Του Γεράσιμου Δεληβοριά
Το 1960 δεν υπήρχε τηλεόραση στην Ελλάδα. Δεν υπήρχε ούτε η «Μηχανή του Χρόνου» να μας θυμίζει τα περασμένα. Υπήρχαν όμως τα «Ελληνικά Επίκαιρα» που προβάλλονταν στους κινηματογράφους, συνήθως πριν από την ταινία.
Το καλοκαίρι του 1960, το πρώτο θέμα των «Επικαίρων», ήταν η μεταφορά της βραζιλιανής πρωτεύουσας από το Ρίο ντε Τζανέϊρο, στην ολοκαίνουργια φουτουριστική Μπραζίλια, που χτίζονταν τέσσερα χρόνια.
Έκθαμβοι οι Έλληνες θεατές, έβλεπαν την αστραπιαία σχεδόν μεταφορά κρατικών αξιωματούχων, δημοσίων υπαλλήλων, δημοσίων εγγράφων, ραφιών και καρεκλών στις νέες τους εγκαταστάσεις και γραφεία, ενώ δεν παρέλειπαν να γελάσουν όταν ο φακός εστίαζε σε κάποιο ξεχασμένο καπέλο ή ντοσιέ.
Πριν από λίγες βδομάδες, έγινε μια απόπειρα παρόμοιας μεταφοράς και στην Αθήνα. Όχι φυσικά στην έκταση της Μπραζίλιας. Απλά, ένας από τους υπουργούς των Οικονομικών σκέφθηκε να κάνει και κάποια οικονομία (ώστε να φανεί και λιγάκι ο καημένος), μεταφέροντας όλες τις υπηρεσίες του Υπουργείου στο ανακαινισμένο κτίριο της καπνοβιομηχανίας «Κεράνη».
Και εκεί επάνω συνάντησε την αντίσταση, όχι των ίδιων των υπαλλήλων του υπουργείου μέσω των συνδικαλιστικών οργάνων τους, αλλά ενός καθ’ ύλην τελείως αναρμόδιου, του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, με γελοία, αλλά όπως φάνηκε πολύ πειστικά επιχειρήματα.
Κανονικά θα έπρεπε, εδώ και πάρα πολλά χρόνια, όλες οι Δημόσιες υπηρεσίες να έχουν μεταφερθεί σε έναν και μοναδικό χώρο, ώστε να μπορούν οι διοικούντες να ελέγχουν το έργο και την αποτελεσματικότητα τους και οι πολίτες να απαλλαγούν από την ταλαιπωρία της μετάβασης από το ένα υπουργείο στο άλλο καθώς οι υπηρεσίες και οι αρμοδιότητες άσχετων μεταξύ τους υπουργείων αλληλοκαλύπτονται δημιουργώντας σύγχυση.
Η διασπορά των υπουργείων αλλά και των υπηρεσιών κάθε υπουργείου σε κάθε πιθανή και απίθανη γωνιά της αττικής γής, οφείλεται φυσικά στην ανεπάρκεια των δημοσίων εσόδων, αλλά και στην υπερμεγέθυνση των ίδιων των υπηρεσιών, σαν αποτέλεσμα της πολιτικής διοίκησης που εφαρμόζεται από την ίδρυση του ελληνικού κράτους.
Στο βιβλίο του «Αθήνα Πρωτεύουσα του νέου ελληνικού κράτους», ο Δημ. Μάρτος, γράφει πως την εποχή της Βαβαροκρατίας οι υπηρεσίες κάθε υπουργείου στελεχώνονταν όχι ανάλογα με τα προβλήματα που έπρεπε να καλύψουν, αλλά ανάλογα με τον αριθμό των ατόμων που έπρεπε να προσληφθούν. Έτσι δημιουργούνταν δασαρχεία χωρίς να υπάρχουν δάση (στη Σύρο, όπου δημιουργήθηκε δασαρχείο για να βολευτούν μερικοί Βαυαροί), διορίζονταν δεκάδες στρατηγοί και εκατοντάδες άλλοι αξιωματικοί για έναν στρατό που δεν ξεπερνούσε τους 1.000 άνδρες κ.α.
Το πολιτικό σύστημα που προέκυψε από την αντικατάσταση των Βαυαρών, χρησιμοποίησε αυτούσιο τον τρόπο διοίκησης και στελέχωσης των δημοσίων υπηρεσιών κι αυτό συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας. Με κάθε αλλαγή κυβέρνησης, στρατιές υπαλλήλων διορίζονται από το παράθυρο. Πριν από είκοσι πέντε χρόνια μάλιστα, ήταν τόση η πληθώρα των νεοδιορισμένων, ώστε πολλοί από αυτούς δεν τολμούσαν να πάνε μέχρι την τουαλέτα, γιατί γυρνώντας έβρισκαν την καρέκλα τους πιασμένη.
Σήμερα, οι υπηρεσίες του Δημοσίου (μόνο των υπουργείων, όχι ολόκληρου του δημόσιου τομέα) στεγάζονται σε 604 κτίρια κι αυτά μονάχα στην Αττική μιας και η Καθημερινή της Κυριακής 29 Μαϊου 2016 όπου δημοσιεύονται τμήματα της έκθεσης «Καρκατσούλη» (2011), δεν δίνει στοιχεία για την υπόλοιπη χώρα.
Σύμφωνα πάντως με το δημοσίευμα, «σε πολλές περιπτώσεις σε άλλο κτίριο στεγαζόταν ο υπουργός αλλού οι υφυπουργοί, αλλού οι γενικοί και ειδικοί γραμματείς και αλλού οι διευθυντές και οι τμηματάρχες», μια κατάσταση που φυσικά δεν έχει αλλάξει καθόλου από τότε.
Ο Γ.Γ. Δημοσίων Εσόδων επομένως, έχει κάθε λόγο να μην θέλει την συγκέντρωση της δικής του υπηρεσίας τουλάχιστον μαζί με τα υπόλοιπα τμήματα και υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών.
Την ίδια επιθυμία έχουν φυσικά και όλοι οι υπόλοιποι υφυπουργοί, γραμματείς γενικοί και ειδικοί, διευθυντές και τμηματάρχες, αφού η υπάρχουσα διασπορά δίνει στον καθένα την δυνατότητα να διατηρεί το δικό του ημιανεξάρτητο «βασίλειο», να ασκεί τη δική του πολιτική διοίκηση και να διατηρεί αυτόνομες σχέσεις και διασυνδέσεις, μακριά από αδιάκριτα βλέμματα.
Η διαφορά όλων των υπολοίπων με τον Γ.Γ. Δημοσίων Εσόδων είναι πως ο τελευταίος έχει τη δυνατότητα να υψώνει ανάστημα όχι μόνον στον προϊστάμενο του υπουργό, αλλά και στον πρωθυπουργό τον ίδιο, καθώς η υπηρεσία της οποίας προϊσταται, τύποις μόνον ανήκει στο υπουργείο των Οικονομικών, ενώ στην πραγματικότητα είναι τμήμα του μηχανισμού των ξένων δανειστών, της «τρόϊκας». Κι αυτό με νόμο που έχει ψηφίσει και ξαναψηφίσει η Βουλή (Μνημόνια 1,2,3).
Τυπικά, ο ΓΓΔΕ διορίζεται από την ελληνική κυβέρνηση, όμως δουλειά του είναι να μαζεύει τα έσοδα από φόρους κλπ και να πληρώνει μ’ αυτά πρώτα τους δανειστές. Αυτό προβλέπεται σε όλα τα μνημόνια, από το 1834 μέχρι και σήμερα. Η διαφορά με τα προηγούμενα είναι, ότι για πρώτη φορά οι δανειστές απαίτησαν και πέτυχαν την δημιουργία ενός απόλυτα δικού τους μηχανισμού, καθώς δεν έχουν καμμιά εμπιστοσύνη στους υπάρχοντες.
Οι «πλάτες» των ξένων δανειστών είναι και ο λόγος που ο υπεύθυνος υπουργός δεν έβγαλε άχνα στις αντιρρήσεις του ΓΓΔΕ και το θέμα της μεταφοράς έληξε πριν καν αρχίσει και κανείς δεν μιλά πια για αυτό.
Βέβαια, θα μπορούσε ο κ. Γενικός Γραμματέας να ζητήσει την εξαίρεση μονάχα της δικής του υπηρεσίας, προβάλλοντας άλλους λόγους κι όχι τους γελοίους για μη ύπαρξη σταθμού Μετρό κλπ. Η γενίκευση απλώς σημαίνει πως ο εν λόγω κύριος φροντίζει για το μέλλον του εμφανιζόμενος σαν προστάτης όλων των υπαλλήλων, πιθανώς και των άλλων υπουργείων, ώστε όπως ο προκάτοχος του Θεοχάρης να αποκτήσει και μιαν πολιτική σταδιοδρομία.
Η παρέμβαση του ωστόσο φανερώνει και μιαν άλλη παράμετρο, την οποία το πολιτικό σύστημα αλλά και οι δανειστές, προσπαθούν να αποκρύψουν μεταθέτοντας τη συζήτηση αλλού.
Ένα σημαντικό κομμάτι των Δημοσίων υπαλλήλων, αποτελεί τον σκληρό πυρήνα του «βαθέως κράτους» και είναι ο κύριος στυλοβάτης, του πολιτικού συστήματος και του καθεστώτος του ξένου δανεισμού, πάνω στον οποίο βασίστηκε η δημιουργία και η συνέχεια του ελληνικού κράτους (Δ. Μάρτος, «Αθήνα Πρωτεύουσα» και «Αθηναϊσμός» εκδ. Γόρδιος).
Η δημιουργία μεγάλης δημοσιοϋπαλληλικής γραφειοκρατίας ήταν το ένα από τα οχήματα για τη μετατροπή της Ελλάδας σε αποικία χρέους από την πρώτη στιγμή της κρατικής της ύπαρξης.
Έτσι, οι ξένοι δανειστές «αρχικά έδιναν βαρύτητα στη συγκρότηση του κράτους», πράγμα που σήμαινε δημιουργία μεγάλου σώματος δημοσίων υπαλλήλων και κυρίως υψηλά αμειβόμενο ανώτερο στελεχιακό δυναμικό, το οποίο στην πρώτη περίοδο ύπαρξης του ελληνικού κράτους ήταν ξένο, καθώς το πρωταρχικό τους «κίνητρο δεν η οικονομική ανάπτυξη αλλά ο πολιτικός έλεγχος (της χώρας μας) (Μάρτος «Αθηναϊσμός» σελ. 152-153).
Το δεύτερο όχημα ήταν η προμήθεια «τεχνολογικού εξοπλισμού» πάντοτε για τις ανάγκες της της γραφεικρατικής επέκτασης και ποτέ για παραγωγική ανάπτυξη. Ο τεχνολογικός εξοπλισμός ήταν πάντοτε χαμηλής ποιότητας και υψηλού κόστους (Siemens, υποβρύχια που γέρνουν, ελικόπτερα που πέφτουν σκοτώνοντας τους πιλότους).
Από την εποχή του αγώνα για την ανεξαρτησία μέχρι τις μέρες μας η ίδια πάντοτε ιστορία. Το μεγάλο «μπουμ» όμως ξεκινά μετά το 1974 και φθάνει στο αποκορύφωμα του από το 1981 και μετά, με την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ. Ο πακτωλός των δανείων και των κοινοτικών επιδοτήσεων χρησιμοποιήθηκε σχεδόν αποκλειστικά για την επέκταση του δημόσιου τομέα, εντάσσοντας και άλλους μεγάλους κλάδους στον κρατικό τομέα (αγρότες, δικηγόροι, μηχανικοί κλπ) μέσω επιδοτήσεων ή χαριστικών νόμων, εξαφανίζοντας ουσιαστικά κάθε παραγωγική μονάδα και απασχόληση.
Φθάσαμε έτσι στο σημείο, η «μεσαία τάξη», για την καταστροφή της οποίας τόσος λόγος γίνεται τελευταία, από το 1974 και μετά να αποτελείται κατά ένα πολύ μεγάλο, ίσως στο μεγαλύτερο μέρος της, από δημοσίους υπαλλήλους.
Από την αρχή της δικής μας «κρίσης χρέους» η αγωνία και όλες οι προσπάθειες της εγχώριας πολιτικής και οικονομικής ελίτ εξαντλούνται πρώτον: Στη σωτηρία των τραπεζών και στο να διατηρηθεί όσο το δυνατόν αλώβητος ο δημόσιος τομέας και κυρίως τα τμήματα εκείνα που απαρτίζουν τον σκληρό πυρήνα του «βαθέως κράτους». Δεύτερον, στο να διατηρήσουν το μεγαλύτερο μέρος των κατώτερων διοικητικών υπαλλήλων, με μειωμένες φυσικά αποδοχές (γι’ αυτό και έληξε στα «μουγκά» το θέμα των 2.500 πλαστών πτυχίων). Ταυτόχρονα, πραγματοποιούν δραστικές περικοπές (απολύσεις και μη διορισμούς) στο στελεχικό δυναμικό (το διοικητικό προσωπικό παραμένει) της υγείας, της παιδείας και άλλων χρήσιμων πραγματικά δραστηριοτήτων, ρίχνοντας το βάρος στην κοινωνία. Στην προσπάθεια τους μάλιστα αυτή, έχουν την κατανόηση των ξένων δανειστών.
Η κατάσταση αυτή, δημιουργεί ένα τεράστιο, φοβισμένο και παθητικά διακείμενο στις εξελίξεις κοινωνικό στρώμα.
Η απαγκίστρωση αυτού του στρώματος από την πατρωνία του πολιτικού συστήματος, είναι προϋπόθεση για την πραγματοποίηση της πιο πλατιάς κοινωνικής συμμαχίας και της απομόνωσης του ολιγαρχικού συστήματος και των κοινωνικών στρωμάτων που το απαρτίζουν και το στηρίζουν.
Μονάχα έτσι μπορεί να υπάρξει μια εθνική και κοινωνική ανάταση, ώστε να βαδίσει η χώρα και ο ελληνισμός ολόκληρος σε μια πορεία αξιοπρέπειας και ανάπτυξης
http://blogvirona.blogspot.gr/2016/06/blog-post_62.html#more
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου