Εάν η ισχύς, η εξουσία ήταν συνταγογραφούμενο
φάρμακο, θα είχε έναν μακρύ κατάλογο γνωστών παρενεργειών. Μπορεί να σας μεθύσει. Μπορεί να σας διαφθείρει. Μπορεί να κάνει ακόμη και τον Χένρι Κίσινγκερ να πιστεύει ότι... είναι σέξι. Αλλά μπορεί να προκαλέσει εγκεφαλική βλάβη;
φάρμακο, θα είχε έναν μακρύ κατάλογο γνωστών παρενεργειών. Μπορεί να σας μεθύσει. Μπορεί να σας διαφθείρει. Μπορεί να κάνει ακόμη και τον Χένρι Κίσινγκερ να πιστεύει ότι... είναι σέξι. Αλλά μπορεί να προκαλέσει εγκεφαλική βλάβη;
Το «παράδοξο εξουσίας»
Ο ιστορικός Χένρι Άνταμς μιλώντας βέβαια μεταφορικά και όχι ιατρικά χαρακτήρισε την εξουσία ως «ένα είδος όγκου που τελειώνει με τη δολοφονία της συμπόνιας του θύματος». Αλλά αυτό δεν απέχει πολύ από αυτό που ο Dacher Keltner, καθηγητής ψυχολογίας στο UC Berkeley, κατέληξε μετά από χρόνια πειραμάτων. Όσο περισσότερη εξουσία λαμβάνουν οι άνθρωποι, τόσο περισσότερη ελευθερία αισθάνονται ότι έχουν να είναι ο αυθεντικός εαυτός τους, που ενεργεί σε συνέπεια με τους στόχους και τις αξίες του. Με άλλα λόγια, η ισχύς δεν είναι εγγενώς διαβρωτική. Απλά φέρνει στην επιφάνεια την αληθινή φύση μας.
Η μελέτη που διεξήχθη από τους καθηγητές ψυχολογίας Serena Chen και Dacher Keltner, στο Πανεπιστήμιο Berkeley της Καλιφόρνιας, απεικονίζει εύστοχα αυτό το φαινόμενο. Οι ερευνητές ζήτησαν από κάποιους συμμετέχοντες να σκεφτούν μια φορά στη ζωή τους που είχαν εξουσία και από άλλους να σκεφτούν μια στιγμή που δεν είχαν. Αυτό έβαλε τους συμμετέχοντες στην αντίστοιχη ισχυρή ή ανίσχυρη νοοτροπία. Αμέσως μετά, οι ερευνητές ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να αναφέρουν πως θεωρούν ότι είναι σαν άνθρωποι, σε σχέση με τρεις σημαντικές κοινωνικές ομάδες υπαγωγής, τους φίλους, την οικογένεια και τους συναδέλφους.
Στους συμμετέχοντες που έπρεπε να σκεφτούν την περίοδο που δεν διέθεταν εξουσία, τα προσωπικά χαρακτηριστικά τους προσαρμόζονταν ανάλογα με την ομάδα υπαγωγής. Η έλλειψη εξουσίας, οδηγεί τους ανθρώπους να έχουν μια ελαφριά ποικιλία στη προσωπικότητά τους και τη συμπεριφορά τους σε διαφορετικές κοινωνικές συνθήκες, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στους διάφορους στόχους και τις προσδοκίες των άλλων.
Αντίθετα, οι συμμετέχοντες που είχαν σκεφτεί εκείνη τη φορά που κατείχαν εξουσία, είχαν πιο σταθερά χαρακτηριστικά μεταξύ των κοινωνικών ομάδων. Η ελευθερία που έρχεται με την εξουσία έδωσε τη δυνατότητα στα άτομα να είναι το ίδιο πρόσωπο σε όλες τις συνθήκες. Μια μελέτη παρακολούθησης που χρησιμοποίησε παρόμοιες μεθόδους διαπίστωσε επίσης ότι τα ισχυρά άτομα ανέφεραν ότι ένιωθαν πιο αυθεντικά, περισσότερο σαν τον αληθινό εαυτό τους από εκείνα που προς στιγμήν είχαν σκεφτεί τους εαυτούς τους σε μία φάση που δεν είχαν εξουσία.
Το πιο ισχυρό αποτέλεσμα αυτού του είδους της μελέτης είναι ότι η εξουσία επιτρέπει στους ανθρώπους να εκφραστούν ελεύθερα σε καταστάσεις όπου οι άλλοι (αυτοί που δεν έχουν εξουσία), θα έπρεπε να εξετάσουν πιο προσεκτικά το πώς η συμπεριφορά τους, επηρεάζει ή ακόμα και βλάπτει, τους άλλους. Αυτό είναι καλό, αν έχετε έναν ηγέτη ο οποίος είναι εγγενώς ειλικρινής, νοιάζεται και είναι συμπονετικός. Αλλά τα νέα είναι άσχημα, αν μιλάμε για έναν ηγέτη ο οποίος είναι εκ φύσεως εγωιστής, οξύθυμος και χωρίς ηθικές αξίες.
Ο Sukhvinder Obhi, ένας νευροεπιστήμονας στο πανεπιστήμιο McMaster, στο Οντάριο, περιέγραψε πρόσφατα κάτι παρόμοιο. Σε αντίθεση με τον Keltner, ο οποίος μελετά τις συμπεριφορές, ο Obhi μελετά τους εγκεφάλους. Και όταν έβαλε τα κεφάλια του ισχυρού και του λιγότερο ισχυρού κάτω από μια μηχανή διακρανιακής μαγνητικής διέγερσης, διαπίστωσε ότι η εξουσία, στην πραγματικότητα, υπονομεύει μια συγκεκριμένη νευρική διαδικασία, «καθρέφτη», που μπορεί να είναι ένας ακρογωνιαίος λίθος της ενσυναίσθησης. Αυτό δίνει μια νευρολογική βάση σε αυτό που ο Keltner χαρακτήρισε το «παράδοξο εξουσίας»: Μόλις αποκτούμε την εξουσία, χάνουμε μερικές από τις ικανότητες που χρειαζόμασταν για να την κερδίσουμε.
Οι ισχυροί άνθρωποι «σταματούν να προσομοιάζουν την εμπειρία των άλλων», λέει ο Keltner, που οδηγεί σε αυτό που ονομάζει «έλλειμμα ενσυναίσθησης». Αυτό που είναι το χειρότερο, είναι ότι οι ισχυροί ανθρώποι έχουν επίσης τη δυνατότητα να δημιουργήσουν καταστάσεις που είναι προβληματικές για όλους γύρω τους. Επειδή έχουν την τάση να επικεντρώνονται στους δικούς τους στόχους, οι ισχυροί μπορεί να μην ενδιαφέρονται για τις ανάγκες των άλλων, να είναι λιγότερο πρόθυμοι να συμβιβαστούν και να βασίζονται σε νοητικές συντομεύσεις και στερεότυπα όταν παίρνουν αποφάσεις.
«Επιστρέφουμε και πάλι στον ορισμό της εξουσίας. Όταν έχουμε δύναμη, είμαστε λιγότερο εξαρτημένοι από τους άλλους και μπορούμε να δράσουμε με πιο εγωκεντρικό τρόπο», λένε οι ψυχολόγοι. «Όταν μας λείπει η δύναμη, πρέπει να υπηρετούμε τους άλλους για να έχουμε πρόσβαση σε πόρους και είναι πιο πιθανό να ενεργήσουμε με ένα πιο θετικό για την κοινωνία τρόπο».
Από το κακό στο χειρότερο...
Και οι ισχυροί συχνά βλέπουν τους άλλους ανθρώπους ως ένα μέσο για την επίτευξη του στόχου τους. Σε μια σειρά από εργαστηριακές μελέτες, οι ερευνητές ψυχολόγοι έδειξαν ότι οι άνθρωποι που ένιωθαν ότι είχαν μεγαλύτερη εξουσία ήταν πιο πιθανό να αναπτύξουν κοινωνικές επαφές με βάση τη «χρησιμότητα» του άλλου ατόμου, ώστε να τους βοηθήσει να επιτύχουν τους στόχους τους (Journal of Personality and Social Psychology, 2008).
Οι εγωκεντρικοί ηγέτες, όμως, δεν είναι απλώς ένα πρόβλημα για τους ανθρώπους που πατούν επί πτωμάτων στο δρόμο τους προς την κορυφή. Οι ανήθικες αποφάσεις τους και η κακή συμπεριφορά, μπορεί να αποδυναμώσουν οργανώσεις ή ακόμα και ολόκληρες κοινωνίες. «Μερικά από τα πιο επικίνδυνα ανθρώπινα ένστικτα προέρχονται από την αδυναμία μας να βρεθούμε στη θέση κάποιου άλλου», λένε οι ψυχολόγοι.
Η έλλειψη ενσυναίσθησης, η αδυναμία να δούμε τους κινδύνους και η τάση λήψης βιαστικών αποφάσεων, μπορεί να είναι ένας καταστροφικός συνδυασμός. «Αν είστε τόσο προνομιούχος ώστε να βρίσκεστε σε θέση ισχύος, θα πρέπει να προσεγγίσετε αυτή την εξουσία ηθικά», σημειώνουν οι ερευνητές. Τα καλά νέα είναι ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί. Οι μεγάλοι ηγέτες το καταφέρνουν.
Πράγματι, οι άνθρωποι που έχουν την τάση να είναι καλοί, και είναι καλοί, χρησιμοποιούν την εξουσία τους για το καλό. Σε μια μελέτη οι ψυχολόγοι ερευνητές, διερεύνησαν την αλληλεπίδραση μεταξύ εξουσίας και ηθικής ταυτότητας, που την όρισαν ως το βαθμό στον οποίον ένα άτομο κατέχει την ηθική ως μέρος της αυτο-αντίληψής του. Διαπίστωσαν ότι τα άτομα με αδύναμη ηθική ταυτότητα ενήργησαν με ιδιοτελείς τρόπους, όταν είχαν εξουσία. Όμως μεταξύ εκείνων με ισχυρή ηθική ταυτότητα, η εξουσία τους ενέπνευσε να είναι πιο ανιδιοτελείς (Journal of Applied Psychology, 2012).
Και το 2016 η έρευνα του Galinsky στο Journal of Experimental Social Psychology δείχνει ότι, ενώ η εξουσία εν γένει συνδέεται με μειωμένη αντίληψη, η εξουσία μπορεί στην πραγματικότητα να κάνει πιο εύκολη την εξέταση των απόψεων των άλλων ανθρώπων, όταν αυτοί οι ηγέτες αισθάνονταν αυξημένη αίσθηση ευθύνης απέναντι στους άλλους, στο σύνολο. «Η αληθινή προσωπικότητα των ανθρώπων εμφανίζεται όταν είναι ελεύθεροι από τους περιορισμούς των άλλων», λέει ο Galinsky. «Πρέπει να επιλέγονται οι σωστοί άνθρωποι για την εξουσία, άνθρωποι που έχουν ήδη ένα αίσθημα ευθύνης προς τους άλλους».
Σε κάθε περίπτωση, είναι καλή ιδέα να μην στηρίζεστε σε μεγάλο βαθμό στην ηθική πυξίδα ενός ηγέτη, λέει ο Galinsky. Η έρευνα για την ψυχολογία της εξουσίας μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη πολιτικών και συστημάτων τα οποία θα βοηθήσουν να έρχονται οι ηγέτες προ των ευθυνών για τη συμπεριφορά τους. Η μελέτη της εξουσίας μπορεί επίσης να βοηθήσει τους ψυχολόγους στην κλινική τους πράξη. Τα αισθήματα αδυναμίας έρχονται στο προσκήνιο σε πολλούς τομείς, από τη φτώχεια έως το άγχος, προβλήματα στο χώρο εργασίας ή με την οικογενειακή διχόνοια. «Για πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ψυχολόγοι, η λύση είναι πραγματικά η ενδυνάμωση των ανθρώπων».
Σε πολλές περιπτώσεις, οι άνθρωποι έχουν μια στρεβλή άποψη της δικής τους ικανότητας να ελέγχουν τη ζωή τους: με άλλα λόγια, δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν πόση αυτενέργεια έχουν πραγματικά. Οι άλλοι αντιλαμβάνονται με ακρίβεια τη δική τους δύναμη, αλλά πρέπει να κάνουν καλύτερη δουλειά στο να κρατούν μια προοπτική. «Χρειαζόμαστε τα οφέλη της εξουσίας για να προχωρήσουμε στη ζωή και να αναλάβουμε την ευθύνη, αλλά πρέπει να ελαχιστοποιήσουμε το μειονέκτημα και την εγωκεντρική εστίαση», λέει ο Galinsky. «Οι κλινικοί ψυχολόγοι μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να αξιοποιήσουν την αίσθηση της εξουσίας και να την κατευθύνουν προς τη σωστή κατεύθυνση».
Μπορεί να αλλάξει η φύση και η επιρροή της εξουσίας;
Και ναι και όχι. Είναι δύσκολο να σταματήσετε την τάση της εξουσίας να επηρεάσει τον εγκέφαλό σας. Αυτό που είναι πιο εύκολο είναι να σταματήσουμε να νιώθουμε ισχυροί. Εφόσον η δύναμη επηρεάζει τον τρόπο που σκεφτόμαστε, λέει ο Keltner, δεν είναι θέση αλλά ψυχική κατάσταση.
Το «σύνδρομο της ύβρεως»
Ο Ντέιβιντ Οουεν, επιφανής Αγγλος πολιτικός, είχε διατελέσει υπουργός Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας και παράλληλα ιατρός νευρολόγος. Στο βιβλίο του «Ασθενείς ηγέτες στην εξουσία. Πόσο οι αρρώστιες επηρέασαν τους πολιτικούς τα τελευταία 100 χρόνια», περιγράφει την επίδραση ψυχικών και σωματικών ασθενειών στους ηγέτες του προηγούμενου αιώνα.
Μια επίκτητη ψυχιατρική διαταραχή της συμπεριφοράς ορισμένων πολιτικών είναι το σύνδρομο της ύβρεως. Το σύνδρομο αυτό έχει βασικά τα εξής χαρακτηριστικά: αυτός που πάσχει θεωρεί τους πολίτες απλώς ένα πεδίο όπου ασκεί την εξουσία του. Φροντίζει υπέρμετρα για τη δημόσια εικόνα του. Επιλέγει ενέργειες και δράσεις που ευνοούν αυτή την εικόνα του στον λαό. Ταυτίζει τον εαυτό του με το κράτος ή ακόμα και με το έθνος! Στις δημόσιες ομιλίες του μιλάει σαν μεσσίας, εκθειάζοντας τις ενέργειές του. Αγνοεί τις υποδείξεις και τις παρατηρήσεις του περιβάλλοντός του, αφού πιστεύει ότι έχει το αλάθητο και το προνόμιο να γνωρίζει μόνο αυτός την αλήθεια. Εχει υπερβολική αυτοπεποίθηση. Και τελικά χάνει την επαφή με την πραγματικότητα.
Ειδικότερα, η υπέρμετρη αίσθηση αυτοπεποίθησης τον οδηγεί στον αποκλεισμό κάθε λογικής συμβουλής, ενώ αρέσκεται μόνο στις κολακείες. Το σύνδρομο αυτό αποκτά μεγάλη σημασία, αφού οι ηγέτες που πάσχουν από αυτό επηρεάζουν τις τύχες των λαών τους, αλλά και άλλων λαών, πολλές φορές καθοριστικά.
Πραγματικά, στον αιώνα που πέρασε φαίνεται ότι ορισμένοι πολύ γνωστοί αρχηγοί κρατών σε όλο τον κόσμο έπασχαν από αυτό το σύνδρομο. Οπως ο Ρούσβελτ, ο Μουσολίνι, ο Χίτλερ, ο Τσόρτσιλ, ο Μάο Τσε Τουνγκ, ο Αϊζενχάουερ, ο Ντε Γκολ, ο Τζον Κένεντι, ο Νίξον, η Θάτσερ, ο Ρέιγκαν, ο Μιτεράν, ο Γέλτσιν, ο Σιράκ, ο Μπλερ, ο Τζορτζ Μπους, ο Αριέλ Σαρόν κ.ά. Ο λόρδος Οουεν βέβαια στο βιβλίο του αναφέρεται σε πολιτικούς ηγέτες του προηγούμενου αιώνα. Εάν όμως κάποιος αναλύσει με τα ίδια κριτήρια συμπεριφορές σύγχρονων ηγετών, εύκολα θα διαπιστώσει ότι αρκετοί μπορεί να θεωρηθεί ότι πάσχουν από το σύνδρομο της ύβρεως.
Με πληροφορίες από το The Atlantic
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου