Του Πρόδρομου Σεϊτανίδη
Θα ήθελα να σου πώ πως με λένε Χασάν Σουλεϊμανί Χελμαντί και κατάγομαι από το Αφγανιστάν. Πως ο παππούς μου σκοτώθηκε από τους Ρώσους κι ο πατέρας μου από τους Ταλιμπάν. Πως κι εγώ παρα τρίχα τη γλίτωσα από τους Αμερικάνους. Πως έχω κι εγώ ιστορία. Πως κι εμείς πολεμήσαμε από το Μεγαλέξαντρο και μετά και πως κανείς δεν μας κατάκτησε. Ούτε Εγγλέζοι, ούτε Ρώσοι, ούτε Αμερικάνοι. Αλλά δεν σε νοιάζει γιατί δεν με βλέπεις. Είμαι μικροκαμωμένος γιατί ποτέ δεν είχαμε αρκετό γάλα για όλα τα παιδιά της οικογένειας. Και είμαι ήσυχος γιατί έτσι αντιμετωπίζω τα δύσκολα: σκύβω για να περνάει η θύελλα. Έτσι κατάφερα να φτάσω ως εδώ. Δεν με ενδιαφέρει η πατρίδα σου, δεν θέλω να στην κλέψω. Θέλω κάπου να κοιμηθώ χωρίς να ακούω πυροβολισμούς και ρουκέτες. Στη δική μου αυτό δεν ήταν και τόσο εύκολο όταν έφυγα. Τώρα, μου λένε πως τα πράγματα έχουν ηρεμήσει αλλά δεν τους πιστεύω. Άλλωστε, και να θέλω, δεν μπορώ να γυρίσω πίσω. Ούτε και να πάω κάπου καλύτερα.
Δεν με ακούς, ε; Γι΄ αυτό στα γράφω, μπας και τα δεις κάποτε. Στο δρόμο, που διασταυρωνόμαστε,
το βλέμμα σου δεν σκοντάφτει πάνω μου, σαν να μην υπάρχω. Δεν νοιώθεις απειλή από μένα κι έτσι με αγνοείς. Άμα είναι να μου δώσεις καμια δουλίτσα, μου φωνάζεις «έλα ΄δώ, ρε μαλάκα» και μου δίνεις ένα δεκάρικο για να σου ξεφορτώσω νύχτα το φορτηγό στη μυστική αποθήκη. Ξέρω τι κρύβεις εκεί, εγώ τα έχω ξεφορτώσει σχεδόν όλα. Πριν τρία χρόνια μου έδωσες 30 ευρώ να ακολουθώ εκείνη τη γιαγιά. Δεν ξέρω γιατί, αλλά η γριά τρόμαξε. Κάποιος μου είπε ότι ήθελες να σου πουλήσει το σπίτι της, στον Άγιο Παντελεήμονα. Δεν ξέρω αν τελικά στο πούλησε, πάντως μετά από λίγο καιρό την έχασα.
Δεν με βλέπεις, αλλά ξέρεις ότι βλέπω. Γι΄ αυτό με πληρώνεις να κάθομαι έξω από το «καφενείο» σου και να φυλάω τσίλιες όταν γδύνετε κάναν αφελή σαν το κοτόπουλο. Δεν μού είπες τι έπρεπε να φυλάω, δεν μου εξήγησες κιόλας, κι έτσι δεν σφύριξα όταν μπήκαν και σας πιάσανε. Όταν σε αφήσανε, όμως, μου έστειλες τους γορίλες σου να μου πάρουν πίσω τα 30 ευρώ. Τους ήξερα από παλιότερα, όταν δεν μας άφηναν να κάτσουμε στην παιδική χαρά δίπλα στην εκκλησία σας. Λες και θέλαμε να έρθουμε εδώ. Τους έδωσα γρήγορα τα λεφτά και με άφησαν ήσυχο.
Σε είδα και τις προάλλες, που ζόρισες τον μαύρο, τον Αφρικανό, να σου μεταφέρει την πρέζα. Φοβότανε, του είπες να καταπιεί τα σακουλάκια. Έμαθα πως σπάσανε μέσα στο στομάχι του ενώ ήταν στο λεωφορείο. Παραλίγο να πεθάνει. Αλλά τι σε νοιάζει εσένα; Εσύ την πρέζα την έχασες, την προκαταβολή την έχασες και τον Γκανέζο θα κάνεις καιρό να τον ξαναδείς. Οπότε, μάλλον πάλι θα με ξαναδείς, για να βγάλεις τα νεύρα σου πάνω μου.
Δεν ξέρω καλά τη γλώσσα σου για να σου πώ ότι σε βλέπω. Νομίζεις πως είμαι ηλίθιος επειδή δεν μιλάω καλά ελληνικά. Αν είχες έρθει εσύ στην πατρίδα μου, να δω πώς θα κατάφερνες να συνεννοηθείς μεταξύ Παστούν και Φαρσί, για να μην πούμε για τις μικρότερες διαλέκτους. Με λες «χωριάτη» αλλά έχω περάσει περισσότερα βουνά και θάλασσες απ΄ όσες θα περάσεις ποτέ εσύ. Φαντάζεσαι να ξέπεφτες ποτέ στο Αφγανιστάν; Ούτε δέκα λεπτά δεν θα ζούσες ανάμεσα στα ναρκοπέδια, τους τρελαμένους ταλιμπάν, τους πρεζέμπορους και τους στρατόκαυλους αμερικάνους κι ευρωπαίους. Ούτε δέκα λεπτά!
Σε είδα τις προάλλες με μια κοπέλα. Δεν ήταν η γυναίκα σου. Αυτή ήταν νεότερη και μαύρη. Σε έχω ξαναδει και με άλλη παλιότερα. Και σε είδα την Κυριακή που πήγαινες στην εκκλησία με την οικογένειά σου. Δεν το ξέρεις, βέβαια, ότι κι ο γιός σου πάει στο ίδιο μπουρδέλο. Με τις μαύρες. Κι ας φωνάζει απ΄ έξω, μετά! Σε θυμήθηκα που φώναζες στην τηλεόραση ότι ήρθαμε στη γειτονιά σου και κινδυνεύουν οι οικογένειες. Από μένα; Σοβαρολογείς; Οι ξένοι σού είναι πρόβλημα, αλλά όλο εμάς χρησιμοποιείς για τις βρωμοδουλειές σου. Πόσα διαμερίσματα έχεις αγοράσει από τότε που σε γνώρισα; Πέντε; Εφτά; Κι όλα για ένα κομμάτι ψωμί, έτσι;
Σε είδα στις συγκεντρώσεις των κατοίκων. Εκτός από σένα είδα κι άλλους δυό-τρεις, που ζείτε από τα μπουρδέλα και τα κωλόμπαρα, οι άλλοι δεν ήταν από τη γειτονιά μου. Ναι, τώρα πια αυτή η γειτονιά είναι και δική μου. Εδώ αφήνω όσα λεφτά καταφέρω να βγάλω, γιατί να μην είναι και δική μου; Αποφεύγω να κυκλοφορώ πια. Πληρώνω σε κάποιον λεφτά για να μένω στο δωμάτιό του. Δεν ξέρω ποιανού είναι η πολυκατοικία, μπορεί να είναι και δική σου. Βγάζεις λεφτά από μένα. Το μαγαζάκι σου, που ήταν χρόνια άδειο, το νοίκιασες στον Πακιστανό και το έκανε κουρείο. Ναι, εκείνο που το σπάσανε οι φίλοι σου. Δεν με είδαν αλλά εγώ τους έβλεπα από το παράθυρο. Τι να πώ; Αφού αυτοί μπαινοβγαίνουν στο τμήμα. Κι εγώ μπαίνω στο τμήμα αλλά δεν ξέρω πώς να βγώ όποτε θέλω.
Σε είχα δει και πρόπερσι το καλοκαίρι. Όταν είχε κατέβει ο πολιτικός στην πλατεία, να σας δώσει κουράγιο. Μας φοβόσασταν, είπε, και ήρθε να δει πώς πάνε τα πράγματα. Γι΄ αυτό γέμισε ο τόπος αστυνομία. Αλήθειαμ πήρατε κουράγιο! Τόσο που κάνατε πορεία και ξεκινήσατε για την κατάληψη των αναρχικών, στο μεγάλο κτίριο στη γωνία. Δεν το μάθατε αλλά εμείς σας την χαλάσαμε. Τους ειδοποιήσαμε ότι έρχεστε και σας περίμεναν. Είχατε την ατυχία να έχουν θεατρική παράσταση στην αυλή εκείνο το βράδυ και σας πήραν στο κυνήγι. Ακόμα και οι ηθοποιοί σας κυνήγαγαν με βαμμένα τα πρόσωπα και με τα μαύρα ρούχα. Γελάγαμε με τα χάλια σας. Αφήσατε πίσω και μια τσάντα με μολότωφ αλλά κανείς αστυνομικός δεν έψαξε να βρει ποιανού είναι. Ούτε και τα δακρυγόνα που άφησαν πίσω τους οι δικοί σου.
Γλιτώσατε τώρα από τους αναρχικούς και την κατάληψή τους. Θα γλιτώσετε κι από μας, κάποτε. Μακάρι να γλιτώναμε κι εμείς από σας.
Σημείωση: Ο Χασάν δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο. Αυτό μου ζήτησε να σας πώ.
www.rednotebook.gr
http://dedousi.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου