Ο οίκος Standard & Poor's υποβάθμισε συνολικώς σήμερα την πιστοληπτική ικανότητα εννέα κρατών της ευρωζώνης. Η Επιτροπή της ΕΕ, τα μεσάνυχτα με έκτακτο ανακοινωθέν της μιλά, αναφερομένη στην κίνηση του S&P, για «παραλογισμό». Η πιστοληπτική ικανότητα των Γαλλίας-Αυστρίας αξιολογείται πλέον μια βαθμίδα χαμηλότερα, στο ΑΑ+. Δύο βαθμίδες χαμηλότερα αξιολογείται, όμως, η πιστοληπτική ικανότητα της Κύπρου, της Πορτογαλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας.
Ο οίκος θεωρεί ότι οι πολιτικές πρωτοβουλίες των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων «ίσως δεν αρκούν για την πλήρη αντιμετώπιση των συστημικών πιέσεων στην ευρωζώνη», δηλαδή τις συνθήκες στον χρηματοπιστωτικό τομέα, το κλίμα για τα ομόλογα χωρών της ευρωζώνης στις αγορές κεφαλαίου, την επιδείνωση των προοπτικών για ανάπτυξη αλλά και την «ανοικτή και παρατεταμένη διάσταση απόψεων στις κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων».
Η συμφωνία της 9ης Δεκεμβρίου «δεν έχει οδηγήσει σε μία υπέρβαση επαρκούς έκτασης». Μία πολιτική που βασίζεται μόνο στη λιτότητα είναι μία πολιτική που κινδυνεύει «να υπονομευτεί από μόνη της», εξανεμίζοντας τα δημόσια έσοδα.
Παράλληλα, η S&P επικροτεί τη στάση που έχει κρατήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, λέγοντας πως η νομισματική της πολιτική υπήρξε καθοριστική στην αποτροπή απώλειας της εμπιστοσύνης των αγορών.
Η βασικότερη ανησυχία πίσω από τις υποβαθμίσεις, κυρίως της Γαλλίας, είναι οι επιπτώσεις στην αξιολόγηση του EFSF, του ταμείου στήριξης για την ευρωζώνη: το «ΑΑΑ» του Ταμείου δικαιολογείται ουσιαστικά με την άριστη αξιολόγηση Γερμανίας και Γαλλίας, που συνεισφέρουν και εγγυώνται το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων του.
Για τα 15 συνολικά μέλη της ΕΕ, που ο ίδιος οίκος αναθεώρησε σήμερα την ανάλυσή του για τις οικονομίες τους, η προοπτική της οικονομίας τους γίνεται αρνητική, αναθεώρηση με την οποία προοιωνίζονται υποβαθμίσεις πιστοληπτικής ικανότητας κατά την προσεχή 2ετία, «τουλάχιστον κατά μία, στις 3, πιθανότητες».
Ο οίκος θεωρεί ότι οι πολιτικές πρωτοβουλίες των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων «ίσως δεν αρκούν για την πλήρη αντιμετώπιση των συστημικών πιέσεων στην ευρωζώνη», δηλαδή τις συνθήκες στον χρηματοπιστωτικό τομέα, το κλίμα για τα ομόλογα χωρών της ευρωζώνης στις αγορές κεφαλαίου, την επιδείνωση των προοπτικών για ανάπτυξη αλλά και την «ανοικτή και παρατεταμένη διάσταση απόψεων στις κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων».
Η συμφωνία της 9ης Δεκεμβρίου «δεν έχει οδηγήσει σε μία υπέρβαση επαρκούς έκτασης». Μία πολιτική που βασίζεται μόνο στη λιτότητα είναι μία πολιτική που κινδυνεύει «να υπονομευτεί από μόνη της», εξανεμίζοντας τα δημόσια έσοδα.
Παράλληλα, η S&P επικροτεί τη στάση που έχει κρατήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, λέγοντας πως η νομισματική της πολιτική υπήρξε καθοριστική στην αποτροπή απώλειας της εμπιστοσύνης των αγορών.
Η βασικότερη ανησυχία πίσω από τις υποβαθμίσεις, κυρίως της Γαλλίας, είναι οι επιπτώσεις στην αξιολόγηση του EFSF, του ταμείου στήριξης για την ευρωζώνη: το «ΑΑΑ» του Ταμείου δικαιολογείται ουσιαστικά με την άριστη αξιολόγηση Γερμανίας και Γαλλίας, που συνεισφέρουν και εγγυώνται το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων του.
Για τα 15 συνολικά μέλη της ΕΕ, που ο ίδιος οίκος αναθεώρησε σήμερα την ανάλυσή του για τις οικονομίες τους, η προοπτική της οικονομίας τους γίνεται αρνητική, αναθεώρηση με την οποία προοιωνίζονται υποβαθμίσεις πιστοληπτικής ικανότητας κατά την προσεχή 2ετία, «τουλάχιστον κατά μία, στις 3, πιθανότητες».