17/3/1988 - Για τον χαμένο του αγώνα που τα αστεράκια μείναν μόνα να τον κλαιν!
1988 - 2013
25 χρόνια μετά και ο μπαγάσας είναι ακόμη ολοζώντανος στη μνήμη μας. Μια μνήμη που επιμένει να ψιθυρίζει τα τραγούδια του, αντιμετωπίζοντάς τα σαν βγαλμένα από το μέλλον!
Κάποτε θα με διαβάσεις ίσως, θα ακούσεις τα τραγούδια μου, θα με κατανοήσεις. Αλλά δε θα 'μαι εγώ πια. Θα 'ναι αυτή η μάσκα που φορούν στους πεθαμένους. Όσους τους χρησιμοποιούν μετά το θάνατό τους, όταν οι ίδιοι δεν υπάρχουν.
Όσο υπήρχα με φοβόσουν. Όσο υπήρχα δε με άντεχες.
Δεν είχες καν τη δύναμη να μείνεις ένα δευτερόλεπτο κοντά, άμα σου το ζητούσα. Θα προτιμούσα να μη με διάβαζες ποτέ.
Είναι καλύτερο ν' αγοράσεις ή να κλέψεις ένα μπλουζάκι με την φάτσα μου επάνω τυπωμένη. Κι ας σου φαίνεται γελοίο. Κι ας μου φαίνεται γελοίο.
Νικόλας Ασιμος
Πέρασαν 25 χρόνια από τη μέρα που η είδηση έσκασε σαν βόμβα στην οδό Καλλιδρομίου. Το μαγαζί-καταφύγιο δεν άνοιξε εκείνο το πρωινό, μα εκείνος ήταν μέσα, φευγάτος για πάντα, όπως σε όλη του τη ζωή!
Τον έπνιξαν οι ευαισθησίες του, που ελάχιστοι ένιωσαν, η μοναξιά που δεν είχε με κανέναν να μοιραστεί.
To περιθώριο, που ο ίδιος είχε διαλέξει ως τρόπο ζωής τον έδιωχνε κάθε μέρα. Το παιχνίδι - Κλέφτες κι Αστυνόμοι - γνώριμο από χρόνια, τον είχε κουράσει πια. Οσο το άντεχε, έτρεχε, προκαλούσε, αγωνιζόταν για τις αξίες του μόνος αλλά ελεύθερος, κι έτσι ελεύθερος θέλησε να συνεχίσει, κάπου αλλού όμως, μακριά από όλους και όλα. Αέρας έγινε.
Ο αντικομφορμίστας, ο μοναχικός τροβαδούρος έφτυσε κατάμουτρα στην κοινωνία που δεν τον εξέφραζε ούτε στα αυτονόητα κι έφυγε.
Ισως εκεί που πήγε, τα πράγματα να είναι αλλιώς, να γράφει μουσικές και να μην τις ηχογραφεί μόνος, να μην τις διακινεί σε παράνομες κασέτες, να μην τον πονάει καμιά εκμετάλλευση, να μην χρειάζεται να παλεύει για την ανατροπή κανενός δυνάστη, να μην τον ξυλοκοπάει κανείς για τις ιδέες του, να μην... να μην.... μόνο να παίζει μουσική - ροκ, μπλουζ και κάντρι - παρέα με τον Παύλο, τον Τζιμ, τον Τζίμι, τη Τζάνις και τα άλλα παιδιά του ανέμου.
Ίσως να ξανάρθεις όταν θα 'χω πια, όταν θα 'χω πια χαθεί.
Κι ή θα με 'χουν θάψει, ή θα έχω μα ή θα έχω μαραθεί.
Ελσα Γράψα
1988 - 2013
25 χρόνια μετά και ο μπαγάσας είναι ακόμη ολοζώντανος στη μνήμη μας. Μια μνήμη που επιμένει να ψιθυρίζει τα τραγούδια του, αντιμετωπίζοντάς τα σαν βγαλμένα από το μέλλον!
Κάποτε θα με διαβάσεις ίσως, θα ακούσεις τα τραγούδια μου, θα με κατανοήσεις. Αλλά δε θα 'μαι εγώ πια. Θα 'ναι αυτή η μάσκα που φορούν στους πεθαμένους. Όσους τους χρησιμοποιούν μετά το θάνατό τους, όταν οι ίδιοι δεν υπάρχουν.
Όσο υπήρχα με φοβόσουν. Όσο υπήρχα δε με άντεχες.
Δεν είχες καν τη δύναμη να μείνεις ένα δευτερόλεπτο κοντά, άμα σου το ζητούσα. Θα προτιμούσα να μη με διάβαζες ποτέ.
Είναι καλύτερο ν' αγοράσεις ή να κλέψεις ένα μπλουζάκι με την φάτσα μου επάνω τυπωμένη. Κι ας σου φαίνεται γελοίο. Κι ας μου φαίνεται γελοίο.
Νικόλας Ασιμος
Πέρασαν 25 χρόνια από τη μέρα που η είδηση έσκασε σαν βόμβα στην οδό Καλλιδρομίου. Το μαγαζί-καταφύγιο δεν άνοιξε εκείνο το πρωινό, μα εκείνος ήταν μέσα, φευγάτος για πάντα, όπως σε όλη του τη ζωή!
Τον έπνιξαν οι ευαισθησίες του, που ελάχιστοι ένιωσαν, η μοναξιά που δεν είχε με κανέναν να μοιραστεί.
To περιθώριο, που ο ίδιος είχε διαλέξει ως τρόπο ζωής τον έδιωχνε κάθε μέρα. Το παιχνίδι - Κλέφτες κι Αστυνόμοι - γνώριμο από χρόνια, τον είχε κουράσει πια. Οσο το άντεχε, έτρεχε, προκαλούσε, αγωνιζόταν για τις αξίες του μόνος αλλά ελεύθερος, κι έτσι ελεύθερος θέλησε να συνεχίσει, κάπου αλλού όμως, μακριά από όλους και όλα. Αέρας έγινε.
Ο αντικομφορμίστας, ο μοναχικός τροβαδούρος έφτυσε κατάμουτρα στην κοινωνία που δεν τον εξέφραζε ούτε στα αυτονόητα κι έφυγε.
Ισως εκεί που πήγε, τα πράγματα να είναι αλλιώς, να γράφει μουσικές και να μην τις ηχογραφεί μόνος, να μην τις διακινεί σε παράνομες κασέτες, να μην τον πονάει καμιά εκμετάλλευση, να μην χρειάζεται να παλεύει για την ανατροπή κανενός δυνάστη, να μην τον ξυλοκοπάει κανείς για τις ιδέες του, να μην... να μην.... μόνο να παίζει μουσική - ροκ, μπλουζ και κάντρι - παρέα με τον Παύλο, τον Τζιμ, τον Τζίμι, τη Τζάνις και τα άλλα παιδιά του ανέμου.
Ίσως να ξανάρθεις όταν θα 'χω πια, όταν θα 'χω πια χαθεί.
Κι ή θα με 'χουν θάψει, ή θα έχω μα ή θα έχω μαραθεί.
Ελσα Γράψα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου