από το Βαβυλώνιο
Έφυγε από την Πάτρα για Ιταλία κρυμμένος σε νταλίκα. Στην προσπάθειά του να δραπετεύσει βρήκε τραγικό τέλος αφού πολτοποιήθηκε ανάμεσα σε δύο φορτηγά.Πριν από λίγες ημέρες, ένας μετανάστης, προσπαθώντας να δραπετεύσει από... το λιμάνι της Πάτρας για Ιταλία, πολτοποιήθηκε μεταξύ δύο φορτηγών. Ενας από αυτούς που κρέμονται σαν τσαμπιά στα κάγκελα του λιμανιού. Ο Λευτέρης είναι φορτηγατζής, ουδέποτε όμως ασχολήθηκε με τη δυστυχία τους. Μέχρι τον περασμένο Οκτώβρη..
Τετάρτη πρωί. Αθήνα-Πάτρα-Ηγουμενίτσα-Μιλάνο με φορτωμένη νταλίκα 27 τόνους και την οικογένειά του. Η πρώτη φορά που ταξίδευε με την επτάχρονη κόρη του, την Ηλέκτρα, ένα ψιλόλιγνο ανέμελο παιδί. Ξεκίνησαν με εκείνη να αγωνιά μήπως ξέχασε κάτι από την πραμάτεια της, παπούτσια, ρούχα, πολύχρωμα κοκαλάκια. Είχε φορέσει το πιο δυνατό χαμόγελο γι' αυτό το ταξίδι μαζί με τη μαμά και τον μπαμπά.
Εβρεχε. Εφτασαν μεσημέρι στην Πάτρα. Ο δρόμος για το λιμάνι που τρέχει παράλληλα με την παραλία και τις ξεχασμένες μαρκίζες των μαγαζιών, είναι το καλωσόρισμα της Ηλέκτρας σ' έναν αλλιώτικο κόσμο με εξαθλιωμένες φιγούρες ανάμεσα στα σκουπίδια.
«Μαμά, τι είναι αυτοί;» Η μητέρα της πλάθει ένα όσο το δυνατόν πιο αληθινό παραμύθι, ιδανικό για την ηλικία της...
Φτάνουν στο λιμάνι και κατεβαίνουν για εισιτήρια. Η μικρή είναι αγκιστρωμένη στον πατέρα της και η μητέρα της παρατηρεί την περιφραγμένη εκτός λιμανιού απόγνωση ακόμη και ανήλικων μεταναστών.
Ξεκινούν. Σταματούν. Ελεγχος. Ο Λευτέρης το έχει συνηθίσει. Εκείνη αγωνιά και η μικρή το διασκεδάζει. Φακοί και μάτια εκπαιδευμένα να εντοπίζουν παράνομες ψυχές. Τίποτα, ελεύθεροι.
Φτάνουν στην Ηγουμενίτσα όταν έχει πια βραδιάσει. Το καράβι φορτώνει. Μεσημέρι της επομένης φτάνουν στην Αγκόνα.
Τα φορτηγά βγαίνουν κομβόι. Στην πύλη εξόδου τούς σταματούν δύο καραμπινιέρηδες. Ελέγχουν την πινακίδα του φορτηγού. Ελεύθεροι. Στην πόλη της Αγκόνα έχει μποτιλιάρισμα.
Ολοι δείχνουν χαρούμενοι έως ότου ακούγεται η φωνή...
«Εεεεεε...»!
Η Ηλέκτρα πανικοβάλλεται και γαντζώνεται από την αγκαλιά της μάνας της. Κι εκείνη τρομοκρατείται. Δεν το δείχνει. Κοιτάζει τον Λευτέρη για να πειστεί ότι δεν είναι ό,τι υποψιάζεται.
Η φωνή σταματάει. Και πάλι...
«Προσπαθώ να καταλάβω αν είναι απέξω ή από μέσα, αν κουβαλάμε πάνω μας αυτή τη φωνή», περιγράφει η νεαρή γυναίκα.
«Μια φωνή ανθρώπινη, να την ακούς από το βάθος: εεεεε... και να συνειδητοποιείς ότι η φωνή έρχεται μαζί σου».
Η Ηλέκτρα δεν καταλαβαίνει. Μήπως έχει μπει κάποιος κλέφτης στο φορτηγό για να της κλέψει τη χαρά; Το κορμάκι της έχει κουλουριαστεί στην καμπίνα και οι γονείς της προσπαθούν να κρύψουν αυτό που νιώθουν...
«Του λέω να σταματήσει». Δεν τολμά, διότι πλέον είναι σίγουρος τι συμβαίνει. Παντού περιπολικά με καραμπινιέρηδες.
«Θα με ξεσκίσουν!»
Στο δρόμο προς το Μιλάνο, πριν από την Εθνική. Η νταλίκα έχει πια αναπτύξει μεγαλύτερη ταχύτητα. Η φωνή γίνεται σπαρακτική! Φοβισμένη ακούγεται και η φωνή της Ηλέκτρας.
«Η φωνή δεν είναι μέσα στην νταλίκα είναι απέξω», λέει ο Λευτέρης.
«Σταμάτα!»
«Θα μας σκίσουν, θα μας πάνε μέσα!»
Η Ηλέκτρα και η μάνα της εκλιπαρούν την άγνωστη φωνή: «Περίμενε, σταματάμε, περίμενε!»
Σταματούν.
«Κατεβαίνει ο Λευτέρης και ανοίγει τις πόρτες». Κανείς. Η Ηλέκτρα παρακολουθεί την κάθε του κίνηση από τον καθρέφτη του συνοδηγού.
Η φωνή... σιωπή. Και τότε, μεταξύ φορτηγού και τράκτορα, πέφτει στην άσφαλτο ένα μαυρισμένο τσουβάλι. Ενα παιδί όχι πάνω από 15 ετών!
«Κάρβουνο, μαύρος σαν τους καπνοδοχοκαθαριστές στα παραμύθια της Ηλέκτρας!»
Φοβισμένος. Κρατάει σφιχτά τα σκισμένα του παπούτσια και τα χέρια του είναι καλυμμένα με κάλτσες. Ξυπόλητος. «Ενα κυνηγημένο κουνέλι», ψιθυρίζει η μητέρα της Ηλέκτρας.
Ταξίδεψε μαζί τους από την Πάτρα κρεμασμένος από τον άξονα της νταλίκας. «Ο άξονας περνούσε σύριζα από την κοιλιά του. Τον έκαψε»!
«Μαμά φοβάμαι», έλεγε η μικρή. Το «κουνέλι» φοβόταν περισσότερο μα σε τι γλώσσα να το πει; Και σε ποια μάνα;
Το «καρβουνιασμένο» παιδί κυλιέται στην άσφαλτο. Προσπαθεί να σταθεί στα τέσσερα αλλά δεν μπορεί. Πέφτει. Είναι όλοι σοκαρισμένοι.
Του δίνουν νερό και χρήματα. Προσπαθεί να πάρει ανάσα. Το ίδιο και η Ηλέκτρα που πασχίζει να καταλάβει. Δεν έμαθαν ποτέ το όνομά του.
Η Ηλέκτρα και το «καρβουνιασμένο» παιδί συνέχισαν το ταξίδι τους. Σε διαφορετικούς δρόμους, με διαφορετικά παπούτσια, στον ίδιο κόσμο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου