Τετάρτη 17 Ιουνίου 2020

Κτιστό περιβάλλον: εφήμερες και διαχρονικές αξίες


Του Τάσσου Ν. Δίκα *

– Η ανάπτυξη κάθε οικιστικού συνόλου, σε κάθε ιστορική περίοδο δεν αποτελεί ουδέτερη ή αφηρημένη έννοια. Αντικειμενικά εκφράζει ιδεολογική-πολιτική αντίληψη για τη σημασία και τον ρόλο της. Αν η σημασία της ανάπτυξης είναι αμιγώς οικονομοκεντρική -όπως ουσιαστικά συνέβη στις πόλεις μας τότε γίνεται μονοσήμαντο οικονομικό παράγωγο και η «ταυτότητα» του οικιστικού συνόλου έχει «εργολαβικό» χαρακτήρα.

– Το σύστημα της αντιπαροχής σε συνδυασμό, με την τεμαχισμένη ιδιοκτησία , την αποσπασματική και όχι μακροπρόθεσμη πολιτική γης, την γραφειοκρατική αντίληψη της δόμησης ( περιεχόμενο αδειών, όροι δόμησης, επεκτάσεις, χρήσεις, αυθαίρετα κλπ), κυριάρχησε επί δεκαετίες, προσδιορίζοντας συγκεκριμένα κοινωνικά χαρακτηριστικά στο οικιστικό περιβάλλον (ως περιεχόμενο και διαδικασία) και περιορισμένα έως ανύπαρκτα πολιτισμικά γνωρίσματα.

– Οι προδιαγραφές οικιστικής ανάπτυξης στη πράξη ταυτίστηκαν μεταπολεμικά κυρίως σε διαδικαστικά ή γραφειοκρατικά περιεχόμενα, οπότε τα αποτελέσματα είναι ετερόκλητα, το αρχιτεκτονικό περιεχόμενο στρεβλό αποκομμένο από την διαδρομή του (χωρίς ιστορικά κέντρα, χωρίς πολιτιστική ταυτότητα, χωρίς ποιότητα το αστικό περιβάλλον).

– Οι ισχυρότεροι «νόμοι της αγοράς» επιβλήθηκαν στο κοινωνικό σύνολο, που αισθάνεται ότι δεν ορίζει το χώρο που ζει, απλά φιλοξενείται σ΄ ένα ετερόκλητο οικιστικό περιβάλλον. Αυτό καθρεπτίζει μία τέτοια πόλη όπου η «αγορά του αύριο» είναι επικυρίαρχη του «πολιτιστικού της είναι» και όπου το σύστημα λειτουργίας -που λίγοι το νέμονται- είναι υπεράνω των πολλών ανθρώπων της εργασίας και της καθημερινής προσπάθειας .


Φαινόμενα περιθωριοποίησης αρχίζουν να παρουσιάζονται και ένα σκηνικό στήνεται με περίβλημα την καταναλωτική φαινομενική «δυνατότητα». Η παγίδα της πιστωτικής χρέωσης είναι ταυτόσημη με τη «ζωή» στη σύγχρονη πόλη, που «επιβάλλει» συμπεριφορές με κύριους αποδέκτες τους νέους ανθρώπους.

– Τότε ο χώρος «αντεκδίκησης» για τον καθένα, γίνεται ο «ιδιωτικός» χώρος του, που αντίστοιχα καθορίζει συνήθως μια αρχιτεκτονική χωρίς ταυτότητα η ακόμη δυσμενέστερα με τυχαία -επαγωγικά χαρακτηριστικά. Εδώ επομένως είναι ζητούμενες νέες πολιτικές για το οικιστικό περιβάλλον που συνδιαμορφώνουμε μέρα με την ημέρα.
– Γιατί απλά λείπει η πυξίδα του οικιστικού συνόλου σαν διαχρονικού συνόλου, με συσσωρευμένες τις ποιοτικές μνήμες πολιτισμικής κληρονομιάς, που απαιτεί πολιτικά, αντίστοιχα ποιοτικές σύγχρονες αξίες.

– Υπάρχει μεγάλη απόσταση από τις πολιτικές συντήρησης και αναπαραγωγής αυτών των καταστάσεων, από εκείνες τις ζητούμενες πολιτικές που δεν υποτάσσονται -προσχηματικά ή όχι- και βάζουν την πολιτισμική ποιότητα για όλους πάνω από τα επί μέρους συμφέροντα.. Αν προσθέσει κανείς ποιοτικές προϋποθέσεις – πολιτισμικές, αισθητικές, κοινωνικές κλπ – τότε οι πολιτικές προσεγγίσεις γίνονται. συνθετότερες. Τότε το προσδοκώμενο αποτέλεσμα είναι ποιοτικά καλύτερο, οπότε ουσιαστικά γίνεται λόγος για την σημασία και τον ρόλο της πολιτισμικής ανάπτυξης των πόλεων και όχι μόνο.
– Αν σ΄ αυτό προσθέσει κανείς την βούληση -πολιτική- για εναρμόνιση αξιών γης σε κάποια πλαίσια , τότε η προσέγγιση αποκτά και αντικρουόμενα χαρακτηριστικά, οπότε η σημασία της προγραμματισμένης ισόρροπης ανάπτυξης με προδιαγραφές και ευδιάκριτους κανόνες είναι αναγκαία προϋπόθεση για την αμεσότητα κοινωνικού γίγνεσθαι και κτισμένου περιβάλλοντος.

Σκηνική μετάλλαξη

Τι συμβαίνει στα οικιστικά εκείνα σύνολα που, τουλάχιστον σε συγκεκριμένες περιόδους, κυριαρχεί η προσχεδιασμένη ή «κατά συνθήκη» λειτουργία του οικισμού σαν τόπος διακοπών ή ελεύθερου χρόνου, που σφραγίζει τον ίδιο τον κοινωνικό ιστό;

Εκεί -ενδεχομένως- η αρχιτεκτονική ακόμη και αν έχει επιτύχει σε μορφοπλαστικά κελύφη -πιθανότατα- θα κινδυνεύει να αποτύχει σε λειτουργία του πολεοδομικού ιστού σε σχέση με τον παράγοντα άνθρωπο (παραδείγματα στους οικισμούς των υψηλού τουρισμού, με νεκρές οικιστικές ζώνες , απότομες εναλλαγές ζωής).
Γιατί πάντα υπάρχει η πρόθεση της σκηνικής μετάλλαξης οικισμών ή τμημάτων τους προκειμένου να ελκύσουν τον εσωτερικό η εξωτερικό τουρισμό.


Βέβαια και στα κέντρα των πόλεων και στις ζώνες αναψυχής, παρουσιάζονται φαινόμενα εφήμερης αρχιτεκτονικής «εικαστικότητας» και εικονικής πραγματικότητας όπου και ο αρχιτέκτονας παίζει ρόλο-στη πράξη- μερικές φορές .

Όταν ο ρόλος αυτός περνά σε τέτοιες λογικές τότε η αρχιτεκτονική υποτάσσεται στο περίβλημα των εντυπωσιασμών, η ετικέτα γίνεται κυρίαρχη, επικυριαρχεί μια ασυγκεκριμμένη ακραία συντηρητική αντίληψη του όπου το φαίνεσθαι επ[ικυριαρχεί του είναι.
Έτσι, σταδιακά, γίνεται κυρίαρχη άποψη της επιτήδευσης, η υπερβολή, το ψευδεπίγραφο, το λεγόμενο κίτς.

Δημιουργείται «αντικειμενικοποίηση» αυτής της «αισθητικής που μπορεί να επηρεάσει πολύπλευρα τις συμπεριφορές μας και τα πρότυπά μας (σε καταναλωτικό και όχι μόνο επίπεδο).

Αυτό δεν αφορά μόνο την αξιολόγηση του σχεδιαστή, αλλά κυρίως τους διαχειριστές των κτισμάτων που γίνονται σε κάθε περίπτωση οι εν δυνάμει κινητήριοι μοχλοί μέρους των αποθεμάτων -σε κτιριακό τουλάχιστον επίπεδο- των ιστορικών κέντρων ή ειδικών ζωνών ή χώρων αναψυχής.
Ο ρόλος της αρχιτεκτονικής παρέμβασης

Η αρχιτεκτονική του σήμερα συντηρεί ή αποκαθηλώνει την αρχιτεκτονική του χθες, μπορεί να την μεταπλάθει μέσα από τη ευελιξία που της δίνει η τεχνολογία σε τεχνικές και υλικά , ή να την παραποιεί. Μπορεί και να την συντηρεί σαν ατόφιο απτό δείγμα του χθες σαν κτίριο-κειμήλιο.
Αρχιτεκτονική, με όρια την σχετικότητα των αξιών σε κάθε κοινωνικό γίγνεσθαι κάθε εποχής με όρια τις ίδιες τις κοινά αποδεκτές αρχιτεκτονικές ή άλλες σημαντικότερες ανθρώπινες αξίες. Αρκεί να υπάρχει η συνειρμική σχέση με επίκεντρο το άνθρωπο σαν τον χρήστη που βιώνει τον χώρο. Άρα μπαίνουν αυτόματα κάποιες παράμετροι, προδιαγραφές στη γλώσσα του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού.
Η εικαστικότητα της κτιριολογικής δημιουργίας δεν πρέπει να υποτάσσεται αβασάνιστα στη μετριότητα του μέσου όρου των κτισμάτων του περιβάλλοντος που συνθέτουν το σήμερα.Αναδεικνύεται η διαχρονικότητα της αρχιτεκτονικής σαν επιστήμης που πρέπει να δημιουργεί και να είναι παρούσα με άποψη και να κρίνεται από το ίδιο το αρχιτεκτονικό αποτέλεσμα της επέμβασης και στο μέλλον.
Το πολιτιστικό περιβάλλον των πόλεων και γενικά των οικισμών που ζούμε, εξ ορισμού επιζητά τον ρόλο της αρχιτεκτονικής. Οι επιστήμονες που καθημερινά δημιουργούν σαν ελεύθεροι επαγγελματίες, , είτε των βαθμίδων της δημόσιας διοίκησης και της αυτοδιοίκησης ( δηλαδή όλο το επιτελικό γίγνεσθαι που παράγει το σχεδιασμό) , εξ ορισμού αντιλαμβάνονται ότι σφραγίζουν έμμεσα τουλάχιστον το περιβάλλον με τη δική τους συμμετοχή στο σχεδιασμό, ή με την «απαξίωσή» της ανάλυσης περισσοτέρων παραμέτρων του σχεδιασμού.

Η αρχιτεκτονική ως «εργαλείο» της πολιτείας και της αυτοδιοίκησης πρέπει να αναδεικνύει αξίες (μνημεία, ιστορικά κέντρα, αναπλάσεις ). Παράλληλα να δημιουργεί -ή τουλάχιστον αυτή πρέπει να είναι η πρόθεση- νέες αρχιτεκτονικές αξίες (νέα χωρικά δεδομένα – αρχιτεκτονικά κελύφη – χώροι πρασίνου- υποδομές – κυκλοφοριακό κλπ ) που θα δώσουν την ταυτότητα της εποχής.

Όμως στη πράξη, παρατηρείται το φαινόμενο η ίδια η πολιτεία ή η αυτοδιοίκηση πολλές φορές να αδυνατεί ή να μην προσπαθεί να έγκαιρα να καταγράψει και ερμηνεύσει τις δυναμικές (αρχιτεκτονικές, οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές, κλπ) που αναπτύσσονται και δημιουργούνται, τόσο μάλλον να παρέμβει διορθωτικά . Ώστε να παρακολουθεί με επιστημονικά δεδομένα τις δυναμικές που αναπτύσσονται από τη γειτονιά, το οικοδομικό τετράγωνο, την πόλη ή το χωριό, το νομό, τη περιφέρεια, να τα ερμηνεύει πολιτικά και εν συνεχεία να χαράξει κατάλληλες πολιτικές, στα πλαίσια γενικότερων πολιτικών γης. Εκεί οι οπτικές είναι διαφορετικές ανάλογα από την πολιτική σκοπιά που βλέπει κανείς το ίδιο το περιβάλλον.

Το θέμα είναι να μη χρησιμοποιείται κατά παραγγελία, ούτε και αποσπασματικά. Να μη χρησιμοποιείται από τυχόν «αφανείς» πολιτικές σε επίπεδο πόλης ή περιφέρειας. Το τι δημιουργείται και γιατί να είναι διάφανο –κοινωνικά κατανοητό– και οι προδιαγραφές της οικιστικής ανάπτυξης να μην ταυτίζονται με διαδικαστικά ή γραφειοκρατικά περιεχόμενα.
Έτσι ούτε οι νόμοι της αγοράς «θα επιβάλλονται» στο κοινωνικό σύνολο και ο κάθε «ιδιωτικός» χώρος σταδιακά θα μπορεί να μετατραπεί σε ψηφίδα μιας αρχιτεκτονικής με ταυτότητα, χωρίς τυχαία ή επαγωγικά αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά δυσανάλογα της συγκεκριμένης ιστορικής διαδρομής των οικιστικών συνόλων με επίκεντρο τον κάτοικο ενεργό και ευαισθητοποιημένο πολίτη.

(*) Ο Τάσσος Δίκας είναι αρχιτέκτονας, Ομότιμο μέλος ΤΕΕ, μέλος της ΟΜ Ντεπώ και του Τμήματος Τέχνης & Πολιτισμού ΣΥΡΙΖΑ Θεσσαλονίκης.

…”κτιστό περιβάλλον: εφήμερες και διαχρονικές αξίες”… 

**Αναδημοσίευση από “ιστογραμμή” της 6/6/2017
και από την avgi.gr της 8/6/2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου