Ο δημόσιος διάλογος για την υπόθεση του εθνικού νομίσματος αποφέρει πρωτίστως κινδυνολογίες, γιατί αυτό είναι συμβατό με το οικοσύστημα των ωδικών πτηνών της Μαζικής Ενημέρωσης…
Ακόμη ψάχνω να μάθω το όνομα κάποιου απερίγραπτου πανεπιστημιακού (ε,ρε, τι τραβάει η φοιτητιώσα νεολαία…)που σε εκπομπή κρατικού καναλιού (παιχθείσα και ξαναπαιχθείσα, για να την εμπεδώσουμε….) υποστήριζε ότι σε περίπτωση επιστροφής στη δραχμή, η αγορά ενός πακέτου τσιγάρων από το περίπτερο θα γίνεται με μια στοίβα χρημάτων !
Όμως είναι γεγονός ότι το «ανήκομεν εις την ευρωζώνην» έχει μετατραπεί σε σημαία ενός μεγάλου μέρους του πολιτικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένης της Αριστεράς, κι αυτό βραχυκυκλώνει μια ψύχραιμη συζήτηση για την ολότητα των όρων και δυνατοτήτων που συνεπάγεται μια νομισματική επιλογή.
Ερώτημα :
Γιατί το ευρώ έχει συνδεθεί συστημικά και ιδεολογικά με την ευημερία και πρόοδο της ΕΕ, τη στιγμή που διεκπεραιώνει πολιτικές λογιστικές, αποσταθεροποιητικές, ηγεμονικές, ανεγκέφαλης «παλαιοκαπιταλιστικής» νοοτροπίας;
Και αντίθετα :
Γιατί ένα εθνικό νομισματικό σύστημα- στη προκειμένη περίπτωση της δραχμής – συνεπάγεται οπωσδήποτε απόκλιση από το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και επιστροφή στον μεταπολεμικό πρωτογονισμό;
Στο συνολικό διάλογο δεν απουσιάζουν εκατέρωθεν απόψεις που παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Σημειώνω αυτήν του Ναπολέοντα Μαραβέγια, που διατυπώνεται στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ (16.5.12 )
Ο Μαραβέγιας υποστηρίζει ότι
«η έξοδος από το ευρώ θα σημάνει άμεσα πλήρη αδυναμία δανεισμού από το εξωτερικό προκειμένου, αφενός, να μπορούμε να εξασφαλίσουμε τουλάχιστον μέρος των αναγκαίων εισαγωγών μας, αφετέρου, για να καλυφθεί το ετήσιο πρωτογενές έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού ύψους 4-5 δισ. ευρώ που υπάρχει ακόμη (το έλλειμμα δηλαδή των δημοσίων εσόδων σε σχέση με τις δημόσιες δαπάνες μισθών, συντάξεων κ.λπ., χωρίς τους τόκους των δανείων)».
Σημειώστε τη φράση του ΝΜ : έξοδος από το ευρώ=πλήρης αδυναμία δανεισμού…Από πού όμως συνάγεται αυτή «εξίσωση»; Μήπως από το ιδεολόγημα ότι η ΕΕ είναι ο σύμπας κόσμος;
Ο Μαραβέγιας ακόμη υποστηρίζει ότι
« η επιστροφή στη δραχμή θα σημάνει σοβαρή έλλειψη συναλλάγματος για τις απαραίτητες εισαγωγές ενέργειας, τροφίμων κ.λπ.»
Η επιστροφή στη δραχμή δεν είναι και δεν μπορεί να είναι μια «ακαριαίαδιαδικασία» μετάβασης . Στη βραχυπρόθεσμη περίοδο το κράτος έχει τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει από τα υπαρκτά αποθέματα ευρώ τις όποιες «απαραίτητες εισαγωγές», ενώ ταυτόχρονα έχει την ευκαιρία να οργανωθεί για τη μεσοπρόθεσμη περίοδο, επανεκτιμώντας και επαναξιολογώντας το είδος των εισαγωγών και εξαγωγών της χώρας για τον προσδιορισμό της ανταλλακτικής αξίας δραχμής και «ξένων νομισμάτων».
Ακόμη και εάν η υποτίμηση της δραχμής δεν κριθεί συμφέρουσα για την ανατροπή του δυσμενούς εμπορικού ισοζυγίου, πράγμα διόλου απίθανο δεδομένου ότι αρκετά εισαγόμενα στοιχεία υπεισέρχονται στο κόστος της εγχώριας παραγωγής, η παρουσία της στο εθνικό οικονομικό τοπίο μπορεί να είναι ωφέλιμη για την ενίσχυση των φτωχότερων στρωμάτων, για την αποτροπή εκρηκτικών καταστάσεων, για την ανόρθωση της εσωτερικής αγοράς, για τη διέγερση των ντόπιων παραγωγικών δυνάμεων.
Μια άλλη άποψη επί του ζητήματος «ευρώ ή δραχμή» διατυπώνεται από τον Πέτρο Παπακωνσταντίνου στην «Καθημερινή» της 20.5.12. Λέει ο ΠΠ :
«Αναφορικά με το πρωτογενές έλλειμμα (αυτό δηλαδή που θα πρέπει να καλύψουμε αν κάνουμε στάση πληρωμών), σύμφωνα με τα εντελώς πρόσφατα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους είναι αυτή τη στιγμή 1,68 δισ. ευρώ και προβλέπεται μέχρι το τέλος της χρονιάς να έχει μειωθεί σε 1,089 δισ. Μιλάμε δηλαδή για ένα ποσό που αντιστοιχεί σε 100 μόλις ευρώ κατά κεφαλή - όχι και τόσο τρομερό όσο συνήθως ακούμε.
Επειτα, όπως έγραψε τη βδομάδα που πέρασε ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν, η Ελλάδα του σήμερα, με όλα τα προβλήματά της, έχει περισσότερες εξαγωγές, σε σύγκριση με το ΑΕΠ, από ό,τι είχε η Αργεντινή όταν έκανε στάση πληρωμών και αποδεσμεύτηκε από το δολάριο.
Και αν η Αργεντινή είχε κυρίως βιομηχανικές και αγροτικές εξαγωγές, οι δύο βασικές βιομηχανίες της Ελλάδας είναι η ναυτιλία και ο τουρισμός, ο οποίος θα ωφεληθεί αμέσως από ένα λιγότερο σκληρό νόμισμα.»
Σε αυτή τη χώρα υπάρχει μια «ενδημική» αντίληψη περί του αναπόφευκτου- γονιδιακού χαρακτήρα του ελληνικού οικονομικού συστήματος, ως μεταπρατικού και «υπηρεσιοκεντρικού».
Μήπως μια θαρραλέα κίνηση αποκοπής από τα δεσμά της Τρόϊκας και του υπαρκτού ευρώ μπορεί να εμφυσήσει ένα νέο πνεύμα εθνικής παραγωγικότητας και μια υπέρβαση των παρελθουσών παρασιτικών νοοτροπιών;
Μήπως η νέα δραχμή μπορεί να αποτελέσει ένα νέο, επιθετικό ξεκίνημα;
« η επιστροφή στη δραχμή θα σημάνει σοβαρή έλλειψη συναλλάγματος για τις απαραίτητες εισαγωγές ενέργειας, τροφίμων κ.λπ.»
Η επιστροφή στη δραχμή δεν είναι και δεν μπορεί να είναι μια «ακαριαίαδιαδικασία» μετάβασης . Στη βραχυπρόθεσμη περίοδο το κράτος έχει τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει από τα υπαρκτά αποθέματα ευρώ τις όποιες «απαραίτητες εισαγωγές», ενώ ταυτόχρονα έχει την ευκαιρία να οργανωθεί για τη μεσοπρόθεσμη περίοδο, επανεκτιμώντας και επαναξιολογώντας το είδος των εισαγωγών και εξαγωγών της χώρας για τον προσδιορισμό της ανταλλακτικής αξίας δραχμής και «ξένων νομισμάτων».
Ακόμη και εάν η υποτίμηση της δραχμής δεν κριθεί συμφέρουσα για την ανατροπή του δυσμενούς εμπορικού ισοζυγίου, πράγμα διόλου απίθανο δεδομένου ότι αρκετά εισαγόμενα στοιχεία υπεισέρχονται στο κόστος της εγχώριας παραγωγής, η παρουσία της στο εθνικό οικονομικό τοπίο μπορεί να είναι ωφέλιμη για την ενίσχυση των φτωχότερων στρωμάτων, για την αποτροπή εκρηκτικών καταστάσεων, για την ανόρθωση της εσωτερικής αγοράς, για τη διέγερση των ντόπιων παραγωγικών δυνάμεων.
Μια άλλη άποψη επί του ζητήματος «ευρώ ή δραχμή» διατυπώνεται από τον Πέτρο Παπακωνσταντίνου στην «Καθημερινή» της 20.5.12. Λέει ο ΠΠ :
«Αναφορικά με το πρωτογενές έλλειμμα (αυτό δηλαδή που θα πρέπει να καλύψουμε αν κάνουμε στάση πληρωμών), σύμφωνα με τα εντελώς πρόσφατα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους είναι αυτή τη στιγμή 1,68 δισ. ευρώ και προβλέπεται μέχρι το τέλος της χρονιάς να έχει μειωθεί σε 1,089 δισ. Μιλάμε δηλαδή για ένα ποσό που αντιστοιχεί σε 100 μόλις ευρώ κατά κεφαλή - όχι και τόσο τρομερό όσο συνήθως ακούμε.
Επειτα, όπως έγραψε τη βδομάδα που πέρασε ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν, η Ελλάδα του σήμερα, με όλα τα προβλήματά της, έχει περισσότερες εξαγωγές, σε σύγκριση με το ΑΕΠ, από ό,τι είχε η Αργεντινή όταν έκανε στάση πληρωμών και αποδεσμεύτηκε από το δολάριο.
Και αν η Αργεντινή είχε κυρίως βιομηχανικές και αγροτικές εξαγωγές, οι δύο βασικές βιομηχανίες της Ελλάδας είναι η ναυτιλία και ο τουρισμός, ο οποίος θα ωφεληθεί αμέσως από ένα λιγότερο σκληρό νόμισμα.»
Σε αυτή τη χώρα υπάρχει μια «ενδημική» αντίληψη περί του αναπόφευκτου- γονιδιακού χαρακτήρα του ελληνικού οικονομικού συστήματος, ως μεταπρατικού και «υπηρεσιοκεντρικού».
Μήπως μια θαρραλέα κίνηση αποκοπής από τα δεσμά της Τρόϊκας και του υπαρκτού ευρώ μπορεί να εμφυσήσει ένα νέο πνεύμα εθνικής παραγωγικότητας και μια υπέρβαση των παρελθουσών παρασιτικών νοοτροπιών;
Μήπως η νέα δραχμή μπορεί να αποτελέσει ένα νέο, επιθετικό ξεκίνημα;
http://oikonikipragmatikotita.blogspot.com