Σύμφωνα με την έρευνα της Εθνικής Τράπεζας για τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19 στο πρώτο τρίμηνο του 2020, οι κλάδοι που πλήττονται περισσότερο είναι τέσσερις: το λιανικό εμπόριο, η εστίαση, η παροχή καταλύματος, οι μεταφορές. Συνδυαστικά και παραδοσιακά, αυτοί οι τέσσερις κλάδοι αντιστοιχούν στο 18% της προστιθέμενης αξίας της ελληνικής οικονομίας στο πρώτο τρίμηνο της χρονιάς και περισσότερο από 23% και 27% στο δεύτερο και στο τρίτο τρίμηνο αντίστοιχα. Παράλληλα, παρέχουν και περίπου το 40% της συνολικής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, ενώ όπως επισημαίνει η έκθεση οι συγκεκριμένοι τομείς συνεισέφεραν τα δύο τρίτα του ετήσιου ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2017-2019 και σχεδόν τα τρία τέταρτα των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν στην οικονομία την ίδια περίοδο.
Τούτων δοθέντων δεν προκαλεί έκπληξη η πρόβλεψη επίσης της Εθνικής Τράπεζας για ποσοστό ύφεσης που θα φθάσει στο 13,5% στο, τρέχον, δεύτερο τρίμηνο του έτους.
Σύμφωνα με άλλη έκθεση της Ernst & Young (EY), που και εκείνη δόθηκε χθες στην δημοσιότητα, η ελληνική οικονομία σε όρους Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας θα συρρικνωθεί κατά 17% (στο βασικό σενάριο) στο δεύτερο τρίμηνο και η απασχόληση θα μειωθεί κατά 6,9%.
Κατά την ίδια ανάλυση ο κρίσιμος τομέας του τουρισμού θα καταγράψει απώλειες σε Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία έως 49% το 2020 στο βασικό σενάριο, και 53% στο απαισιόδοξο σενάριο.
Την ίδια ώρα, και παρά τις ρητορικές ασκήσεις αισιοδοξίας, οι πληροφορίες του tvxs.gr αναφέρουν ότι και οι προβλέψεις του οικονομικού επιτελείου, βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον, κινούνται στην πιο «σκοτεινή ζώνη», γεγονός για το οποίο είναι απολύτως ενήμερο και το Μαξίμου. Συγκεκριμένα, στο υπουργείο Οικονομικών θεωρούν ότι η ύφεση στο δεύτερο τρίμηνο θα ξεπεράσει το 15% και στηρίζουν τις προσδοκίες τους για ταχεία έναρξη της ανάκαμψης σε ένα rebound του τουρισμού τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο. Με βάση αυτό το σενάριο – το οποίο αποκλείει δεύτερο κύμα πανδημίας μέσα στο καλοκαίρι, ή ακόμη και ισχυρές εστίες αναζωπύρωσής της – θεωρούν ότι το ΑΕΠ μπορεί να μην συρρικνωθεί περαιτέρω στο τρίτο τρίμηνο και να επιτευχθεί απλώς μηδενική ανάπτυξη, έτσι ώστε στο τέλος της χρονιάς να αρχίσει η πορεία ανάκτησης του χαμένου εδάφους.
Πρόκειται για ένα σενάριο μάλλον «too good to be true» (πολύ καλό για να είναι αληθινό) με βάση τις εκτιμήσεις των περισσότερων διεθνών και εγχώριων αναλυτών, αλλά και των παραγόντων του τουρισμού που αποτελεί και το καταλυτικό βαρόμετρο για την τελική έκταση της ύφεσης. Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και εντός κυβέρνησης ως «ταβάνι» για το φετινό καλοκαίρι θεωρείται ένα επίπεδο τουριστικών εισπράξεων που θα φθάνει στο 30% του περσινού επιπέδου (28 δισεκατομμύρια ευρω). Και η πιο ρεαλιστική εκδοχή είναι εκείνη που προσδιορίζει τις τουριστικές εισπράξεις ανάμεσα στα 5 και τα 6 δις ευρώ.
Όλα αυτά μάλλον εξηγούν τις νέες αιχμές που άφησε ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης προς τους ξενοδόχους, μιλώντας την Δευτέρα το βράδυ στην γενική συνέλευση του ΣΕΒ, καλώντας άπαντες «να αναλάβουν τις ευθύνες τους». «Καθώς πολλά ξενοδοχεία θα βρεθούν μπροστά στο δίλημμα εάν πρέπει ή όχι να ανοίξουν, η δική μας παρότρυνση είναι να ανοίξουν και να αξιοποιήσουν το πρόγραμμα ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ» είπε, προσθέτοντας ότι αυτός θα είναι ένας τρόπος οι τουριστικές επιχειρήσεις να συνεισφέρουν στη» δίκαιη κατανομή βαρών». «Αυτή είναι η υπεύθυνη στάση που περιμένουμε από τις επιχειρήσεις».
Είναι προφανής ο φόβος της κυβέρνησης για πλήρη κατάρρευση των τουριστικών εσόδων που θα λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής της ύφεσης– όπως είναι προφανές πως και ο ίδιος ο πρωθυπουργός επιχειρεί να πετάξει το μπαλάκι της ευθύνης στους ξενοδόχους. Πίσω από αυτή την «επιχείρηση», δε, βρίσκεται η απροθυμία πολλών μεγάλων και μεσαίων ξενοδοχείων να λειτουργήσουν φέτος το καλοκαίρι – μια απροθυμία, που οφείλεται στα μεγάλα κενά σχεδιασμού της κυβέρνησης και στο αλαλούμ με τα υγειονομικά πρωτόκολλα.
Είναι ενδεικτικό ότι στα Χανιά, έναν από τους πρώτους τουριστικούς προορισμούς της χώρας, μόνον 10 ξενοδοχεία έχουν ανοίξει μέχρι στιγμής, πανελλαδικά οι παράγοντες της αγοράς περιγράφουν τον επόμενο μήνα από πλευράς κρατήσεων «ως τον χειρότερο Ιούλιο της τελευταίας δεκαετίας», ενώ ουδείς δίνει απάντηση στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις για το ποιος θα αναλάβει το κόστος για τα τεστ κορονοϊού που ενδεχομένως θα χρειαστούν για τουρίστες, ή ακόμη και για την νοσηλεία σε περίπτωση που κάποιος ασθενήσει σοβαρά.
Στο πλαίσιο αυτό, αποκαλυπτική είναι και η επιστολή την οποία έστειλε χθες η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων στον υπουργό Τουρισμού Χάρη Θεοχάρη, προειδοποιώντας πως «τα ξενοδοχεία δεν είναι, ούτε και θα γίνουν νοσοκομεία».
«Τα μέλη μας», αναφέρεται στην επιστολή, «έχουν ως αντικείμενο δραστηριότητας να παρέχουν στους πελάτες τους υπηρεσίες διαμονής, εστίασης κλπ. Είναι άλλο ζήτημα, λόγω COVID-19, να τηρούν τα μέλη μας κάποια συγκεκριμένα προληπτικά μέτρα, όπως ισχύει και για τις υπόλοιπες επιχειρήσεις και άλλο να τους επιβάλλουμε βάρη που δεν τους αναλογούν. Δεν είναι έργο του ξενοδόχου και δεν πρέπει να είναι για πλείστους όσους λόγους, ο εντοπισμός, η εξέταση ή η περίθαλψη των ασθενών που πάσχουν από COVID -19. Αυτό είναι έργο των δημόσιων υπηρεσιών υγείας. Από τη στιγμή, λοιπόν, που κρίνετε πως απαιτείται, σε περιπτώσεις ξενοδοχείων ορισμένης δυναμικότητας και άνω, συνεργασία με ιδιώτη ιατρό, η επιλογή του ιατρού ή του παρόχου δευτεροβάθμιας φροντίδας υγείας θα πρέπει να γίνεται από σχετική λίστα που θα έχετε καταρτίσει και η σχετική δαπάνη θα πρέπει να βαρύνει τον προϋπολογισμό του υπουργείου σας και όχι το ξενοδοχείο».Tags: κυβέρνηση ΝΔ, οικονομία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου