσουμε πειστικές απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα που εξ’αντικειμένου τίθενται σε συνθήκες κρίσης και υλοποίησης μνημονίου. Ποια η τακτική μας; Χρειάζεται περισσότερη ή διαφορετική αγωνιστική πρακτικών των συνδικάτων; Ποιες οι κοινωνικές συμμαχίες μας; Ποιες οι προτεραιότητες είτε διεκδίκησης είτε περιφρούρησης δικαιωμάτων; Πόσο η πλουραλιστική – παραταξιακή συγκρότηση των συνδικάτων συμβάλει στην αποτελεσματικότητά τους; Ποιο το περιεχόμενο του κοινωνικού διαλόγου και της διαπραγμάτευσης σήμερα;
Να επανιδρύσουμε με βαθιές τομές και αλλαγές κάθε αποστεωμένη συνδικαλιστική δομή και να δημιουργήσουμε δομές διαπραγμάτευσης όπου δεν υπάρχουν. Η υπαρκτές οργανώσεις σε πρωτοβάθμιο επίπεδο να εντάξουν στο δυναμικό τους εργαζόμενους σε καθεστώς εργασιακής επισφάλειας ή ν’ αναλάβουν πρωτοβουλίες που θα ενισχύσουν προσπάθειες αυτοοργάνωσης και δημιουργίας σωματείων σε συναφείς χώρους και κλάδους όπου δεν υπάρχουν. Η ΓΣΕΕ ν’ αναλάβει ως αυτοχρέωση την ανάδειξή της σε κεντρικό κοινωνικό διαπραγματευτή για τις δυνάμεις που εκ της θέσης τους αδυνατούν να έχουν επαρκείς και αποτελεσματικές δομές διαπραγμάτευσης όπως είναι οι άνεργοι, οι συνταξιούχοι και οι μετανάστες.
Οι απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα αλλά κυρίως η μέχρι τώρα εμπειρία αναδεικνύουν δύο στρατηγικές εντός του συνδικαλιστικού κινήματος.
Η επικράτηση της κάθε στρατηγικής θα καθορίσει και το μέλλον των συνδικάτων ως δομών και του σ.κ. των εργαζομένων.
Η στρατηγική της γενικόλογης αντι-μνημονιακής ρητορείας, της αφοριστικής γενίκευσης και της απόλυτης ταύτισης με τις επιλογές και την αντιπολιτευτική τακτική των κομμάτων. Αυτή κυρίως ακολουθείται από τις παρατάξεις που πρόσκεινται στα κόμματα της παραδοσιακής αριστεράς οι οποίες ως λύση του προβλήματος μας παραπέμπουν στο απώτατο σοσιαλιστικό μέλλον. Γραφική καρικατούρα αποτελεί η ευκαιριακή πρόσδεση στο αντι-μνημονιακό άρμα της δεξιάς – συντηρητικής παράταξης (ΔΑΚΕ) η οποία δρα εκ κομματικού συγκυριακού καθήκοντος, θεωρώντας πως οι εργαζόμενοι έχουν ξεχάσει τα «έργα και ημέρες» της νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης την οποία στήριξαν άκριτα, φανατικά και μονοσήμαντα.
Ασφαλώς οι αφετηρίες και οι επιδιώξεις των παρατάξεων της παραδοσιακής αριστεράς δεν είναι ταυτόσημες. Καταλήγουν όμως να είναι το ίδιο αδιέξοδο.
Η παράταξη του ΚΚΕ έχει ενστερνιστεί πλήρως τη στρατηγική του κόμματος και έχει μεταβληθεί στο «μακρύ χέρι» του εντός του ΣΚ αφού με τις διασπαστικές πολιτικές, ενέργειες και πρακτικές του ΠΑΜΕ διαρρηγνύεται κάθε έννοια ενότητας των εργαζομένων.
Κάθε εργαζόμενος ή συλλογικότητα εργαζομένων που δεν εντάσσεται στις επιλογές του κόμματος θεωρείται εχθρός, συμβιβασμένος, προδότης δηλ. στολίζεται με κοσμητικά επίθετα γνωστά στην πολύχρονη ιστορία της ηγεσίας αυτού του κόμματος.
Η παράταξη που αρέσκεται μάλιστα να χρησιμοποιεί και τον προσδιορισμό αυτόνομη στον τίτλο της παρέμβασης μεταφέρει τις γνωστές ίντριγκες, αντιφάσεις και αντιπαραθέσεις του κομματικού της φορέα εντός των συνδικάτων, ενώ δεν είναι τυχαίο ότι ετεροκαθορίζεται από ισχνές μειοψηφίες αναπαράγοντας αυτά ακριβώς που και στο φορέα τους συμβαίνουν.
Αυτές οι στρατηγικές επιλογές των παρατάξεων της αριστεράς και ο ευκαιριακός τακτικισμός της ΔΑΚΕ σε συνδυασμό με τα εσωτερικά της προβλήματα, οδήγησαν στην αποχώρησή τους από το Προεδρείο της ΓΣΕΕ, δηλ. από κάποιο μη καταστατικό όργανο. Προκάλεσαν «τρικυμία σ’ ένα ποτήρι νερό» μόνο και μόνο για επικοινωνιακά παιγνίδια που όμως δημιουργούν τραύματα στα συνδικάτα και εντείνουν, τον ούτως ή άλλως υπαρκτό σκεπτικισμό για τις δυνατότητές τους ακόμα και γι’αυτή τη χρησιμότητά τους.
Η στρατηγική και η τακτική αυτή είναι κοντόφθαλμη και αναποτελεσματική. Όπου κυριάρχησε ουσιαστικά όλα τα αντεργατικά μέτρα πέρασαν καθ’ ολοκληρία, ενώ οι θιασώτες και εμπνευστές της φαντασιώνονται με τη καταγγελτική ταύτιση του λόγου τους με την κομματική γραμμή.
Η στρατηγική που η ΠΑΣΚΕ εφάρμοσε και προτείνει να εφαρμοστεί και στο μέλλον για το σ.κ. δεν εξαντλείται στη γενική καταγγελτική στάση έναντι του μνημονίου και της κυβερνητικής πολιτικής. Το κάνουμε επιχειρώντας ταυτόχρονα με τους αγώνες και τις προσπάθειες να «σπάσουμε» τις σκληρές, άδικες, απαράδεκτες ρήτρες του στους συγκεκριμένους τομείς εφαρμογής του.
Η στρατηγική επιλογή και οι τακτικές που εφάρμοσε η ΠΑΣΚΕ στα συνδικάτα που καθοδηγεί έφερε αποτελέσματα. Ασφαλώς δεν ισχυριζόμαστε ότι αλλάξαμε τον χαρακτήρα της ασκούμενης πολιτικής. Όμως σε διάφορους χώρους περιορίσαμε τις επιπτώσεις, λύσαμε προβλήματα, αποφύγαμε τα «λουκέτα» και την απώλεια θέσεων εργασίας, υπογράψαμε ΣΣΕ κ.α. Εμείς επενδύουμε στη ΛΥΣΗ και όχι στο ΠΡΟΒΛΗΜΑ. Δεν επαναπαυθήκαμε στην γενικόλογη καταγγελία του μνημονίου, αφήνοντας ουσιαστικά να εφαρμόζεται ως έχει, αναμένοντας είτε ν’ ανταμειφθούμε σε ψήφους, είτε να δικαιωθούμε στο απροσδιόριστο μέλλον για τη θεωρητική μας συγκρότηση και την αντίθεσή μας με το μνημόνιο.
Αυτή τη στάση οι εργαζόμενοι την επιβράβευσαν και την επιβραβεύουν καθημερινά. Αυτό έδειξαν και τα εκλογικά αποτελέσματα του συνεδρίου της ΓΣΕΕ και όλες οι εκλογικές αναμετρήσεις που εντός του 2010 έγιναν στα συνδικάτα. Παντού η ΠΑΣΚΕ αυξάνει τις δυνάμεις της ενώ η στρατηγική της ρητορείας και του μηδενισμού καταγράφει διαρκώς μείωση.
Με τη στρατηγική της ΠΑΣΚΕ στον Ιδιωτικό Τομέα της οικονομίας προκλήθηκαν -οι ελάχιστες ίσως- αλλά οι μόνες «ρωγμές» στο μνημόνιο.
Υπογράψαμε Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας με αυξήσεις στα επίπεδα του ευρωπαϊκού πληθωρισμού, παρά τη ρητή πρόβλεψη του μνημονίου για 3ετές πάγωμα μισθών στον Ιδιωτικό τομέα.
Διασώσαμε τον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας παρά το επιχειρηθέν εγχείρημα νομοθετικής κατάργησής του, κατ’ εφαρμογή του μνημονίου.
Ακυρώσαμε την προβλεπόμενη και στο αρχικό και στα επικαιροποιημένα μνημόνια κατάργηση της επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων (σε συνδικαλισμένους και μη εργαζόμενους και εργοδότες), διασώζοντας έτσι τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, διατηρώντας το βασικό ανάχωμα στις επιδιώξεις των εργοδοτών για ατομικές συμβάσεις εργασίας.
Ασφαλώς και η εργασιακή «ζούγκλα» που επικρατούσε στον Ιδ.Τομέα γίνεται ολοένα και χειρότερα. Ο φόβος για την εργασία, η ανασφάλεια, η έλλειψη συνδικαλιστικών οργανώσεων λόγω του κατακερματισμού και της ύπαρξης πολλών μικρών επιχειρήσεων, δημιουργούν τεράστια προβλήματα που καθιστούν τους εργαζόμενους «λεία» εκβιασμών, ατομικών συμφωνιών και «ρυθμίσεων» εκτός νόμων και κανόνων εργατικού δικαίου.
Οφείλουν τα κλαδικά σωματεία, οι Ομοσπονδίες και τα Εργατικά Κέντρα, με την αρωγή της ΓΣΕΕ, να συγκεντρώνουν στοιχεία των παραβιάσεων και παραβάσεων και να παρεμβαίνουν καθώς λόγω και της κατάρρευσης των Ελεγκτικών Μηχανισμών του κράτους οι εργαζόμενοι είναι εντελώς απροστάτευτοι. ΚΑΝΕΝΑΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΠΡΩΤΑ ΤΗΣ ΠΑΣΚΕ ΝΑ ΜΗΝ ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΥΠΟΓΡΑΨΕΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΤΥΠΟΥ ΝΕΟΓΑΛ.
Εμείς θα συνεχίσουμε αταλάντευτα στην ανεξάρτητη στρατηγική του σ.κ. που στόχο έχει την περιφρούρηση των συμφερόντων της μισθωτής εργασίας.
Ο αγώνας είναι μεγάλος και διαρκής. Δεν πρόκειται, όπως κάποιοι νομίζουν, για ένα αγώνα ταχύτητας αλλά για ένα τραχύ μαραθώνιο.
Θα επιδιώξουμε να κινητοποιούμε τις δυνάμεις της εργασίας χωρίς να παραγνωρίζουμε καμία πρακτική που μπορεί να φέρει αποτέλεσμα (διάλογο, καταγγελίες, παρεμβάσεις σε ευρωπαϊκούς και διεθνείς θεσμούς, συλλαλητήρια κ.α.), κορυφώνοντας με απεργίες καλά προετοιμασμένες και με σαφές πλαίσιο διεκδίκησης που θ’ αθροίζει δυνάμεις όταν γίνεται αντιληπτό και οι στόχοι του είναι μετρήσιμοι στους εργαζόμενους.
Αυτός ο αγώνας μπορεί να έχει ως γενικό παρανομαστή την πολιτική του μνημονίου. Απαιτεί όμως συγκεκριμένη στόχευση και συγκεκριμένα αιτήματα.
Για την προστασία των ανέργων και τη δημιουργία θέσεων εργασίας
Για την ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων με την επαναφορά ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ της 13ης και 14ης σύνταξης.
Για την ενίσχυση των χαμηλόμισθων και την προστασία του εισοδήματος των εργαζομένων
Για την αποτροπή κάθε εργοδοτικής αυθαιρεσίας με πρόσχημα την κρίση και εργαλείο τις ειδικές επιχ/κές συμβάσεις με οριοθετημένες οδηγίες προς τα πρωτοβάθμια σωματεία
Για τη δημιουργία – σε συνεργασία με δήμους και άλλους φορείς – δομών και δικτύων κοινωνικής αλληλεγγύης.
Για τη δημιουργία ενός εύρωστου καταναλωτικού κινήματος των εργαζομένων
Για την υπεράσπιση του Δημόσιου Οικονομικού χώρου που οφείλει να παρέχει δημόσια αγαθά και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας σε χαμηλές τιμές. Για να μην οδηγηθούμε στο ξεπούλημα του εθνικού πλούτου και των Δημοσίων Επιχειρήσεων (ΔΕΚΟ).
Για τη δραστική μείωση των εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Σε συνεργασία με τα Ευρωπαϊκά Συνδικάτα θα συμμετάσχουμε σε κάθε πρωτοβουλία (πχ συγκέντρωση υπογραφών – ευρωδιαδηλώσεις κ.α.) που θα προωθούν την εναλλακτική πρόταση για το μέλλον της Ευρώπης.
Η αυτονομία των συνδικάτων και των παρατάξεων όρος αναγκαίος για το μέλλον του Σ.Κ.
Είναι γεγονός ότι η μεταπολιτευτική συγκρότηση των συνδικαλιστικών οργανώσεων σε όλα τα επίπεδα στηρίχθηκε στους κομματικούς σχηματισμούς και ως εκ τούτου για πολλά χρόνια οι κομματικές παρατάξεις μετέφεραν τη «φωνή» του κόμματος στη κοινωνία αντί να μεταφέρουν γνήσια και αφιλτράριστα τη «φωνή» της κοινωνίας μέσα στα κόμματα.
Ο σφικτός εναγκαλισμός των κομμάτων στις παρατάξεις και στα συνδικάτα τους στέρησε ζωογόνο οξυγόνο, αξιοπιστία, ανεξάρτητη δράση, ελκτικότητα στους εργαζόμενους.
Η ΠΑΣΚΕ, η μεγάλη παράταξη των εργαζομένων, πρώτη υπερέβη τα κομματικά σύνορα και κατέστησε την ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ, από υπόθεση μικρών προπαγανδιστικών κύκλων, εφαρμοσμένη πρακτική στο Συνδικαλιστικό Κίνημα.
Η ΠΑΣΚΕ δεν δέχεται μαθήματα αυτονομίας. Παραδίδει μαθήματα αυτονομίας και σεβασμού στην αυτόνομη στρατηγική του Συνδικαλιστικού Κινήματος. Το έκανε στο παρελθόν, το κάνει με ευθύνη και καθαρότητα και σήμερα.
Χωρίς να κρύψουμε ποτέ τις κομματικές επιλογές μας έχουμε αποδείξει ότι αυτές δεν μας δεσμεύουν και δεν μας καθοδηγούν όταν βρίσκονται σε αντίθεση με τα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας. Το αποδείξαμε στο παρελθόν το αποδεικνύουμε και σήμερα.
Ανυστερόβουλα εναντιωνόμαστε στις κυβερνητικές επιλογές του μνημονίου.
Γνήσια προσπαθούμε να εκφράσουμε και να οργανώσουμε τους πόθους και τις προσδοκίες των εργαζομένων.
Προκαλούμε όποια άλλη παράταξη να μας θυμίσει την έστω και μια φορά αγωνιστική εναντίωσή της στην πολιτική του κόμματος που πρόσκειται.
Αυτή ήταν, είναι και θα είναι η στάση μας και στο μέλλον.
Δεν είμαστε το κομματικό παράρτημα μέσα στα συνδικάτα.
Είμαστε το πιο δυναμικό, το πιο παραγωγικό, το πιο αγωνιστικό κομμάτι της μεγάλης προοδευτικής παράταξης. Λειτουργούμε και καθοριζόμαστε με όρους παράταξης που η δύναμη και οι δεσμεύσεις της πηγάζουν αποκλειστικά και μόνο από τη θέληση και τα συμφέροντα της πιο προοδευτικής κοινωνικής δύναμης: της εργασίας.
Αυτή την ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ δεν την εκχωρούμε σε κανέναν. Είναι η δύναμη, η δυναμική, η ελπίδα μας.
Όσο γρηγορότερα το αντιληφθούν ποικιλώνυμα «κέντρα» και »κύκλοι» είτε κυβερνητικοί, είτε αντιπολιτευόμενοι, είτε «δημοσιογράφοι» σε διατεταγμένη υπηρεσία, τόσο καλύτερα.
Η χυδαία επίθεση που τον τελευταίο καιρό εκδηλώθηκε εναντίον των συνδικάτων, της ΠΑΣΚΕ και των στελεχών της, προκαλεί.
Προκαλεί η επιλογή. Προκαλούν τα ψεύδη. Προκαλεί η επιλογή του χρόνου που εκδηλώθηκε δηλ. εν μέσω των μεγάλων απεργιακών κινητοποιήσεων των εργαζομένων.
Οι επιθέσεις αυτές έπεσαν στο κενό. Πέτυχαν εντελώς διαφορετικά από τα επιδιωκόμενα. Μας δυνάμωσαν και μας ένωσαν όλα τα στελέχη της ΠΑΣΚΕ, σε κάθε επίπεδο λειτουργίας. Επιβεβαίωσαν την αρραγή ενότητά μας.
Αν επιδίωξη ήταν η τιθάσευση της ΠΑΣΚΕ και των στελεχών της ή η αποδυνάμωση της ηγεσίας της από αντίπαλες παραταξιακές και κομματικές σκοπιμότητες, πέτυχαν ακριβώς το αντίθετο.
Η ΠΑΣΚΕ θα εξακολουθήσει τη θεσμική λειτουργία της χωρίς να δέχεται παρεμβάσεις από κανένα, χωρίς χειραγώγηση από κομματικούς παράγοντες, και ομαδάρχες, χωρίς υποδείξεις εξωθεσμικές. Τις αποφάσεις τις λαμβάνουν και θα εξακολουθήσουν να τις λαμβάνουν τα όργανα της Διοίκησης της, με την τήρηση όλων των κανόνων δημοκρατικής λειτουργίας.
Με την παρέμβασή μας αυτή οριοθετούμε τις θέσεις μας και την τακτική μας απέναντι σε όλους: κυβέρνηση, αντιπολίτευση, συνδικαλιστικές παρατάξεις. Κυρίως όμως ξεκαθαρίζουμε προς όλους τους εργαζόμενους -είτε στήριξαν ΠΑΣΚΕ είτε όχι- πως θα προχωρήσουμε.
Καλούμε όλους τους εργαζόμενους σε συστράτευση στη μεγάλη προσπάθεια που έχουμε μπροστά μας να σωθεί η Ελλάδα με ΟΡΘΙΟΥΣ και ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΣ τους έλληνες εργαζόμενους και πολίτες.
1 ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Γ.Σ.Ε.Ε.
2 ΑΝΕΣΤΗΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Γ.Σ.Ε.Ε
3 ΜΟΥΤΑΦΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΟΥ Γ.Σ.Ε.Ε
4 ΘΩΜΑΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ Γ.Σ.Ε.Ε
5 ΚΑΡΑΝΔΙΝΑΚΗ ΙΩΑΝΝΑ ΜΕΛΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε.
6 ΚΟΛΛΑΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΕΛΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε.
7 ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗΣ ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε. – ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΑΝ. ΟΜ. ΕΠΙΣΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΥΠΑΛ/ΛΩΝ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΑΓΓ/ΤΩΝ
8 ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΓΣΕΕ-ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΜΥΛΕ
9 ΔΑΝΟΥΣΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε.
10 ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε.
11 ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε. – ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ
12 ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε.
13 ΚΟΝΤΟΠΑΝΟΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε.
14 ΚΟΥΡΟΥΤΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε. – ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΙΕΛΕ
15 ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε.
16 ΣΑΛΟΥΦΑΚΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε – ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ.Α.
17 ΣΙΑΚΑΡΑΣ ΦΩΤΙΟΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε – ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΟΦΕ
18 ΣΚΟΥΛΑΤΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε.- ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
19 ΤΙΑΚΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε. – ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΚΑΒΑΛΑΣ
20 ΤΣΑΡΑΜΠΟΥΛΙΔΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε. – ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΘΕΣ/ΚΗΣ
21 ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Γ.Σ.Ε.Ε.- ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ
22 ΚΑΡΑΜΠΟΥΛΗΣ ΗΛΙΑΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ε.Κ. ΑΓΡΙΝΙΟΥ
23 ΚΟΚΛΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΑΙΓΙΟΥ
24 ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ε.Κ. ΑΡΚΑΔΙΑΣ
25 ΤΑΧΜΑΤΖΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΒΕΡΟΙΑΣ
26 ΠΑΠΑΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΒΟΛΟΥ
27 ΚΑΠΕΛΛΑΡΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΥΒΟΙΑΣ
28 ΒΟΥΔΟΥΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ
29 ΚΥΡΙΑΖΙΔΗΣ ΛΑΖΑΡΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΓΡΕΒΕΝΩΝ
30 ΣΑΒΡΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ε.Κ. ΔΡΑΜΑΣ
31 ΒΑΣΣΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ε.Κ. ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ
32 ΓΚΙΓΚΟΥΔΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΕΒΡΟΥ
33 ΒΟΤΣΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΕΔΕΣΣΑΣ – ΑΛΜΩΠΙΑΣ
34 ΜΠΑΣΙΝΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΕΥΒΟΙΑΣ
35 ΧΟΥΠΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ
36 ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΘΗΒΑΣ
37 ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
38 ΣΙΝΑΝΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΚΑΛΑΜΠΑΚΑΣ
39 ΓΟΥΛΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ
40 ΜΑΛΕΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ
41 ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ
42 ΛΙΒΕΡΗ ΣΟΦΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΚΕΡΚΥΡΑΣ
43 ΚΑΡΑΒΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΚΙΑΤΟΥ
44 ΤΟΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ε.Κ. ΚΟΖΑΝΗΣ
45 ΜΑΛΑΝΔΡΕΝΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΚΟΡΙΝΘΟΥ
46 ΜΗΤΣΚΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΚΥΚΛΑΔΩΝ
47 ΣΤΑΘΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΛΙΒΑΔΕΙΑΣ
48 ΧΑΡΟΣ ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΣ ΚΑΙ ΔΩΡΙΔΑΣ
49 ΜΠΕΜΠΕΚΙΔΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΞΑΝΘΗΣ
50 ΚΑΛΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΠΑΤΡΑΣ
51 ΤΡΥΦΙΑΤΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΕΛΟΣ Δ.Σ. Ε.Κ. ΠΕΙΡΑΙΑ – ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΠΑΣΚΕ
52 ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΠΡΕΒΕΖΑΣ
53 ΤΣΙΛΦΙΔΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΠΤΟΛΕΜΑΪΔΑΣ
54 ΟΡΦΑΝΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΠΥΡΓΟΥ
55 ΝΙΚΟΛΙΔΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΡΕΘΥΜΝΟΥ
56 ΧΑΤΖΗΣΑΒΒΑΣ ΣΑΒΒΑΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΡΟΔΟΥ
57 ΒΗΣΣΑΡΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ
58 ΧΑΧΑΜΗΣ ΘΩΜΑΣ ΜΕΛΟΣ Δ.Σ. Ε.Κ. ΤΡΙΚΑΛΩΝ – ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΠΑΣΚΕ
59 ΚΟΡΚΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ
60 ΜΠΙΡΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΦΛΩΡΙΝΑΣ
61 ΠΡΑΤΣΑΣ ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ
62 ΛΙΟΝΑΚΗΣ ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΧΑΝΙΩΝ
63 ΠΑΠΑΝΤΩΝΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΧΙΟΥ
64 ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΠΑΜ
65 ΧΑΛΒΑΤΖΗΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΣΠΑ
66 ΚΟΥΤΟΥΓΕΡΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΜ. ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΙΣ ΕΘΝΙΚΕΣ ΑΘΛΗΤΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ
67 ΤΡΑΚΑΝΙΑΡΗΣ ΖΗΣΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΒΕΣ
68 ΣΚΟΥΛΑΤΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΟΣΕΓΟ
69 ΖΑΧΑΡΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΟΕΙΔΔ
70 ΚΙΟΥΣΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΑΝ. ΟΜ. ΕΡΓΑΖ/ΝΩΝ ΣΤΑ ΠΕΤΡ/ΔΗ, ΔΙΥΛΙΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΧΗΜΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
71 ΦΛΕΓΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΑΝ. ΟΜ. ΗΛΕΚΤΡΟΤΕΧΝΙΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ
72 ΒΑΜΒΑΚΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΜ. ΘΥΡΩΡΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ
73 ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΟΙΕ
74 ΣΤΕΚΟΥΛΕΑ ΜΕΤΑΞΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΙΥΕ
75 ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΕΣΙΚ
76 ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΡΓΑΤΟΫΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΕΡΑΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ
77 ΑΣΛΑΝΟΓΛΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΟΕΚΤ
78 ΓΛΥΝΙΑΔΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΕΜΛΛΕ
79 ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΜΕ
80 ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΟΕΜ
81 ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΣΜΕ
82 ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΑΝ. ΟΜ. ΜΥΛΕΡΓΑΤΟΫΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΑΙ ΜΑΚΑΡΟΤΕΧΝΙΤΩΝ
83 ΚΡΕΤΣΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΟΣΝΙΕ
84 ΚΑΛΦΑΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΟΣΠ-ΕΡΤ
85 ΛΕΒΕΝΤΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΟΣ
86 ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΟΣΤ
87 ΣΤΟΪΜΕΝΙΔΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΡΓ. ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙ. ΕΛΛΑΔΑΣ
88 ΚΟΥΤΡΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΜΕ-ΟΤΕ
89 ΚΟΥΚΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΤΟΕ
90 ΧΑΝΤΖΙΑΡΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΛΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΡΓΑΤΟΤΕΧΝΙΤΩΝ ΚΑΙ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΤΣΙΜΕΝΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ
91 ΔΗΜΟΥΔΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΜΕ-ΕΥΔΑΠ
92 ΔΡΑΓΚΟΛΑΣ ΠΑΥΛΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΟΕ-ΔΕΥΑ
93 ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΧΕΙΡΙΣΤΩΝ ΜΗΧΑΝΟΔΗΓΩΝ ΚΑΙ ΓΕΩΤΡΥΠΑΝΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ
94 ΠΕΝΤΣΗ ΙΟΡΔΑΝΑ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΑΝ. ΟΜ. ΣΩΜ. ΕΡΓ. ΣΕ ΨΥΓΕΙΑ ,ΔΙΑΛΟΓΗΤΗΡΙΑ ΚΟΝΣ/ΠΟΙΕΙΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΟΥΣ ΣΥΝΑΦΗΣ ΚΛΑΔΟΥΣ
95 ΚΟΝΤΙΖΑΣ ΑΡΗΣ ΠΑΣΚΕ – ΕΡΤ
96 ΠΡΟΥΝΤΖΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΠΑΝ. ΟΜ. ΕΠΙΣΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΥΠΑΛ/ΛΩΝ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΑΓΓ/ΤΩΝ
97 ΒΟΥΖΟΥΡΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΥΔΑΣΑΠ
98 ΔΗΜΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΗΛΕΚΤΡΟΔΗΓΩΝ ΗΣΑΠ
99 ΚΟΥΛΟΥΜΠΑΡΙΤΣΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΥΝΔΙΚΑΤΟ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΟΑΣΑ
100 ΡΑΥΤΟΠΟΥΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΟΑΣΑ
101 ΡΕΝΙΕΡΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΕΝΩΣΗ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΗΣΑΠ
102 ΑΠΙΔΟΠΟΥΛΟΣ ΑΛΚΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ε.Κ. ΣΕΡΡΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου