ΠΡΟΕΔΡΟΣ Νὰ εγερθεί ὁ κατηγορούμενος. Κατηγορούμενε απολογήσου.
Ο Γιώργης σηκώθηκε όρθιος. Ἡ φωνή του είναι απλή, μα σταθερή.
ΓΙΩΡΓΗΣ-«Κατηγορούμενε απολογήσου»... Δυο ανακρίβειες σε δυο μόνο λέξεις. Τον κατηγορούμενο δεν τον κάνουν οι κατηγόριες ούτε και τις απολογίες οι ἀθώοι. Πάντως χαίρομαι που μου δίνεται η ευκαιρία – όχι βέβαια ν᾿ απολογηθώ αλλὰ για να μιλήσω. Είναι απέραντη η ικανοποίηση που νοιώθει ένας βουβός άνθρωπος όταν ύστερα απὸ τόσον καιρό ξαναβρίσκει τὴ φωνή - αρχίζει νὰ μιλά. Και μόνο που ακούω τώρα τη φωνή μου είναι για μένα μια ευτυχία που είμαι βέβαιος πολύ λίγοι - άνθρωποι τὴν ένοιωσαν. Φρίκες, τρόμοι, τρέλες... εἶχαν φκιάξει πάνω σε κείνο τὸ νησί, ένα χάος που μέσα του χάσαμε τὴ φωνή μας. Και τώρα ακόμη απορώ πως ύστερα απ᾿ όλα αὐτὰ κείνο το νησί δεν καταποντίσθηκε μόνο του. Κύριοι Δικαστές, στρέψτε τη μνήμη σας όσο θέλετε πίσω... Στις φυλακές γαλέρες, στα νησιὰ τοῦ Διαβόλου, στις Γουϊνέες, στα μεσαιωνικά κάτεργα... σ' όλους τούς τόπους περιορισμοῦ της ανθρωπίνης ελευθερίας, και για όλους τους αιώνες... Πουθενά δεν μαρτύρησαν τόσο πολύ οι άνθρωποι και πουθενά σίδερα δεν έδεσαν τόσο δυστυχισμένα, τόσο παραμορφωμένα, τόσο πληγωμένα και τόσο αθώα κορμιά. Βέβαια και στα μεσαιωνικά μπουντρούμια πέθαιναν άνθρωποι, και στὶς βαστίλες χάνανε το φως τους... αλλὰ πουθενά, ποτέ, τόσοι πολλοὶ άνθρωποι δε χάσανε το λογικό τους όσο σ' αυτὴ τη φριχτή αποθήκη των θυμάτων σας που τολμάτε να το λέτε «παρθενώνα". Οι λέξεις «βαρβαρότητα», «ωμότητα», κλπ. είναι λέξεις θωπευτικές... Η λέξη «σκοτάδι» είναι εξαίσιο φως μπροστά σ' αυτό πούγινε κάτω ἀπὸ τον πιο φωτεινό ουρανό τοῦ κόσμου.
ΠΡΟΕΔΡ. (έξαλλος) - Κατηγορούμενε! Φτάνει! Παύσε νὰ υβρίζεις. Περιορίσου εις την απόκρουσιν του κατηγορητηρίου.
ΚΑΤΗΓΟΡ. - Δεν υπάρχει κατηγορητήριο. Υπάρχει μόνο απόφαση που πάρθηκε πριν απ' τη δίκη. Μια απόφαση θανατική που μπορώ εύκολα να την ματαιώσω και να σώσω αμέσως το κεφάλι μου.Πώς; το ξέρετε; Κλαίοντας. Αλλά τέτοια χαρά δεν θα σας την δώσω. Στις μέρες μας ακρίβυναν πολύ τα δικά μας δάκρυα. Και ξέρετε γιατί; φτήνηκε το μίσος σας. Εξαντλήθηκε... και μισείτε μὲ μίσος τεχνητό. Απ᾿ την αρχὴ της δίκης σας με τρομάζετε συνεχώς με την απειλὴ του θανάτου. Κύριοι δεν τρομάζω. Ὁ θάνατος αυτὸς που μου ετοιμάζετε είναι ένα παιχνίδι... μια απλή διακοπή της ζωής. Έχουμε υποστεί ως τώρα μαρτύρια που το καθένα ξεπερνά χίλιους μαζί θανάτους. Θέλετε να με στείλετε στον άλλο κόσμο; Μα αποκεί έρχομαι. Και σας πληροφορώ πως είναι ευκολότερος απ᾿ τη ζωή στον... Παρθενώνα σας. Κύριοι δικαστές, ποιός απὸ σας είναι βέβαιος ότι αύριο στις πεντέμισι τὸ πρωὶ θὰ πεθάνει, καὶ ποιός μετὰ ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ βεβαιότητα θὰ ήταν ήρεμος; Μα εμείς είμαστε καὶ βέβαιοι και ήρεμοι. Μέσα στη γενική σας αβεβαιότητα μας κάνατε βέβαιους για όλα καὶ προπάντων – βέβαιους γιὰ τὸ δίκαιο τοῦ ἀγώνα μας.
ΠΡΟΕΔΡ. Σιωπή! Χρησιμοποιείς τὴν ιερὰν ταύτην αίθουσαν διὰ τὴν βρωμερὰν προπαγάνδα σου; Αρκεί!
ΣΤΡΑΤΟΔ. – Αφήστε τον κ. Πρόεδρε... πολύ γρήγορα, μόλις ο θάνατος θα του γίνει βεβαιότης, θα σκύψει τον αυχένα.
ΚΑΤΗΓΟΡ. – Κάνετε λάθος. Θα πάω όρθιος παντού. Όρθιος ὅπως περπάτησα ὣς τώρα, ἀκόμη καὶ ὅταν τὰ πόδια μου έσταζαν αίματα. Πρέπει, για την ιστορία, να σας πω ότι χτες βράδυ, μετά το τέλος της δίκης, τρεις άνθρωποι μπήκαν στὸ κελί μου κι' όλη τὴ νύχτα πάλαιψαν νὰ σπιλώσουν την τελευταία μέρα της ζωής μου αποσπώντας μου την ταπεινωτική «μετάνοια», θα μπορούσα να σας δείξω τις πληγές και τα εγκαύματα που έκαναν σ' ολόκληρο το κορμί μου. Δεν τὸ κάνω όμως για να μη νομισθεί ότι εκλιπαρώ τὴν επιείκεια ἢ τον οίκτο σας. Δεν το πιστεύετε;
ΣΤΡΑΤΟΔ. – Εγὼ το πιστεύω. "Οχι κ. Πρόεδρε... Εγὼ το πιστεύω. Γι' αυτό, κατηγορούμενε, σε συμβουλεύω εγώ, πατρικώς- όχι με βασανισμούς και απειλάς-σε προτρέπω πατρικώς να εγκαταλείψεις επιτέλους, αυτὸ τὸ στείρον καὶ ανώφελον πείσμα σου, χάριν μιᾶς αβεβαίας υστεροφημίας και να επανέλθεις εις τους κόλπους της Πατρίδος, ἥτις θα σε δεχθεῖ και θα περιθάλψει τας πληγάς σου.
ΚΑΤΗΓΟΡ. – Παιδιὰ που τα φέρνουν οἱ γονείς στο σπίτι με το ξύλο φεύγουν μακρύτερα. Όχι, κ Στρατοδίκα, δεν θα επιστρέψω στὸ ετοιμόρροπο σπίτι σας που τόσο άσκημα κάνετε να το λέτε «Πατρίδα
Δὲν θὰ επιστρέψω ούτε και με τὸ γλυκό σας υφος ποὺ τόσο αδέξια ηχεῖ στα χείλη σας. Δεν θα επιστρέψω σ' ένα σπίτι που τα θεμέλια και το κατώϊ του πλημμύρισαν αίματα. Πατρίδα είναι εκείνο που για χάρη του θυσιάζονται οἱ άνθρωποι και όχι εκείνο που για χάρη του σκοτώνουν.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Μενέλαου Λουντέμη " ΟΔΟΣ ΑΒΥΣΣΟΥ ΑΡΙΘΜΟΣ 0" Σελ:372,373,374
Σημείωση:Στις 22/01/1977 πεθαίνει ο συγγραφέας Μενέλαος Λουντέμης (πραγματικό όνομα Δημήτρης Βαλασιάδης). Βασικά έργα του: «Οδός Αβύσσου αριθμός 0», «Οι κερασιές θα ανθήσουν και φέτος», «Ένα παιδί μετράει τα άστρα» και πολλά άλλα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου