Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015

99 χρόνια από την ιστορική απεργία στα Μεταλλεία της Σερίφου

Στις 7 Αυγούστου συμπληρώθηκαν ακριβώς 99 χρόνια από την ημέρα που οι μεταλλωρύχοι της Σερίφου ξεκίνησαν μια από τις ιστορικές απεργίες του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα, που εκείνη την εποχή έκανε τα πρώτα του βήματα. Δύο βδομάδες μετά, στις 21 Αυγούστου 1916, η απεργία βάφτηκε με αίμα και τέσσερις εργάτες έπεσαν νεκροί.

Οι εργολάβοι Γρόμαν

Το 1885, ο Γερμανός μεταλλειολόγος Αιμίλιος Γρόμαν συμβλήθηκε με την εταιρεία «Σέριφος – Σπηλιαλέζα» (ιδιοκτησίας της γαλλικής μεταλλευτικής εταιρείας στο Λαύριο) και ανέλαβε εργολαβικά την εξόρυξη του ορυκτού πλούτου στο νησί. Με διάφορα μέσα, ο Γρόμαν αποσπούσε από τους ιδιοκτήτες των μικρών κλήρων τα χωράφια τους χωρίς να τους αποδίδει το νόμιμο μέρισμα και τους εξανάγκαζε να δουλεύουν στην εξόρυξη με μεροκάματα πείνας.

Για να «κουκουλώσει» μάλιστα το όργιο της εκμετάλλευσης στα Μεταλλεία, ίδρυσε ένα δημοτικό σχολείο στο Μέγα Λειβάδι (όπου ήταν και η έδρα της επιχείρησης) και ένα υποτυπώδες νοσοκομείο στο κοντινό Μέγα Χωριό. Το προσωπικό, βέβαια, των ιδρυμάτων αυτών, πληρωνόταν από τους ίδιους τους εργάτες.

Στη Σέριφο προσέφευγαν για να δουλέψουν στα μεταλλεία, νησιώτες από τα γύρω νησιά, αλλά και από την απέναντι πελοποννησιακή ακτή. Ετσι, παρατηρείται μια σημαντική για τα πληθυσμιακά δεδομένα του νησιού συγκέντρωση της εργατικής τάξης. Ο πληθυσμός, από 2.134 κατοίκους το 1880, ανεβαίνει στους 4.000 το 1912.

Μετά το θάνατο του Αιμίλιου Γρόμαν το 1906, τα Μεταλλεία ανέλαβε ο γιος του Γεώργιος Γρόμαν. Οι Γρόμαν δημιούργησαν στο πλάι τους μια ομάδα πιστών τους υπαλλήλων, που λειτουργούσαν ως επιστάτες και μαγκουροφόροι πραιτοριανοί. Ταυτόχρονα, «εγγράμματοι» υπάλληλοί τους αναλάμβαναν να καλλιεργήσουν στις συνειδήσεις των εργατών και των κατοίκων του νησιού την εικόνα ενός εργοδότη που φρόντιζε τους «εργάτες – παιδιά του».

Ο Εμμανουήλ Γ. Ανδρόνικος, διευθυντής της «Γρομανείου Σχολής» (του σχολείου που λειτουργούσε στο Μέγα Λειβάδι), για να εξυμνήσει τους «μεγάλους ευεργέτες» έγραφε το 1906: «Ολοι (σ.σ. εννοεί τους εργάτες) ζουν με ζηλευτή αρμονία και άνεση, διότι βρίσκονται κάτω από την προστασία και βρίσκουν θαλπωρή και καταφύγιο, στο παρελθόν μεν από τον αείμνηστο πατέρα (Αιμίλιο Γρόμαν), σήμερα δε από τον πολυαγαπημένο του γιο (το Γεώργιο), όπως ακριβώς ένα μεγάλο και ψηλό δέντρο που φυτρώνει στη μέση της ερήμου»!

«Εις το βασίλειον Σερίφου…» 

Στις 24 Ιούλη 1916 δημιουργήθηκε το Σωματείο «Εργατών Μεταλλευτών» Σερίφου, με αιτήματα την καθιέρωση του 8ωρου, την αύξηση των ημερομισθίων και τη λήψη μέτρων ασφαλείας των εργαζομένων. Σε υπομνήματα του σωματείου προς προς το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, σημειώνεται για τις συνθήκες που επικρατούν στα μεταλλεία:

«(…) εις το βασίλειον Σερίφου, αι ώραι εργασίας είναι κανονισμέναι από της ανατολής μέχρι της δύσεως ηλίου, με διακοπή μιας ώρας κατά τους χειμερινούς μήνας, και 2 έως 2 1/2 κατά τους θερινούς, ήτοι 9 – 12».

Και παρακάτω: «Ασφάλεια καμία δεν υπάρχει μεταξύ των εργατών μεταλλωρύχων διότι η εταιρεία με τον σκοπόν να καρπωθεί κέρδη εύκολα από δύο μηνών διέταξε και κρημνίζονται οι στύλοι μεταλλεύματος οίτινες μένουν προς στήριξη των στοών κατά τους κανόνες της μηχανικής (…) Υποχρεούμεθα να καταβάλλωμεν 2% επί των ημερομισθίων μας διά το ταμείον αλληλοβοήθειάς μας, αλλά κανείς εργάτης δεν ηξεύρει τι ποσόν συνάζεται πού κατατίθεται και ποίος το διαχειρίζεται. Μόνον ιατρική περίθαλψις και τα στοιχειώδη φάρμακα τους παρέχονται και όχι πάντοτε».

Σε άλλες μαρτυρίες της εποχής, συναντάμε τις εξής αφηγήσεις: «Εθαβαν εργάτες ζωντανούς για να αποκομίζουν με ληστρική εκμετάλλευση περισσότερα κέρδη. Οι εργάτες βρίσκονταν νεκροί καταπλακωμένοι στις στοές και οι οικογένειές τους ανησυχούσαν αφού δεν είχαν νέα τους. Ερχονταν κάποιος δικός τους άνθρωπος να ρωτήσει και του λέγανε πως ο νεκρός είχε φύγει απ” τη δουλιά!»…

«Οι μεταλλωρύχοι κατοικούσαν σε απομακρυσμένες περιοχές της Σερίφου, νυχτοπερπατούσαν σαν τσακάλια δυόμισι και τρεις ώρες ποδαρόδρομο, ανεβοκατεβαίνοντας τις ράχες και τις ρεματιές. Ηταν υποχρεωμένοι με το χάραμα να βρίσκονται στοιβαγμένοι στις εισόδους της κάθε γαλαρίας για να πιάσουν δουλειά.

Εκεί πήγαινε ο κάθε μαγκουροφόρος επιστάτης, έβαζε τη μαγκούρα ανάμεσά τους και τους έλεγε: «Από δω και μπρος θα πάτε για δουλειά, οι υπόλοιποι να φύγετε γιατί αργήσατε, αύριο πάλι». Οσοι είχαν την τύχη να δουλέψουν, αν δεν ακολουθούσαν τις εντολές του επιστάτη και αρνιούνταν να πάνε σε κάποιο επικίνδυνο σημείο της γαλαρίας, η απάντηση άμεση: «Αν δεν πας, να πας σπίτι σου». Ετσι, οι εργάτες κατέβαιναν σα μυρμήγκια στα βάθη της γης κάθε πρωί και δε γνώριζαν αν θα βγουν ζωντανοί ή όχι».

Η απεργία ξεσπά 

Μετά από σειρά υπομνημάτων που συνέταξε και απέστειλε στους αρμόδιους το σωματείο, ξεσπά τελικά η απεργία στις 7 Αυγούστου 1916. Οι μεταλλωρύχοι αρνούνται να φορτώσουν το ανδριώτικο πλοίο «Μανούσι», που ήρθε να παραλάβει σιδηρομετάλλευμα για τη Γερμανία, όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι, για τη Γλασκόβη, όπως λένε οι εκπρόσωποι της εταιρείας.

Δεκαπέντε μέρες μετά την κήρυξη της απεργίας, στις 21 Αυγούστου, φτάνουν στη Σέριφο 10 (κατ” άλλους 12) χωροφύλακες, με επικεφαλής τον υπομοίραρχο Χρυσάνθου, με την εντολή να καταπνίξουν την κινητοποίηση.

Ο Χρυσάνθου βιαιοπραγεί εναντίον των πάντων, σε όλη την πορεία του αποσπάσματος από το λιμάνι του νησιού στο Μέγα Λειβάδι, ενώ φυλακίζει την ηγεσία του σωματείου. Ο χώρος της απεργίας και της συγκέντρωσης των εργατών είναι η κλειστή παραλία του Μεγάλου Λειβαδιού. Το απόσπασμα της χωροφυλακής δίνει προθεσμία 5 λεπτών στους συγκεντρωμένους για να φορτώσουν το πλοίο.

Οταν η προθεσμία εκπνέει, πυροβολεί τους απεργούς εν ψυχρώ. Ενας εργάτης, ο Θεμιστοκλής Κουζούπης, πέφτει αμέσως νεκρός και ακολουθούν άλλοι τρεις (Μιχάλης Ζωίλης, Μιχάλης Μητροφάνης και Γιάννης Πρωτόπαπας). Οι απεργοί δε μένουν με σταυρωμένα τα χέρια: Ακολουθεί γενικευμένη σύρραξη, στην οποία συμμετέχουν ενεργά γυναίκες και παιδιά. Τραυματίζονται 10 χωροφύλακες, ενώ λιθοβολούνται μέχρι θανάτου ο υπομοίραρχος Χρυσάνθου και ο αστυνόμος Σερίφου Τριανταφύλλου, ο οποίος γκρεμίζεται από τη γέφυρα φόρτωσης στη θάλασσα.

Οι απεργοί έδωσαν μια σκληρή ταξική μάχη, που θορύβησε την τότε αστική κυβέρνηση σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αποφασίσει να στείλει στο νησί το πολεμικό πλοίο «Αυλίς» με ισχυρή αστυνομική δύναμη, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής. Τελικά, με τη λήξη της απεργίας, φαίνεται ότι η απόφαση αυτή δεν υλοποιήθηκε.
http://sioualtec.blogspot.gr/2015/08/99.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου