Tvxs Ρεπορτάζ
Η Eurostat έδωσε στη δημοσιότητα τα στοιχεία για το ελληνικό χρέος και το έλλειμμα επιβεβαιώνοντας τα μεγέθη της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και της κυβέρνησης για επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,4 δις ευρώ. Ωστόσο το χρέος ανέρχεται πλέον στο 175% του ΑΕΠ και το ζήτημα της βιωσιμότητάς του αναμένεται το επόμενο διάστημα να τεθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Με δεδομένο το χρηματοδοτικό κενό η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται σε έναν φαύλο κύκλο μη αναπτυξιακής δανειοδότησης. «Πλεόνασμα χωρίς ανάπτυξη σημαίνει απλά πως κόπηκαν δαπάνες και αυξήθηκαν οι φόροι. Σε καμία περίπτωση δεν είναι λόγος για πανηγυρισμούς και απόδειξη 'στροφής'» σχολιάζει στο Τvxs.gr ο Δημήτρης Μάρδας, καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Μετά την επισημοποίηση των αποτελεσμάτων από τη Eurostat η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς έκανε λόγο για «πιστοποίηση της μεγάλης στροφής της ελληνικής οικονομίας». «Βγαίνουμε από την κρίση», σχολίασε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ενώ ο στο ίδιο μήκος κλίματος ο Γιάννης Στουρνάρας δήλωσε πως «ατενίζουμε το μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία». Και ενώ η κυβέρνηση «πανηγυρίζει και αισιοδοξεί» το γερμανικό Spiegel σε άρθρο κάνει λόγο για την «απατηλή ευφορία της ευρωκρίσης», υπογραμμίζοντας πως «εάν διαβάσετε αργότερα, μέσα σε αυτό το χρόνο ότι η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε ένα έως δυο τοις εκατό, τότε να θυμηθείτε παράλληλα ότι προηγουμένως συρρικνώθηκε κατά 30%».
Το πρωτογενές πλεόνασμα που ανακοινώθηκε στην πραγματικότητα δεν είναι παρά η πιστοποίηση της πολιτικής της λιτότητας και των φόρων. «Πρόκειται για ένα πρωτογενές πλεόνασμα που προκύπτει από τη μείωση των δαπανών και την αύξηση των φόρων και σίγουρα δεν είναι λόγος για να πανηγυρίζει κάποιος», αναφέρει ο Δημήτρης Μάρδας στο Tvxs.gr και προσθέτει πως με το εν λόγω πρωτογενές πλεόνασμα «θα πρέπει να καλυφθεί μέρος των τόκων των δανείων που καλείται η Ελλάδα να αποπληρώσει για πέρσι και για φέτος».
«Βρισκόμαστε σε ένα φαύλο κύκλο. Θα πρέπει να δανειστούμε εκ νέου και αν ένα μέρος αυτού του πλεονάσματος δοθεί σε κάποιο άλλο τομέα τότε αυτό θα σημαίνει απλά πως θα πρέπει να δανειστούμε περισσότερα χρήματα. Πλεόνασμα χωρίς ανάπτυξη σημαίνει απλώς πως έχουν κοπεί δαπάνες και έχουν επιβληθεί πάρα πολλοί φόροι αλλάζοντας τη διανομή του υφιστάμενου εισοδήματος. Αν είχαμε ρυθμό ανάπτυξης 4% ή 5% τότε τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Αν δεν επιτευχθεί ρυθμός ανάπτυξης πάνω από 3% τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για στροφή» σημειώνει.
Με την επιβεβαίωση των στοιχείων από τη Eurostat αναμένεται να ανοίξει πλέον και η συζήτηση για τη βιωσιμότητα του χρέους, το οποίοι βρίσκεται στο 175%, περίπου 360 δις. Το μέγεθος του χρέους το καθιστά μη βιώσιμο και το πρωτογενές πλεόνασμα σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να δώσει λύση. Οι δανειστές – ευρωπαίοι εταίροι έχουν απορρίψει το ενδεχόμενο κουρέματος και η συζήτηση επικεντρώνεται σε ένα σχέδιο που προβλέπει επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής, από τα 30 στα 50 έτη, και παράλληλα μείωση των επιτοκίων. Η Ελλάδα έχει μακράν το υψηλότερο χρέος στην Ευρώπη με δεύτερη την Ιταλία στο 132% του ΑΕΠ. Το χρηματοδοτικό κενό δεν καλύπτεται από τον προϋπολογισμό και έτσι η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να αναζητήσει νέο δανεισμό.
Οι λύσεις για χρηματοδότηση είναι δύο: Αγορές ή κράτη. «Από εδώ και στο εξής τα πράγματα σκουραίνουν», σημειώνει ο Δημήτρης Μάρδας και εξηγεί: «Αν προσφύγουμε στις αγορές θα πρέπει να δανειστούμε με ένα επιτόκιο που σίγουρα δεν είναι χαμηλό. Δεν αποκλείεται όμως το επιτόκιο να μειωθεί. Ο λόγος είναι πως τα ομόλογα είναι πενταετούς διάρκειας. Η Ελλάδα (* με την υπάρχουσα συμφωνία) θα πρέπει να αποπληρώσει τα δάνεια που έχει πάρει από την τρόικα από το 2023 και μετά».
«Αυτή η υποχρέωση αποπληρωμής δίνει ασφάλεια σε όσους αγοράσουν σήμερα πενταετή ομόλογα. Η εκτίμηση πως η Ελλάδα θα αποπληρώσει τα δάνειά που έχει πάρει ενδέχεται να οδηγήσει και στη μείωση των επιτοκίων. Η δεύτερη λύση είναι ο δανεισμός από τα κράτη. Ωστόσο το ερώτημα είναι αν τα κράτη είναι διατεθειμένα να δανείσουν και πάλι την Ελλάδα. Όπως και να έχει το χρηματοδοτικό κενό είναι δεδομένο και πρέπει με κάποιο τρόπο να καλυφθεί» προσθέτει.
Το τελευταίο διάστημα αξιωματούχοι του ΔΝΤ έχουν δηλώσει πως η Ελλάδα θα χρειαστεί και ένα τρίτο δανειακό πακέτο. Από την πλευρά της η κυβέρνηση το διαψεύδει, ενώ ευρωπαίοι αξιωματούχοι παραπέμπουν στους ισχυρισμούς της Αθήνας εκφράζοντας την ελπίδα τους η Ελλάδα να μην χρειαστεί νέα δανειοδότηση από τα κράτη και να αντλήσει κεφάλαια από τις αγορές.
Καταλήγοντας ο Δημήτρης Μάρδας επισημαίνει πως τα πάντα θα εξαρτηθούν από το αποτέλεσμα της συζήτησης για τη βιωσιμότητα του χρέους. «Η απόφαση που θα ληφθεί θα επηρεάσει τα πάντα. Είναι σαν να πετάς ένα βότσαλο στη λίμνη. Αν για παράδειγμα το χρέος κουρευτεί, κάτι που φαντάζει απίθανο, ή αν ‘σκορπίσει’ μέσα στο χρόνο θα επηρεαστούν και τα επιτόκια δανεισμού της χώρας» επισημαίνει.
Η Eurostat έδωσε στη δημοσιότητα τα στοιχεία για το ελληνικό χρέος και το έλλειμμα επιβεβαιώνοντας τα μεγέθη της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και της κυβέρνησης για επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,4 δις ευρώ. Ωστόσο το χρέος ανέρχεται πλέον στο 175% του ΑΕΠ και το ζήτημα της βιωσιμότητάς του αναμένεται το επόμενο διάστημα να τεθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Με δεδομένο το χρηματοδοτικό κενό η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται σε έναν φαύλο κύκλο μη αναπτυξιακής δανειοδότησης. «Πλεόνασμα χωρίς ανάπτυξη σημαίνει απλά πως κόπηκαν δαπάνες και αυξήθηκαν οι φόροι. Σε καμία περίπτωση δεν είναι λόγος για πανηγυρισμούς και απόδειξη 'στροφής'» σχολιάζει στο Τvxs.gr ο Δημήτρης Μάρδας, καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Μετά την επισημοποίηση των αποτελεσμάτων από τη Eurostat η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς έκανε λόγο για «πιστοποίηση της μεγάλης στροφής της ελληνικής οικονομίας». «Βγαίνουμε από την κρίση», σχολίασε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ενώ ο στο ίδιο μήκος κλίματος ο Γιάννης Στουρνάρας δήλωσε πως «ατενίζουμε το μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία». Και ενώ η κυβέρνηση «πανηγυρίζει και αισιοδοξεί» το γερμανικό Spiegel σε άρθρο κάνει λόγο για την «απατηλή ευφορία της ευρωκρίσης», υπογραμμίζοντας πως «εάν διαβάσετε αργότερα, μέσα σε αυτό το χρόνο ότι η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε ένα έως δυο τοις εκατό, τότε να θυμηθείτε παράλληλα ότι προηγουμένως συρρικνώθηκε κατά 30%».
Το πρωτογενές πλεόνασμα που ανακοινώθηκε στην πραγματικότητα δεν είναι παρά η πιστοποίηση της πολιτικής της λιτότητας και των φόρων. «Πρόκειται για ένα πρωτογενές πλεόνασμα που προκύπτει από τη μείωση των δαπανών και την αύξηση των φόρων και σίγουρα δεν είναι λόγος για να πανηγυρίζει κάποιος», αναφέρει ο Δημήτρης Μάρδας στο Tvxs.gr και προσθέτει πως με το εν λόγω πρωτογενές πλεόνασμα «θα πρέπει να καλυφθεί μέρος των τόκων των δανείων που καλείται η Ελλάδα να αποπληρώσει για πέρσι και για φέτος».
«Βρισκόμαστε σε ένα φαύλο κύκλο. Θα πρέπει να δανειστούμε εκ νέου και αν ένα μέρος αυτού του πλεονάσματος δοθεί σε κάποιο άλλο τομέα τότε αυτό θα σημαίνει απλά πως θα πρέπει να δανειστούμε περισσότερα χρήματα. Πλεόνασμα χωρίς ανάπτυξη σημαίνει απλώς πως έχουν κοπεί δαπάνες και έχουν επιβληθεί πάρα πολλοί φόροι αλλάζοντας τη διανομή του υφιστάμενου εισοδήματος. Αν είχαμε ρυθμό ανάπτυξης 4% ή 5% τότε τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Αν δεν επιτευχθεί ρυθμός ανάπτυξης πάνω από 3% τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για στροφή» σημειώνει.
Με την επιβεβαίωση των στοιχείων από τη Eurostat αναμένεται να ανοίξει πλέον και η συζήτηση για τη βιωσιμότητα του χρέους, το οποίοι βρίσκεται στο 175%, περίπου 360 δις. Το μέγεθος του χρέους το καθιστά μη βιώσιμο και το πρωτογενές πλεόνασμα σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να δώσει λύση. Οι δανειστές – ευρωπαίοι εταίροι έχουν απορρίψει το ενδεχόμενο κουρέματος και η συζήτηση επικεντρώνεται σε ένα σχέδιο που προβλέπει επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής, από τα 30 στα 50 έτη, και παράλληλα μείωση των επιτοκίων. Η Ελλάδα έχει μακράν το υψηλότερο χρέος στην Ευρώπη με δεύτερη την Ιταλία στο 132% του ΑΕΠ. Το χρηματοδοτικό κενό δεν καλύπτεται από τον προϋπολογισμό και έτσι η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να αναζητήσει νέο δανεισμό.
Οι λύσεις για χρηματοδότηση είναι δύο: Αγορές ή κράτη. «Από εδώ και στο εξής τα πράγματα σκουραίνουν», σημειώνει ο Δημήτρης Μάρδας και εξηγεί: «Αν προσφύγουμε στις αγορές θα πρέπει να δανειστούμε με ένα επιτόκιο που σίγουρα δεν είναι χαμηλό. Δεν αποκλείεται όμως το επιτόκιο να μειωθεί. Ο λόγος είναι πως τα ομόλογα είναι πενταετούς διάρκειας. Η Ελλάδα (* με την υπάρχουσα συμφωνία) θα πρέπει να αποπληρώσει τα δάνεια που έχει πάρει από την τρόικα από το 2023 και μετά».
«Αυτή η υποχρέωση αποπληρωμής δίνει ασφάλεια σε όσους αγοράσουν σήμερα πενταετή ομόλογα. Η εκτίμηση πως η Ελλάδα θα αποπληρώσει τα δάνειά που έχει πάρει ενδέχεται να οδηγήσει και στη μείωση των επιτοκίων. Η δεύτερη λύση είναι ο δανεισμός από τα κράτη. Ωστόσο το ερώτημα είναι αν τα κράτη είναι διατεθειμένα να δανείσουν και πάλι την Ελλάδα. Όπως και να έχει το χρηματοδοτικό κενό είναι δεδομένο και πρέπει με κάποιο τρόπο να καλυφθεί» προσθέτει.
Το τελευταίο διάστημα αξιωματούχοι του ΔΝΤ έχουν δηλώσει πως η Ελλάδα θα χρειαστεί και ένα τρίτο δανειακό πακέτο. Από την πλευρά της η κυβέρνηση το διαψεύδει, ενώ ευρωπαίοι αξιωματούχοι παραπέμπουν στους ισχυρισμούς της Αθήνας εκφράζοντας την ελπίδα τους η Ελλάδα να μην χρειαστεί νέα δανειοδότηση από τα κράτη και να αντλήσει κεφάλαια από τις αγορές.
Καταλήγοντας ο Δημήτρης Μάρδας επισημαίνει πως τα πάντα θα εξαρτηθούν από το αποτέλεσμα της συζήτησης για τη βιωσιμότητα του χρέους. «Η απόφαση που θα ληφθεί θα επηρεάσει τα πάντα. Είναι σαν να πετάς ένα βότσαλο στη λίμνη. Αν για παράδειγμα το χρέος κουρευτεί, κάτι που φαντάζει απίθανο, ή αν ‘σκορπίσει’ μέσα στο χρόνο θα επηρεαστούν και τα επιτόκια δανεισμού της χώρας» επισημαίνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου