Σπύρος Γεωργάτος |
Η επίσπευση της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας ανακοινώθηκε αιφνιδιαστικά, αφού προηγουμένως ο Αντώνης Σαμαράς και οι επιτελείς του είχαν αφήσει να διαρρεύσει στον φίλιο τύπο ότι «δε βλέπουν εκλογές» και ότι «η επίσπευση της διαδικασίας εκλογής Προέδρου θα δημιουργήσει προεκλογικό κλίμα και θα αποσταθεροποιήσει τη χώρα στη μέση μιας εξαιρετικά δύσκολης διαπραγμάτευσης». Η κίνηση αυτή δεν είναι επομένως «απλώς ανακόλουθη» όπως τόσες άλλες, αλλά προδίδει τέχνασμα και προτοιμασία. Είναι σαφές ότι κάτι πέραν του προφανούς συμβαίνει που θυμίζει «τη μπλόφα της μπλόφας», δηλαδή την τακτική που ακολουθούσε ο Ρόμμελ, η «αλεπού της ερήμου» για να βγει απ’ τα δύσκολα στον πόλεμο της Αφρικής. Ας δούμε λοιπόν ένα υποθετικό σενάριο που στηρίζεται σε αυτή τη λογική.
Οι συμπληγάδες στις οποίες βρέθηκε η κυβέρνηση μετά τις αντιδράσεις του ευρωπαικού διευθυντηρίου ήταν από τη μία πλευρά η σχεδόν βέβαιη διάλυσή της αν επέλεγε να συνεχίσει αποδεχόμενη τους νέους όρους της τρόικα –αφού πολλοί βουλευτές της συμπολίτευσης είχαν αυτο-δεσμευθεί ότι δεν θα ψηφίσουν από εδώ και πέρα νέα μέτρα- και από την άλλη ο κίνδυνος να εξαναγκασθεί να πάει σε πρόωρες εκλογές, αφού οι 180 ψήφοι για την εκλογή του Προέδρου θα ήταν πολύ δύσκολο να συγκεντρωθούν τώρα, υπό τις δεδομένες πολιτικές συνθήκες. Από τα δύο ενδεχόμενα φαίνεται να επέλεξε το δεύτερο, αλλά όχι χωρίς σχέδιο να δώσει μια «τελευταία μάχη». Είναι ηλίου φαεινότερον ότι η μάχη αυτή δεν δίνεται με την υποψηφιότητα Δήμα. Ο Σταύρος Δήμας, αν και έχει αρκετές συμπάθειες στον πολιτικό χώρο της μετριοπαθούς Δεξιάς και του Κέντρου, δεν παύει να είναι μια χαμηλής διεισδυτικότητας υποψηφιότητα που είναι απίθανο να προσελκύσει τις ψήφους των ΑΝΕΛ ή των «αριστερών συναινετικών» που προέρχονται από τη ΔΗΜΑΡ και να τους αναγκάσει να παρεκκλίνουν από τις αποφάσεις των κομματικών τους οργάνων.
Παρενθετικά και πριν υπεισέλθω στο παραπλανητικό σχέδιο που θεωρώ ότι επέλεξε η κυβέρνηση είναι χρήσιμο να συζητήσουμε ορισμένες «άλλες λύσεις» που, αν και μέσα στη λογική ενός τυχοδιωκτικού χειρισμού, δεν επελέγησαν τελικά ως το κύριο σχέδιο αντιμετώπισης του ΣΥΡΙΖΑ λόγω ανεδαφικότητας ή πολύ υψηλού ρίσκου. Υπήρχε καταρχήν το σενάριο του μαζικού προσεταιρισμού βουλευτών άλλων κομμάτων με την υπόσχεση προνομίων (π.χ., υπουργοποίησης) ή ιδιαίτερης μεταχείρισης στον εναπομείνοντα χρόνο διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία, αφού αν γίνουν τώρα εκλογές οι περισσότεροι από αυτούς δεν πρόκειται να επανεκλεγούν.
Κανείς δεν γνωρίζει σε ποιο βαθμό αξιοποιήθηκε αυτό το σενάριο, αλλά πάντως, ό,τι και αν συνέβη, δεν απέδωσε διότι –ευφυώς- η αξιωματική αντιπολίτευση φρόντισε να ξεκαθαρίσει ότι η αλλαγή στάσης των αμφιταλαντευόμενων βουλευτών θα καταγραφεί ως «αποστασία». Η «αποστασία» είναι ένας ιστορικά φορτισμένος όρος, που δεν περιγράφει απλώς μια αποκλίνουσα συμπεριφορά σε σχέση με τις συλλογικές αποφάσεις ενός πολιτικού κόμματος, αλλά τη συμμετοχή σε ένα σχέδιο αποσταθεροποίησης και υπονόμευσης της λαικής κυριαρχίας, όπως το ’65. Και επειδή το προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι σαφές, κανείς από τους «αιωρούμενους» βουλευτές δεν θα άντεχε αυτή τη ρετσινιά, με έναν λαό εξαγριωμένο από τα μνημονιακά μέτρα και μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στα πράγματα. Αργά ή γρήγορα, ο κόσμος θα απαιτήσει να αποδοθούν οι ευθύνες σε εκείνους που οδήγησαν τον τόπο στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα. Και σε μια τέτοια περίπτωση, η ρετσινιά του «αποστάτη» δεν θα ήταν ακριβώς τίτλος ευγενείας, αλλά κόκκινο πανί.
Ένα άλλος μοχλός για να ασκηθεί πίεση στους βουλευτές θα ήταν η επίκληση των εθνικών θεμάτων. Εκεί κάτι πήγε να γίνει λόγω των γεγονότων στην Κύπρο, εξ ου και η τριμερής με την Αίγυπτο. Πρέπει όμως να εκτιμήθηκε ότι δεν είναι δυνατόν να σηκωθεί «κλίμα» με βάση αυτό λόγω υψηλής επικινδυνότητας, δηλαδή τον κίνδυνο να δημιουργηθεί ένα πραγματικό επεισόδιο με την Τουρκία. Τέλος, υπήρξε προφανώς η σκέψη να χρησιμοποιηθεί ο μοχλός των παρεμβάσεων από το εξωτερικό. Αυτό όχι μόνο χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται, αλλά υπάρχει περίπτωση να πάρει και πολύ μεγάλες διαστάσεις αν οργανωθεί η (επιδεικτική) διαφυγή κεφαλαίων για να δημιουργηθεί η εικόνα επικείμενης καταστροφής πριν τις εκλογές. Το ζήτημα –και το σχέδιο- είναι όμως να μη φτάσουμε σε ακραίο σημείο, γιατί αυτό περιέχει επίσης την πιθανότητα ανεξέλεγκτων και μη αναστρέψιμων φαινομένων.
Έρχομαι λοιπόν στο προκείμενο. Πώς θα μπορούσε η κυβερνητική πλευρά να αυξήσει τον αριθμό των βουλευτών που θα φηφίσουν θετικά και να αποτρέψει το ενδεχόμενο άμεσων εκλογών; Ένας πολύ απλός τρόπος για να επιτύχει κάτι τέτοιο είναι: α) να υπάρξει ένας (ακόμη) υποψήφιος ο οποίος θα αποσπάσει ψήφους από τους ΑΝΕΛ χωρίς αυτό να ερμηνευθεί ως «αποστασία» και β) ο υποψήφιος αυτός να «αναγκάσει» (δήθεν) τον Σαμαρά να «υποχωρήσει» δίνοντας την εγγύηση ότι θα συνεχιστεί η διαδικασία για την προετοιμασία της συνταγματικής αναθεώρησης, θα αλλάξει ο εκλογικός νόμος και –το πιο βασικό- ότι θα γίνουν εκλογές μέχρι το τέλος του 2015. Αυτή ακριβώς ήταν και η πλατφόρμα των 8 ανεξάρτητων/ΔΗΜΑΡιτών βουλευτών, που σε αυτή την περίπτωση θα ψηφίσουν τον (νέο) υποψήφιο με το επιχείρημα ότι έχει υιοθετήσει τις θέσεις τους και έχει εμμέσως αναγκάσει τον Σαμαρά να υποχωρήσει. Αν θέλει κι ο ΣΥΡΙΖΑ ας συναινέσει, αν όχι...
Ο πλέον κατάλληλος (νέος) υποψήφιος που δεν θα απαξιώσει την υποψηφιότητα Δήμα -ο οποίος στην περίπτωση αυτή θα κάνει διακριτικά «στην άκρη»- και θα δικαιολογήσει πολιτικά τον χειρισμό του μεγάρου Μαξίμου δίνοντας μια νότα «σύνθεσης» είναι ο Κώστας Καραμανλής -ο οποίος, ούτως ή άλλως, αποτελεί τη σοβαρότερη εφεδρεία της Νέας Δημοκρατίας για τα επόμενα χρόνια. Συνοψίζω λοιπόν ενα σενάριο που δεν είναι απίθανο να το δούμε να υλοποιείται αν συντρέξουν οι υποκειμενικές προυποθέσεις (βλέπε παρακάτω) και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προχωρήσει σε (ανάλογα) αντίμετρα.
Φάση πρώτη: ο Σταύρος Δήμας εισπράτει 170-172 ψήφους στις δύο πρώτες ψηφοφορίες, ενώ αυξάνονται οι πιέσεις και οι εκβιασμοί από διεθνείς χρηματιστηριακούς κύκλους και αξιωματούχους της Ευρωπαικής Ένωσης μπροστά στο ενδεχόμενο ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει κυβέρνηση. Φάση δεύτερη: στο ζενίθ των πιέσεων, εμφανίζεται με πρωτοβουλία «βουλευτών» η υποψηφιότητα Καραμανλή. Φάση τρίτη: ο Κώστας Καραμανλής δέχεται να συζητήσει την υποψηφιότητά του αν ο Σαμαράς δεχθεί την πλατφόρμα των 8 ανεξάρτητων/ΔΗΜΑΡιτών βουλευτών και ο Σταύρος Δήμας του παραχωρήσει τη θέση του για να εξασφαλιστεί η μέγιστη «εθνική ενότητα» -αλλά και να ικανοποιηθεί σε ένα βαθμό η απαίτηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για προσφυγή στη λαική ετυμηγορία και ξεκαθάρισμα του τοπίου.
Ένα τέτοιο σενάριο ικανοποιεί πολλές συνθήκες και εξηγεί αρκετά «ανεξήγητα» από εκείνα που συνέβησαν το τελευταίο διάστημα –όπως η πρωτοβουλία των 8 βουλευτών που έμοιαζε άσκοπη αφού δεν είχε κανέναν προφανή αποδέκτη. Υπάρχει όμως μια σοβαρή προυπόθεση για όλα αυτά: η συμφωνία του Κώστα Καραμανλή, που δεν είναι σαφές κατά ποιον τρόπο θα ήθελε να τελειώσει την πολιτική του σταδιοδρομία. Όπως ο original Καραμανλής (δηλαδή ως εκλεγμένος πρωθυπουργός που θα «σώσει» την Ελλάδα από την καταστροφή και θα κάνει και μια πιρουέτα «αντίστασης» απέναντι στους δανειστές) ή ως fellow–ΟΝΕΔίτης που συνδράμει τον Σαμαρά και δεν του έρχεται άσχημα να περάσει μια-δυο θητείες «αραχτός» στην Προεδρεία της Δημοκρατίας τελειοποιώντας τις «φιλοσοφικές ατάκες» του θείου του με μια γεύση Μπαϊρακτάρη.
Η αλεπού του Μαξίμου μπορεί να υπολογίζει στο δεύτερο, επειδή όμως είμαστε συνομήλικοι με το τέως πρωθυπουργό και (από μια ανεξήγητη ανθρωπολογική περιέργεια) παρακολουθώ προσεκτικά την πορεία του για αρκετό καιρό έχω την αίσθηση ότι ο Καραμανλής θα προτιμήσει τελικά το πρώτο σενάριο, αναλαμβάνοντας μετά την επικείμενη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας και επιδιώκοντας μια δική του «καθαρή» νίκη και μια «ρεβάνς» για ό,τι συνέβη το 2009.
Θα δείξει. Αλλά ποιος είπε ότι και τα πρόσωπα δεν καθορίζουν τις ιστορικές εξελίξεις;
http://tvxs.gr/news/ellada/maksimoy-sxedio-tis-alepoys
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου