Στα πλαίσια της αναζήτησης αξιόπιστης και εφαρμόσιμης λύσης για τη βιωσιμότητα και οριστική επίλυση του Ελληνικού δημοσίου χρέους (Greek Sovereign Debt) που κατέχουν οι ομολογιούχοι (ύψους 205 δις Ευρώ περίπου - εκ των οποίων τα 50 δις Ευρώ είναι στην κατοχή της ΕΚΤ), έχω εκφράσει την άποψη ότι το PSI+ (απόφαση 26/10/2011) είναι μία «προβληματική» επιλογή που δεν δίνει οριστική λύση παρά το φαινομενικά σημαντικό «εθελοντικό κούρεμα» (~50%). Αντιθέτως, αναδεικνύει άλλα θέματα (λ.χ. υψηλό ύψος επιτοκίου των νέων «κουρεμένων» ομολόγων που θα εκδοθούν σε αντικατάσταση των παλαιών, εφαρμοστέο δίκαιο κ.ο.κ.) ενώ, παράλληλα, μεταθέτει το πρόβλημα σε απώτερο χρόνο (αφού στην ουσία απαιτεί άμεσες εκταμιεύσεις από την Ελλάδα, οδηγεί σε οριστικό στράγγισμα την αγορά και δεν δίνει τις απαραίτητες «ανάσες» για επανάκαμψη της οικονομίας). Στην ουσία, το PSI+ βασίζεται στην δογματική εμμονή ορισμένων (κυρίως των Γερμανών) για να «τιμωρηθεί» (και όχι να «παραδειγματιστεί») ο ιδιωτικός τομέας (δηλ. τράπεζες και funds) που με «απροσεξία» αγόρασαν Ελληνικό δημόσιο χρέος. Γεγονός που με τη σειρά του τροφοδοτεί νέα σενάρια περί επαναξιολόγησης του αξιόχρεου και της πιστοληπτικής ικανότητας όλων των Ευρωπαϊκών οικονομιών (ακόμα και αυτών που δεδομένα θεωρούσαμε εύρωστες, λ.χ. Γαλλία, Γερμανία) με απρόβλεπτες συνέπειες.
Τουναντίον, ανέκαθεν υποστήριζα και υποστηρίζω ότι μόνο με δραστικές λύσεις (τύπου Μεγάλου Αλεξάνδρου) που να είναι αποδεκτές από την αγορά (όσον αφορά στο χρέος - αφού ούτως ή άλλως αυτή το κατέχει) και να ωφελούν το σύνολο της κοινωνίας μπορεί να υπάρξει σημαντική πιθανότητα επιτυχίας. Και το PSI+ δεν είναι μία τέτοια λύση - παρά τη διαφαινόμενη όψιμη αποδοχή του, η οποία πιθανολογείται ότι προέρχεται κυρίως από τη μη ύπαρξη άλλης εναλλακτικής στο «τραπέζι» και από αφόρητες πιέσεις - αφού δεν απαλείφει τις «γκρίζες ζώνες» όσον αφορά στη δυνατότητα αποπληρωμής, γεγονός που θα συνεχίζει να αμφισβητείται από την αγορά (σσ. ήδη το ΔΝΤ και η Γερμανία μιλάνε για «κούρεμα» 75% αντί για 50% και άρα εντείνουν την αμφιβολία περί ικανότητας αποπληρωμής ακόμη και του «κουρεμένου» χρέους μας).
Στο σημείο που έχουμε φτάσει βέβαια, πέρα από τα όποια «πολιτικά» δεδομένα, θεωρώ ότι πρέπει να εξεταστεί άμεσα άλλη εναλλακτική λύση ισοδύναμου κόστους αλλά με σαφώς καλύτερα αποτελέσματα.
Πιστεύω δηλαδή ότι, η καλύτερη λύση είναι η επαναγορά του δημοσίου χρέους με όρους αγοράς (δηλ. στο περί το 35% της αξίας του) από το EFSF και η «συνταξιοδότησή» του (δηλ. η προσωρινή απόσυρσή του από κάθε διαπραγμάτευση) για μία 10ετία. Παρόμοιες προτάσεις έχουν υποβληθεί στο παρελθόν στη δημόσια συζήτηση (ορισμένες και αρκετά πριν από την εισαγωγή του PSI). Όμως, την προσέγγιση αυτή στη λεπτομέρειά της έχει αναλύσει και παρουσιάσει με τα πλέον πρόσφατα δεδομένα ο κ. Ανδρέας Κούτρας, έμπειρο στέλεχος της ITC Markets από το Λονδίνο, και χαίρει της αποδοχής της συντριπτικής πλειοψηφίας στελεχών της αγοράς. Συνοψίζοντας, τα πλεονεκτήματα σε αυτή την προσέγγιση · δεν είναι μόνο το ύψος του «κουρέματος» (σσ. γύρω στο 65% σήμερα - εκτός ΕΚΤ - ή 100 δις από τα 205 δις ευρώ), αλλά · η αποδοχή από την αγορά (αφού η ίδια έχει τιμολογήσει) · μίας λύσης «εντός Ευρωζώνης» (οτιδήποτε άλλο θα είναι τουλάχιστον καταστροφικό), · η βιωσιμότητα και η διακράτηση του χρέους μας από ένα μόνο φορέα (λ.χ. το EFSF) στα πλαίσια του εθνικού μας δικαίου, · η άμεση ανάκτηση του αξιοχρέου μας (αφού το χρέος θα έχει αποσυρθεί και δεν θα διαπραγματεύεται - άρα και ένας τεράστιος «πονοκέφαλος» λιγότερος για την Ευρωζώνη) και · κυρίως το χρονικό πλαίσιο.
Επιπλέον, μόνο έτσι: 1. «μπαίνει πάτος στο βαρέλι» για όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές (Ελλάδα, Ευρωζώνη, Τρόικα) και 2. αποφεύγεται η οποιαδήποτε ενδεχόμενη μελλοντική νομική εμπλοκή της χώρας μας για απαίτηση αποζημιώσεων (claims) από υφιστάμενους ομολογιούχους. 3. Παράλληλα, η 10ετία είναι χρόνος ικανός για την εφαρμογή όλων των διαρθρωτικών αλλαγών που απαιτούνται, 4. σαφέστατα όμως με άμεση ισχύ υλοποίησής τους, αλλά με μεσοπρόθεσμο στόχο απόδοσης (γιατί δυστυχώς και πάλι φαίνεται ότι η χώρα μας αποτελεί «ξεχωριστή περίπτωση» σε σύγκριση λ.χ. με την Ιταλία όπου φάνηκαν άμεσα αποτελέσματα αφού εκεί αποδεικνύεται ότι το κράτος «δουλεύει»), 5. με απώτατο στόχο την επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας. Και γιατί ως γνωστόν, κανένα μέτρο δεν έχει άμεση απόδοση - ιδιαίτερα σε μία οικονομία με «διαλυμένο» παραγωγικό ιστό - οπότε σε καμία των περιπτώσεων δεν είναι δυνατή η δημιουργία των ικανών και αναγκαίων συνθηκών για διατηρήσιμα πρωτογενή πλεονάσματα (αφού δεν έχει υλοποιηθεί στο μεταξύ καμία διαρθρωτική αλλαγή). Φυσικά, μέχρι να «σταθεροποιηθούμε» θα συνεχίσουμε να είμαστε σε στενή παρακολούθηση και συνεχή επιτήρηση.
Μόνο εάν ληφθούν άμεσες αποφάσεις και προωθηθεί για εφαρμογή μία τέτοια δραστική και ρεαλιστική εναλλακτική λύση από το Eurogroup, την Commission και το ΔΝΤ θα μπορέσουμε να βγούμε από τα αδιέξοδα στα οποία οδηγηθήκαμε και που μας εγκλώβισε με αριστοτεχνικό τρόπο η προηγούμενη κυβέρνηση - πρωτοκλασάτα στελέχη της οποίας φαίνεται ότι μόλις πρόσφατα συνειδητοποιούν τα τραγικά λάθη από την απρόσεκτη προσχώρηση στο Μνημόνιο. Αυτό δεν συμβαίνει γιατί έχουν κάνει την αυτοκριτική τους, αλλά κυρίως γιατί τώρα αναλογίζονται ότι αυτά που ακολουθούν θα είναι εξαιρετικά πιο δραματικά σε σύγκριση με αυτά που προηγήθηκαν. Τώρα αντιλαμβάνονται (με τρόμο) οι περισσότεροι (δυστυχώς όχι όλοι) ότι με τις επιδερμικές προσεγγίσεις, τις ακατανόητες καθυστερήσεις και τα λάθη και τις παραλείψεις τους την τελευταία 2ετία, δηλ. τις ψευδο-μεταρρυθμίσεις που προώθησαν μέχρι σήμερα και την επιβολή επαχθέστατων φορολογικών μέτρων (τα έσοδα των οποίων πήγαν σε βαρέλι χωρίς πάτο), τα πράγματα χειροτέρεψαν (αντί να καλυτερέψουν). Για παράδειγμα, σκέφτονται πώς θα διαχειριστούν την επικείμενη «κοινωνική αποσάρθρωση» με τις απολύσεις στον δημόσιο τομέα προ των πυλών (έχει ακουστεί για 150.000 και μερικοί μιλάνε και για 300.000!); Πότε θα έρθει η πολυπόθητη ανάπτυξη (αφού κανένας δεν είναι διατεθειμένος να επενδύσει στο χάος); Με ποια κρατική μηχανή θα μπορέσουν να εφαρμοστούν οι αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές που θα οδηγήσουν σε πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 10% του ΑΕΠ για να καταστεί το χρέος βιώσιμο; κ.ο.κ.
*(Ph.D. econ. LSE), Οικονομολόγου, Επίκουρου Καθηγητή Πανεπιστημίου Πατρών Μέλος Δ.Σ. ΕΒΕΑ
Τουναντίον, ανέκαθεν υποστήριζα και υποστηρίζω ότι μόνο με δραστικές λύσεις (τύπου Μεγάλου Αλεξάνδρου) που να είναι αποδεκτές από την αγορά (όσον αφορά στο χρέος - αφού ούτως ή άλλως αυτή το κατέχει) και να ωφελούν το σύνολο της κοινωνίας μπορεί να υπάρξει σημαντική πιθανότητα επιτυχίας. Και το PSI+ δεν είναι μία τέτοια λύση - παρά τη διαφαινόμενη όψιμη αποδοχή του, η οποία πιθανολογείται ότι προέρχεται κυρίως από τη μη ύπαρξη άλλης εναλλακτικής στο «τραπέζι» και από αφόρητες πιέσεις - αφού δεν απαλείφει τις «γκρίζες ζώνες» όσον αφορά στη δυνατότητα αποπληρωμής, γεγονός που θα συνεχίζει να αμφισβητείται από την αγορά (σσ. ήδη το ΔΝΤ και η Γερμανία μιλάνε για «κούρεμα» 75% αντί για 50% και άρα εντείνουν την αμφιβολία περί ικανότητας αποπληρωμής ακόμη και του «κουρεμένου» χρέους μας).
Στο σημείο που έχουμε φτάσει βέβαια, πέρα από τα όποια «πολιτικά» δεδομένα, θεωρώ ότι πρέπει να εξεταστεί άμεσα άλλη εναλλακτική λύση ισοδύναμου κόστους αλλά με σαφώς καλύτερα αποτελέσματα.
Πιστεύω δηλαδή ότι, η καλύτερη λύση είναι η επαναγορά του δημοσίου χρέους με όρους αγοράς (δηλ. στο περί το 35% της αξίας του) από το EFSF και η «συνταξιοδότησή» του (δηλ. η προσωρινή απόσυρσή του από κάθε διαπραγμάτευση) για μία 10ετία. Παρόμοιες προτάσεις έχουν υποβληθεί στο παρελθόν στη δημόσια συζήτηση (ορισμένες και αρκετά πριν από την εισαγωγή του PSI). Όμως, την προσέγγιση αυτή στη λεπτομέρειά της έχει αναλύσει και παρουσιάσει με τα πλέον πρόσφατα δεδομένα ο κ. Ανδρέας Κούτρας, έμπειρο στέλεχος της ITC Markets από το Λονδίνο, και χαίρει της αποδοχής της συντριπτικής πλειοψηφίας στελεχών της αγοράς. Συνοψίζοντας, τα πλεονεκτήματα σε αυτή την προσέγγιση · δεν είναι μόνο το ύψος του «κουρέματος» (σσ. γύρω στο 65% σήμερα - εκτός ΕΚΤ - ή 100 δις από τα 205 δις ευρώ), αλλά · η αποδοχή από την αγορά (αφού η ίδια έχει τιμολογήσει) · μίας λύσης «εντός Ευρωζώνης» (οτιδήποτε άλλο θα είναι τουλάχιστον καταστροφικό), · η βιωσιμότητα και η διακράτηση του χρέους μας από ένα μόνο φορέα (λ.χ. το EFSF) στα πλαίσια του εθνικού μας δικαίου, · η άμεση ανάκτηση του αξιοχρέου μας (αφού το χρέος θα έχει αποσυρθεί και δεν θα διαπραγματεύεται - άρα και ένας τεράστιος «πονοκέφαλος» λιγότερος για την Ευρωζώνη) και · κυρίως το χρονικό πλαίσιο.
Επιπλέον, μόνο έτσι: 1. «μπαίνει πάτος στο βαρέλι» για όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές (Ελλάδα, Ευρωζώνη, Τρόικα) και 2. αποφεύγεται η οποιαδήποτε ενδεχόμενη μελλοντική νομική εμπλοκή της χώρας μας για απαίτηση αποζημιώσεων (claims) από υφιστάμενους ομολογιούχους. 3. Παράλληλα, η 10ετία είναι χρόνος ικανός για την εφαρμογή όλων των διαρθρωτικών αλλαγών που απαιτούνται, 4. σαφέστατα όμως με άμεση ισχύ υλοποίησής τους, αλλά με μεσοπρόθεσμο στόχο απόδοσης (γιατί δυστυχώς και πάλι φαίνεται ότι η χώρα μας αποτελεί «ξεχωριστή περίπτωση» σε σύγκριση λ.χ. με την Ιταλία όπου φάνηκαν άμεσα αποτελέσματα αφού εκεί αποδεικνύεται ότι το κράτος «δουλεύει»), 5. με απώτατο στόχο την επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας. Και γιατί ως γνωστόν, κανένα μέτρο δεν έχει άμεση απόδοση - ιδιαίτερα σε μία οικονομία με «διαλυμένο» παραγωγικό ιστό - οπότε σε καμία των περιπτώσεων δεν είναι δυνατή η δημιουργία των ικανών και αναγκαίων συνθηκών για διατηρήσιμα πρωτογενή πλεονάσματα (αφού δεν έχει υλοποιηθεί στο μεταξύ καμία διαρθρωτική αλλαγή). Φυσικά, μέχρι να «σταθεροποιηθούμε» θα συνεχίσουμε να είμαστε σε στενή παρακολούθηση και συνεχή επιτήρηση.
Μόνο εάν ληφθούν άμεσες αποφάσεις και προωθηθεί για εφαρμογή μία τέτοια δραστική και ρεαλιστική εναλλακτική λύση από το Eurogroup, την Commission και το ΔΝΤ θα μπορέσουμε να βγούμε από τα αδιέξοδα στα οποία οδηγηθήκαμε και που μας εγκλώβισε με αριστοτεχνικό τρόπο η προηγούμενη κυβέρνηση - πρωτοκλασάτα στελέχη της οποίας φαίνεται ότι μόλις πρόσφατα συνειδητοποιούν τα τραγικά λάθη από την απρόσεκτη προσχώρηση στο Μνημόνιο. Αυτό δεν συμβαίνει γιατί έχουν κάνει την αυτοκριτική τους, αλλά κυρίως γιατί τώρα αναλογίζονται ότι αυτά που ακολουθούν θα είναι εξαιρετικά πιο δραματικά σε σύγκριση με αυτά που προηγήθηκαν. Τώρα αντιλαμβάνονται (με τρόμο) οι περισσότεροι (δυστυχώς όχι όλοι) ότι με τις επιδερμικές προσεγγίσεις, τις ακατανόητες καθυστερήσεις και τα λάθη και τις παραλείψεις τους την τελευταία 2ετία, δηλ. τις ψευδο-μεταρρυθμίσεις που προώθησαν μέχρι σήμερα και την επιβολή επαχθέστατων φορολογικών μέτρων (τα έσοδα των οποίων πήγαν σε βαρέλι χωρίς πάτο), τα πράγματα χειροτέρεψαν (αντί να καλυτερέψουν). Για παράδειγμα, σκέφτονται πώς θα διαχειριστούν την επικείμενη «κοινωνική αποσάρθρωση» με τις απολύσεις στον δημόσιο τομέα προ των πυλών (έχει ακουστεί για 150.000 και μερικοί μιλάνε και για 300.000!); Πότε θα έρθει η πολυπόθητη ανάπτυξη (αφού κανένας δεν είναι διατεθειμένος να επενδύσει στο χάος); Με ποια κρατική μηχανή θα μπορέσουν να εφαρμοστούν οι αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές που θα οδηγήσουν σε πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 10% του ΑΕΠ για να καταστεί το χρέος βιώσιμο; κ.ο.κ.
*(Ph.D. econ. LSE), Οικονομολόγου, Επίκουρου Καθηγητή Πανεπιστημίου Πατρών Μέλος Δ.Σ. ΕΒΕΑ