Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2025

Ο Τύπος του Καναδά, Παναμά και της Δανίας «απαντά» στον Τραμπ

| newsroom

Η πρόταση του Ντόναλντ Τραμπ περί προσάρτησης χωρών πυροδότησε ποικίλες αντιδράσεις στον διεθνή Τύπο την προηγούμενη εβδομάδα. Συνολικά, η πρόταση Τραμπ αντιμετωπίστηκε με επιφύλαξη, ενώ πολλοί υπογράμμισαν την ανάγκη για σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας των χωρών καθώς και την εφαρμογή λεπτών χειρισμών στις διεθνείς σχέσεις.

Στον Καναδά, η ιδέα της προσάρτησης στις ΗΠΑ αντιμετωπίζεται με έντονο σκεπτικισμό και χλευασμό. Οι αρμόδιοι τονίζουν ότι μια διαδικασία ενσωμάτωσης δεν είναι καθόλου απλή διαδικασία ειδικά αν αναλογιστεί κανείς το διαμετρικά αντίθετο πολιτικό σύστημα του Καναδά και των ΗΠΑ, αλλά και την έντονη αντίθεση της πλειοψηφίας των Καναδών απέναντι σε μια τέτοια ιδέα. Στον Παναμά δε, ο τύπος αναγνωρίζει πως η αυξανόμενη επιρροή της Κίνας στην περιοχή έχει προκαλέσει ανησυχία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να επιτραπεί στονΤραμπ να ερμηνεύει τις εξελίξεις αυθαίρετα. Στη Δανία, η πρόταση του Τραμπ για προσάρτηση της Γροιλανδίας αλλά και η παρέμβασή του στις σχέσεις των δύο χωρών θεωρείται απρεπής. Δανία και Γροιλανδία θα πρέπει να απορρίψουν από κοινού τις παρεμβάσεις και να επαναφέρουν τον εποικοδομητικό διάλογο μεταξύ τους στη βάση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και του σεβασμού με σκοπό την εύρυθμη λειτουργία της κοινοπολιτείας.

Παράλληλα με τις νέες δηλώσεις του εκλεγμένου Προέδρου των ΗΠΑ, ο διεθνής Τύπος εστίασε επίσης στην άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, αλλά και στις συνεχιζόμενες συγκρούσεις σε Ισραήλ και Ουκρανία. Αξιοσημείωτη υπήρξε η προειδοποίηση του ουκρανικού Τύπου ότι η Ρωσία εργαλειοποιεί για μια ακόμη φορά τα ενεργειακά αποθέματα για να πιέσει τις γειτονικές χώρες, επιθυμώντας να τις ευθυγραμμίσει με τη δική της πολιτική γραμμή.

Ο δυτικός Τύπος

Στο άρθρο με τίτλο «Στην περίπτωση μιας κρίσης, ο Τραμπ είναι στα χειρότερά του: Τρεις αρθρογράφοι οραματίζονται τον κόσμο στο μέλλον», που δημοσιεύτηκε στις 8 Ιανουαρίου στους The New York Times, οι David French, Lydia Polgreen και Bret Stephens συζητούν, με συντονιστή τον Patrick Healy, τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που θα αντιμετωπίσει η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ υπό τον Ντόναλτ Τραμπ. Ο Stephens θεωρεί ότι ο κόσμος είναι λιγότερο ασφαλής σε σχέση με την αρχή της θητείας Μπάϊντεν, επισημαίνοντας τη συνεργασία Ιράν, Κίνας, Ρωσίας και Βόρειας Κορέας, την μη ικανοποιητική έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία, και την επιθετικότητα της Κίνας στη Νότια Σινική Θάλασσα. Η Polgreen εστιάζει στο πόσο απροετοίμαστη ήταν η κυβέρνηση Μπάιντεν σε κρίσιμα ζητήματα, όπως η αποχώρηση από το Αφγανιστάν και η διαχείριση της Μέσης Ανατολής. Ο French, από την άλλη, επικαλούμενος τις απώλειες της Ρωσίας στην Ουκρανία και την αποδυνάμωση του Ιράν, υποστηρίζει ότι οι εχθροί της Αμερικής είναι μεν πιο αδύναμοι, αλλά ο κόσμος είναι πιο επικίνδυνος. Σχετικά με τον Τραμπ, οι αρθρογράφοι αναγνωρίζουν ως θετική τη σκληρή στάση του απέναντι στο Ιράν, αλλά εκφράζουν ανησυχία για την πολιτική του στην Ουκρανία και την Κίνα. Προβληματίζονται για το ναρκισσισμό του και την έλλειψη σαφούς στρατηγικής, βλέποντας ως πιθανό κίνδυνο την ανταλλαγή μακροπρόθεσμων συμφερόντων για βραχυπρόθεσμα πολιτικά οφέλη. Τέλος, εκφράζουν ανησυχίες για την άνοδο εξτρεμιστικών κομμάτων στην Ευρώπη και την πιθανή αποδυνάμωση της ηγεσίας των ΗΠΑ σε παγκόσμιο επίπεδο.

Σε άρθρο των Kevin Jiang και Andy Takagi με τίτλο «Ο Τραμπ επαναλαμβάνει την έκκλησή του για προσάρτηση του Καναδά μετά την ανακοίνωση παραίτησης του Τριντό – Το εγχείρημα είναι πιο δύσκολο από ό,τι φαντάζεται», που δημοσιεύτηκε στις 7 Ιανουαρίου, στην Toronto Star, αναλύονται οι πρόσφατες δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ περί προσάρτησης του Καναδά στις ΗΠΑ. Μετά την ανακοίνωση παραίτησης του Τζάστιν Τριντό, ο Τραμπ ισχυρίστηκε, μέσω ανάρτησης, ότι πολλοί Καναδοί επιθυμούν να γίνουν η 51η πολιτεία των ΗΠΑ. Εντούτοις, η δήλωση αυτή, όπως και προηγούμενες παρόμοιες, χαρακτηρίζονται από ειδικούς και Καναδούς αξιωματούχους ως «αστείο». Μια πιθανή διαδικασία ενσωμάτωσης του Καναδά στις ΗΠΑ θα ήταν ιδιαίτερα περίπλοκη, καθώς ο Καναδάς είναι συνταγματική μοναρχία, ενώ οι ΗΠΑ είναι δημοκρατία. Η αλλαγή του πολιτεύματος του Καναδά θα απαιτούσε ομόφωνη συμφωνία από τη Γερουσία, τη Βουλή των Κοινοτήτων και όλα τα επαρχιακά νομοθετικά σώματα. Στις ΗΠΑ δε, για να προστεθεί μια νέα πολιτεία, απαιτείται η έγκριση και των δύο σωμάτων του Κογκρέσου, με πλειοψηφία 60 ψήφων στη Γερουσία. Επιπλέον, η ιδέα θα προσέκρουε στην άρνηση των πολιτών καθώς δημοσκόπηση έδειξε ότι μόνο το 13% των Καναδών τάσσεται υπέρ της προσάρτησης. Η απόσχιση εδαφών ή πολιτών του Καναδά θεωρούνται επίσης απίθανο ενδεχόμενο. Καταλήγοντας, το άρθρο αναφέρει 8 σενάρια για πιθανή συγχώνευση των δύο χωρών, με επικρατέστερο την εμβάθυνση των οικονομικών δεσμών. Οι συντάκτες συμπεραίνουν ότι οι δηλώσεις Τραμπ μάλλον είναι μια οπορτουνιστικού τύπου τοποθέτηση και όχι ρεαλιστική απειλή.

Σε άρθρο με τίτλο «Τραμπ, Παναμάς και η νέα ψηφιακή οδός του μεταξιού» που ήταν δημοσιευμένο στις 9 Δεκεμβρίου στην ιστοσελίδα Panamaamerica, ο José González Riveraαναλύει την άνοδο της Κίνας ως παγκόσμια δύναμη και τις επιπτώσεις της στον Παναμά. Όπως αναφέρει ο Rivera η Κίνα έχει αναδειχθεί από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 σε σημαντικό παράγοντα στην παγκόσμια πολιτική σκηνή, καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση στην οικονομική ηγεσία. Την ίδια στιγμή οι ΗΠΑ βασίζονται στην στρατιωτική τους ισχύ και στο ναυτικό τους για τον έλεγχο των ωκεανών και του διεθνούς εμπορίου μια πολιτική που δεν είναι ιδιαίτερα θεμιτή σύμφωνα με τον αρθρογράφο. Ο Rivera θεωρεί πως η γεωγραφία του Παναμά και η Διώρυγα διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην οικονομική ηγεμονία των ΗΠΑ και αναγνωρίζει πως η αυξανόμενη επιρροή της Κίνας στην Λατινική Αμερική, η οποία αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο αποδέκτη κινεζικών επενδύσεων, αποτελεί όντως πηγή ανησυχίας.Αναφέρει πως χώρες όπως ο Παναμάς συμμετέχουν στο κινεζικό project «Νέα Οδός του Μεταξιού» και αναγνωρίζουν την πολιτική της «μιας Κίνας». Ο Rivera υπενθυμίζει πως το 2017 ο Παναμάς διέκοψε τις διπλωματικές του σχέσεις με την Ταϊβάν έχοντας λάβει από την Κίναγενναιόδωρα δάνεια και υποσχέσεις για επενδύσεις σε υποδομές. Τέλος, ο Rivera εκφράζει την ανησυχία του για την εμπλοκή ξένων εταιρειών στις όχθες της Διώρυγας του Παναμά και τονίζειτη σημασία του ελέγχου της Διώρυγας για την εθνική ασφάλεια της χώρας. Ελπίζει δε πως η Κίνα θα προσχωρήσει στη συνθήκη ουδετερότητας της Διώρυγας και πως ο Τραμπ δεν θα ερμηνεύσει αυθαίρετα τις εξελίξεις στην περιοχή.

Σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στις 7 Ιανουαρίου, με τίτλο «Η Πουτινοποίηση της Κεντρικής Ευρώπης» στο Economist, εκφράζεται η ανησυχία για την άνοδο του Herbert Kickl, ηγέτη του ακροδεξιού Κόμματος Ελευθερίας της Αυστρίας (FPÖ). Ο Kickl, μετά την εκλογική νίκη του κόμματός του τον Σεπτέμβριο, πιθανότατα θα γίνει καγκελάριος. Η ακροδεξιά ρητορική του και οι φιλικές του σχέσεις με τη Ρωσία εγείρουν προβληματισμούς. Η πιθανή συμμαχία του με το κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα (ÖVP) ίσως μετριάσει τις ακραίες θέσεις του. Σε αντίθετη περίπτωση, το ÖVP οφείλει να αρνηθεί τη συγκυβέρνηση, οδηγώντας σε νέες εκλογές. Η κατάσταση στην Αυστρία, αν και η χώρα είναι μικρή, εγείρει ανησυχίες για την «Πουτινοποίηση» της Κεντρικής Ευρώπης. Ο Kickl ακολουθεί το παράδειγμα του Ούγγρου Viktor Orban, ο οποίος αντιτίθεται στην ΕΕ και διατηρεί φιλικές σχέσεις με τη Ρωσία. Παρόμοια ρητορική υιοθετεί και ο Σλοβάκος πρωθυπουργός Robert Fico, ενώ ο Andrej Babis, ευρωσκεπτικιστής και φιλορώσος, ίσως επανέλθει στην εξουσία στην Τσεχία. Η άνοδος της ακροδεξιάς στην Κεντρική Ευρώπη έρχεται σε αντίθεση με την στάση των χωρών της Βαλτικής και της Πολωνίας, οι οποίες θεωρούν τον Πούτιν ως απειλή. Η αυστριακή περίπτωση, αν και ήσσονος σημασίας σε σχέση με τη Γαλλία ή τη Γερμανία, χρήζει προσοχής. Η ενότητα της ΕΕ είναι απαραίτητη, ειδικά με την επερχόμενη εκλογή Τραμπ και τον πόλεμο στην Ουκρανία.

«Ο σεβασμός για την κοινοπολιτεία βαδίζει προς δύο κατευθύνσεις», είναι ο τίτλος του άρθρου που δημοσιεύτηκε στις 7 Ιανουαρίου στη δανέζικη εφημερίδα Politiken. Στο άρθρο του ο Christian Jensen, εκφράζει την άποψή του για την επίσκεψη του Donald Trump Jr. στη Γροιλανδία. Ο Jensen, βασιζόμενος σε δηλώσεις του Τραμπ, θεωρεί πως η επίσκεψη αποτελεί στην ουσία μια αμερικανική «αντιπροσωπεία» με βλέψεις για αγορά της Γροιλανδίας. Ο συντάκτης επικροτεί την επιθυμία της Γροιλανδίας για ανεξαρτησία, η οποία εκφράστηκε από τον πρόεδρο Múte B. Egede στην πρωτοχρονιάτικη ομιλία του, υπογραμμίζοντας όμως πως η όποια απόσχιση πρέπει να πραγματοποιηθεί βάσει των κανόνων που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ Γροιλανδίας και Δανίας. Ο Jensen κατηγορεί τον Τραμπ ότι προσπαθεί να υπονομεύσει τη σχέση Γροιλανδίας-Δανίας. Προτρέπει τις δύο πλευρές να απορρίψουν από κοινού την απρεπή παρέμβαση του Τραμπ και να επαναφέρουν τον διάλογο. Τονίζει δε πως η αμοιβαία εμπιστοσύνη και ο σεβασμός είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την εύρυθμη λειτουργία της κοινοπολιτείας.

Ο Τύπος της Μέσης Ανατολής

Σε άρθρο γνώμης με τίτλο «Η νέα Μέση Ανατολή: Ο ελέφαντας στο δωμάτιο», ο Amir Taheri, που δημοσιεύτηκε την 7η Ιανουαρίου στην Awsaq Al-Awsat, αναλύει τις προοπτικές για το μέλλον της Μέσης Ανατολής. Ο Taheri αναφέρεται στην αισιοδοξία που επικρατεί μετά την πτώση του συριακού καθεστώτος, την αποδυνάμωση της Χαμάς, της Χεζμπολάχ και των Χούτι. Τονίζει, όμως, πως η όποια αισιοδοξία πρέπει να είναι συγκρατημένη, καθώς η κατάσταση στη Συρία, αν και ελπιδοφόρα, δεν παύει να είναι ρευστή. Σε αντίθεση με τη Λιβύη, οι κρατικές δομές της Συρίας δεν κατέρρευσαν ολοσχερώς, δίνοντας ελπίδα για μεταρρυθμίσεις. Επίσης, η Συρία ίσως αποφύγει την μεταπολεμική αιματοχυσία που είχε βιώσει το Ιράκ, αλλά και τηναπειλή της ισλαμιστικής τρομοκρατίας. Τουλάχιστον 60 κράτη, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, Ρωσίας, Τουρκίας, Ισραήλ, Ιορδανίας, Αιγύπτου, χωρών του Κόλπου, Κίνας, Ιαπωνίας και Νότιας Κορέας, ενδιαφέρονται για το μέλλον της περιοχής, για πολιτικούς, οικονομικούς ή γεωπολιτικούς λόγους. Ο Taheri προειδοποιεί, όμως, πως η συζήτηση για τη «νέα Μέση Ανατολή» αγνοεί τον «ελέφαντα στο δωμάτιο», δηλαδή το Ιράν. Παρά την ήττα του στη Συρία και τον Λίβανο, το Ιράν παραμένει μια υπολογίσιμη δύναμη, με τάση αποσταθεροποίησης. Ο Taheri κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, υπενθυμίζοντας πως το Ιράν, έστω και λαβωμένο, ίσως επιστρέψει. Τέλος, τονίζει πως η διεθνής κοινότητα οφείλει να λάβει υπόψη τον «ελέφαντα», αν θέλει να οικοδομήσει ένα βιώσιμο μέλλον για την περιοχή.

Σε άρθρο γνώμης με τίτλο «Η χάρτινη τίγρη του Χαμενεΐ είναι μουσκεμένη και στα πρόθυρα της κατάρρευσης», που δημοσιεύτηκε στις 8 Ιανουαρίου στην Jerusalem Post, ο Erfan Fard κατακεραυνώνει το ιρανικό καθεστώς. Ο Fard παρομοιάζει τον Αγιατολάχ Χαμενεΐ με χάρτινο πλοίο που βυθίζεται, στηριζόμενο σε ψέματα, θεατρινισμούς και προπαγάνδα. Τονίζει πως η αλήθεια έρχεται στο φως και το καθεστώς καταρρέει. Σύμφωνα με τον Fard, οι στρατιωτικές επιδείξεις του Ιράν αποτελούν θέατρο και γίνονται μόνο για εσωτερική κατανάλωση καθώς το καθεστώς στερείται λαϊκής αποδοχής. Ισχυρίζεται δε, πως οι ιρανικοί πύραυλοι δεν αποτελούν πραγματική απειλή για το Ισραήλ. Συνεχίζοντας, ο Fard στηλιτεύει τους σιίτες μουλάδες ως μάστιγα για το Ιράν, τονίζοντας πως μόνο το Ισραήλ κατανοεί πλήρως την πονηριά του Χαμενεΐ. Συγκρίνει δε την Mossad με τον στρατηγό Πάτον, που νίκησε τον Ρόμελ αφού μελέτησε το βιβλίο του. Επιπρόσθετα, ο Fard επικρίνει τους Αμερικανούς αξιωματούχους που συνεργάζονται με ιρανικές αντικαθεστωτικές ομάδες οι οποίες είναι αναξιόπιστες και δεν προσφέρουν λύσεις για το Ιράν. Τονίζει όμως ότι η επίσκεψη του Πρίγκιπα Ρεζά Παχλαβί στο Ισραήλ άλλαξε τα δεδομένα, δείχνοντας ότι η συνεργασία με ειλικρινείς και φιλήσυχους Ιρανούς είναι εφικτή.Κλείνοντας, ο Fard προβλέπει την πτώση του καθεστώτος και προτρέπει την παγκόσμια κοινότητα να αντιταχθεί στον Χομεϊνισμό, όπως αντιστάθηκε στο απαρτχάιντ και τον κομμουνισμό.

Ο Τύπος της Ασίας

Σε άρθρο με τίτλο «Προετοιμασία για την επιστροφή του Τραμπ» που δημοσιεύτηκε στις 8 Ιανουαρίου στην Korean Times, ο Troy Stangarone αναλύει τις ανησυχίες που επικρατούν για την επερχόμενη επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Η Νότια Κορέα, όπως και άλλες χώρες, προβληματίζεται για τις οικονομικές επιπτώσεις, τις πιέσεις για αμυντικές δαπάνες και την αβέβαιη στάση του Τραμπ απέναντι στη Βόρεια Κορέα. Η αβεβαιότητα εντείνεται από την εγχώρια πολιτική αστάθεια μετά την καθαίρεση του Προέδρου Yoon Suk Yeol. Σύμφωνα με τον Stangarone η κατανόηση των τακτικών και κινήτρων του Τραμπ είναι ιδιαίτερα σημαντική στην συγκεκριμένη χρονική συγκυρία. Ο Τραμπ πιστεύει, ήδη από τη δεκαετία του ’80, ότι οι ΗΠΑ πέφτουν θύμα εκμετάλλευσης στο εμπόριο και την ασφάλεια και επιθυμεί να το αλλάξει αυτό. Δημιουργώντας λοιπόν συνθήκες αβεβαιότητας στην ουσία αποκτά ένα διαπραγματευτικό πλεονέκτημα.. Ο Stangarone παρομοιάζει την κοσμοθεωρία του Τραμπ με ενός κτηματομεσίτη που στοχεύει στην εκμετάλλευση ακινήτων και αγνοεί τις win-win δυναμικές του εμπορίου. Ο Τραμπ θεωρεί πως οι ΗΠΑ δεν «εισπράττουν» όσα θα έπρεπε από συμφωνίες και συμμαχίες, με αποτέλεσμα να τις «εκμεταλλεύονται» οι σύμμαχοί τους. Ο Stangarone προτρέπει τις νοτιοκορεατικές επιχειρήσεις να διεκδικήσουν τα συμφέροντά τους πιο σθεναρά από ότι πριν, να δείξουν πώς οι επενδύσεις τους θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ και να σχεδιάσουν μελλοντικές επενδύσεις με προσοχή. Τέλος, η νοτιοκορεατική κυβέρνηση οφείλει να μειώσει το εμπορικό έλλειμμα και να διαπραγματευτεί με τον Τραμπ, λαμβάνοντας υπόψη τις ανησυχίες του αλλά και τα εθνικά συμφέροντα της χώρας.

Σε κύριο άρθρο με τίτλο «Η διαχείριση σχέσεων από «θέση ισχύος» και η ανεύθυνη προσφυγή στον νόμο της ζούγκλας», που δημοσιεύτηκε στις 7 Ιανουαρίου στην China Daily, ασκείται κριτική στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Κίνας. Σύμφωνα με το άρθρο, η αμερικανική κυβέρνηση, προσθέτοντας κινεζικές εταιρείες, όπως η Tencent, στη λίστα των «κινεζικών στρατιωτικών εταιρειών», η οποία αριθμεί σήμερα 134 εταιρείες, λαμβάνειαντίμετρα για τις κυρώσεις που επέβαλε το Πεκίνο σε 38 αμερικανικές εταιρείες για τηνπώλησηόπλων στην Ταϊβάν και την πυρηνική επέκταση στην Ασία-Ειρηνικό. Η κινεζική εφημερίδα θεωρεί πως οι κατηγορίες περί σχέσεων με τον κινεζικό στρατό είναι αβάσιμες και αποτελούν δικαιολογία για την επέκταση της αμερικανικής δικαιοδοσίας. Σε αντίθεση με την Κίνα, η οποία επέβαλε κυρώσεις με διαφάνεια και βάσει αποδείξεων, οι ΗΠΑ κινούνται αυθαίρετα και χωρίς νομική βάση, επιδεικνύοντας ηγεμονική συμπεριφορά. Το άρθρο τονίζει πως οι κινεζικές εταιρείες αντιδρούν έντονα και η Κίνα διατηρεί το δικαίωμα υπεράσπισης των συμφερόντων της. Συγκρίνοντας τις κινεζικές και τις αμερικανικές λίστες κυρώσεων, η εφημερίδα ισχυρίζεται πως οι ΗΠΑ στοχοποιούν κινεζικές εταιρείες σε καίριους τομείς, υπονομεύοντας έτσι την ανάπτυξη της Κίνας, ενώ η Κίνα στοχεύει μόνο αμερικανικές εταιρείες που παραβιάζουν την εθνική της κυριαρχία. Η πολιτική των ΗΠΑ δημιουργεί προβλήματα στις αμερικανικές εταιρείες που συνεργάζονται με την Κίνα και δεν ωφελεί τις σχέσεις των δύο χωρών. Η σημερινή σταθερότητα στις σχέσεις οφείλεται στην υπεύθυνη στάση της Κίνας, η οποία βασίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό, την ειρηνική συνύπαρξη και το αμοιβαίο όφελος. Καταλήγοντας, το άρθρο καταδικάζει την αμερικανική εξωτερική πολιτική την οποία χαρακτηρίζει επιβολή του νόμου της ζούγκλας και θεωρεί πως οι μεγάλες δυνάμεις οφείλουν να προάγουν την ειρήνη και την ανάπτυξη.

Ο Τύπος της Ρωσίας και Ασίας

Στις 7 Ιανουαρίου 2025, ο Sergey Poletaev, στο άρθρο του με τίτλο «Ρωσία, Τραμπ και Δύση: Υπάρχει θαυματουργή θεραπεία για τη σύγκρουση στην Ουκρανία;» που δημοσιεύτηκε στο Russia Today, αναλύει την τρέχουσα κατάσταση στην Ουκρανία. Οι νύξεις για ειρηνευτικές συνομιλίες ξεκίνησαν το περασμένο καλοκαίρι και τώρα οι προετοιμασίες φαίνονται σχεδόν επίσημες. Πολλοί στηρίζουν τις ελπίδες τους στον Ντόναλντ Τραμπ, εντούτοις δεν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για να πιστεύουμε ότι ο επερχόμενος Αμερικανός πρόεδρος μπορεί να εγγυηθεί την επιτυχία. Η προτεινόμενη σειρά των εξελίξεων -πρώτα κατάπαυση του πυρός και μετά ειρηνευτικές συνομιλίες- θυμίζει αμέτρητες περιφερειακές συγκρούσεις του 20ού αιώνα. Στην Ουκρανία, αυτή η προσέγγιση θα λειτουργούσε μόνο εάν το κόστος της σύγκρουσης για τη Μόσχα υπερέβαινε το κόστος της κατάπαυσης του πυρός. Μέχρι στιγμής, αυτό δεν ισχύει. Το Κίεβο βρίσκεται παγιδευμένο ανάμεσα στην αβεβαιότητα της Δύσης και την αποφασιστικότητα της Μόσχας. Το κύριο πρόβλημα παραμένει η αδυναμία της Δύσης να δεσμευτεί, καθιστώντας απίθανη μια ολοκληρωμένη συνθήκη ειρήνης μεταξύ Ρωσίας, ΗΠΑ και Δυτικής Ευρώπης. Η Δύση, η οποία είναι απρόθυμη να προσφέρει ουσιαστικές λύσεις, επέλεξε να εξοπλίσει την Ουκρανία και να τη χρησιμοποιήσει ως εντολοδόχο κατά της Ρωσίας. Πολλοί αναρωτιούνται εάν η Προεδρία του Τραμπ μπορεί να φέρει ειρήνη στην Ουκρανία. Ο Τραμπ ίσως διαφέρει από τον Μπάιντεν στην προθυμία του να μετατοπίσει το βάρος της σύγκρουσης στη Δυτική Ευρώπηκαι να εστιάσει στην Κίνα. Στο εν τω μεταξύ, χωρίς προσδοκίες από τη Δύση ή τον Τραμπ, η Μόσχα εντείνει τη στρατιωτική της στρατηγική και ελπίζει να φθείρει την Ουκρανία σε σημείο κατάρρευσης.

Ο Sergiy Sydorenko, στο άρθρο του με τίτλο «Η υβριδική στρατηγική του Κρεμλίνου στην Υπερδνειστερία: Η κρίση της Μολδαβίας, η ευκαιρία της Ουκρανίας και η απειλή για την ένταξη στην ΕΕ» που δημοσιεύτηκε στις 7 Ιανουαρίου, στην European Pravda, αναλύει την ενεργειακή κρίση στην Υπερδνειστερία. Την 1η Ιανουαρίου, η Υπερδνειστερία, μια αποσχισθείσα περιοχή της Μολδαβίας που ελέγχεται από τη Ρωσία, εισήλθε σε μια ενεργειακή κρίση άνευ προηγουμένου. Η άρνηση της Ουκρανίας να παρατείνει τη σύμβαση για τη μεταφορά ρωσικού αερίου μέσω του εδάφους της άφησε την περιοχή χωρίς αέριο, θέρμανση και ζεστό νερό. Η κρίση είναι τεχνητή, με τη Μολδαβία να προσφέρεται να αγοράσει αέριο από την ευρωπαϊκή αγορά, αλλά την Υπερδνειστερία να αρνείται, περιμένοντας βοήθεια από τη Ρωσία. Η Ρωσία εφαρμόζει ένα νέο σενάριο στην Υπερδνειστερία, δημιουργώντας εσκεμμένα μια ενεργειακή και ανθρωπιστική κρίση και τη ρωσική προπαγάνδα να κατηγορεί την κυβέρνηση της Μολδαβίας για την κρίση. Στόχος του Κρεμλίνου είναι η αντικατάσταση της φιλοδυτικής κυβέρνησης της Μολδαβίας με μια φιλορωσική στις εκλογές του φθινοπώρου του 2025, και το μπλοκάρισμα της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας. Η κρίση κρύβει απειλές και για την Ουκρανία, καθώς είναι πιθανόν να επιβραδυνθεί ή να σταματήσει τελείως η ευρωπαϊκή της ολοκλήρωση.






Ακολουθήστε το dialogos.com.cy στο Google News.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου