Την άποψη ότι υπάρχουν καλύτερες και ασφαλέστερες προοπτικές για τον ελληνικό λαό και την ελληνική κοινωνία μετά τη συγκρότηση της κυβέρνησης Παπαδήμου εκφράζει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Γιώργος Α. Παπανδρέου, σε συνέντευξή του στο CNN. Ερωτηθείς πως «ήταν να βρίσκεται σε πολιτική αντιπαλότητα που ορισμένες φορές φαινόταν πολύ άγρια με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τον οποίο ως συμφοιτητής και συγκάτοικος μοιραζόταν κάποτε το ίδιο μπάνιο», απάντησε: «πάντα ήλπιζα ότι η προσωπική αυτή σχέση θα μας βοηθούσε να βρούμε ευρύτερη συναίνεση, λόγω της έκτασης των αλλαγών που θέλουμε να επιφέρουμε σε αυτή τη χώρα, κάτι που δεν είχε γίνει ποτέ τα τελευταία 30-40 χρόνια».
«Τώρα υπάρχει εθνική συναίνεση σε αυτή τη βάση, να λάβουμε σκληρά μέτρα, αλλά και να αλλάξουμε την Ελλάδα, ώστε να γίνει μια χώρα πιο δυναμική, με μια δυναμική οικονομία, εξασφαλίζοντας ότι θα παραμείνουμε στο ευρώ και στην ευρωζώνη. Και πιστεύω ότι σήμερα υπάρχουν καλύτερες και ασφαλέστερες προοπτικές για τον ελληνικό λαό και την ελληνική κοινωνία», πρόσθεσε ο κ. Παπανδρέου.
Κληθείς να σχολιάσει τις απόψεις όσων υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα θα ήταν σε καλύτερη μοίρα αν εγκατέλειπε το ευρώ, υποτιμούσε το νόμισμά της και κήρυσσε πτώχευση, υπογραμμίζει ότι «υπάρχουν ασφαλώς πολλές άλλες παράπλευρες ζημίες, που θα ήταν καταστροφικές, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την ίδια την Ευρώπη».
Προειδοποιεί μάλιστα ότι ενδεχόμενη έξοδος από το ευρώ θα οδηγούσε κατάρρευση των τραπεζών. «Στην Ελλάδα, όλοι χρησιμοποιούν το ευρώ, οι τράπεζες χρησιμοποιούν το ευρώ. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν τι θα συμβεί. Πρώτα απ' όλα, θα γίνει επιδρομή στις τράπεζες. Οι τράπεζες θα καταρρεύσουν».
Μια ακόμη συνέπεια, όπως σημειώνει, θα ήταν η επέκταση του φαινομένου στην ευρωζώνη [καθώς] «όταν αποχωρήσει μια χώρα, γιατί να μην αποχωρήσουν μια άλλη, μια τρίτη ή μια τέταρτη, με αποτέλεσμα να λένε οι αγορές "βεβαίως, λοιπόν, έχουν και οι άλλες υψηλό χρέος";».
Σχετικά με τις εξελίξεις στην Ευρωζώνη, τονίζει ότι «έχουμε φθάσει σε ένα σταυροδρόμι και τώρα απαιτείται η πολιτική βούληση να αποφασίσουμε αν θέλουμε να προχωρήσουμε σε μια βαθύτερη Ένωση, ώστε να προστατεύσουμε όχι μόνο την Ευρωζώνη αλλά και όλα όσα έχουμε πετύχει στην Ευρώπη».
Ερωτηθείς για τον χρόνο που θα απαιτηθεί για να διαπιστωθεί η λειτουργικότητα της εμβάθυνσης της ΕΕ σε συνδυασμό με την αναγκαιότητα επίλυσης της κρίσης στο άμεσο μέλλον και τους δισταγμούς της Γερμανίας, είπε ότι «εφαρμόζουμε αποσπασματικά μέτρα τα τελευταία δύο χρόνια, αρχίζοντας με την ελληνική κρίση, η οποία, όπως έλεγα από την αρχή -και έτσι κατέληξε- δεν ήταν απλώς μια κρίση που αφορούσε την Ελλάδα. Εμείς αναλάβαμε τις ευθύνες μας και προβαίνουμε σε ουσιαστικές αλλαγές στην Ελλάδα, αλλά για την Ευρωζώνη, αυτή είναι μια συστημική κρίση».
Ο κ. Παπανδρέου επισήμανε ότι έγιναν μικρά αλλά και μεγάλα βήματα για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, «αλλά αυτά ήταν λίγα και έγιναν πολύ αργά».
Σε ερώτηση αν υπάρχει τρόπος να πειστεί η γερμανική κυβέρνηση ότι «η πίεση για αλλαγή θα εξακολουθήσει να υπάρχει ακόμη και όταν λύσουν το βραχυπρόθεσμο πρόβλημα της κρίσης», ο κ. Παπανδρέου απάντησε ότι αυτός είναι «νόμιμος προβληματισμός».
«Αν είχε υπάρξει αυστηρότερη παρακολούθηση των κρατών - μελών από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ακόμη και από τους οίκους αξιολόγησης, δεν θα είχα κληρονομήσει, ως πρωθυπουργός, μια κατάσταση με το έλλειμμα να πλησιάζει το 16% και το χρέος να έχει διπλασιαστεί στη διάρκεια της θητείας της προηγούμενης κυβέρνησης και κανένας να μην ταράζεται γι΄ αυτό, να μην αντιλαμβάνεται τι πρόκειται να συμβεί. Γι΄ αυτό πιστεύω ότι είναι σημαντική η παρακολούθηση», συμπλήρωσε.
«Τώρα υπάρχει εθνική συναίνεση σε αυτή τη βάση, να λάβουμε σκληρά μέτρα, αλλά και να αλλάξουμε την Ελλάδα, ώστε να γίνει μια χώρα πιο δυναμική, με μια δυναμική οικονομία, εξασφαλίζοντας ότι θα παραμείνουμε στο ευρώ και στην ευρωζώνη. Και πιστεύω ότι σήμερα υπάρχουν καλύτερες και ασφαλέστερες προοπτικές για τον ελληνικό λαό και την ελληνική κοινωνία», πρόσθεσε ο κ. Παπανδρέου.
Κληθείς να σχολιάσει τις απόψεις όσων υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα θα ήταν σε καλύτερη μοίρα αν εγκατέλειπε το ευρώ, υποτιμούσε το νόμισμά της και κήρυσσε πτώχευση, υπογραμμίζει ότι «υπάρχουν ασφαλώς πολλές άλλες παράπλευρες ζημίες, που θα ήταν καταστροφικές, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την ίδια την Ευρώπη».
Προειδοποιεί μάλιστα ότι ενδεχόμενη έξοδος από το ευρώ θα οδηγούσε κατάρρευση των τραπεζών. «Στην Ελλάδα, όλοι χρησιμοποιούν το ευρώ, οι τράπεζες χρησιμοποιούν το ευρώ. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν τι θα συμβεί. Πρώτα απ' όλα, θα γίνει επιδρομή στις τράπεζες. Οι τράπεζες θα καταρρεύσουν».
Μια ακόμη συνέπεια, όπως σημειώνει, θα ήταν η επέκταση του φαινομένου στην ευρωζώνη [καθώς] «όταν αποχωρήσει μια χώρα, γιατί να μην αποχωρήσουν μια άλλη, μια τρίτη ή μια τέταρτη, με αποτέλεσμα να λένε οι αγορές "βεβαίως, λοιπόν, έχουν και οι άλλες υψηλό χρέος";».
Σχετικά με τις εξελίξεις στην Ευρωζώνη, τονίζει ότι «έχουμε φθάσει σε ένα σταυροδρόμι και τώρα απαιτείται η πολιτική βούληση να αποφασίσουμε αν θέλουμε να προχωρήσουμε σε μια βαθύτερη Ένωση, ώστε να προστατεύσουμε όχι μόνο την Ευρωζώνη αλλά και όλα όσα έχουμε πετύχει στην Ευρώπη».
Ερωτηθείς για τον χρόνο που θα απαιτηθεί για να διαπιστωθεί η λειτουργικότητα της εμβάθυνσης της ΕΕ σε συνδυασμό με την αναγκαιότητα επίλυσης της κρίσης στο άμεσο μέλλον και τους δισταγμούς της Γερμανίας, είπε ότι «εφαρμόζουμε αποσπασματικά μέτρα τα τελευταία δύο χρόνια, αρχίζοντας με την ελληνική κρίση, η οποία, όπως έλεγα από την αρχή -και έτσι κατέληξε- δεν ήταν απλώς μια κρίση που αφορούσε την Ελλάδα. Εμείς αναλάβαμε τις ευθύνες μας και προβαίνουμε σε ουσιαστικές αλλαγές στην Ελλάδα, αλλά για την Ευρωζώνη, αυτή είναι μια συστημική κρίση».
Ο κ. Παπανδρέου επισήμανε ότι έγιναν μικρά αλλά και μεγάλα βήματα για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, «αλλά αυτά ήταν λίγα και έγιναν πολύ αργά».
Σε ερώτηση αν υπάρχει τρόπος να πειστεί η γερμανική κυβέρνηση ότι «η πίεση για αλλαγή θα εξακολουθήσει να υπάρχει ακόμη και όταν λύσουν το βραχυπρόθεσμο πρόβλημα της κρίσης», ο κ. Παπανδρέου απάντησε ότι αυτός είναι «νόμιμος προβληματισμός».
«Αν είχε υπάρξει αυστηρότερη παρακολούθηση των κρατών - μελών από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ακόμη και από τους οίκους αξιολόγησης, δεν θα είχα κληρονομήσει, ως πρωθυπουργός, μια κατάσταση με το έλλειμμα να πλησιάζει το 16% και το χρέος να έχει διπλασιαστεί στη διάρκεια της θητείας της προηγούμενης κυβέρνησης και κανένας να μην ταράζεται γι΄ αυτό, να μην αντιλαμβάνεται τι πρόκειται να συμβεί. Γι΄ αυτό πιστεύω ότι είναι σημαντική η παρακολούθηση», συμπλήρωσε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου