Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2018

Πως ο Αραφάτ διέφυγε από τις Ισραηλινές επιχειρήσεις δολοφονίας

Οι δυνάμεις ασφαλείας του ισραηλινού έθνους
προσπάθησαν επί δεκαετίες να σκοτώσουν τον Παλαιστίνιο ηγέτη, Yasser Arafat. Τώρα, οι πρώην Ισραηλινοί αξιωματούχοι αφηγούνται την ιστορία. Πώς απέτυχαν και πόσο μακριά έφτασαν για να πετύχουν.

Τις αφηγήσεις των Ισραηλινών αξιωματούχων που αποφάσισαν να μιλήσουν εξασφάλισαν και δημοσιεύουν οι New York Times.

Ο Arafat στην Αθήνα

Ήταν το απόγευμα της 23ης Οκτωβρίου 1982. Τα ραντάρ των ισραηλινών F-15 αναγνώρισαν το σωστό αεροπλάνο. Ένα DHC-5 Buffalo. Όλοι περίμεναν μια εντολή να ανοίξουν πυρ, αλλά ο αρχηγός της Πολεμικής Αεροπορίας, David Ivry, δίσταζε. Το πράσινο φως για να καταρρίψει το αεροπλάνο ήρθε από τον υπουργό άμυνας, Ariel Sharon. Οι αμφιβολίες όμως του Ivry υπερίσχυσαν. «Αρνητικό», είπε στον πιλότο. «Επαναλαμβάνω: Αρνητικό για πυρ».

Η στρατιωτική επιχείρηση - η στοχευμένη δολοφονία του Arafat, προέδρου της Παλαιστινιακής Αρχής και της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) - είχε τεθεί σε κίνηση την προηγούμενη μέρα από την Μοσάντ, την ισραηλινή υπηρεσία πληροφοριών. H Μοσάντ είχε λάβει αναφορές από δύο πληροφοριοδότες μέσα στην P.L.O. ότι ο Arafat θα απογειωθεί από την Αθήνα με ιδιωτικό αεροσκάφος και θα κατευθυνθεί προς το Κάιρο. Να σημειωθεί πως 40 μέρες μόλις μετά την νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εθνικές εκλογές του Οκτωβρίου του 1981 ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε αναγνωρίσει την PLO, μια απόφαση που «πάγωσε» την Δύση, δεδομένου πως οι υπόλοιπες χώρες της ΕΕ την θεωρούσαν τρομοκρατική οργάνωση. Στάλθηκαν λοιπόν αμέσως δύο συνεργάτες για να συγκεντρώσουν περισσότερες πληροφορίες. Στο αεροδρόμιο της Αθήνας, οι συνεργάτες της Μοσάντ περίμεναν τον Arafat στην περιοχή όπου σταθμεύουν ιδιωτικά αεροσκάφη.


Εν τω μεταξύ, ο Sharon ασκούσε συνεχή πίεση στον Rafael Eitan, επικεφαλής των ισραηλινών αμυντικών δυνάμεων, για να προχωρήσει η επιχείρηση. Η αεροπορία έθεσε δύο μαχητικά F-15 σε επιφυλακή για άμεση απογείωση από τη βάση αεροπορικής δύναμης Tel Nof. Ο Ivry, πάντα προσεκτικός, ενημέρωσε τον ίδιο τον πιλότο. Ήταν σαφές σε αυτόν πόσο καταστροφικό θα ήταν εάν το Ισραήλ κατέρριπτε το λάθος αεροσκάφος. «Δεν πυροβολείτε χωρίς O.K.», είπε στον πιλότο. «Σαφές; Ακόμα κι αν υπάρχει πρόβλημα επικοινωνίας, αν δεν ακούσετε την παραγγελία μου», τόνισε. «Δεν ήταν σαφές για μένα ότι ο Arafat ήταν μέσα στο αεροσκάφος. Και γιατί θα πετούσε για Κάιρο. Σύμφωνα με τη λογική, δεν είχε λόγο να πάει εκεί εκείνη την εποχή. Και μάλιστα με αυτό το είδος αεροσκάφους; Δεν είναι καθόλου αξιοπρεπές για έναν άνθρωπο με την ιδιότητά του. Ζήτησα από την Μοσάντ επιβεβαίωση» εξηγεί ο David Ivry, καθισμένος στην σουίτα με θέα το Τελ Αβίβ, όπου εργάζεται τώρα ως πρόεδρος της Boeing Israel.

Οι δύο μυστικοί συνεργάτες από την Καισάρεια επέμειναν για άλλη μια φορά ότι ήταν ο Arafat. «Ο στόχος έχει αφήσει μια μακριά γενειάδα για να παραπλανήσει», ανέφεραν. Η Μοσάντ επιβεβαίωσε εκ νέου τη θετική ταυτοποίηση. Το αεροπλάνο είχε απογειωθεί. Δεν θα χρειαζόταν πολύς χρόνος για να παρακολουθήσουν το αργό μεταφορικό αεροπλάνο. Ο Ivry όμως εξακολουθούσε να έχει αμφιβολίες. Είπε στον βοηθό του να επικοινωνήσει ξανά και να ζητήσει να παράσχουν δευτερεύουσα επιβεβαίωση ότι ήταν ο Arafat στο αεροπλάνο και όχι μόνο κάποιος που έμοιαζε με αυτόν. Ήξερε επίσης ότι οι πιλότοι μπορεί να είναι υπερβολικοί, ότι μερικές φορές αναζητούν έναν λόγο να πυροδοτήσουν έναν στόχο.

Ο Ivry έδινε την ίδια απάντηση κάθε φορά: «Δεν έχουμε ακόμα την τελική θετική επιβεβαίωση ότι είναι αυτός» ενώ στη Μοσάντ δήλωνε ότι η οπτική ταυτοποίηση ήταν ανεπαρκής και ζητούσε μια ακόμα επιβεβαίωση ότι ο Αραφάτ ήταν στο αεροπλάνο. Του δόθηκε άμεση εντολή: Εάν δεν κατέρριπτε σύντομα το αεροσκάφος, θα έπρεπε να εξηγήσει το γιατί στη Μοσάντ και στον Sharon. Είκοσι πέντε λεπτά μετά την απογείωση των μαχητικών, ο άνθρωπος στην ασφαλή γραμμή που συνδέεται άμεσα με την έδρα της Μοσάντ λέει «Έχουν προκύψει αμφιβολίες, κάποιες πηγές επέμεναν ότι ο Arafat δεν ήταν πουθενά κοντά στην Ελλάδα και ότι ο άντρας στο αεροπλάνο δεν θα μπορούσε να είναι αυτός». Ελλείψει άλλης εντολής, το ζευγάρι των F-15 συνέχισε να παρακολουθεί το Buffalo. Ο Ivry επανέλαβε τις εντολές του. «Περιμένουμε περισσότερες πληροφορίες. Κρατήστε τα μάτια στο στόχο και περιμένετε».

Λίγο αργότερα ήρθε μια άλλη αναφορά. Πηγές από την Μοσάντ δήλωσαν ότι ο άνθρωπος στο αεροπλάνο ήταν ο Fathi, ο μικρότερος αδελφός του, ένας παιδίατρος και ο ιδρυτής της Παλαιστινιακής Ερυθράς Ημισελήνου. Μαζί του ήταν 30 τραυματίες, όλα παιδιά, επιζώντες της σφαγής στα στρατόπεδα προσφύγων Sabra και Shatila στη Βηρυτό πριν από ένα μήνα. Ο Fathi Arafat τους συνοδεύει στο Κάιρο για ιατρική περίθαλψη». Ο Ivry ανέπνευσε ανακουφιστικά. «Γύρνα», διέταξε τον πιλότο. «Έρχεστε σπίτι». Το δίλημμα που αντιμετώπιζε ο Ivry εκείνη την ημέρα, τον Οκτώβριο του 1982, ήταν μόνο ένα παράδειγμα διλήμματος που αντιμετώπισαν πολλοί Ισραηλινοί κατά τη διάρκεια της σύντομης ιστορίας του έθνους - τη βίαιη και μερικές φορές ασυμβίβαστη σύγκρουση μεταξύ των θεμελιωδών αρχών της δημοκρατίας και του ένστικτου ενός έθνους να υπερασπιστεί εαυτόν.

O David Ivry, αριστερά, με τον Ariel Sharon στο άνοιγμα της αεροπορικής βάσης Ramon το 1982

«Βρήκαν το φαγητό του ακόμα ζεστό στο τραπέζι αλλά εκείνος έλειπε»

Από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Ισραήλ μετρά τις περισσότερες δολοφονίες από οποιαδήποτε άλλη χώρα στη Δύση, σε πολλές περιπτώσεις θέτοντας σε κίνδυνο και τις ζωές των πολιτών. Μπορεί άραγε ένα έθνος να χρησιμοποιήσει τις μεθόδους της τρομοκρατίας; Μπορεί να βλάψει αθώους πολίτες σε μια επιχείρηση; Ποιο είναι το κόστος; Πού είναι η «κόκκινη γραμμή»; Η αλήθεια όμως είναι ότι κανένας στόχος δεν μπόρεσε να παραπλανήσει και να κοροϊδέψει τους Ισραηλινούς περισσότερο από τον Arafat. Κάποιες φορές απλώς κατάφερε να διαφύγει, άλλες φορές ο στόχος δεν μπορούσε να επιβεβαιωθεί και άλλες το κόστος στην πολιτική ζωή θεωρήθηκε υπερβολικά υψηλό.

Από την ίδρυση της Φατάχ, προάγγελο της PLO, το 1959, ο Αραφάτ και οι φίλοι του έγιναν στόχος της Μοσάντ. Το 1965, όταν η Φατάχ διεξήγαγε τις πρώτες αντάρτικες και ένοπλες ενέργειες εναντίον του Ισραήλ, ο Raful Eitan, επικεφαλής των επιχειρήσεων της Μοσάντ στην Ευρώπη ζήτησε από τον διευθυντή της Μοσάντ Meir Amit να διατάξει να εισβάλουν σε ένα διαμέρισμα που ο Arafat χρησιμοποιούσε ως επιχειρησιακή βάση στη Φρανκφούρτη και να τον σκοτώσουν. «Μπορούμε να το κάνουμε εύκολα», έγραψε στον Amit. «Έχουμε πρόσβαση στον στόχο και αυτή είναι μια ευκαιρία που ίσως να μην την ξαναέχουμε». Σύμφωνα με τον Eitan, ο Amit αρνήθηκε να υπογράψει. Δεν εκτιμούσε πως η ομάδα αυτή ήταν κάτι πολύ περισσότερο από μια συμμορία νεαρών κακοποιών. «Δεν με άκουσαν», λέει ο Eitan δεκαετίες αργότερα. «Θα μπορούσαμε να έχουμε γλιτώσει από πολλές προσπάθειες».

Τελικά η στάση του Eitan επικράτησε. Η πεποίθηση ότι η δολοφονία του ηγέτη της P.L.O. θα λύσει ολόκληρο το Παλαιστινιακό πρόβλημα θα ήταν η κυρίαρχη γνώμη στην ισραηλινή λογική για τα επόμενα πολλά χρόνια και μέχρι το θάνατό του. «Το Ισραήλ πρέπει να χτυπήσει την καρδιά των τρομοκρατικών οργανώσεων», έγραψε στο ημερολόγιό του ο Yehuda Arbel, στρατιωτικός διοικητής στην Ιερουσαλήμ και στη Δυτική Όχθη στα τέλη της δεκαετίας του 1960. «Η αφάνιση του Αραφάτ αποτελεί προϋπόθεση για την εξεύρεση λύσης στο παλαιστινιακό πρόβλημα». Και αυτό ακριβώς προσπάθησε να κάνει το Ισραήλ, πολλές φορές. Αμέσως μετά τον πόλεμο των έξι ημερών το 1967, γνωστό και ως Αραβοϊσραηλινό Πόλεμο που, ξέσπασε μεταξύ του Ισραήλ και των Αράβων γειτόνων του, την Αίγυπτο, την Ιορδανία και την Συρία και έληξε με την ήττα των αραβικών κρατών, ο Arafat ξεκίνησε μια σειρά αντάρτικων επιχειρήσεων από την Ανατολική Ιερουσαλήμ και τη Δυτική Όχθη. Οταν οι Ισραηλινοί στρατιώτες τον εντόπισαν, εισέβαλαν στο σπίτι όπου βρισκόταν. Βρήκαν το φαγητό του ακόμα ζεστό στο τραπέζι αλλά εκείνος έλειπε.

Ορισμένες απόπειρες δολοφονίες του ήταν πιο περίτεχνες. Εμπνευσμένοι από την ταινία «Ο άνθρωπος της Μαντζουρίας», οι Ισραηλινοί πέρασαν τρεις μήνες το 1968, προσπαθώντας να μετατρέψουν έναν Παλαιστίνιο κρατούμενο σε προγραμματισμένο ψυχρό δολοφόνο. Μέσα σε πέντε ώρες από την απελευθέρωσή του για να εκτελέσει την αποστολή του, ο υποψήφιος δολοφόνος είχε πάει στην τοπική αστυνομία, παρέδωσε το πιστόλι και εξήγησε ότι οι Ισραηλινοί είχαν προσπαθήσει να του κάνουν πλύση εγκεφάλου για να σκοτώσει τον Arafat. Αυτές και πολλές άλλες προσπάθειες όχι μόνο απέτυχαν και όχι μόνο προκάλεσαν πολλή αμηχανία στο Ισραήλ αλλά αύξησαν και τη δημοτικότητα του Arafat. Πέρα από την εξασφάλιση της λατρείας του δικού του λαού, ο Arafat άρχισε να κάνει και πολλούς ισχυρούς φίλους στο εξωτερικό. Ο ανατολικογερμανός ηγέτης Erich Honecker τον θεωρούσε ως έναν πραγματικό επαναστάτη, όπως και ο Fidel Castro, και οι κατάσκοποί τους παρείχαν στους Παλαιστίνιους πληροφορίες και όπλα. Τη δεκαετία του 1970 ο Αραφάτ ήταν ο de facto αρχηγός κράτους με ευρεία υποστήριξη. Η δολοφονία του θα δημιουργούσε πρόβλημα διεθνώς και οι Ισραηλινοί γι’ αυτό έσφιγγαν τα δόντια τους.

Meir Dagan, I.D.F. ειδικές επιχειρήσεις; David Ivry, αρχηγός της Πολεμικής Αεροπορίας. Κάτω: Aviem Sella, επικεφαλής των επιχειρήσεων της Πολεμικής Αεροπορίας. Ariel Sharon, υπουργός άμυνας.

Bόμβες κάτω από τις θέσεις V.I.P. στο στάδιο της Βηρυτού

Το 1981 ο Sharon «ένας ένδοξος διοικητής του στρατού» διορίζεται υπουργός άμυνας του Ισραήλ. Στοχοποίησε εκ νέου τον Arafat και έδωσε το πράσινο φως για μια επιχείρηση που, αν πετύχαινε, θα άλλαζε την πορεία της ιστορίας της Μέσης Ανατολής. Η επιχείρηση Ολυμπία κάλεσε ισραηλινούς πράκτορες να «φυτέψουν» βόμβες κάτω από τις θέσεις V.I.P. στο στάδιο της Βηρυτού, όπου, την 1η Ιανουαρίου 1982, η P.L.O. επρόκειτο να γιορτάσει την επέτειο της πρώτης επιχείρησής της εναντίον του Ισραήλ. Με το πάτημα ενός κουμπιού, θα πετύχαιναν τον αφανισμό ολόκληρης της παλαιστινιακής ηγεσίας.

Τα πάντα ήταν έτοιμα, μέσα και έξω από το στάδιο, καθώς και τρία οχήματα φορτωμένα με εκρηκτικά θα σταθμεύανε στους δρόμους γύρω από το στάδιο και αυτά θα έπρεπε να εκραγούν περίπου ένα λεπτό μετά την έκρηξη εντός του σταδίου, όταν ο πανικός θα ήταν στο αποκορύφωμα και οι επιζήσαντες της αρχικής έκρηξης θα προσπαθούσαν να εγκαταλείψουν το στάδιο. Ο θάνατος και η καταστροφή αναμενόταν να είναι «άνευ προηγουμένου», σύμφωνα με έναν ανώτερο αξιωματικό της Ισραηλινής Διοίκησης. Αλλά μια ομάδα ανησυχούντων αξιωματικών, καθώς και ο αναπληρωτής υπουργός Άμυνας, ζήτησαν την ακύρωση του σχεδίου. «Δεν μπορείτε να σκοτώσετε ένα ολόκληρο στάδιο. Όλος ο κόσμος θα στραφεί εναντίον μας» αφηγείται.


Κωδικός... Salt Fish

Το 1982 επίσης ο Sharon ήταν αυτός που ενορχήστρωσε την εισβολή στο Λίβανο, μια στρατιωτική επιχείρηση κατά την οποία σκοτώθηκαν εκατοντάδες άμαχοι Λιβανέζοι, προκειμένου να επιτευχθεί ο στρατιωτικός στόχος της εξολόθρευσης των ανταρτών της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) στην περιοχή. Παρά τις διαταγές που είχε λάβει τότε, ο Sharon οδήγησε τα στρατεύματά του λίγο έξω από τη Βηρυτό. Η αποστολή είχε επιτύχει: η PLO ξεριζώθηκε από το Λίβανο και οι επιθέσεις εναντίον του βόρειου Ισραήλ είχαν μειωθεί. Το αποκορύφωμα της εισβολής ήταν η διήμερη σφαγή, από τις 16 έως τις 18 Σεπτεμβρίου του 1982, 2.500 Παλαιστίνιων αμάχων στα προσφυγικά στρατόπεδα, από τις ορδές των Λιβανέζων χριστιανών Φαλαγγιτών που συνεργάζονταν με το Ισραήλ.

Ο Sharon παρουσίασε τον πόλεμο στον Λίβανο ως περιορισμένη εισβολή, αλλά στην πραγματικότητα είχε ένα πολύ πιο ριζοσπαστικό όραμα: οι ισραηλινές δυνάμεις θα κατέλαβαν τον Λίβανο και θα εκτόπιζαν τους Παλαιστίνιους στην Ιορδανία, όπου εκεί θα ήταν πλειοψηφία και θα μπορούσαν να ιδρύσουν παλαιστινιακό κράτος. Αυτό εκτιμούσε οως θα τερμάτιζε το παλαιστινιακό αίτημα για ένα κράτος στη Δυτική Όχθη, που θα γινόταν έτσι μέρος του Ισραήλ. Σε αυτό το φανταστικό σχέδιο, υπήρχε ένα ακόμη κρίσιμο στοιχείο: η δολοφονία του Arafat.

Για το σκοπό αυτό, δημιουργήθηκε μια ειδική αποστολή με το όνομα Salt Fish. Το σχέδιο επέβλεπαν δύο ειδικοί επιθεωρητές, ο Meir Dagan, γενικός στρατηγός των στρατιωτικών δυνάμεων του Ισραήλ και αργότερα διευθυντής της Μοσάντ και ο Rafi Eitan, ο οποίος ήταν τότε σύμβουλος του υπουργού Άμυνας στην αντιτρομοκρατία. «Νόμιζα ότι η αποστολή αυτή θα άλλαζε την πορεία της ιστορίας», λέει ο Dagan. «Ο Αραφάτ δεν ήταν μόνο παλαιστίνιος ηγέτης, αλλά ένας ιδρυτής του παλαιστινιακού έθνους. Ο θάνατός του θα απελευθέρωνε ένα μεγάλο μέρος των εσωτερικών συγκρούσεων στο εσωτερικό της P.L.O. και θα παρεμπόδιζαν σημαντικά την ικανότητά της να λαμβάνει από τότε αποφάσεις στρατηγικού χαρακτήρα».

Ο υπολοχαγός Uzi Dayan ανέλαβε την διοίκηση του Salt Fish. Προσπάθησαν να εντοπίσουν τις κινήσεις του Αραφάτ. Η προτιμώμενη μέθοδος επίθεσης θα ήταν με αεροσκάφη. «Ήταν μια πολύ περίπλοκη αποστολή» λέει ο Dayan. «Έπρεπε να συγκεντρώσουμε τις πληροφορίες από τις διάφορες πηγές, να καταλάβουμε ποιο κτίριο ή σπηλιά ήταν το σωστό, να το εντοπίσουμε στον χάρτη, να το περιορίσουμε στις ακριβείς συντεταγμένες, να τις μεταδώσουμε στην αεροπορία, δίνοντάς αρκετό χρόνο και τέλος να βομβαρδίσουμε» διηγείται.

Ο Arafat σύντομα συνειδητοποίησε πως δεν ήταν τυχαίο ότι οι βόμβες επανειλημμένα έπεφταν σε μέρη που ήθελε να πάει ή μόλις έφευγε. Έτσι έπραξε το απλό, συνέχισε να μετακινείται, να ανατρέπει ξαφνικά τις προγραμματισμένες του κινήσεις και έτσι να χαλάει τα ισραηλινά σχέδια. Στις 3 Ιουλίου 1982, ο Uri Avnery, ένας αριστερός ισραηλινός δημοσιογράφος μαζί με έναν φωτογράφο, πέρασαν στη Βηρυτό για να συναντηθούν με τον Arafat στην καρδιά της πόλης. Η συνάντηση ήταν εξαιρετικά αμφιλεγόμενη στο Ισραήλ, καθώς αυτή ήταν η πρώτη του επίσημη συνάντηση με Ισραηλινούς. Η ομάδα Salt Fish αποφάσισε να επωφεληθεί από την ευκαιρία, να αφήσει τους δημοσιογράφους να οδηγήσουν εν αγνοία τους την ομάδα δολοφονίας απευθείας στον Arafat. Ένα δίλημμα όμως ξέσπασε ανάμεσα στα μέλη της ομάδας Salt Fish: Ήταν σωστό να θέσουν σε κίνδυνο και πιθανώς να σκοτώσουν τους Ισραηλινούς πολίτες; Η απάντηση, αποφάσισαν, ήταν «ναι». Αλλά ο Arafat και πάλι υποπτεύθηκε το σχέδιο της Μοσάντ. Οι φρουροί του πήραν αυστηρά αλλά και παραπλανητικά αντίμετρα και η ομάδα του Salt Fish έχασε τα ίχνη τους στα σοκάκια της νότιας Βηρυτού.

Ο Uri Avnery, ισραηλινός δημοσιογράφος, και ο Γιάσιρ Αραφάτ στη Βηρυτό το 1982

«Η αίσθηση ήταν ότι ήταν πως είχε εξελίχθεί σε κάτι εντελώς προσωπικό για τον Sharon», λέει ο Ivry. «Αισθανόμουν ότι ήταν βρόμικο το σχέδιο δολοφονίας, με κίνδυνο να βλάψει ακόμη και Ισραηλινούς πολίτες». Ο Uzi Dayan είχε τις ίδιες ανησυχίες. «Ο Arafat σώθηκε από δύο πράγματα», λέει, «την ατέλειωτη καλή του τύχη και εμένα», αφού γι’ αυτόν ήταν παρέμενε ένας θεμιτός στόχος, αλλά όχι αν σήμαινε τη θανάτωση πολλών αμάχων. «Ο Rafi Eitan θύμωσε πολύ», συνεχίζει ο Dayan. «Μου τηλεφώνησε και μου είπε: “Έχετε πληροφορίες σχετικά με κάποια πιθανά μέρη. Γιατί δεν είναι τα αεροπλάνα στον αέρα;” και απάντησα ότι ήταν αδύνατο επειδή υπήρχαν πολλοί άνθρωποι άμαχοι γύρω. Ο Raful είπε: “Ξεχάστε το. Θα αναλάβω την ευθύνη γι ‘αυτό”, αλλά δεν ήμουν διατεθειμένος να το επιτρέψω. Ο Raful δεν θα με διδάξει την ηθική του πολέμου».

Ο Dayan βρήκε έναν τρόπο να πάρει το πάνω χέρι στη λήψη αποφάσεων. «Το μόνο που έπρεπε να κάνω ήταν να αναφέρω πότε ο στόχος ήταν έτοιμος για την επιχείρηση», λέει. «Από εκείνη τη στιγμή, κάθε φορά που γνωρίζαμε ότι ο βομβαρδισμός θα οδηγούσε σε τεράστιες απώλειες πολιτών, αναφέραμε ότι ο στόχος δεν ήταν έτοιμος, οι συνθήκες δεν ήταν ώριμες». Αισθανόμενος αυτή την αντίσταση, ο Eitan αποφάσισε να αναλάβει πιο άμεση δράση. Το βράδυ της 4ης Αυγούστου, ζήτησε από τον επικεφαλής του τμήματος επιχειρήσεων αεροπορικής δύναμης Aviem Sella να έρθει και να τον δει. Ο Eitan είπε στον Sella ότι την επόμενη μέρα θα «πήγαινε ταξίδι», προετοιμάζοντας την επιχείρηση δολοφονίας του Arafat. «Πάμε να βομβαρδίσουμε τη Βηρυτό».

Ο Sella ήταν πεπεισμένος ότι δεν ακούει σωστά. «Ήταν εντελώς παράφρων», λέει. Κι όμως… Την επόμενη μέρα ανέβηκαν σε ένα αεροσκάφος F-4 και ξεκίνησαν μια αποστολή για να βομβαρδίσουν ένα μπλοκ κτιρίων στη δυτική Βηρυτό, όπου σύμφωνα με τους συνεργάτες του Salt Fish, ο Arafat έπρεπε να είναι εκεί, συμμετέχοντας σε μια συνάντηση. «Πραγματοποιήσαμε δύο βομβιστικές επιδρομές πάνω από τον στόχο και έπειτα μια ακόμη για να δούμε αν τον χτυπήσαμε. Ο Arafat όμως είχε σωθεί για άλλη μια φορά. Οι βόμβες είχαν πέσει λίγο πριν φτάσει».

Κωδικός...Goldfish

Ωστόσο, ο στόχος του Sharon να σκοτώσει τον Arafat, δεν ξεθύμανε ποτέ, όμως είχε αρχίσει να συνειδητοποιεί ότι μια απροκάλυπτη δολοφονία θα έκανε τον Παλαιστίνιο ηγέτη μάρτυρα. Ανήσυχος, ο Sharon έδωσε εντολή στις οργανώσεις πληροφοριών να βρουν έναν πιο «λεπτό» τρόπο για να σκοτώσουν τον ηγέτη. Η επιχείρηση Salt Fish μετατράπηκε σε Goldfish και ο Sharon διέταξε να δοθεί ύψιστη προτεραιότητα. Κάθε μέρα, η ομάδα Goldfish συγκεντρωνόταν στο γραφείο του Amos Gilboa, τότε γενικού διοικητή και επικεφαλής του ερευνητικού τμήματος της AMAN. «Είχαμε χιλιάδες θέματα που ήταν εκατό φορές πιο σημαντικά», θυμάται ο Gilboa. «Αλλά ο Sharon επέμεινε».

Όταν η Μοσάντ ανέφερε ότι ο Arafat πετούσε περισσότερο με εμπορικές πτήσεις, και συχνά αγόραζε ολόκληρη την καμπίνα πρώτης θέσης για τον ίδιο και τους βοηθούς του, ο Sharon αποφάσισε ότι και τέτοιες πτήσεις θα ήταν νόμιμοι στόχοι. Το αεροπλάνο θα έπρεπε να καταρρίπτεται πάνω από την ανοιχτή θάλασσα, μακριά από την ακτή, έτσι ώστε οι ερευνητές θα χρειαζόταν πολύ χρόνο για να βρουν τα συντρίμμια και να διαπιστώσουν εάν είχαν πληγεί από πυραύλους ή είχαν πέσει εξαιτίας της βλάβης του κινητήρα. Θα ήταν προτιμότερο το βαθύ νερό, για να γίνει ακόμη πιο δύσκολη η έρευνα. Η αεροπορία συνέταξε ένα λεπτομερές σχέδιο. Βρήκαν ένα σημείο πάνω από τη Μεσόγειο, όπου υπήρχε εμπορική εναέρια κυκλοφορία, αλλά δεν υπήρχε συνεχής κάλυψη από κανένα έθνος και όπου η θάλασσα κάτω ήταν τρία μίλια βαθιά, κάνοντας μια επιχείρηση διάσωσης εξαιρετικά δύσκολη, ίσως αδύνατη. Η εκτέλεση της επίθεσης σε αυτό το ιδανικό σημείο, ωστόσο, σήμαινε ότι θα υπήρχε ένα «στενό» παράθυρο ευκαιρίας.

Επειδή η επιχείρηση θα διεξαγόταν μακριά από τον ισραηλινό εναέριο χώρο, πέρα ​​από το ραντάρ και το ραδιοφωνικό φάσμα του Ισραήλ, οι αεροπορικές δυνάμεις έπρεπε να εγκαταστήσουν έναν αερομεταφερόμενο σταθμό διοίκησης, με τη μορφή ενός Boeing 707 εξοπλισμένου με ραντάρ και εξοπλισμό επικοινωνιών. Υπό τις εντολές του Sharon τέσσερα μαχητικά F-16 και F-15 τέθηκαν σε συναγερμό παρακολούθησης. Κατά τη διάρκεια εννέα εβδομάδων, από το Νοέμβριο του 1982 έως τις αρχές Ιανουαρίου του 1983, τα αεροπλάνα αυτά πέταξαν τουλάχιστον πέντε φορές για να αναχαιτίσουν και να καταρρίψουν τα αεροσκάφη που πίστευαν ότι ίσως μεταφέρουν τον Arafat. Ο Gilboa εξέφραζε την αντίθεσή του. Ήταν η δουλειά του να αξιολογεί τις πολιτικές, στρατιωτικές και οικονομικές επιπτώσεις κάθε επιχείρησης. «Είπα στον αρχηγό Eitan ότι θα μπορούσε να καταστρέψει το κράτος διεθνώς αν καταρρίπταμε ένα πολιτικό αεροσκάφος».


Σε κάθε περίπτωση, οι διοικητές της αεροπορικής δύναμης παρεμπόδισαν αρκετές φορές σκόπιμα την επιχείρηση, αρνούμενοι να υπακούσουν σε εντολές που θεωρούσαν ότι ήταν προδήλως παράνομες. «Όταν λάβαμε την εντολή», είπε ο Sella, «πήγα να δω τον Eitan. Του είπα: «Δεν σκοπεύουμε να το κάνουμε αυτό. Καταλαβαίνω ότι εδώ κυριαρχεί ο υπουργός άμυνας. Κανείς δεν τολμά να τον αντικρούσει και επομένως θα το καταστήσουμε τεχνικά αδύνατο». Ο Raful τον κοίταξε και ποτέ δεν είπε τίποτα. «Δέχτηκα τη σιωπή του ως συγκατάθεση» κι έτσι σε πολλές περιπτώσεις η επιχείρηση δολοφονίας κατέστη από τους εντολοδόχους τεχνικά αδύνατη.

Λίμωξη ή polonium

Τελικά, όμως, τα σχέδια του Sharon για εκ προθέσεως εγκλήματα πολέμου εκτροχιάστηκαν. Κάτω από έντονες πιέσεις από το εσωτερικό και μετά από έντονες διεθνείς επικρίσεις, ξεκίνησε δικαστική έρευνα σχετικά με τη σφαγή στα στρατόπεδα προσφύγων της Βηρυτού. Η επιτροπή διαπίστωσε ότι η πολιτοφυλακή Phalange ήταν άμεσα υπεύθυνη για τη σφαγή αλλά αποφάνθηκε ότι ορισμένοι Ισραηλινοί, μεταξύ των οποίων και ο Sharon, έπρεπε να λογοδοτήσουν. Ο Sharon αναγκάστηκε να παραιτηθεί από υπουργός Άμυνας. «Σταδιακά» δήλωσε ο Gilboa, «έγινε συνείδηση ότι ο Arafat ήταν πολιτικό θέμα και όχι στόχος δολοφονίας».

Ο Sharon, βέβαια, ανέκαμψε και το 2001 έγινε ο πρωθυπουργός του Ισραήλ. Συνεργάστηκε άψογα με τη διοίκηση του George Bush, ο οποίος ζητώντας ως τίμημα την απομάκρυνση του Arafat και απαιτώντας την εισαγωγή μεταρρυθμίσεων πρωτοφανών για τα δεδομένα του αραβικού κόσμου, δήλωσε ότι θα δραστηριοποιηθεί για τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους σε τρία χρόνια. Η Χαμάς ζήτησε κατάπαυση του πυρός και σταμάτησε την αποστολή βομβιστών αυτοκτονίας. Αλλά και ο Sharon υποτίθεται ότι θα εξέταζε μια πολιτική λύση στο πρόβλημα των Παλαιστινίων. Αλλά αυτό δεν μείωσε την οργή του για τον ηγέτη τους, Arafat. Στο Ισραήλ διεξήχθη ένας νέος γύρος συζητήσεων σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης του Arafat και υποβλήθηκαν πολλές προτάσεις: εξορία σε ένα έρημο νησί, διαρροή των κατασχεμένων εγγράφων ώστε να κατηγορηθεί ως τρομοκράτης αλλά υπήρχαν και υπουργοί που εξακολουθούσαν να πιστεύουν ότι θα πρέπει να σκοτωθεί.

Στις 22 Μαρτίου 2004, οι Ισραηηλινοί σκοτώνουν τον Sheikh Ahmed Yassin στους δρόμους της πόλης της Γάζας. Ήταν ο ηγέτης του κινήματος της Χαμάς και, όπως ο Arafat, πολιτικός ηγέτης παγκόσμιας φήμης. Στις 23 Απριλίου, ο Sharon δηλώνει ότι δεν ήταν πλέον δεσμευμένος από τη συμφωνία του 2001 με τον Μπους. Και τότε, ξαφνικά, ο Arafat, ο άνθρωπος που είχε καταφέρει να αποφύγει τον θάνατο τόσες φορές, υπέκυψε σε μια μυστηριώδη λοίμωξη που οδήγησε σε ένα εγκεφαλικό επεισόδιο. Πέθανε στις 11 Νοεμβρίου 2004, στα 75. Μέχρι σήμερα, η αντιπαράθεση των εμπειρογνωμόνων της ιατροδικαστικής έρευνας σχετικά με την αιτία θανάτου δημιουργεί πλήθος ερωτημάτων και ένα σενάριο, που όπως φαίνεται, και από τις αποκαλύψεις των New York Times για τις απόπειρες δολοφονίας του Arafat, έχει βάσει: Αν ο ηγέτης των παλαιστινίων δηλητηριάστηκε με ραδιενεργό πολώνιο. Ισραηλινοί εκπρόσωποι αμφισβήτησαν κατηγορηματικά ότι το Ισραήλ με οποιονδήποτε τρόπο συμμετείχε στο θάνατο του Αραφάτ.

Το άρθρο των New York Times είναι προσαρμοσμένο από το «Rise and Kill First: Η μυστική ιστορία των στοχευμένων δολοφονιών του Ισραήλ», το οποίο θα δημοσιευθεί αυτό το μήνα από το Random House

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου