«Υπάρχουν μονάχα δύο σκηνοθέτες στον κόσμο. Και ο άλλος είναι ο Τσάρλι Τσάπλιν»
Μπέρτολτ Μπρεχτ
, Ο Τσάρλι Τσάπλιν, υποδύεται έναν διπλό ρόλο σ' αυτήν την πικρή κωμωδία: τον αρχηγό ενός φασιστικού κράτους ένα πρόσωπο που ξεκάθαρα αναφέρεται στο Αδόλφο Χίτλερ και έναν αθώο Εβραίο κουρέα υπήκοο αυτού του κράτους. Επίκαιρος όσο ποτέ ο μεγαλύτερος κωμικός όλων των εποχών σκηνοθετεί μια εύστοχη και πικρή (παρόλα τα χρόνια που περάσαν) αντιπολεμική σάτιρα .
Ύστερα από είκοσι χρόνια σε ένα νοσοκομείο, υποφέροντας από αμνησία, ένας εβραίος κουρέας επιστρέφει στην πατρίδα του. Εκεί όμως πολλά έχουν αλλάξει, καθώς ο παρανοϊκός δικτάτορας της Τομανίας, Αντενόιντ Χίνκελ, ο οποίος είναι ολόιδιος με αυτόν, σχεδιάζει να κατακτήσει τον κόσμο ξεκινώντας ταυτόχρονα μια μεγάλη εκστρατεία αντισημιτισμού. Όμως η ομοιότητα του ντροπαλού κουρέα με το μεγαλομανή δικτάτορα θα γίνει αιτία τρομερών παρεξηγήσεων...
Ο Τσάπλιν άρχισε για πρώτη φορά να επεξεργάζεται την ιδέα του Μεγάλου Δικτάτορα όταν ένας φίλος του, ο άγγλος σκηνοθέτης και παραγωγός Αλεξάντερ Κόρντα, τού ανέφερε ότι η κινηματογραφική του περσόνα θύμιζε πολύ τον Αδόλφο Χίτλερ. Αργότερα έμαθε μάλιστα ότι είχαν γεννηθεί με μια εβδομάδα διαφορά, είχαν περίπου το ίδιο ύψος και βάρος κ
αι ότι και οι δύο μεγάλωσαν μέσα στη φτώχεια ώσπου κατάφεραν να πετύχουν, ο καθένας φυσικά στο χώρο του. Όταν πλέον ο Τσάπλιν άρχισε να πληροφορείται τις πολιτικές πεποιθήσεις του Χίτλερ που βασίζονταν στο ρατσισμό και τις επεκτατικές ιδέες, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει την ομοιότητά τους αυτή προκειμένου να επιτεθεί στο Χίτλερ μέσω της ταινίας.
Η παραγωγή του φιλμ ξεκίνησε το 1937, όταν λίγοι πίστευαν ότι ο Ναζισμός ήταν μια τόσο καταστροφική και ολοκληρωτική ιδεολογία , όπως αποδείχθηκε το 1940 που κυκλοφόρησε η ταινία. Ο ίδιος ο Τσάπλιν δήλωσε ότι αν γνώριζε την πραγματική έκταση των κτηνωδιών των Ναζί «...δε θα διακωμωδούσε ποτέ τη δολοφονική τους παράνοια».
Σύμφωνα με ντοκουμέντα από τα γυρίσματα της ταινίας, ο Τσάπλιν άρχιζε να αισθάνεται ολοένα και πιο άβολα με το να σατιρίζει τον Χίτλερ όσο περισσότερα μάθαινε για τη δράση του Χίτλερ στην Ευρώπη. Τελικά η εισβολή στη Γαλλία τον ενέπνευσε να αλλάξει το τέλος της ταινίας και να συμπεριλάβει την περίφημη ομιλία. Αρχειακό υλικό αποκάλυψε ένα εναλλακτικό τέλος που απορρίφθηκε, όπου Γερμανοί εισβάλλουν σε ένα παραδοσιακό χορό. Ο Τσάπλιν έλεγε πως το κοστούμι του Χίνκελ τον έκανε να αισθάνεται πιο επιθετικός, ενώ κοντινοί του άνθρωποι τον θυμούνται να γίνεται πιο δύσκολος στη δουλειά τις μέρες που γύριζε τις σκηνές του στο ρόλο του δικτάτορα.
Όταν κυκλοφόρησε ο Μεγάλος Δικτάτωρ, ο Χίτλερ απαγόρευσε την προβολή του σε όλες τις χώρες που συνεργάζονταν με τη Γερμανία ή βρίσκονταν υπό την κατοχή της, στην Ισπανία μάλιστα προβλήθηκε μονάχα μετά το θάνατο του στρατηγού Φράνκο, το 1975! Όμως η περιέργεια έσπρωξε το Χίτλερ να εισάγει μια κόπια, την οποία πρόβαλε όχι μία, αλλά δύο φορές! Δυστυχώς η ιστορία δεν κατέγραψε τις αντιδράσεις του. Όταν το πληροφορήθηκε ο Τσάπλιν είπε: «Θα έδινα οτιδήποτε για να μάθω τι σκεφτόταν».
Παρά το μποϊκοτάζ, η ταινία προβλήθηκε μια φορά σε γερμανικό ακροατήριο. Κάπου στα κατεχόμενα Βαλκάνια, μέλη μιας αντιστασιακή οργάνωσης αντικατέστησαν την κωμική όπερα, που παιζόταν σε ένα στρατιωτικό κινηματογράφο, με μια κόπια του Μεγάλου Δικτάτορα που παρέλαβαν από την Ελλάδα. Έτσι μια ομάδα γερμανών στρατιωτών είχε την ευκαιρία να δει την ταινία. Κάποιοι από αυτούς εγκατέλειψαν την αίθουσα μόλις συνειδητοποίησαν τι έβλεπαν, ενώ κάποιοι άλλοι άρχισαν να πυροβολούν την οθόνη.
Ενώ κυκλοφόρησε δεκατρία χρόνια μετά το τέλος της βωβής περιόδου, ο Μεγάλος Δικτάτωρ είναι η πρώτη ταινία, στην οποία ο Τσάπλιν χρησιμοποίησε όλες τις δυνατότητες που προσέφερε ο ομιλών κινηματογράφος. Υπήρξε υποψήφια για πέντε Όσκαρ: καλύτερης σκηνοθεσίας, πρωτότυπου σεναρίου, μουσικής, Β' και φυσικά Α' ανδρικού ρόλου για την υπέροχη ερμηνεία του Τσάρλι Τσάπλιν.
Πηγή: antipera-oxthi-culture.blogspot.com