Ξέρετε π είναι τα κεσέμια; Και γω δεν ήξερα... αλλά έμαθα όμως.
Ήταν τότε που οι υποψήφιοι παίρνουν σβάρνα τα χωριά λίγο πριν τις εκλογές. Το είχανε αναγγείλει και πολύς κόσμος είχε βγει στην πλατεία. Εγώ καθόμουνα στο καφενείο μαζί με τον μπάρμπα-Κώστα, ένα γραφικό τύπο περασμένων καιρών, τώρα γέρος αλλά ολοζώντανος. Ακούστηκαν φωνές. Έρχονται φώναζε κάποιος. Μερικοί τρέξανε να προλάβουν το «καλώς ήρθατε». Έγινε λίγη φασαρία.
- Πουφ... κεσέμια, έκανε ο γερο-Κώστας πηγαίνοντας πέρα - δώθε τα μουστάκια του. Τον κοίταξα ακίνητος και κατάματα.
- Τι με κοιτάζεις, μου είπε, κεσέμια δεν είναι;
Δεν είχα καταλάβει.
- Τι είναι μπαρμπα-Κώστα τα κεσέμια; του είπα.
- Άκου. μου λέει. Τα κεσέμια είναι τραγιά, αλλά δεν είναι τραγιά. Ακόμα δεν είχα καταλάβει. Είναι καθαρισμένα, συνέχισε, τους τα έχουνε κόψει και δεν γίνονται τραγιά. Γίνονται μεγαλύτερα και βαρύτερα. Διπλάσια στο βάρος. Δεν γίνονται όμως τραγιά, γίνονται κεσέμια. Κάπως άρχισα να καταλαβαίνω.
- Κάνουνε μόνο για να οδηγάνε τη στάνη. Όταν το κοπάδι βόσκει εκείνα ανεβαίνουνε στο ψηλότερο μέρος κορδεύονται, σηκώνουνε το κεφάλι τους ψηλά, κοιτάνε γύρω - γύρω και παρασταίνουνε τον αρχηγό. Αλλά δεν είναι. Είναι κεσέμια. Όταν πάει κοντά τους το τραγί γίνονται άρατα, και οι γίδες ακόμα τα τουμπάνε. Η δουλειά τους είναι μόνο να οδηγάνε τη στάνη. Όταν το κοπάδι ξεκινάει εκείνο όμως θα τρέξει να περάσει μπροστά, κρατάει το κεφάλι του επάνω και τα οδηγάει τη στάνη, θα κάνει τον αρχηγό, αλλά όμως δεν είναι... του τα έχουνε κόψει... είναι κεσέμι.
Εκείνη τη στιγμή ο υποψήφιος είχε περάσει μπροστά από ένα τσούρμο ανθρώπους και ερχότανε πρώτος. Χαιρέταγε με το χέρι του κοιτάζοντας δεξιά και αριστερά. Μοίραζε υποσχέσεις κι έκανε τον αρχηγό. Ξεράθηκα...
- Κατάλαβες τώρα τι είναι τα κεσέμια; είπε ο μπάρμπα-Κώστας σα να προσπαθούσε να με συνεφέρει.
- Κατάλαβα, του είπα σχεδόν από μέσα μου. Και πράγματι είχα καταλάβει.
ΛΥΓΓΕΑΣ (Σταύρος Γελασέας)
περιοδικό «ΖΑΡΝΑΤΑ» Τ. 7 Γενάρης - Φλεβάρης 1989.
Ήταν τότε που οι υποψήφιοι παίρνουν σβάρνα τα χωριά λίγο πριν τις εκλογές. Το είχανε αναγγείλει και πολύς κόσμος είχε βγει στην πλατεία. Εγώ καθόμουνα στο καφενείο μαζί με τον μπάρμπα-Κώστα, ένα γραφικό τύπο περασμένων καιρών, τώρα γέρος αλλά ολοζώντανος. Ακούστηκαν φωνές. Έρχονται φώναζε κάποιος. Μερικοί τρέξανε να προλάβουν το «καλώς ήρθατε». Έγινε λίγη φασαρία.
- Πουφ... κεσέμια, έκανε ο γερο-Κώστας πηγαίνοντας πέρα - δώθε τα μουστάκια του. Τον κοίταξα ακίνητος και κατάματα.
- Τι με κοιτάζεις, μου είπε, κεσέμια δεν είναι;
Δεν είχα καταλάβει.
- Τι είναι μπαρμπα-Κώστα τα κεσέμια; του είπα.
- Άκου. μου λέει. Τα κεσέμια είναι τραγιά, αλλά δεν είναι τραγιά. Ακόμα δεν είχα καταλάβει. Είναι καθαρισμένα, συνέχισε, τους τα έχουνε κόψει και δεν γίνονται τραγιά. Γίνονται μεγαλύτερα και βαρύτερα. Διπλάσια στο βάρος. Δεν γίνονται όμως τραγιά, γίνονται κεσέμια. Κάπως άρχισα να καταλαβαίνω.
- Κάνουνε μόνο για να οδηγάνε τη στάνη. Όταν το κοπάδι βόσκει εκείνα ανεβαίνουνε στο ψηλότερο μέρος κορδεύονται, σηκώνουνε το κεφάλι τους ψηλά, κοιτάνε γύρω - γύρω και παρασταίνουνε τον αρχηγό. Αλλά δεν είναι. Είναι κεσέμια. Όταν πάει κοντά τους το τραγί γίνονται άρατα, και οι γίδες ακόμα τα τουμπάνε. Η δουλειά τους είναι μόνο να οδηγάνε τη στάνη. Όταν το κοπάδι ξεκινάει εκείνο όμως θα τρέξει να περάσει μπροστά, κρατάει το κεφάλι του επάνω και τα οδηγάει τη στάνη, θα κάνει τον αρχηγό, αλλά όμως δεν είναι... του τα έχουνε κόψει... είναι κεσέμι.
Εκείνη τη στιγμή ο υποψήφιος είχε περάσει μπροστά από ένα τσούρμο ανθρώπους και ερχότανε πρώτος. Χαιρέταγε με το χέρι του κοιτάζοντας δεξιά και αριστερά. Μοίραζε υποσχέσεις κι έκανε τον αρχηγό. Ξεράθηκα...
- Κατάλαβες τώρα τι είναι τα κεσέμια; είπε ο μπάρμπα-Κώστας σα να προσπαθούσε να με συνεφέρει.
- Κατάλαβα, του είπα σχεδόν από μέσα μου. Και πράγματι είχα καταλάβει.
ΛΥΓΓΕΑΣ (Σταύρος Γελασέας)
περιοδικό «ΖΑΡΝΑΤΑ» Τ. 7 Γενάρης - Φλεβάρης 1989.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου